1.
Schmemann Alexander (Protopresbyter (1921-1983))
Ἀπὸ τὰ παμπάλαια χρόνια, τὸ βράδυ τοῦ Σαββάτου τῆς τρίτης ἑβδομάδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁ σταυρὸς μεταφέρεται στὸ κέντρο τοῦ ναοῦ, καὶ ὁλόκληρη ἡ ἀκόλουθη ἑβδομάδα εἶναι γνωστὴ ὡς ἑβδομάδα τοῦ Σταυροῦ. Ξέρουμε πὼς ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀποτελεῖ μιὰ προετοιμασία γιὰ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, τότε ποὺ ἡ Ἐκκλησία θὰ ἀνακαλέσει στὴ μνήμη της τὸν πόνο, τὴ σταύρωση καὶ τὸ θάνατο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πάνω στὸ σταυρό. Ἡ προβολὴ τοῦ σταυροῦ στὴ μέση τῆς Σαρακοστῆς, μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ σκοπὸ τῆς βαθύτερης καὶ ἐντατικότερης ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Σαρακοστῆς. Ἔτσι εἶναι ὁ κατάλληλος τόπος ἐδῶ, γιὰ νὰ σκεφτοῦμε τὸ ρόλο τοῦ σταυροῦ, αὐτοῦ τοῦ σημαντικότατου καὶ χαρακτηριστικότατου ὅλων τῶν Χριστιανικῶν συμβόλων.
Τὸ σύμβολο αὐτὸ ἔχει δύο στενὰ ἀλληλένδετες σημασίες. Ἀφενὸς εἶναι ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸ τὸ ἀποφασιστικὸ ὄργανο μὲ τὸ ὁποῖο ὁλοκληρώθηκε ἡ ἐπίγεια ζωὴ καὶ διακονία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ ἱστορία ἑνὸς φοβεροῦ καὶ τρομακτικοῦ μίσους ἐνάντια σ’ Αὐτὸν ποὺ ὁλόκληρη ἡ διδασκαλία Του ἐπικεντρώθηκε στὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης, καὶ ποὺ ὁλόκληρο τὸ κύρυγμά Του ἦταν μία κλήση σὲ αὐτοθυσία στὸ ὄνομα τῆς ἀγάπης. Ὁ Πιλάτος, ὁ Ρωμαῖος κυβερνήτης στὸν ὁποῖο μεταφέρθηκε ὁ Χριστός, ἀφοῦ Τὸν συνέλαβαν, Τὸν ἐκτύπησαν καὶ Τὸν ἔφτυσαν, λέει, «ἐν αὐτῷ οὐδεμίαν αἰτίαν εὑρίσκω» (Ἰωάν. 19, 4). Αὐτὸ ὅμως προκάλεσε ἕνα ἰσχυρότερο ξέσπασμα: «Σταύρωσον, σταύρωσον αὐτόν!» φωνάζει τὸ πλῆθος.
Ἔτσι ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ θέτει ἕνα αἰώνιο πρόβλημα, ποὺ σκοπεύει στὸ βάθος τῆς συνειδήσεως: γιατί ἡ καλωσύνη ξεσήκωσε ὄχι μόνο ἀντίθεση, ἀλλὰ καὶ μίσος; Γιατί ἡ καλωσύνη σταυρώνεται πάντοτε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο;
Συνήθως ἀποφεύγουμε νὰ δώσουμε ἀπάντηση σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα, ἐπιρρίπτοντας τὴν εὐθύνη σὲ κάποιον ἄλλο: ἂν ἤμασταν ἐκεῖ, ἂν ἤμουν ἐκεῖ ἐκείνη τὴν τρομερὴ νύχτα, δὲ θὰ εἶχα συμπεριφερθεῖ ὅπως οἱ ἄλλοι. Ἀλλοίμονο ὅμως, κάπου βαθιὰ στὴ συνείδησή μας γνωρίζουμε πὼς αὐτὸ δὲν εἶναι ἀλήθεια. Ξέρουμε πὼς οἱ ἄνθρωποι ποὺ βασάνισαν, σταύρωσαν καὶ μίσησαν τὸν Χριστὸ δὲν ἦταν κάποιου εἴδους τέρατα, κατεχόμενα ἀπὸ κάποιο ἰδιαίτερο καὶ μοναδικὸ κακό. Ὄχι, ἦταν «ὅπως ὅλοι μας». Ὁ Πιλάτος προσπάθησε ἀκόμη καὶ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸν Ἰησοῦ, νὰ μεταπείσει τὸ πλῆθος, προσφέρθηκε ἀκόμη καὶ νὰ ἀπελευθερώσει τὸ Χριστὸ ὡς κίνηση καλῆς θελήσεως, χάριν τῆς ἑορτῆς, ὅταν κι αὐτὸ ἀπέτυχε, στάθηκε μπροστὰ στὸ πλῆθος καὶ ἔνιψε τὰ χέρια του, δείχνοντας τὴ διαφωνία του σ’ αὐτὸ τὸ φόνο.
Μὲ λίγες πινελιὲς τὸ εὐαγγέλιο σχεδιάζει τὴν εἰκόνα αὐτοῦ τοῦ παθητικοῦ Πιλάτου, τοῦ τρόμου του, τῆς γραφειοκρατικῆς του συνειδήσεως, τῆς δειλῆς του ἀρνήσεως νὰ ἀκολουθήσει τὴ συνείδησή του.
Δὲ συμβαίνει ὅμως ἀκριβῶς τὸ ἴδιο στὴ δική μας ζωὴ καὶ στὴ ζωὴ γύρω μας; Δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ πιὸ κοινότυπη, ἡ πιὸ τυπικὴ ἱστορία; Δὲν εἶναι παρὼν συνεχῶς μέσα μας κάποιος Πιλάτος;
Δὲν εἶναι ἀλήθεια πὼς ὅταν ἔρθει ἡ στιγμὴ νὰ ποῦμε ἕνα ἀποφασιστικό, ἀμετάκλητο ὄχι στὸ ψεῦδος, στὴν ἀδικία, στὸ κακὸ καὶ στὸ μίσος, ἐνδίδουμε στὸν πειρασμὸ νὰ «νίψουμε τὰς χεῖρας μας»;
Πίσω ἀπὸ τὸν Πιλάτο ἦταν οἱ Ρωμαῖοι στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι ὅμως ὑπερασπιζόμενοι τὸν ἑαυτό τους θὰ μποροῦσαν νὰ ποῦν: ἐκτελέσαμε ἁπλῶς διαταγές, μᾶς εἶπαν νὰ «ἐξουδετερώσουμε» κάποιον ταραχοποιὸ ποὺ προκαλοῦσε ἀναστάτωση καὶ ἀταξία, γιὰ ποιὸ πράγμα μιλᾶτε λοιπόν; Πίσω ἀπὸ τὸν Πιλάτο, πίσω ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες ἦταν τὸ πλῆθος, οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι ποὺ ἕξι μέρες πρὶν φώναζαν «Ὡσαννά», καθὼς ὑποδέχονταν θριαμβευτικὰ τὸ Χριστό, κατὰ τὴν εἴσοδό του στὴν Ἱερουσαλήμ, μόνο ποὺ τώρα ἡ κραυγὴ τους ἦταν «Σταύρωσον αὐτόν!» Ἔχουν ὅμως καὶ γι’ αὐτὸ μία ἐξήγηση. Δὲν εἶναι οἱ ἡγέτες τους, οἱ διδάσκαλοί τους καὶ οἱ κυβερνῆτες τους αὐτοὶ ποὺ τοὺς ἔλεγαν πὼς ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν ἕνας ἐγκληματίας, ποὺ κατέλυσε τοὺς νόμους καὶ τὶς συνήθειες, καὶ γι’ αὐτό, βάσει τοῦ νόμου, «πάντοτε βάσει τοῦ νόμου, πάντοτε σύμφωνα μὲ τὸ ὑπάρχον καταστατικό», πρέπει νὰ πεθάνει…; Ἔτσι κάθε συμπαίκτης σ’ αὐτὸ τὸ τρομακτικὸ γεγονὸς εἶχε δίκαιο «ἀπὸ τὴν πλευρά του», ὅλοι δικαιώθηκαν. Ὅλοι μαζὶ ὅμως δολοφόνησαν ἕναν ἄνθρωπο στὸν ὁποῖον «οὐδὲν εὑρέθη αἴτιον». Ἡ πρώτη σημασία τοῦ σταυροῦ συνεπῶς εἶναι ἡ κρίση τοῦ κακοῦ, ἡ μᾶλλον τῆς ψευδοκαλωσύνης αὐτοῦ τοῦ κόσμου, μέσα στὸν ὁποῖο πανηγυρίζει αἰώνια τὸ κακό, καὶ ὁ ὁποῖος προωθεῖ τὸν τρομακτικὸ θρίαμβο τοῦ κακοῦ πάνω στὴ γῆ.
Αὐτὸ μᾶς μεταφέρει στὴ δεύτερη σημασία τοῦ σταυροῦ. Μετὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθεῖ ὁ δικός μας σταυρός, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Χριστὸς εἶπε, «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι,… ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καθ’ ἡμέραν καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Λουκ. 9, 23). Αὐτὸ σημαίνει πὼς ἡ ἐπιλογὴ ποὺ εἶχε νὰ κάνει ὁ καθένας ἐκείνη τὴ νύχτα –ὁ Πιλάτος, οἱ στρατιῶτες, οἱ ἀρχηγοί, τὸ πλῆθος κι ὁ καθένας μέσα στὸ πλῆθος – εἶναι μία ἐπιλογὴ ποὺ τίθεται συνεχῶς καὶ σὲ καθημερινὴ βάση μπροστά μας. Ἐξωτερικά, ἡ ἐπιλογὴ ἔχει νὰ κάνει μὲ κάτι φαινομενικὰ ἀσήμαντο γιά μᾶς, ἤ δευτερεῦον. Γιὰ τὴ συνείδηση ὅμως τίποτε δὲν εἶναι πρῶτο ἤ δεύτερο, ἀλλὰ τὸ καθετὶ μετρᾶται ἂν εἶναι ἀληθινὸ ἤ ψεύτικο, καλὸ ἤ κακό. Τὸ νὰ σηκώνεις λοιπὸν τὸ σταυρό σου καθημερινὰ δὲν εἶναι ἁπλῶς τὸ νὰ ἀντέχεις τὰ φορτία καὶ τὶς μέριμνες τῆς ζωῆς, ἀλλὰ πάνω ἀπ’ ὅλα τὸ νὰ ζεῖς ἁρμονικὰ μὲ τὴ συνείδησή σου, τὸ νὰ ζεῖς μέσα στὸ φῶς τῆς κρίσεως τῆς συνειδήσεως.
