πρωτοπρεσβ. γγελος γγελακόπουλος 

 Τό ποστολικό νάγνωσμα, πο μμελς παγγέλλεται στή Θεία Λειτουργία το Ψυχοσαββάτου, προέρχεται πό τήν A΄ Θεσ. πιστολή το π. Παύλου καί συγκεκριμένα πό τό Δ΄ κεφ. καί περιλαμβάνει τούς στίχους 13 ως 17. περικοπή ατή κάνει λόγο περί τν κεκοιμημένων καί περί ναστάσεως. Γι’ ατό καί κκλησία μας καθόρισε νά ναγινώσκεται σέ κάθε ξόδιο κολουθία, πως πίσης καί στά δύο ψυχοσάββατα, τό Σάββατο πρό τν πόκρεω καί τό Σάββατο πρό τς Πεντηκοστς.

Θά προσπαθήσουμε, λοιπόν, νά ναλύσουμε ατούς τούς πέντε στίχους μέ τήν βοήθεια νός πό τούς ρίστους ρμηνευτές τν πιστολν το π. Παύλου, το γίου Νικοδήμου το γιορείτου.

 

  πρτος στίχος λέει :«ο θέλομεν δέ μς γνοεν, δελφοί, περί τν κεκοιμημένων».
δ θεος πόστολος ξεκιν τόν περί ναστάσεως λόγο, διότι, ν καί πρότερον εχε μιλήσει στούς Θεσσαλονικες γι’ ατόν, τώρα, μως, φανερώνει καί ξεσκεπάζει σ’ ατούς να μυστηριδες νόημα περί τς ναστάσεως. Διότι, ο Θεσσαλονικες, ν καί εχαν λη τήν γνώση περί ναστάσεως, ντούτοις θρηνοσαν πέρ τό πρέπον τούς κεκοιμημένους καί ποθανόντας δελφούς. Γι’ ατό τώρα π. Παλος διορθώνει ατό τό σφάλμα. πειδή πολλά πράγματα, ταν δέν τά ξέρουμε, μς λυπον, φο, μως, τά μάθουμε, λευθερωνόμαστε πό τήν λύπη τους, γι’ ατό π. Παλος λέει τι «δέν θέλω νά μήν ξέρετε, δελφοί». Δέν επε «περί τν ποθανόντων», λλά «περί τν κεκοιμημένων», γιά νά δείξει τι καί πό ατό τό νομα, πού λαμβάνουν ο ν Χριστ κοιμηθέντες, φανερώνουν τι πρόκειται νά ναστηθον˙ διότι, φυσικά, ποιος κοιμται, ατός πρόκειται νά σηκωθε.

ν συνεχεία, δεύτερος στίχος λέει: «να μή λυπσθε, καθώς καί ο λοιποί ο μή χοντες λπίδα».

κενοι, λέει π. Παλος, πρέπει νά λυπονται καί νά θρηνον μέ περβολή τούς ποθανόντας, σοι δέν χουν λπίδα. Τίνος πράγματος δέν χουν λπίδα; Τς ναστάσεως τν νεκρν. Ποιοί δηλ. εναι ατοί; Ο πιστοι καί ο σεβες. Καί χι σες ο Χριστιανοί, πού χετε λπίδα τι πρόκειται νά ναστηθετε μέ φθαρσία καί δόξα.

ς κούσουμε μες ο Χριστιανοί, μς παροτρύνει γιος Νικόδημος, ατά τά λόγια του π. Παύλου καί ς τρομάξουμε, διότι κλαίοντας τούς ν Χριστ κοιμηθέντας δελφούς μας, κατά μέν τόν ερό Χρυσόστομο, πικρς, κατά δέ τόν Θεοδώρητο, μέτρως, γινόμαστε μοιοι μέ τούς σεβες καί πίστους, πού δέν χουν λπίδα ναστάσεως. Ρωτάει, λοιπόν, γιος Νικόδημος τόν π. Παλο : «Τί, λοιπόν, μακάριε Παλε; Γι’ ατό δέν θέλεις νά γνοον περί τν κεκοιμημένων ο Θεσσαλονικες, μόνο γιά νά μή λυπονται; Καί πς δέν λές καλύτερα, τι δέν θέλεις νά γνοον, γιά νά μήν κολαστον, λλά γιά νά μήν λυπονται»; Καί ποκρίνεται π. Παλος : «Ναί, γώ τούς λέω νά μήν λυπονται γιά τούς κεκοιμημένους, γιατί ατή λύπη περβάλλουσα προξενε σ’ ατούς τήν κόλαση».