Ἀκόμη καὶ σήμερα, μὲ ὅλο τὸν κόσμο νὰ κοιτάζει, ἕνας ἄνθρωπος στὸν ὁποῖο «οὐδὲν εὑρέθη αἴτιον» μπορεῖ νὰ συλλαμβάνεται, νὰ βασανίζεται, νὰ κτυπιέται, νὰ φυλακίζεται ἤ νὰ ἐξορίζεται. Ὅλα αὐτὰ δὲ «ἐπὶ τὴ βάσει τοῦ νόμου», χάριν τῆς ὑπακοῆς καὶ πειθαρχίας, ὅλα στὸ ὄνομα τῆς τάξεως, γιὰ τὸ καλὸ ὅλων. Πόσοι Πιλάτοι δὲ νίπτουν τὰ χέρια τους, πόσοι στρατιῶτες δὲ σπεύδουν νὰ ἐκτελέσουν τὶς διαταγὲς τῆς στρατιωτικῆς ἱεραρχίας, πόσοι ἄνθρωποι ὑπάκουα, δουλόπρεπα δὲν τοὺς χειροκροτοῦν, ἤ τουλάχιστον δὲν κοιτάζουν σιωπηλὰ τὸ κακὸ ποὺ θριαμβεύει; Καθὼς μεταφέρουμε τὸ σταυρό, καθὼς τὸν προσκυνοῦμε, καθὼς τὸν ἀσπαζόμαστε, ἂς σκεφτοῦμε τὴ σημασία του. Τί μᾶς λέει, σὲ τί μᾶς καλεῖ; Ἂς θυμηθοῦμε τὸ σταυρὸ ὡς ἐπιλογὴ ἀπὸ τὴν ὁποία κρέμονται τὰ πάντα στὸν κόσμο, καὶ ποὺ χωρὶς αὐτὸν ὅλα στὸν κόσμο γίνονται θρίαμβος τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ σκότους. Ὁ Χριστὸς εἶπε, «εἰς κρίμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον» (Ἰωάν. 9, 39). Σ’ αὐτὴ τὴν κρίση, μπροστὰ στὸ δικαστήριο τῆς σταυρωμένης ἀγάπης, τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς καλωσύνης, δικάζεται ὁ καθένας μας.
2.
Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν. (Μάρκ. η 34-θ 1)
Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς
«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι» (Μάρκ. η΄ 34).
Αἴροντες τόν σταυρό, εὐαρεστοῦμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, Τόν ἀκολουθοῦμε. Ἄν ἀκολουθοῦμε τόν ἑαυτό μας, δέν μποροῦμε νά ἀκολουθοῦμε Ἐκεῖνον. Ὅποιος δέν ἀπαρνηθῇ τόν ἑαυτό του, δέν μπορεῖ νά Μέ ἀκολουθήσῃ (Ματθ. ι΄ 38).
Ἄν ἀκολουθήσῃς τόν δικό σου νοῦ καί ὄχι τόν νοῦ τοῦ Χριστοῦ, ἄν ἀκολουθήσῃς τό θέλημά σου καί ὄχι τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀναφέρεται στό ἅγιο Εὐαγγέλιο, ἡ ψυχή σου δέν εἶναι καθαρή, δέν εἶναι ἁγιασμένη, εἶναι χαμένη στήν ζούγκλα τῶν ψυχοφθόρων καί φρικτῶν πλανῶν. Διότι ἡ ἁμαρτία, τό κακό, κατόρθωσε νά χτίσῃ μέσα μας, δίπλα σέ ἐκείνη τήν θεοειδῆ ψυχή πού ἐλάβαμε ἀπό τόν Θεό, τήν δική της ψυχή. Ἄν ἡ ἁμαρτία μᾶς γίνῃ ἕξις, δημιουργεῖ μέσα μας τήν δική της ψυχή. Ἄν πράττομε τήν ἁμαρτία, ἐκείνη σταδιακά μορφώνεται στήν ψυχή μας. Κοντά σέ ἐκείνη τήν θεοειδῆ ψυχή, τήν ὁποία ὁ Θεός σοῦ ἔδωσε, ἐσύ φέρνεις ἕναν ξένο, ὁ ὁποῖος σέ αἰχμαλωτίζει. Αὐτός διαφεντεύει, ἐνῶ ὅ,τι θεϊκό εἶναι μέσα σου εἶναι σάν κοιμισμένο, σάν μουδιασμένο. Τό ἀπέρριψες, καί ἐκεῖνο δέν ζῆ μέσα σου, πεθαίνει.
Ἡ ἁμαρτία δημιουργεῖ μέσα μας δικό της κόσμο, δημιουργεῖ μέσα μας δική της φιλοσοφία, δική της ἀντίληψι γιά τόν κόσμο. Ἡ ἁμαρτία ἐπιδιώκει νά καταλάβῃ τήν θέσι τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή σου, τήν θέσι τοῦ Προσώπου τοῦ Θεοῦ. Αὐτό θέλει νά κάνῃ ἡ ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία στήν πραγματικότητα θέλει νά στερήσῃ τόν ἄνθρωπο ἀπό ἐκεῖνες τίς θεϊκές ὡραιότητες πού ἔχει στήν ψυχή του. Ναί, αὐτός ὁ διάβολος ἀγωνίζεται διά μέσου τῆς ἁμαρτίας νά δημιουργήσῃ μέσα σου καί μέσα μου τήν δική του εἰκόνα. Διότι ἡ ἁμαρτία πάντοτε ὁμοιάζει στόν διάβολο. Πάντοτε, ὅταν τήν ἐναγκαλιζώμαστε, τυπώνει σιγά-σιγά στήν ψυχή μας τήν δική του σκοτισμένη μορφή. Ἔτσι, μέ τήν ἁμαρτία, μέ τήν ἕξι στήν ἁμαρτία, μορφώνεται μέσα μας ἕνα ἄλλο ἐγώ, μία ἄλλη ψυχή, ἕνας ἄλλος ἑαυτός, ἐκεῖνος ὁ ἑαυτός, τόν ὁποῖο ζητεῖ ὁ Κύριος νά ἀπαρνηθοῦμε: «οὐ γάρ ὅ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ’ ὅ οὐ θέλω κακόν τοῦτο πράσσω» (Ρωμ. ζ΄ 19). Τό κακό τό δημιουργήσαμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ἐνῶ τό καλό εἶναι ἀπό τόν Θεό, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Τιμ. δ΄ 4). Ἐγώ θέλω νά ζῶ σωστά, ἀλλά τήν δύναμι νά τό κάνω δέν τήν ἔχω. Δέν βρίσκω τήν δύναμι γι’ αὐτό, δέν βρίσκω τήν δύναμι μέσα μου.
Νά, τό σημερινό Εὐαγγέλιο μᾶς ἀποκαλύπτει τόν τρόπο, γιά νά πραγματοποιήσουμε στήν ζωή μας τό καλό πού ἐπιθυμοῦμε. Αὐτός εἶναι ἡ ἀπάρνησι τοῦ ἑαυτοῦ σου, τῆς ἁμαρτίας σου, αὐτῆς τῆς ἁμαρτωλῆς ψυχῆς πού δημιουργήθηκε, χτίστηκε, μορφώθηκε μέσα σου. Μέ τήν νηστεία στήν πραγματικότητα ἀπωθοῦμε τήν ἁμαρτωλότητα πού εἶναι μέσα μας. Ἀντικαθιστοῦμε σταδιακά τόν ἑαυτό μας μέ τόν Χριστό, μέχρις ὅτου φθάσουμε στήν τελειότητα πού ἔφθασε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος λέγει: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγῶ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. β΄ 20). Νά τί σημαίνει «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν»: Σημαίνει νά ἀπαλείψουμε ὅλες τίς (κακές) μας ἐπιθυμίες, κάθετι ἀνθρώπινο, ἐφάμαρτο, καί νά τά ἀντικαταστήσουμε μέ τόν Χριστό. Νά ἀλλάξουν, νά γίνουν ὅλα Χριστός!
«Ὅς γάρ ἐάν θέλῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι ἀπολέσει αὐτήν· ὅς δ᾽ ἄν ἀπολέσει τήν ψυχήν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ εὐαγγελίου, σώσει αὐτήν» (Μάρκ. η΄ 35). Ἐάν, βεβαίως, ἀπαρνηθοῦμε κάθε ἁμαρτία μας, κάθε πάθος μας· καί ἄν ξέρουμε, ἄν αἰσθανόμαστε καί ἄν θέλουμε νά γίνῃ ὁ Χριστός ψυχή μέσα στήν ψυχή μας, καρδιά μέσα στήν καρδιά μας, νά ἀντικαταστήσῃ τόν ἑαυτό μας, τό ἐγώ μας μέ τόν Ἑαυτό Του. Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ὁδός γιά νά φυλάξουμε ἐγώ καί ἐσύ καί κάθε ἄνθρωπος τήν ψυχή μας ἀπό τήν κόλαση, ἀπό τήν καταστροφή, ἀπό τόν διάβολο, ἀπό κάθε κακό, ἀπό τά αἰώνια βάσανα, νά βροῦμε μέσα μας ἐκείνη τήν θεοειδῆ ψυχή, ἐκείνη τήν θεϊκή ψυχή, τήν ὁποία ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε.
Θεοειδής ψυχή! –Ποῦ εἶναι ἄραγε; –Στόν Χριστό. Ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά μᾶς εἰπῇ: Νά, ἔτσι πρέπει νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἐκεῖνος, ὁ Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος. Ἐκεῖνος, ὁ Θεός, ἔδειξε στόν ἑαυτό Του τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς εἴμαστε πλασμένοι κατ’ Εἰκόνα Θεοῦ. Ὀφείλουμε νά ζοῦμε σύμφωνα μέ αὐτήν. Τί εἶναι ὁ νοῦς μας; Εἰκόνα τοῦ νοῦ τοῦ Χριστοῦ, τοῦ νοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἡ δική μας ὑποχρέωσις εἶναι νά κάνουμε τόν νοῦ μας ὅμοιο μέ τόν νοῦ τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή νά χριστοποιήσουμε ὅλο τόν νοῦ μας καί νά μποροῦμε νά ποῦμε μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο: «ἡμεῖς νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν» (Α΄ Κορ. β΄ 16). Ἀλλά μέχρι νά ταυτίσουμε τό θέλημά μας μέ τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ, τό δικό μας θέλημα πάντα περιπλανιέται, εἶναι πάντα ἀδύνατο, πάντα σκοντάφτει καί βυθίζεται στήν ἁμαρτία. Ἐάν ἔχουμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ὡς τό αἰώνιο πρότυπό μας, τό αἰώνιο ὅραμά μας, τότε ταυτίζουμε τόν ἑαυτό μας μέ τό δικό Του θέλημα. Τότε λέμε: δέν θέλω νά γίνῃ τό θέλημά μου, ἀλλά τό δικό Σου (Κύριε). Πάτερ ἡμῶν, γενηθήτω τό θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς.