 

Καί ξακολουθε π. Παλος στόν τρίτο στίχο τς ποστολικς περικοπς, λέγοντας: «Ε γάρ πιστεύομεν τι ησος πέθανε καί νέστη, οτω καί Θεός τούς κοιμηθέντας διά το ησο ξει σύν ατ».

Καθώς, λέει, Θεός νέστησε τόν Κύριον ησον, που παθε καί πέθανε σωματικς, τσι θά ναστήσει κι μς.

Μς προτρέπει γιος Νικόδημος γι’ λλη μιά φορά νά προσέξουμε τι πί μέν το Κυρίου, πειδή γινε δη νάστασή Του, γι’ ατό λέει π. Παλος μέ θάρρος τι «πέθανε»˙ πί μν δέ, για’ μς μως, πειδή νάστασή μας δέν γινε κόμη, λλά πρόκειται νά γίνει, γι’ ατό λέει «τούς κοιμηθέντας», γιά νά φανερώσει μέ τό νομα ατό τς κοιμήσεως, τι πρόκειται νά σηκωθον καί   ν’ ναστηθον.


φράση το στίχου «τούς κοιμηθέντας διά το ησο ξει» νοεται κατά δύο τρόπους, σύμφωνα μέ τόν γιο Νικόδημο. Πρτον, τι θά τούς φέρει «διά το ησο», δηλ. τι ησος θά γίνει μεσίτης τς ναστάσεώς τους καί θά τούς παραστήσει στό πρόσωπο το Πατρός

. Δεύτερον, τι τό «κοιμηθέντας» νώνεται μέ τό «διά το ησο», δηλ. τι Θεός θά φέρει στή δόξα καί τήν βασιλεία Του «τούς κοιμηθέντας διά το ησο», δηλ. τούς πιστούς καί δικαίους Χριστιανούς. πειδή ο δίκαιοι Χριστιανοί, χοντας κάτοικο στήν καρδιά τους τόν Χριστό, μέσω τς πίστεως καί τς χάριτος, κοιμονται καί ποθνήσκουν «διά το ησο».


Κατά τόν
γιο Νικόδημο, π. Παλος δ μιλε περί μερικς ναστάσεως, δηλ. περί τς μετά δόξης ναστάσεως τν πιστν, που θά γίνει μαζί μέ τόν Κύριο, δηλ. περί τς ναστάσεως τν δικαίων τν ν πίστει καί χάριτι τελειωθέντων. Γιατί, ατούς Θεός «ξει σύν ατ τ ησο», δηλ. θά ρπάξει πό κάθε μέρος το κόσμου μέ τίς νεφέλες «σύν τ Κυρίω». 

Περί μερικς, λοιπόν, ναστάσεως μιλε δ π. Παλος, περί τς ποίας δέν ξεραν ο Θεσσαλονικες, καί χι περί τς καθολικς λων τν νθρώπων, πειδή περί ατς ξεραν. Θέλει, λοιπόν, τώρα π. Παλος νά παρηγορήσει τούς Χριστιανούς, μέ τό νά τούς ποδείξει τι νάσταση τν πιστν θά γίνει ντιμος καί νδοξος καί πό ατό νά τούς πείσει νά μήν λυπονται γιά τούς κεκοιμημένους. Διότι, λοι μέν ο νθρωποι, καί ο πιστοί καί ο πιστοι, θά ναστηθον, λλά δέν θά ναστηθον λοι μέ δόξα καί τιμή, παρά μόνο ο πιστοί, δηλ. ατοί πού χουν τήν πίστη συνδεδεμένη μέ τά καλά ργα, δηλ. ο δίκαιοι.

 

Πιό κάτω λέει π. Παλος : «Τοτο γάρ μν λέγομεν ν λόγω Κυρίου».
πειδή πρόκειται π. Παλος νά πε να παράδοξο πράγμα, γι’ ατό τό κάνει ξιόπιστο μέ τόν λόγο το Κυρίου. «Δέν σς λέω», λέει, «πό το λόγου μου, πό τό μυαλό μου, ατό πού πρόκειται νά π˙ χι, λλά τό μαθα πό τόν Κύριον ησον Χριστόν». πειδή θεόπνευστος Παλος, τόσο ατόν τόν λόγο κουσε ρητς καί ατολεξεί μέσως πό τόν Διδάσκαλό του Χριστό, δηλ. δι’ ποκαλύψεως καί θείας μπνεύσεως, σο καί κενον τόν λόγον, δηλ. τό «μακάριόν στι διδόναι μλλον λαμβάνειν», καθώς ναφέρεται στίς Πράξεις τν ποστόλων (Πράξ. 20, 35). Τά λλα λόγια, πού λεγε π. Παλος, τά λεγε μέν διά το φωτισμο το γίου Πνεύματος, χι, μως, καί ρητς καί μέ ατές τίς διες λέξεις το γίου Πνεύματος.