Ὅταν ἐμεῖς, τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, θέλουμε νά θεραπεύσουμε τό θέλημά μας ἀπό ὅλες τίς ἀδυναμίες, ἀπό ὅλες τίς ἀρρώστειες του, ἀπό ὅλο τόν θάνατό του, στήν πραγματικότητα θεραπεύουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό κάθε ἁμαρτία καί ἐξορίζουμε ἀπό τόν ἑαυτό μας κάθε τι ἐφάμαρτο. Ναί! Ὅσο ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος ἐπιποθεῖ τόν Θεό, ὅσο στ’ ἀλήθεια ἀγωνίζεται νά ἀπαρνηθῇ τόν ἑαυτό του καί νά ἀκολουθῇ τόν Χριστό, νά σηκώνῃ τόν Σταυρό, νά σηκώνῃ τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, τότε ἀληθινά λαμβάνει ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό τήν θεία δύναμι. Διότι, ὅπως ἔχει λεχθῆ, ὁ Σταυρός «ἡμῖν τοῖς σῳζομένοις δύναμις Θεοῦ ἐστι» (Α΄ Κορ. α΄ 18). Ἡμῖν, γιά μένα καί γιά σένα καί γιά κάθε ἄνθρωπο. Ὅταν ἀποφασίσῃς νά βιάσῃς τόν ἑαυτό σου νά σηκώσῃς τόν σταυρό σου, νά! ἐσύ τήν ἴδια στιγμή λαμβάνεις θεία δύναμι. Αὐτή τήν δύναμι τήν δίνει ὁ Κύριος, γιά νά μπορέσῃς νά νικήσῃς κάθε ἁμαρτία μέσα σου, νά μπορέσῃς νά νικήσῃς κάθε κακό, κάθε κακή συνήθεια, νά μπορέσῃς νά παιδαγωγήσῃς τήν γλῶσσα σου νά μή λέγῃ ἄπρεπα λόγια, νά παιδαγωγήσῃς τό μάτι σου νά μή βλέπῃ ἐκεῖνα πού δέν πρέπει νά βλέπῃ. Ὅλη ἡ ζωή σου νά γίνῃ χριστοειδής. Χάριν τίνος; Χάριν τοῦ Χριστοῦ. Γιά νά ἐγκατοικίσῃς τόν Χριστό μέσα σου! Νά, αὐτός εἶναι ὁ σκοπός μας, αὐτό εἶναι τό ὅραμά μας, αὐτό εἶναι ἡ ἀνάπαυσις καί ἡ εἰρήνη καί ὁ αἰώνιος παράδεισος τῆς ψυχῆς μας, κάθε ἀνθρώπινης ψυχῆς. Χωρίς τόν Χριστό ἡ ἀνθρώπινη ψυχή δέν εἰρηνεύει…
Ἡ δική μας ὁδός, ἡ ὁδός τῶν Ἁγίων καί τῆς νηστείας, εἶναι βία στόν ἑαυτό μας νά πράττωμε κάθε ἀγαθό, διηνεκής βία τοῦ ἑαυτοῦ μας πρός κάθε καλό. Διότι ἡ φύσις μας δέν θέλει τό καλό. Ἐκείνη κλίνει στό κακό. Ἐσύ ὅμως βίασε τόν ἑαυτό σου νά πνίγῃς κάθε κακό πού ὑπάρχει μέσα σου. Ὁ Κύριος θά σοῦ δώσῃ τήν δύναμι τῆς Ἀναστάσεως, γιά νά κάνῃς πραγματικά κάθε καλό. Νά σηκώνουμε τόν σταυρό μας, νά χριστοποιοῦμε τόν ἑαυτό μας καί νά προσέχουμε ὅτι νηστεία δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τό νά ἀντικαταστήσουμε τόν ἑαυτό μας μέ τόν Χριστό, τόν Θεό μας. Μέσῳ κάθε ἀρετῆς ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀντικαθιστᾷ τόν ἑαυτό του μέ τόν Θεό, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Διότι, «θεός ἡ ἀρετή», ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος. Καί αὐτή ἡ θεία δύναμις εἶναι πιό δυνατή ἀπό αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο, αὐτή ἡ δύναμις μᾶς χαρίσθηκε γιά νά ὑπερνικοῦμε κάθε κακό, νά ὑπερνικοῦμε κάθε ἁμαρτία, κάθε διαβολική δύναμι. Βίασε τόν ἑαυτό σου σέ κάθε καλό καί ὁ Ἀγαθός Κύριος θά σοῦ δώσῃ τήν δύναμι τῆς Ἀναστάσεως, ὥστε νά πορεύσεσαι ἀπό τήν μεγαλύτερη θλίψι στήν μικρότερη καί ἀπό τήν μικρότερη χαρά στήν μεγαλύτερη χαρά. Νά βαδίζουμε ὅλοι πρός τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἕως ὅτου μπορέσουμε νά ποῦμε μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ καί ἐμεῖς: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, δέν ζῶ πλέον ἐγώ· ἐσύ ζῆς μέσα μου διά τῶν ἁγίων Μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν. Σέ Ἐσένα ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ εὐχαριστία, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν
3.
Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
Διήγηση στὰ παιδιὰ τοῦ κατηχητικοῦ γιὰ τὸ νόημα τοῦ Σταυροῦ
Εἶναι ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ ποὺ μᾶς ἔχει σώσει ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο, ποὺ μᾶς ἔχει δώσει τὴ δύναμη νὰ ὑπερνικοῦμε τὴν ἁμαρτία καὶ ν’ ἀρχίζουμε ἀπὸ τώρα πάνω στὴ γῆ μιὰ καινούρια ζωή, τὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Πῶς νὰ φανταστοῦμε ὅμως τὴ δολοφονία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους νὰ φέρνει τὴ συμφιλίωση τῶν δύο μερῶν; Θὰ ἤθελα νὰ σᾶς τὸ ἐξηγήσω αὐτὸ μὲ ἕνα παράδειγμα παρμένο ἀπὸ τὴν ἱστορία μας, τὴ Ρωσικὴ ἱστορία, ποὺ δείχνει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὅποιο ἡ ἀγάπη ποὺ ἐκφράζεται ὡς θυσία τῆς ζωῆς μας ἔχει τὴ δύναμη νὰ φέρνει τὴ συμφιλίωση.
Τὸ 1192, τὸ δωδέκατο δηλαδὴ αἰώνα, ἕνας ἀπὸ τοὺς πρίγκηπές μας, ὁ πρίγκηπας τοῦ Μοῦρομ ἦταν σὲ πόλεμο μ’ ἕνα μικρὸ πριγκηπάτο τὸ ὁποῖο δὲν εἶχε ἀκόμα ἀσπαστεῖ τὸ Χριστιανισμό. Μ’ ἕνα γρήγορο πόλεμο κατάφερε νὰ περικυκλώσει τοὺς ἀντιπάλους του μέσα στὸ κάστρο τους. Αὐτὸ ποὺ ἀπέμενε, ἂν ἤθελε νὰ κερδίσει μία εὔκολη καὶ ἀποφασιστικὴ νίκη, ἦταν νὰ ἀποκλείσει τὴ μικρὴ πόλη καὶ νὰ περιμένει μέχρις ὅτου ἡ πείνα καὶ ἡ μιζέρια τοὺς σκοτώσουν ἤ διαφορετικά τοὺς ὑποχρεώσουν νὰ παραδοθοῦν. Ὁ πρίγκηπας ὅμως ἦταν Χριστιανὸς καὶ δὲν μποροῦσε οὔτε νὰ διανοηθεῖ πὼς θὰ γινόταν αἴτιος ἑνὸς τέτοιου βασανισμοῦ, μιᾶς τέτοιας κακομεταχείρισης καὶ τοῦ θανάτου τόσων ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς εἶχε δημιουργήσει μὲ ἀγάπη κι ἐλπίδα, κι ἔτσι τοὺς πρόσφερε εἰρήνη, εἰρήνη χωρὶς κανένα ὅρο, εἰρήνη γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ἐκεῖνοι ἦταν εἰδωλολάτρες, δὲν πίστευαν στὸ Θεὸ τῶν Χριστιανῶν. Δὲν μποροῦσαν νὰ πιστέψουν πὼς δὲν ὑπῆρχε κάποιο στρατήγημα, κάποιο ὕπουλο παιγνίδι κρυμμένο πίσω ἀπὸ τὴν εἰσήγηση αὐτή, καὶ ἀφοῦ ἔκαναν μία συνεδρίαση ἀποφάσισαν νὰ δεχτοῦν τὴν προσφορὰ τοῦ πρίγκηπα μὲ τὸν ὅρο ὅτι θὰ τοὺς ἔστελνε γιὰ ὅμηρο στὸ κάστρο τους ἕναν ἀπὸ τοὺς γιούς του ὥστε, ἂν ἐκεῖνος τοὺς πρόδωνε, νὰ πάρουν ἐκδίκηση μὲ τὸ νὰ σκοτώσουν τὸ παιδὶ μπροστὰ στὰ ἴδια του τὰ μάτια.
Μπορεῖτε νὰ φανταστεῖτε τὸ πῶς ἔνιωσε ὁ πατέρας: δὲν ἐμπιστευόταν τὴν τιμὴ καὶ τὸ λόγο τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων κι ὅμως ἔνιωθε πὼς εἶχε καθῆκον νὰ κάνει ὅ,τι περνοῦσε ἀπὸ τὶς δυνάμεις του γιὰ νὰ φέρει τὴν εἰρήνη καὶ τὴ συμφιλίωση ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ, χωρὶς ὅρους, γιὰ χατήρι τῆς ἀγάπης. Ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Μιχαὴλ τοϋ Μοῦρομ μᾶς λέει ὅτι ὁ πατέρας του βημάτιζε τὴ νύχτα πάνω καὶ κάτω μέσα στὴ σκηνὴ του ἄυπνος, ὅλος ἀγωνία. Τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιά του ποὺ ἦταν γύρω στὰ δεκατέσσερα κοιμόταν βαθειά, τὸ μικρότερο ὅμως, ποὺ ἦταν ἐννιὰ χρόνων, παρακολουθοῦσε τὸν πατέρα του κι ὕστερα τὸν φώναξε καὶ κάνοντας τὴ μία ἐρώτηση ὕστερα ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸν κατάφερε μὲ πολὺ κόπο νὰ τοῦ πεῖ τὴν ἀλήθεια.
Ὅταν ἔγινε αὐτὸ κάθισε καλὰ στὴ θέση του καὶ εἶπε στὸν πατέρα του: «Πατέρα μου, δὲν τὸ βλέπεις πὼς μποροῦμε τώρα κι ἐμεῖς νὰ κάνουμε αὐτὸ ποὺ εἶχαν κάνει ὁ Θεὸς καὶ ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Ἂν μὲ στείλεις σ’ ἐκείνη τὴν πόλη, ἀκόμη κι ἂν μὲ σκοτώσουν, ἐσὺ θὰ ἔχεις μιμηθεῖ τὸ Θεὸ κι ἐγὼ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ· ἐσὺ δὲ μ’ ἔχεις μάθει πὼς πρέπει νὰ μιμούμαστε ὅλες τὶς πράξεις τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Σωτήρα μας;»
Ὕστερα ἀπ’ αὐτὸ ὁ πατέρας δέχτηκε τὴν ἀπόφαση τοῦ παιδιοῦ. Τὴν ἑπόμενη μέρα μὲ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου μποροῦσες νὰ δεῖς αὐτὸ τὸ ἐννιάχρονο ἀγόρι, μόνο του, ὅλο ἐμπιστοσύνη, προετοιμασμένο γιὰ νὰ θυσιαστεῖ ὅπως καὶ ὁ Χριστός, ν’ ἀφήνει τὸ σκοτεινὸ δάσος στὸ ὁποῖο καθόταν ὁ πολιορκητὴς στρατὸς καὶ νὰ κατευθύνεται πρὸς τὸ εἰδωλολατρικὸ φρούριο. Μεγάλη γαλήνη βασίλευε στὸ δάσος καὶ οἱ ματιὲς ὅλων ἦταν καρφωμένες στὸ μικρὸ πρίγκηπα. Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν συγκινηθεῖ ἀπὸ τὴν ὀμορφιὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἁπλοχωριὰ τῆς καρδιᾶς του.
Ἦταν ὅμως καὶ κάποιος ποὺ δὲν εἶχε συγκινηθεῖ, ποὺ εἶχε μίσος στὴν καρδιά. Πῆρε τὸ τόξο του, ἔρριξε ἕνα βέλος καὶ τὸ παιδὶ ἔπεσε, πληγωμένο θανάσιμα. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη ὅλοι οἱ ἄνδρες τοῦ πρίγκηπα κι ὁλόκληρος ὁ λαὸς τῆς πόλης, ξεχνώντας τὸν κίνδυνο, ξεχνώντας πὼς ἦταν ἐχθροὶ ἔτρεξαν γιὰ νὰ δοῦν ἂν τὸ παιδὶ εἶχε πεθάνει ἤ ἂν ὑπῆρχε ἀκόμα ἐλπίδα. Τὸ παιδὶ πέθαινε.
Ὅταν οἱ εἰδωλολάτρες καὶ οἱ Χριστιανοὶ ξαφνικὰ θυμήθηκαν πὼς ἦταν σὲ πόλεμο εἶδαν τοὺς στρατοὺς τους ἀναμιγμένους καὶ κατάλαβαν τότε πὼς δὲν ἦταν πιὰ ἐχθροί: ἦταν ἁπλῶς ἄνθρωποι, βαθειὰ συγκινημένοι, μὲ δάκρυα στὰ μάτια καὶ πόνο στὴν καρδιά, ποὺ στεκόντουσαν μὲ φρίκη μπροστὰ στὴν ἀσπλαχνία καὶ τὸ μίσος. Τὸ παιδὶ μὲ τὸ θάνατό του τοὺς εἶχε ἐνώσει, τοὺς εἶχε φέρει τὴν εἰρήνη.
Κάτι παρόμοιο μποροῦμε ὅλοι νὰ κάνουμε, ἀπὸ τὸ μικρότερο στὸ μεγαλύτερο. Ὅταν γίνονται τσακώματα καὶ συζητήσεις, στὸ σχολεῖο ἢ τὸ σπίτι, δὲν μπορεῖ τὸ παιδὶ νὰ πεῖ στὸν πατέρα του, τὴ μητέρα, τὸ μεγαλύτερο ἀδελφό: «Μὴν τὸ κάνετε αὐτό. Ἐγὼ ἀγαπῶ καὶ τοὺς δυό σας, κι ὅμως ἐσεῖς μὲ πληγώνετε, μὲ σκοτώνετε»; Ἡ ἀγάπη φέρνει τὴ συμφιλίωση, τὴν εἰρήνη, τὴν ἀγάπη κι εἶναι δυνατότερη ἀπὸ ὅ,τιδήποτε ἄλλο στὸν κόσμο. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ στὸ μέσο τοῦ ταξιδιοῦ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἡ ἐκκλησία μᾶς δείχνει τὸ Σταυρό: εἶναι ἡ ἐλπίδα μας, ἡ μόνη ἀληθινή μας ἐλπίδα, εἶναι ἡ χαρά μας, εἶναι ἡ ἀπόδειξη πὼς ὁ Θεὸς μᾶς ἀγαπᾶ καὶ πὼς τὰ πάντα εἶναι δυνατὰ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ.
4.
Tὸ Ζωοποιὸν Ξύλον
Ἰωσήφ Χαρκιολάκης (Μητροπολίτου Προικοννήσου (τοῦ ἀπὸ Ἀριανζοῦ καὶ Νέας Ζηλανδίας))
«Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ τρίτῃ τῶν Νηστειῶν, τὴν προσκύνησιν ἐορτάζομεν τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταύρου» (1)
Βρισκόμαστε στὸ «στάδιο τῶν ἀρετῶν»,(2) τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σαρακοστή. Οἱ «βουλόμενοι ἀθλῆσαι» ὡς Ὀρθόδοξοι, ἀγωνίζονται «τὸν καλόν της νηστείας ἀγώνα», ὥστε ν’ ἀξιωθοῦν μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ «κατιδεῖν τὸ πάνσεπτον Πάθος Χρίστου τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα πνευματικῶς ἐναγαλλιώμενοι ».(3)
Ἀγωνίζονται ἀπέχοντες ὄχι μόνο ἀπὸ τὰ διάφορα φαγητὰ (κρέας, ψάρι, γάλα, αὐγὰ κ.λπ.), ἄλλα προπάντων ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, σύμφωνα καὶ μὲ τὴν προτροπὴ ἑνὸς τροπαρίου: «…ἁγνίσωμεν τὴν ψυχήν, τὴν σάρκα καθάρωμεν νηστεύσωμεν ὥσπερ ἐν τοῖς βρώμασιν ἐκ παντὸς πάθους, τὰς ἀρετὰς τρυφῶντες τοῦ Πνεύματος…»,(4) διότι, ἀληθὴς νηστεία ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους καὶ ἐπιορκίας»,(5) ὅπως ὑπογραμμίζει ἡ ὑμνολογία τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας.
Ὁ ἀγώνας εἶναι σκληρός, τραχὺς καὶ δύσκολος. Τὰ βραβεῖα, ὅμως, ποὺ προορίζονται γιὰ ὅσους θ’ ἀγωνισθοῦν καλῶς μέχρι τὸ τέλος, εἶναι μεγάλα καὶ σπουδαῖα:
– Ἄνετο ἀνέβασμα στοὺς οὐρανούς, ὅπου οἱ χορεῖες τῶν Ἀγγέλων μὲ ἀσίγητες φωνὲς τὴν ἀδιαίρετη ὑμνοῦν Τριάδα, «καθορῶσαι τὸ ἀμήχανον κάλλος καὶ δεσποτικόν».(6)
– Ἀπόλαυση «ξενίας δεσποτικῆς καὶ ἀθανάτου τραπέζης»(7). Σωτηρία, Παράδεισος, Βασιλεία Θεοῦ δηλαδή! Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀντίδικος τῶν Χριστιανῶν, ὁ «ὄφις ὁ ἀρχαῖος» (Ἀποκ. 12: 9), μὲ ζηλοφθονία καὶ λύσσα ἐπιχειρεῖ νὰ κάμψει, ν’ ἀποθαρρύνει καὶ ν’ ἀπογοητεύσει τοὺς ἀγωνιστές, ὥστε νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν ἀγώνα καὶ νὰ τοὺς κερδίσει αὐτὸς μέσω τῆς ἀμέλειας, τῆς ἀκράτειας, τῆς καλοπέρασης καὶ τῶν ἡδονικῶν ἀπολαύσεων!
Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νὰ ἐνισχυθοῦν οἱ ἀγωνιστὲς Χριστιανοί! Γι’ αὐτὸ τὸν σκοπό, μετὰ τὴ συμπλήρωση τριῶν ἑβδομάδων νηστείας, κατὰ τὴν τρίτη δηλαδὴ Κυριακή της Σαρακοστῆς, ἡ Μητέρα μας Ἐκκλησία προβάλλει σὲ προσκύνηση τὸν Τίμιο καὶ Ζωοποιὸ Σταυρὸ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ ἀπευθύνει σὲ ὅλους: «Τὸν Σταυρὸν ἡ γῆ σύμπασα προσκυνησάτω, δι’ οὗπερ ἔγνωκε Σὲ προσκυνεῖν, Λόγε».
Ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ἔχει ἰδιαίτερη φυσιογνωμία. Τὸν προσφωνοῦμε καὶ τὸν ἐπικαλούμαστε ὡς πρόσωπο. «Σταυρὲ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει Σου», τὸν παρακαλοῦμε, ἐνῶ ἐπίσης τοῦ ἀπευθύνουμε καὶ χαιρετισμούς: «Χαίροις ὁ τοῦ Κυρίου Σταυρός», «Χαῖρε, Ξὺλον μακάριον» κ.λπ. Τὸν θεωροῦμε σύμβολο χαρᾶς. Ὄχι λύπης! Δι’ αὐτοῦ «τῶν δακρύων ἐξηφανίσθη κατήφεια, καὶ τοῦ θανάτου τῶν παγίδων ἐρρύσθημεν, καὶ πρὸς ἄληκτον εὐφροσύνην μετήλθομεν».(8) Εἶναι «τῆς Ἐκκλησίας ὁ ὡραῖος Παράδεισος»,(9) τὸ «ξύλον τῆς ἀφθαρσίας, τὸ ἑξανθῆσαν ἡμῖν αἰωνίου δόξης τὴν ἀπόλαυσιν».(10) Εἶναι ἡ θύρα τὸ Παραδείσου, ὁ στηριγμὸς τῶν πιστῶν, τῆς Ἐκκλησίας τὸ περιτείχισμα! Μὲ τὴ δύναμή του ἐκδιώκονται οἱ φάλαγγες τῶν πονηρῶν δαιμόνων. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἐξαφανίσθηκε ἡ κατάρα καὶ καταργήθηκε καὶ καταπόθηκε ἡ δύναμη τοῦ θανάτου καὶ ὑψωθήκαμε ἀπ’ τὴ γῆ στὰ οὐράνια, ὅπως διακηρύσσουν οἱ γλυκύτατοι ὕμνοι τῆς ἡμέρας. Τὸν θεωροῦμε σύμβολο ἀναστάσεως καὶ ἀφθαρσίας. Ὄχι θανάτου! Γι’ αὐτὸ τὸν τοποθετοῦμε στοὺς τάφους τῶν κεκοιμημένων μας, σὲ ἔνδειξη καὶ βεβαίωση τῆς ἀναμενόμενης ἀναστάσεώς τους!
Καθὼς προσκυνοῦν τὸ «Ζωοποιὸν Ξύλον» οἱ πιστοί, ἀναλογίζονται τὰ σωτήρια Πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὑπέστη πάνω στὸν Σταυρό. Τοὺς φρικτοὺς πόνους, τοὺς ὀνειδισμούς, τὴ δίψα, τὸν καύσωνα, τὶς ὕβρεις, τὶς βλασφημίες, τὸν ποτισμὸ μὲ ξύδι καὶ χολή, καί, τέλος, τὸν θάνατο, τὸν ὁποῖο θεληματικὰ ὑπέμεινε πρὸς χάριν μας! Ἔτσι παρηγοροῦνται γιὰ τὴ μικροταλαιπωρία ποὺ γίνεται στὸ σῶμα ἀπὸ τὴ νηστεία, παίρνουν δύναμη γιὰ νὰ συνεχίσουν τὸν ἀγώνα τους καὶ φιλοτιμοῦνται νὰ ἐντείνουν τὴν προσπάθειά τους γιὰ νὰ νικήσουν τὸν «βύθιο δράκοντα»,(11) τὸν ἐχθρό τῆς σωτηρίας μας. Ἀκόμη, μαθαίνουν πὼς γιὰ νὰ δικαιοῦνται νὰ πάρουν μέρος στὴ χαρὰ τῆς Ζωῆς, πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ πάρουν μέρος καὶ στὴ θλίψη τοῦ Σταυροῦ, μὲ θεληματικὴ κακοπάθεια καὶ ὑπομονή!
Ἡ ἑορτὴ τῆς προσκυνήσεως τοῦ «Μακαρίου Ξύλου» -κατὰ τὸ Συναξάρι τῆς ἡμέρας- εἶναι γιὰ τοὺς πιστούς, ὅ,τι ἕνα σκιερὸ δένδρο στὴ μέση του δρόμου γι’ αὐτοὺς ποὺ διανύουν μακρὺ καὶ τραχὺ δρόμο σὲ καιρὸ καύσωνος! Μὲ τὴν προβολὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὴ μέση της πικρῆς γιὰ τὸ σῶμα περιόδου τῆς νηστείας, παίρνουμε γλυκασμό, ὅπως τὸ πικρὸ νερὸ τῆς πηγῆς Μερρᾶ, μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Μωυσῆς ἔβαλε τὸ ξύλο (προεικόνισμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ!) καὶ τὸ μετέτρεψε σὲ γλυκύ, καὶ παρηγορούμαστε ὥσπου νὰ φτάσουμε στὴ νοητὴ Ἱερουσαλὴμ διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἀνάμεσα στὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση ὑπάρχει στενός, ἄρρηκτος δεσμός. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, τὸ Μυστήριο τοῦ Σταυροῦ τὸ κατανοοῦμε μέσα στὸ φῶς τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἀναστάσεως• καὶ τὸ Μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως μέσα στὴν ὀδυνηρὴ ἐμπειρία τῆς καμίνου τοῦ Σταυροῦ! Τὸ Πάσχα μας εἶναι «Σταυροαναστάσιμο»! Αὐτὸ τὸ φανερώνει καὶ ὁ ὕμνος ποὺ ψάλλεται σήμερα, ἕναν ὁλόκληρο μήνα πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα, στὴ θέση τοῦ Τρισάγιου Ὕμνου: «Τὸν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν. Δέσποτα, καὶ τὴν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».