Ποιό εναι, λοιπόν, ατό τό παράδοξο πράγμα, πού πρόκειται νά πε π. Παλος καί το τό ποκάλυψε διος Χριστός;

«τι μες ο ζντες ο περιλειπόμενοι ες τήν παρουσίαν το Κυρίου ο μή φθάσωμεν τούς κοιμηθέντας».

 

κενο πού λέει μέγας Παλος στήν Α΄ Κορ. 15, 51, δηλ. τό «ν τόμω, ν ριπ φθαλμο», ατό τό διο λέει κι δ μέ λλες λέξεις. πειδή φαινόταν πώς εναι δύσκολο καί πέρ τούς ρους τς φύσεως νά ναστηθον ο νεκροί, ο ποοι χουν σαπήσει καί διαφθαρε πρό πολλο, γι’ ατό λέει π. Παλος τι ατοί, πού θά ζον τότε (στήν δευτέρα Παρουσία), δέν θά προλάβουν στήν νάσταση τούς νεκρούς, πού χουν πεθάνει καί διαλυθε πρό πολλο, δηλ. ο τότε ζντες δέν θά προφθάσουν νά λλάξουν καί νά φθαρτισθον, προτύτερα πό τούς πάλαι ποτέ ποθανόντας, λλά ξίσου καί τά δύο μέρη τήν δια στιγμή θά φθαρτισθον˙ πειδή, καθώς εναι εκολο στόν Θεό νά φθαρτίσει ατούς, πού ζον κόμη καί εναι λόκληροι, τσι ξίσου εκολο εναι σ’ Ατόν καί νά φθαρτίσει στήν δια ροπή καί ατούς, πού χουν πεθάνει πρίν πολλά χρόνια καί χουν διαλυθε σέ τέσσερα στοιχεα.


Λέγοντας
π. Παλος «μες ο ζντες», δέν τό ννοε ατό γιά τόν αυτό του (πειδή δέν πρόκειτο νά ζήσει μέχρι τήν κοινή νάσταση), λλά τό λέει γιά τούς λλους Χριστιανούς, πού πρόκειται τότε νά βρεθον ζωντανοί. Γι’ ατό πρόσθεσε καί τό «ο περιλειπόμενοι ες τήν παρουσίαν το Κυρίου». Στό δικό του, λοιπόν, πρόσωπο φανερώνει π. Παλος τούς Χριστιανούς, πού θά ζον τότε.

 

προτελευταος ρμηνευόμενος στίχος ναφέρει: «τι ατός Κύριος ν κελεύσματι, ν φων ρχαγγέλου καί ν σάλπιγγι Θεο καταβήσεται π’ ορανο».

Μήν πιστετε, λέει, σ’ ατό πού σς λέω, Χριστιανοί, γιατί κι ατός Κύριος θά τό προστάξει. Πς θά τό προστάξει; Μέ φωνή ρχαγγέλου (πιθανς το ρχοντος Μιχαήλ), ποος στέκεται πάνω πό τούς λλους κατωτέρους γγέλους καί θά τούς πε : «τοίμους ποιήσατε πάντας», δηλ. τοιμάστε λους τούς νεκρούς˙ «πάρεστι γάρ Κριτής», γιατί φθασε Κριτής. Πολλές εναι ο σάλπιγγες, λλά στήν τελευταα σάπλιγγα θά κατέβη Κριτής.

 

Ατό λέει π. Παλος καί στήν Α΄ Κορ. 15, 51 : «Πάντες μέν ο κοιμηθησόμεθα, πάντες δέ λλαγησόμεθα ν τόμω, ν ριπ φθαλμο, ν τ σχάτη σάλπιγγι˙ σαλπίσει γάρ καί ο νεκροί γερθήσονται φθαρτοι καί μες λλαγησόμεθα»˙ διότι, καθώς Πατήρ, ταν κατέβηκε στό ρος Σιν εχε πηρέτες γγέλους καί σάλπιγγες, τσι καί Υός, ς Βασιλεύς καί Θεός, θά χει πηρέτες στήν δευτέρα Του παρουσία καί κατάβαση γγέλους καί σάλπιγγες. μέν προσταγή το Θεο θά κάνει τή γ νά δώσει τά σώματα τν νεκρν, πού θά χουν φθαρτισθε, δέ φωνή το ρχαγγέλου θά νεργήσει, μέσω λλων πηρετν γγέλων, στό νά συναχθον σέ να τόπο λοι ο νεκροί, πού βρίσκονται σέ λα τά μέρη τς γς, φο ναστηθον πό τά μνήματα.