Καθὼς σκύβουν, λοιπόν, καὶ προσκυνοῦν τὸν Τίμιο Σταυρὸ σήμερα, στὴ μέση σχεδὸν τῆς Σαρακοστῆς, ὅσοι μὲ σύντονη ἄσκηση καὶ ἐπιμελῆ ἐργασία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ διαρκὴ ὑπαρξιακὴ μετάνοια σταυρώνονται μαζὶ μὲ τὸν Κύριο, λαμβάνουν καὶ σίγουρη τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως, τοῦ φωτὸς τῆς ὁποίας εἴθε κανένας ἀπὸ τοὺς πιστοὺς νὰ μὴ στερηθεῖ!
——————————————————————————
-
Συναξαριακὸ ὑπόμνημα Τριωδίου τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως.
2.Δεύτερο Ἰδιόμελον τῶν Αἴνων τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς.
3. Τρίτο Κεκραγάριον τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κυριακῆς της Τυρινῆς.
4. ὅπ. παρ. Μετ.: «…νὰ ἐξαγνίσουμε τὴν ψυχή μας. νὰ καθαρίσουμε τὴ σάρκα μας νὰ νηστέψουμε, ὅπως ἀπὸ τὰ φαγητά, ἔτσι κι ἀπὸ κάθε πάθος, εὐχαριστούμενοι μὲ τὶς πνευματικὲς ἀρετές.
5. Ἰδιόμελο τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας.
6. Μετ.: Ἀντικρύζοντας τὴν πανώρια ὀμορφιὰ τοῦ Κυρίου
7. Καταβασία τῆς Θ΄ Ὠδῆς τοῦ Ὄρθρου τῆς Μέγ.Πέμπτης. Μετ.: Ἀπόλαυση τῆς φιλοξενίας καὶ τοῦ αἰωνίου δείπνου τοῦ Κυρίου.
8. Α’ Κεκραγάριον Ἑσπερινοῦ Σταυροπροσκυνήσεως. Μετ.: «[Δία τοῦ Σταυροῦ] ἐξαφανίσθηκε ἡ κατσουφιὰ τῶν δακρύων κι ἐμεῖς γλυτώσαμε ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ θανάτου καὶ μεταβήκαμε στὴν ἀτέλειωτη εὐτυχία [τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ]».
9. Παράδεισος (περσικὴ λέξη) = κῆπος.
10. Β’ Κεκραγάριον Ἑσπερινοῦ Σταυροπροσκυνήσεως. Μετ.: «τὸ δένδρο τῆς ἀφθαρσίας, ποὺ ἄνθησε γιὰ μᾶς τῆς αἰώνιας ζωῆς τὴν ἀπόλαυση». Ξύλο = δένδρο.
11. Βύθιος δράκων = τὸ φίδι ποὺ ξεπροβάλλει ἀπὸ πολὺ βαθειά. δηλ. ὁ διάβολος
5.
Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως
Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἰοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καθώς προχωρᾶμε τίς ἑβδομάδες τῆς Μ. Σαρακοστῆς, μποροῦμε να ποῦμε μὲ αὐξανόμενη αἴσθηση εὐγνωμοσύνης καὶ χαρᾶς, με μιά αἴσθηση γαλήνης καὶ χαρᾶς τά λόγια τοῦ Ψαλμοῦ «Ἡ ψυχή μου θα ζήσει, και μ’ εὐγνωμοσύνη θα δοξάζει τὸν Κύριο».
Τήν πρώτη ἑβδομάδα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς εἴδαμε τήν ὑπόσχεση τῆς σωτηρίας δοσμένη ἀπό τὴν Π. Διαθήκη νὰ ἐκπληρώνεται: ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, ἡ σωτηρία ἔρχεται κι ὅσα ἐλπίζουμε εἶναι δυνατά. Μετά τὴν δεύτερη ἑβδομάδα ἔχουμε τὴν διακήρυξη ἀπό ὅλους τούς Ἁγίους τῆς Χριστιανοσύνης ὅτι ὁ Θεός ὄχι μόνο κατοίκησε ἀνάμεσα μας. ἀλλά καί (ἐξεχύθη πάνω μας) μᾶς πλημμύρισε ἡ χάρις Του, μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλά καὶ σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή ἕτοιμη να δεχθεῖ Ἐκεῖνον, τὴν παρουσία Του, τὸ μεταμορφωμένο σέ Ἅγιο Πνεῦμα δῶρο, πού μᾶς κάνει νὰ κοινωνοῦμε ὅλο και πιό βαθιά (οὐσιαστικά) μὲ τόν ζώντα Θεό, μέχρι να γίνουμε μιά μέρα μέτοχοι τῆς θείας φύσης.
Καὶ σήμερα, ἄν ἀναρωτηθοῦμε «ἀλλά πῶς; Πῶς θα συγχωρηθοῦμε, πῶς τὸ κακό θὰ ἀναιρεθεῖ;» – ἕνα βῆμα μᾶς φέρνει βαθύτερα στήν εὐγνωμοσύνη, βαθύτερα στὴν χαρά, βαθύτερα στὴν σιγουριά, ὅταν σκεφτόμαστε, ὅταν ἀτενίζουμε τον Σταυρό.
Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπου ὁ Χριστός μιλᾶ γιά τὴν σωτηρία καί τὶς προϋποθέσεις, ὁ Πέτρος τοῦ λέει: «Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» -καὶ ὁ Χριστός τοῦ ἀπαντᾶ: «Τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατά ἐστί παρά τῷ Θεῷ». Κι Ἐκεῖνος ἦρθε, ἡ πληρότητα τοῦ Θεοῦ κατοίκησε τὴν ἀνθρώπινη φύση, κι Ἐκεῖνος ἔχει τήν δύναμη να συγχωρεῖ γιατί Ἐκείνος εἶναι θύμα ὅλης τῆς κακίας, ὅλης τῆς σκληρότητας, τῆς καταστροφικότητας στήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Γιατί βέβαια κανείς ἄλλος ἐκτός ἀπό τὸ θύμα δεν μπορεῖ να συγχωρεῖ αὐτόν πού ἔφερε την κακία, τὴν ἀθλιότητα, τήν μιζέρια, τήν φθορά και τόν θάνατο στήν ζωή μας. Καὶ ὁ Χριστός δὲν συγχωρεῖ μόνο τούς φονιάδες Του, ὅταν λέει; «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι», ἀλλά πῆγε και πέρα ἀπ’ αὐτό γιατί εἶπε: Ὅ δ’ ἄν ποιήσετε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» «Ὅ τι κάνει κανείς στόν πιὸ μικρό ἀδελφό ἤ ἀδελφή μου, (εἶναι σὰν ) το κάνει σε μένα»)- ὄχι μόνο τὸ καλό ἀλλά και τὸ χειρότερο – γιατί στήν συμπόνια, τήν ἀλληλεγγύη βρίσκεται Ἐκεῖνος, σὲ καθένα πού ὑποφέρει: στόν θάνατο, τὸν πόνο, τήν ἀγωνία τοῦ καθενός πού ὑποφέρει, εἶναι Αὐτός. Καί ἀκόμα, ὅταν προσεύχεται «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς! Δέν ξέρουν τί κάνουν, τὶ πᾶνε να κάνουν», Ἐκεῖνος προσεύχεται γιὰ τὸν καθένα ἀπό μᾶς, ὄχι μόνο στό δικό Του ὄνομα, ἀλλά καί στό ὄνομα (για λογαριασμό) ὅλων αὐτῶν στοὺς ὁποίους ἔχει ἐπιτεθεῖ τὸ κακό, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.
Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ὁ Χριστός πού συγχωρεῖ· καθένας πού ἔχει πονέσει στὴν ψυχή, τὸ σῶμα, τὸ πνεῦμα – ὁ καθένας καλεῖται νά δώσει χάρη σ’ αὐτόν πού τόν ἔκανε νὰ ὑποφέρει.
Κι ἀκόμα, μποροῦμε νὰ δοῦμε τὸν Χριστό νά λέει «Συγχώρησε ὅπως συγχωρήθηκες» γιατί καὶ τὸ θύμα καὶ ὁ θύτης (ἔνοχος) δένονται μ’ ἕνα δεσμό ἀλληλεγγύης και ἀμοιβαίας ὑπευθυνότητας. Μόνο το θύμα εἶναι πού μπορεῖ νά πεῖ: «Κύριε συγχώρησέ τον, συγχώρησέ την» καί ὁ Κύριος μπορεῖ νά πεῖ «ναί, θα το κάνω!».
Ἀλλά συνειδητοποιοῦμε ποιά εὐθύνη βάζει στόν καθένα μας, ἀπέναντι στον ἄλλο; Ἀλλά ἐπίσης το βάθος, τὸ θαυμάσιο πλάτος ἐλπίδας πού ἀνοίγεται μπροστά μας ὅταν ἀντικρύζουμε τὸν Σταυρό και βλέπουμε ὅτι μέ τὴν συμπόνια ἀπέναντι σ’ ὅλο το ἀνθρώπινο εἶδος ὁ Χριστός παίρνει ἐπάνω Του ὅλο τὸν πόνο τοῦ κόσμου, δέχεται νά πεθάνει ἕναν ἀπίστευτο θάνατο λέγοντας ἐκ μέρους ὅλων ὅσων ὑποφέρουν «Ναί- σᾶς συγχωρῶ..!»
Αὐτό εἶναι ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία, ἕνα ἀκόμα βῆμα πρός τὴν στιγμή πού θα ἀντικρύσουμε τόν ἀναστημένο Χριστό, τὴν ἀνάσταση, πού θα περιλάβει κι ὅλους ἐμᾶς, γιατί ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί χάρισε σ’ ὅλους ἐμᾶς τήν πληρότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Καί μποροῦμε νὰ ποῦμε ξανά καί ξανά, ὅτι ἡ Σαρακοστή εἶναι μιά πηγή νέας ζωῆς, ἑνός νέου χρόνου, χρόνου ἀνανέωσης, ὄχι μόνο μὲ τήν μετάνοια, ἀλλά νὰ πιαστοῦμε ἀπό τὸν ἴδιο τόν Χριστό, πού σάν βοσκός ἅρπαξε τὸ χαμένο πρόβατο, καθώς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός σήκωσε τον Σταυρό Του, τὀν ἔβαλε στήν θέση τοῦ θανάτου, και ἀναίρεσε τόν θάνατο, ἀναίρεσε τὸ κακό (τήν ἁμαρτία) μὲ τὴν συγχώρεση και δίνοντας τήν ζωή Του. Γι’ ἄλλη μιά φορά ἐρχόμαστε ἄλλο ἕνα βῆμα πρός τήν ἐλευθερία και τήν ἀνανέωση. Ἄς μποῦμε βαθύτερα στό μυστήριο, στὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας και εὐφραινόμενοι παρά Θεῷ, καί χαιρόμενοι βῆμα με βῆμα, ὅλο και πιό πολύ, ἄς ἐκφράζουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας γι’ αὐτήν τὴν ἀνακαίνιση τῆς ζωῆς μας. Ἀμήν.
6.
Ὁ Ἰησοῦς προλέγει τό πάθος Του. (Μάρκ. 8,31-9,1)
Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)
Ὁ Ἰησοῦς προλέγει διά πρώτην φοράν τό πάθος καί τον Θάνατόν Του.
Ματθ. 16,21 -28. Μάρκ. 8,31-9,1. Λουκ. 9,22-27.
Μέχρι τῆς ἡμέρας ταύτης οὐδέν εἶχεν εἲπει ὁ Κύριος περί τοῦ πάθους Του. «Ἀπό τότε» ὃτε δηλαδή ὁ Χριστός ὡμολογήθη ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὃτι εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ «ἢρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ὃτι δεῖ αὐτόν εἰς Ἱεροσόλυμα ἀπελθεῖν καί πολλά παθεῖν ἀπό τῶν Πρεσβυτέρων καί Ἀρχιερέων καί Γραμματέων καί ἀποκτανθῆναι καί τῆ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι». Ὁ Κύριος δηλαδή ἀπεδείκνυε διά τῶν προφητῶν τόν τόπον ὃπου ἒμελλε νά θυσιασθῆ, τήν Ἱερουσαλήμ, ὃπου προσεφέροντο αἱ θυσίαι, τό ἀπαραίτητον τοῦ πάθους Του «δεῖ παθεῖν». Ὁ Χριστός ἒπρεπε ὁπωσδήποτε νά πάθῃ λόγῳ τῆς ἐχθρότητος τῶν ἀνθρώπων, τῆς μή ἀντιστάσεώς του εἰς τήν βίαν αὐτῶν καί τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ, κατά τό ὁποῖον ὁ θάνατος Του ἀπετέλει τό κεντρικόν σημεῖον ἐν τῆ Ἀπολυτρώσει. Καί τέλος προέλεγε τήν τριήμερον ἀνάστασίν Του. «Καί παρρησίᾳ τόν λόγον ἐλάλει» καθαρά καί μετά θάρρους δηλαδή ἐνώπιον τῶν μαθητῶν ἒλεγε τοῦτα, ἐνῶ μέχρι τώρα ὑπαινιγμούς μόνον ἒκαμε περί τοῦ πάθους Του. Ἰωάν 2,19. 3,14 -16. Ματθ. 9,15. Πρεσβύτεροι, ἀρχιερεῖς καί Γραμματεῖς ἦσαν τρεῖς τάξεις τοῦ Μεγ. Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, oἱ ὁποῖοι, θά τόν παραδώσουν εἰς τό πάθος. Αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ἒπρεπε νά Τόν γνωρίσουν ὡς Μεσσίαν, Τόν θανατώνουν ὡς κακοῦργον!.
Ό Απόστολος Πέτρος σκανδαλισθείς, διότι ό τόσον ἒνδοξος Χριστός θά πάθῃ πολλά καί θά ἀποθάνῃ «προσλαβόμενος Αὐτόν» λαβών δηλαδή, τόν Ἰησοῦν ἀπό τό χέρι ἢ ἀπό τό ἒνδυμα Του κατά μέρος ἐκ σεβασμοῦ ἰδιαιτέρως «ἢρξατο ἐπιτιμᾶν Αὐτῶ λέγων∙ ἳλεως σοι Κύριε∙ οὐ μή ἒσται σοι τοῦτο». Ὁ Πέτρος δηλαδή ἐπιπλήττει τον Χριστόν, διότι εἶπεν, ὃτι θά πάθῃ καί πρέπει νά πάθῃ καί ταυτοχρόνως, παρακαλεί τόν θεόν, ὃπως φανῆ ἳλεως, εὐμενής πρός τόν Ἰησοῦν καί μή ὑποστῆ τό πάθος τοῦτο. Ὁ Πέτρος σκανδαλισθείς γίνεται σκάνδαλον εἰς τόν Χριστόν, διότι κατ’ αὐτόν τόν τρόπον συνιστᾶ εἰς Αὐτόν πράγματα ἀντίθετα ἀπό ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἒπρεπε νά γίνουν, νά μή πάθῃ δηλαδή ὁ Χριστός. Ἀποτέλεσμα τούτου θά ἦτο νά μή ἀπολυτρωθῆ τό ἀνθρώπινον γένος. Ἡ συμβουλή ἑπομένως αὓτη τοῦ Πέτρου ἦτο σατανική.
Ἐπειδή ὃμως οἱ ὁλίγον ὃπισθεν τοῦ Κυρίου ἂλλοι μαθηταί ἢκουσαν τήν σύστασιν ταύτην τοῦ Πέτρου, ὁ Κύριος «στραφείς και ἰδών τούς μαθητάς αὐτοῦ ἐπετίμησε τῶ Πέτρῳ καί λέγει ὓπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ, σκάνδαλον μου εἶ, ὃτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων». Ὃπως ὁ Διάβολος πειράζων τόν Ἰησοῦν ἐν ἐρήμῳ ὑπέδειξεν εὒκολον καί σύντομον ὁδόν τῆς ζωῆς Του, τήν ὁδόν τῆς θαυματουργίας καί οὐχί τῆς ὑπομονῆς τῶν θλίψεων, ἳνα φανῆ, ὃτι εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ, κατά παρόμοιον τρόπον καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὁμολογῶν Αὐτόν υἱόν Θεοῦ δέν ἐπιθυμεῖ τό πάθος Του, εἶναι Σατανᾶς. Διά τοῦτο λέγει ὁ Χριστός πρός αὐτόν. Φύγε ἀπ’ ἐδῶ Σατανᾶ, ἐμπόδιον μου ἒγινες, διότι δέν φρονεῖς τήν διά τοῦ πάθους Μου ἀπολύτρωσιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τήν ὁποίαν ό Πατήρ ἀπεφάσισεν, ἀλλά ἀνθρωπίνως σκεπτόμενος θεωρεῖς τό πάθος καί τήν θλίψιν ὡς μειωτικά Ἐμοῦ ὡς Μεσσίου ἐξ ἀδυναμίας ἀνθρωπίνης δῆθεν προερχόμενα. Οὓτω ἡ πέτρα ὁμολογίας ὁ Πέτρος γίνεται πέτρα σκανδάλου εἰς τόν οἰκοδόμον Χριστόν! Πόση ἡ ἀδυναμία τοῦ Πέτρου ὡς ἀνθρώπου!
Ὁ Κύριος, ἳνα δώσῃ περισσότερον τόνον εἰς τό πάθος Του «προσκαλεσάμενος» τόν εἰς ἀπόστασίν τινα εὑρισκόμενον λαόν «σύν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ» λέγει: Ὂχι ἐγώ μόνον πρέπει νά πάθω καί νά σταυρωθῶ, ἀλλά καί σεῖς. Καί συγκεκριμένως∙ «εἲ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καθ’ ἡμέραν καί ἀκολουθήτω μοι». Ἂν θέλετε δηλαδή νά εἶσθε μαθηταί Μου, πρέπει νά σηκώσητε ἓκαστος ἐξ’ ὑμῶν τον ἰδιαίτερόν του σταυρόν, καθημερινῶς θέτων εἰς ἐφαρμογήν τήν διδασκαλίαν Μου. Ἂρνησις τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ἀπομάκρυνσις παντός τό ὁποῖον μᾶς χωρίζει ἀπό τόν θεόν. Σήκωμα τοῦ σταυροῦ μας εἶναι ὁ βαθμός τῆς ἀρνήσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας ἡ ὑπομονή δηλ. τῶν βασάνων μας μέχρι θανάτου. Ἀκολούθησις τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά ὑποφέρωμεν καί ὑπομένωμεν ὂχι δι’ ἂλλην τινά αἰτίαν ὡς κακοποιοί, ἀλλά ὡς ἐνάρετοι ὃπως ὑπέφερε καί ὁ Χριστός βαδίζοντες εἰς τά ἲχνη Αὐτοῦ.
Ἐπειδή ὃμως ἡ ἀπάρνησις τῶν ἁμαρτωλῶν μας ὀρέξεων πίπτει πολύ βαρεῖα εἰς τήν ἀνθρωπίνην φιλαυτίαν, ὁ Κύριος προβάλλει πρός ὑπερνίκησιν ταύτης τό μέλλον Δικαστήριον, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου θά κριθῶμεν. Φροντίζει μέ τόν φόβον ἐκείνου τοῦ Δικαστηρίου νά νικήσῃ τόν ἐπίγειον φόβον καί λέγει: «ὃς γάρ ἂν θέλῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν, ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ ἓνεκεν Ἐμοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου σώσει αὐτήν». Ἐνταῦθα ἡ λέξις ψυχή ἒχει.δύο ἐννοίας. Σημαίνει τήν ἐδῶ ζωήν καί τήν ἐκεῖ αἰωνιότητα. Ἑπομένως ὃποιος θελήσει ὑπακούων εἰς τήν φιλαυτίαν του νά μή θυσιάσῃ τήν ζωήν του χάριν τῆς ἀληθείας, οὗτος «ἀπολέσει τήν ψυχήν» θά κατακριθῆ ὑπό τοῦ θείου Δικαστηρίου καί θά χάσῃ τήν ἐκεῖ αἰωνίαν μακαριότητα. Ὃποιος ὃμως θυσιάσει τήν ζωήν του χάριν τῆς ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου «οὗτος σώσει τήν ψυχήν αὐτοῦ» θά κερδίσῃ τήν αἰωνίαν μακαριότητα.
‘Ο Κύριος συνεχίζων τόν λόγον του, ὃτι πρέπει νά θυσιασθῶμεν ἐδῶ χάριν τῆς ἂλλης μακαριότητος, φέρει τάς δύο ὑπάρξείς μας παροῦσαν καί μέλλουσαν καί λέγει: «τί γάρ ὠφεληθήσεται ἂνθρωπος, ἐάν τόν κόσμον ὃλον κερδίσῃ τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ἀπολέσας ἢ ζημιωθείς ;» Τί σημασίαν δηλαδή ἒχει ἐάν κερδίσωμεν ὂχι μόνον τήν ζωήν μας ἀποφεύγοντες τόν μαρτυρικόν θάνατον χάριν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ὁλόκληρο τόν παρόντα κόσμον μέ ὃλα τά ἀγαθά του, κατακριθῶμεν ὃμως βάσει μικρᾶς ἢ μεγάλης ἁμαρτίας ύπό τοῦ θείου Δικαστηρίου; «ἢ τί δώσει ἂνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» Ἡ αἰωνία ψυχή μας εἶναι ἀνωτέρα ὃλου τοῦ κόσμου, ὣστε οὐδέν ἀντάλλαγμα αὐτῆς ὑπάρχει!