 

«Καί ο νεκροί ν Χριστ, ναστήσονται πρτον».
Ο
νεκροί, λέει, ο ν Χριστ, δηλ. ο πιστοί καί δίκαιοι Χριστιανοί, ατοί θά ναστηθον πρτα, πειδή πρόκειται νά ρπαχθον πό τίς νεφέλες καί νά ναληφθον στό ψος, γιά νά προϋπαντήσουν τόν Βασιλέα Χριστό, πού θά λθει μέ δύναμη καί δόξα πολλή. Γι’ ατό καί ατοί πρτοι θά ναστηθον. Ο δέ πιστοι καί μαρτωλοί στερα θά ναστηθον, πειδή ατοί ο ταλαίπωροι, δέν θά ρπαχθον μέ τίς νεφέλες, οτε θά πάνε σέ προϋπάντηση το φοβερο Κριτο, λλά θά μείνουν κάτω, προσμένοντας τήν παρουσία Του.

 

Τελειώνουμε, γαπητοί μου, μέ τόν τελευταο στίχο τς ποστολικς περικοπς, σύμφωνα μέ τόν ποο:«πειτα μες ο ζντες ο περιλειπόμενοι μα σύν ατος ρπαγησόμεθα ν νεφέλαις ες πάντησιν το Κυρίου ες έρα καί οτω πάντοτε σύν Κυρίω σόμεθα».

ν καί ο νεκροί θά ναστηθον πρτοι, λλ’ μως κι μες, λέει, ο ζωντανοί, δηλ. ο δίκαιοι καί ξιοι Χριστιανοί, πού θά ζον τότε, παρευθύς, φο λλαχθον, θά ρπαχθον κι ατοί, πως καί ο νεκροί, πού ναστήθηκαν, μέ νεφέλες καί θά προϋπαντήσουν τόν Κύριο στόν έρα. Γιατί, καθώς Χριστός, φο ναστήθηκε, νελήφθη στούς ορανούς μέ νεφέλη, τσι καί ο Χριστιανοί, πού ζησαν κατά Χριστόν, χι μόνο θά ναστηθον, λλά καί θά ναληφθον, καί μέ τό διο «μάξι», δηλ. μέ τίς διες νεφέλες, μέ τίς ποες νελήφθη καί Χριστός.


Στό σημε
ο ατό γιος Νικόδημος κφράζει μιά πορία : «ν Χριστός πρόκειται νά κατέβη κάτω, γιά ποιά ατία ρπάζει τούς δικαίους Χριστιανούς πάνω»; ποκρίνεται διος, λέγοντας τι «διά τιμήν καί δόξαν» τούς νεβάζει. Διότι, καθώς, ταν νας βασιλιάς πρόκειται νά μπε σέ κάποια πόλη, σοι μέν εναι ντιμοι καί νδοξοι, πηγαίνουν καί προϋπαντον τόν βασιλιά, σοι δέ εναι κατάδικοι, δέν βγαίνουν ξω, λλά προσμένουν μέσα τόν βασιλιά, γιά νά τούς κρίνει, τσι παρομοίως θά γίνει καί τότε. Ο μέν δίκαιοι θά ρπαχθον πό τίς νεφέλες, θά πάνε μέ παρρησία νά προϋπαντήσουν τόν Κύριο, καί, μετά τήν κρίση, θά μένουν πάντοτε νωμένοι μέ τόν Βασιλέα Χριστό, συμβασιλεύοντες καί συνδοξαζόμενοι μ’ Ατόν αωνίως ( νωση ατή εναι τό κεφάλαιο λων τν γαθν). Ο δέ μαρτωλοί, παρ’ λο πού εναι Χριστιανοί, μένουν, μως, ο θλιοι κάτω ντροπιασμένοι καί παρρησίαστοι, καί, φο κριθον, θά πάνε στήν αωνία κόλαση.

Μέ ατά, λοιπόν, τά λόγια νά παρηγοριόμασθε κι μες, γαπητοί μου, καί νά μήν θρηνομε τούς ν Χριστ κοιμηθέντας συγγενες μας πέρ τό πρέπον, καθώς, δηλ. θρηνον τούς νεκρούς τους ο πιστοι, ο ποοι δέν λπίζουν οτε σέ νάσταση οτε σέ φθαρσία οτε σέ αώνια δόξα.

«στε παρακαλετε λλήλους ν τος λόγοις τούτοις». μήν!