Ὁ Κύριος παρουσιάζει ἐν συνεχείᾳ τόν φόβον ἢ τήν λαμπρότητα τοῦ Δικαστηρίου ἐκείνου, ὃπου θά δικασθῆ τό πολυτιμότερον, τό ὁποῖον ἒχομεν, ἡ ψυχή μας, ἳνα νικήσῃ τόν φόβον τοῦ ἐπιγείου μαρτυρικοῦ θανάτου καί λέγει: «ὃς γάρ ἐάν ἐπαισχυνθῆ με καί τούς ἐμούς λόγους ἐν τῆ γενεᾶ ταύτῃ τῆ μοιχαλίδι καί ἁμαρτωλῷ καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν, ὃταν ἒλθῃ ἐν τῆ δόξῃ τοῦ Πατρός αὐτοῦ μετά τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων καί τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατά τήν πρᾶξιν αὐτοῦ». Ὁ Κύριος ὀνομάζει τήν γενεάν ταύτην μοιχαλίδα, διότι ζῆ ἐν ἁμαρτίᾳ καί ἐν τῆ ἁμαρτίᾳ εὑρισκομένη ἒχει πάρει διαζύγιον ἀπό τόν Θεόν. Ὁ Χριστός θά ἐντραπῆ τότε ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι θά Τόν ἐντραποῦν ἐδῶ. Ἐκεῖνοι ὃμως οἱ ὁποῖοι δέν θά δειλιάσουν ἐδῶ, θά δοξασθοῦν ἐκεῖ. Ὃσος εἶναι ὁ τρόμος τῶν καταδικαζομένων, ἂλλη τόση θά εἶναι ἡ δόξα τῶν ἀμειβομένων ἐκεῖ, ὃπου ἓκαστος θά ἀμειφθῆ δικαίως.
Ὁ Κύριος περιγράφει ἐκτενέστερον τό Δικαστήριον ἐκεῖνο καί λέγει: «ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὃτι εἰσί τίνες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἳτινες οὐ μή γεύσωνται θανάτου, ἓως ἂν εἲδωσι τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει». Περί τίνος πρόκειται ἐνταῦθα; Ἰδού! ‘Ἡ μέλλουσα κρίσις θά γίνῃ κατά τό τέλος τοῦ κόσμου. Ἡ ἐποχή ἐκείνη ὡς λίαν ἀπομεμακρυσμένη δέν θά ἲδῃ οὐδένα ἐκ τῶν ζώντων τότε Ἀποστόλων. Ἀλλά ἡ Μεσσιανική ἐποχή καί ἑπομένως καί τό Μεσσιανικόν θεῖον Δικαστήριον ἐκτείνεται ἀπό τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου μέχρι τέλους κόσμου. Δύο μεγάλαι δίκαι καί καταδίκαι θά λάβωσι χώραν κατά τήν Μεσσιανικήν ταύτην περίοδον. Ἡ μία ἀφορᾶ τήν δίκην καί καταδίκην τῆς Ἱερουσαλήμ καί κεῖται εἰς τήν ἀρχήν τῆς Μεσσιανικῆς περιόδου ταύτης. Ἡ πρώτη εἶναι εἰκών τῆς δευτέρας. Ἡ πρώτη δίκη καί καταδίκη εἶναι ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ, ἣτις ἒγινε τό 70 μ.Χ. Κατά τήν καταστροφήν ταύτην ἒζων τινές τῶν Ἀποστόλων καί ἐκ τοῦ λαοῦ τοῦ παρευρισκομένου μετά τοῦ Ἰησοῦ. Κατά ταύτην ἦλθεν «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐν δυνάμει», διότι ἐφάνη ἡ θαυματουργική δύναμις τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ἐκκλησίας καθ’ ὃσον ἡ μέν Ἱερουσαλήμ κατεστράφη τιμωρηθεῖσα, ἡ δέ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐξηπλώθη εἰς ὁλόκληρον τόν κόσμον. Μικρά εἶναι ἡ δύναμις αὓτη τῆς βασιλείας τοῦ θεοῦ; Κάθε ἂλλο!
Ἰδού τό τρομερόν δικαστήριον, ἡ ἃλωσις τῆς Ἱερουσαλήμ! Ἑπομένως, λέγει ό Κύριος, νικήσατε τόν φόβον τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου χάριν ἐμοῦ, μέ τόν φόβον τοῦ μέλλοντος τρομεροῦ δικαστηρίου, τό ὁποῖον θά γίνῃ πέραν τοῦ κόσμου τούτου καί τοῦ ὁποίου εἰκών εἶναι ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ, τῆς ὁποίας τινές ἐξ ὑμῶν τῶν Ἀποστόλων καί παρισταμένων θά γίνετε αὐτόπται μάρτυρες.
θ έ μ α « Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου καί ἡμῶν»
Ἐνταῦθα ὁ λόγος εἶναι περί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ και ἡμῶν.
Καί Α. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ. Τρία πρόσωπα εἶναι σπουδαῖα ἐνταῦθα. Ὁ Χριστός, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καί ὁ Διάβολος. Ὁ Χριστός καί ὁ Πέτρος εἶναι τά ἁγιώτερα πρόσωπα εἰς τήν γῆν καί τόν Οὐρανόν. Ὁ Διάβολος εἶναι τό βρωμερώτερον πρόσωπον ἐδῶ καί εἰς τόν ἂλλον κόσμον. Ὁ Χριστός ὀνομάζει τόν Ἀπόστολον Πέτρον Διάβολον! Πόσον τρομερόν εἶναι τό πράγμα, ἂν σκεφθῶμεν, ὃτι ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὠνομάσθη διάβολος, διότι δέν ἠθέλησε νά σταυρωθῆ ό Χριστός ἀπό ἀγάπην του πρός Αὐτόν. Ὀνομάζει δέ ὁ Χριστός τόν Ἀπόστολον Πέτρον διάβολον, διότι εἶχε μεγάλην ἐπιθυμίαν νά σταυρωθῆ, ἳνα ἐξιλεώσῃ ἡμᾶς ἒναντι τοῦ Πατρός του διά.τό προπατορικόν ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ. Ἐρωτᾶται ὃμως. Διατί ἒχει τόσην ἐπιθυμίαν νά σταυρωθῆ ὁ Χριστός, ὣστε ὀνομάζει τόν Ἀπόστολον Πέτρον διάβολον καί δέν συγχωρεῖ τό ἁμάρτημα μας διά λόγου, ἀλλά δι’ αἳματος σταυρικοῦ; Ἰδού! Μέ τόν σταυρικόν θάνατον τοῦ Χριστοῦ φαίνονται δύο ἀντίθετα πράγματα τοῦ θεοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου.
Πρῶτον τοῦ Θεοῦ. Διά τοῦ σταυρικοῦ θανάτου φαίνονται ἡ αὐστηρότης τῆς θείας δικαιοσύνης καί ἡ θεία εὐσπλαγχνία. Ἡ Δικαιοσύνη του! Δέν ἦτο ἂλλος καταλληλότερος τρόπος ἐκφράσεως τῆς θείας δικαιοσύνης ἐν τῆ ὑψίστῃ αὐστηρότητι παρά διά μίαν μόνην ἁμαρτίαν τῶν πρωτοπλάστων καί ἐκείνην πρό χιλιάδων ἐτῶν καί κατά πρώτην φοράν γενομένην καί εἰς μορφήν μικρᾶς βαρύτητος – βρῶσις ἀπηγορευμένου καρποῦ! – νά ὑποστῆ ὁ μονογενής Του Υἱός τήν ἐσχάτην τῶν ποινῶν, τόν θάνατον και τοῦτον ἐν τῆ ἀτιμωτική καί πολυωδύνῳ μορφῆ τοῦ σταυροῦ! Ἀλλά ταυτοχρόνως δέν ὑπάρχει καλλίτερος τρόπος ἐκφράσεως τῆς θείας εὐσπλαγχνίας πρός τούς ἁμαρτωλούς ἀπό τοῦ νά μή πάθῃ τίποτε ἀπό τήν ποινήν ταύτην ὁ ἁμαρτήσας ἂνθρωπος ἀλλά ὁ ἀναμάρτητος Ἰησοῦς, ἡμεῖς δέ νά σωζώμεθα δωρεάν οὐχί διά λόγου, ἀλλά διά τοῦ αἳματος τοῦ σταυρωθέντος Ἰησοῦ. Ὣστε μέ τόν σταυρικόν θάνατον Του ὁ Χριστός ἒδειξε τήν αὐστηρότητα τῆς θείας δικαιοσύνης κατά τῆς ἁμαρτίας καί τήν μεγάλην Του ἀγάπην πρός τούς ἁμαρτωλούς. Πόσον ἐπιτυχής καί ἀνάγλυφος εἶναι ὁ τραγικός συνδυασμός τῶν δύο ἰδιοτήτων τοῦ θεοῦ δικαιοσύνης καί ἀγάπης ἐν τῶ σταυρῶ!
Δεύτερον. Τοῦ ἀνθρώπου: Ὁ Σταυρός ὃμως τοῦ Κυρίου συνδυάζει καί ζυγίζει και δύο ἂλλας ἀντιθέσεις, αἳτινες ὑπάρχουσιν εἰς τόν ἂνθρωπον, τήν βρωμιά του καί τό μεγαλεῖον του. Βρωμιά εἶναι αἱ ἁμαρτίαι του και μεγαλεῖον του εἶναι ἡ ἀξία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς. Πόσον βαρεῖα εἶναι και τί ζυγίζει ἡ ἁμαρτία, μία ζυγαριά μόνον ἠδύνατο νά τά ζυγίση, ἓνας μεγάλος ζυγιστής ἠδύνατο νά κρατήσῃ εἰς τό χέρι του τήν ζυγαριάν αὐτήν καί εἰδικά δράμια ἒπρεπε πρός τοῦτο νά εὑρεθῶσι. Καί αὐτά εἶναι: Ζυγός μέν ὁ Σταυρός, ζυγιστής ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς καί δράμια τό αἷμα Του! Δέν ὑπάρχει βαρύτερον πράγμα ἀπό τόν σταυρόν, δέν ὑπάρχει δυνατώτερος ἀπότόν Θεόν. Δέν ὑπάρχουν ἐλαφρότερα δράμια, ὣστε νά ζυγίζουν καί τά ἐλάχιστα βάρη, βαρύτερα δράμια, ὣστε νά ζυγίζουν μεγάλα βάρη ἀπό τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καί τά τρία αὐτά ἐζύγισαν τήν μίαν, τήν πρώτην τήν πρό χιλιάδων ἐτῶν ἁμαρτίαν καί ἐχύθη τόσον καί τοιοῦτον αἷμα. Πόσον βαρεῖα εἶναι ἡ ἁμαρτία!
Ἀλλά ὁ σταυρός δηλοῖ καί τήν ἀξίαν τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς. Ἰδού πῶς! Προκειμένου νά καθαρίσωμέν οἱονδήποτε ὓφασμα ἐξετάζομεν πόσον θά μᾶς στοιχίσουν τά καθαριστικά. Ἑπομένως ἀπό τήν ἀξίαν τοῦ καθαριστικοῦ μέσου ἐξάγεται ἡ ἀξία τοῦ καθαριζομένου ὑφάσματος. Καί ἐδῶ καθαρτήριον μέσον εἶναι τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καθαριζόμενον πρᾶγμα ἡ ψυχή μας. Ἂπειρη εἶναι ἡ ἀξία τοῦ αἳματος τοῦ Χριστοῦ; Ἂπειρη εἶναι καί ἡ ἀξία τῆς ψυχῆς μας. Ὣστε ἰδού ὁ σταυρός δεικνύει τό βάρος τῆς ἁμαρτίας, τήν ἀξίαν τοῦ ἀνθρώπου! Ἑπομένως ὁ σταυρός δηλοῖ πόσον δίκαιος καί ἀγαθός εἶναι ὁ Θεός, πόσον βάρος ἒχει ἡ ἁμαρτία καί ἀξίαν ὁ ἂνθρωπος!
Β.’ Οἱ ἰδικοί μας σταυροί ; Τό ἲδιον και οὗτοι φανερώνουν: Τήν ἀγάπην καί δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ, τήν ἀξίαν καί τήν βρωμιάν μας. Καί συγκεκριμένως. Ἒχεις και σύ τά σταυρουλάκια σου. Πτωχείαν, ἀσθένειαν, γείτονα κακόν, νοικάρην ὀχληρόν, ἀδελφόν καί συγγενῆ ἰδιότροπον, ἂνδρα ἢ γυναῖκα τύραννον, φίλον συκοφάντην, συνάδελφον κουτσομπόλην ἢ ὑβριστήν, κ.λ.π. Μέσα εἰς αὐτά θά φανῆ ἡ ἀγάπη καί ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ ἡ ἀξία σου καί ἡ βρωμιά σου. Πράγματι! Πότε ὁ Θεός θά δείξη τήν ἀγάπην Του πρός ἐσέ; Ὃταν εἶσαι πτωχός, ἀσθενής, ὃταν ἒχεις γείτονα ὀχληρόν, ὃταν ἀδικῆσαι ἀπό τόν ἂνδρα σου, τήν γυναῖκα σου, τόν φίλον σου, τόν συνάδελφον σου. Ὃταν δέν ἀδικῆσαι, δέν ὑπάρχει λόγος νά ἐκδηλωθῆ τόση ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Πότε σύ χαϊδεύεις τό μάτι σου, τό χέρι σου, τό πόδι σου; Ὃταν ἒχῃ πληγήν τινα. Πότε ἡ μητέρα φιλεῖ τό παιδί της καί ἐκδηλοῖ τήν ἀγάπην της; Ὃταν ἀσθενῆ. Τό ἲδιον κάμνει καί ὁ Θεός πρός ἡμᾶς, ὃταν ὑποφέρωμεν.
Εἰς τούς σταυρούς μας δέν φαίνεται μόνον ἡ ἀγάπη Του ἀλλά καί ἡ δικαιοσύνη Του. Πόσοι ἀπό τούς σταυρούς αὐτούς εἶναι τιμωρία μας! Σέ κουτσομπολεύει αὐτή, διότι καί σύ κάποιον ἂλλον κουτσομπόλευσες. Σε συκοφαντεῖ ἐκεῖνος, διότι καί σύ εἰς κάποιον λόγον συκοφαντίας ἐξετόξευσες.. Eἶσαι ἀσθενής; Ἀποκλείεται, ὣστε ἀπό τῶν πολλῶν σου ἁμαρτιῶν νά ἀσθενῆ τό σῶμα; Εἶσαι πτωχός; Ἀποκλείεται ἡ τεμπελιά, ἡ σπατάλη νά σ’ ἒφερον εἰς τό σημεῖον αὐτό; Εἶναι τύραννος ὁ ἂνδρας σου; Ποῦ ξέρω ἂν τόν βασανίζῃς καί σύ μέ τούς ἰδικούς σου γυναικείους τρόπους; Εἶσαι ἐν τάξει, εἰς αὐτά καί ἀδικεῖσαι; Αἲ, τότε θά ἐκδηλωθῆ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός σέ.
Ἀλλά εἰς τούς σταυρούς αὐτούς φαίνεται ἡ βρωμιά μας καί ἡ ἀξία μας ἐπάνω εἰς τήν πίεσιν τῆς ἀδικίας, τῆς συκοφαντίας, τῆς πτωχείας, τῆς ἀσθενείας, θά ξεράσῃς ὃ,τι ἒχεις μέσα σου κατά τοῦ γείτονα σου, τοῦ ἰδιοκτήτου σου, τοῦ νοικάρη, τοῦ φίλου, τοῦ συναδέλφου σου, τῆς φίλης. Τότε θά δείξης καί τό μεγαλεῖον τῆς ψυχῆς σου διά τῆς ὑπομονῆς εἰς τήν πτωχείαν καί νόσον, διά τῆς μεγαλοκαρδίας σου εἰς τούς συκοφάντας σου, διά τῆς σιωπῆς εἰς τάς ἐξάψεις τοῦ θυμοῦ τοῦ ἀνδρός σου, διά τῆς συγγνώμης σου πρός τούς βλάψαντάς σε, γενικῶς διά τῆς προσπαθείας σου νά ρίπτῃς νερό καί ὂχι λάδι στή φωτιά. Ἰδού καί οἱ δικοί μας σταυροί, καθρέπται τῆς ἀγάπης καί δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, τῆς. βρωμιᾶς καί τοῦ μεγαλείου μας! Ἰδού διατί ό Χριστός τόσον πολύ ἐπεθύμει νά σταυρωθῆ, ὣστε νά εἲπῃ τόν Πέτρον, ὃστις τοῦ συνέστησε, νά μή σταυρωθῆ, Διάβολον. Ἰδού διατί συνέστησεν, ὃτι πρέπει νά προσέχωμεν εἰς τούς σταυρούς μας, ὣστε νά ὑπομένωμεν αὐτούς
Παράδειγμα σπουδαιότατο καί εἰκών φωτεινοτάτη, πόσον ἡ θλίψις, ἐξαγνίζει τόν ἂνθρωπον καί ἀναδεικνύει, τόν θεόν, εἶναι ὂχι μόνον τῶν ἁγίων, οἱ ὁποῖοι διά τῶν βασάνων ἐξελαμπικαρίσθησαν ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ, ἀλλά καί κατά τόν κατακλυσμόν. Κατά τόν κατακλυσμόν δηλαδή τοῦ Νῶε, ὃσον ὁ κατακλυσμός ἐμεγάλωνε, τόσον ἡ κιβωτός τῶν 8 δικαίων ψυχῶν ἀνυψοῦτο εἰς ὑψηλότερον ὓψος. Ὃσο περισσότεροι ἀσεβεῖς ἐπνίγοντο, τόσον ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας τῶν δικαίων ἢγγιζε πρός τόν Οὐρανόν. Τό γεγονός τοῦτο εἶναι ἐκφραστικωτάτη εἰκών τῆς δικαιοσύνης τοῦ θεοῦ πρός τούς ἁμαρτωλούς, ἀγάπης Του πρός τούς δικαίους καί δεῖγμα τῆς ἀνθρωπίνης βρωμιᾶς, ἀλλά καί ἀξίας, ἀφοῦ 8 ἂνθρωποι ἐσώθησαν μέσα εἰς τόσην κοσμοχαλασιά.
Μ ί α ἀ π ο ρ ί α. Εἶπεν ὁ Χριστός τόν Ἀπόστολον Πέτρον Σατανᾶν. Ἑπομένως ἐπιτρέπεται καί ἡμεῖς νά εἲπωμεν τόν ἂλλον Σατανᾶν ἢ νά. διαβολοστείλωμεν ἂλλον, ἂνθρωπον; Ἀπαντῶ. 1) Ό Χριστός θά στείλῃ εἰς τόν Διάβολον κατά τήν μεγάλην Κρίσιν, ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι εἰργάσθησαν αὐτόν διά τοῦ «ὑπάγετε ἀπ’ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τό πῦρ τό αἰώνιόν τό ἡτοιμασμένον τῶ διαβόλῳ καί τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ». Ἑπομένως ὁ Χριστός ἒχει δικαίωμα νά στείλῃ ἀνθρώπους, ὑπηρέτας τοῦ Σατανᾶ, εἰς τόν Σατανᾶν, διότι ἡ παγγνωσία του γνωρίζει ἂν ὁ Α εἶναι διάβολος ἢ ἀξίζει νά πάῃ εἰς τόν διάβολον, ἐνῶ ἡμεῖς οὒτε γνῶσιν οὒτε δικαίωμα ἒχομεν. 2) Ὁ Χριστός εἶπε τόν Ἀπόστολον Πέτρον Σατανᾶν, διότι τοῦ εἶπε νά μή σταυρωθῆ. Σύ ὃμως λέγεις τόν ἂλλον Σατανᾶν, διότι σέ σταυρώνει. Πόση διαφορά!
7.
Προσκυνώντας τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ
Καραβιδόπουλος Ἰωάννης (Καθηγητής Πανεπιστημίου)
Στό μέσον τῆς περιόδου τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας κατά τήν Γ΄ Κυριακή τῶν νηστειῶν τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ γιά νά τόν προσκυνήσουν οἱ πιστοί καί νά συνεχίσουν ἔτσι ἐνισχυμένοι τόν πνευματικό ἀγώνα, πού θά τούς φέρει στή Μ. Ἑβδομάδα καί τό Πάσχα, διαβάζει δέ κατά τήν ἡμέρα αὐτή τήν περικοπή μέ τά ἀκόλουθα λόγια πού ὁ Χριστοῦ ἀπηύθυνε πρός τούς μαθητές του μόλις προανήγγειλε πρός αὐτούς τόν ἐπικείμενο σταυρικό του θάνατο:
«Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ. Γιατί ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του θά τή χάσει· ὅποιος ὅμως χάσει τή ζωή του ἐξαιτίας μου καί ἐξαιτίας τοῦ εὐαγγελίου, αὐτός θά τή σώσει. Τί θά ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν κερδίσει ὁλόκληρο τόν κόσμο ἀλλά χάσει τή ζωή του; Τί μπορεῖ νά δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα γιά τή ζωή του; Ὅποιος, ζώντας μέσα σ’ αὐτή τή γενιά τήν ἄπιστη κι ἁμαρτωλή, ντραπεῖ γιά μένα καί γιά τή διδασκαλία μου, θά ντραπεῖ γι’ αὐτόν καί ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὅταν ἔρθει μέ ὅλη τή λαμπρότητα τοῦ Πατέρα του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους».
Καί τούς ἔλεγε ἀκόμη: «Σᾶς βεβαιώνω πώς ὑπάρχουν μερικοί ἀνάμεσα σ’ αὐτούς πού βρίσκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δέν θά γευτοῦν τόν θάνατο, πρίν δοῦν νά ἔρχεται δυναμικά ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Μάρκ. 8,34 – 9,1).
Τά λόγια αὐτά εἶναι πολύ σημαντικά καί βαριά γι’ αὐτούς πού θέλουν νά εἶναι μαθητές τοῦ Ἰησοῦ. Ἐφόσον ὁ Ἰησοῦς ἔχει νά ἀντιμετωπίσει ὄχι τή δόξα ἀλλά τόν σταυρό καί τό πάθος, δέν μπορεῖ νά εἶναι διαφορετική καί ἡ τύχη τῶν μαθητῶν του, ἐάν θέλουν βέβαια νά εἶναι στήν οὐσία, ὄχι μόνο στό ὄνομα, μαθητές του, μαθητές βέβαια μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ ὅρου, δηλ. τοῦ χριστιανοῦ πού ἀκολουθεῖ πιστά καί συνειδητά τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Καταναγκασμός δέν ὑπάρχει στή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Μπορεῖ κανείς ἐλεύθερα νά ἀποφασίσει τόν δρόμο τοῦ σταυροῦ ἀφοῦ ἀναλογισθεῖ πρῶτα τίς δυσκολίες καί ἀναλάβει ἀποφασιστικά τίς εὐθύνες του: «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ». Ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ ἐπί τῶν ὤμων εἶναι οἱ βασικές προϋποθέσεις γιά νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό. Ἀρνοῦμαι τόν ἑαυτόν μου, σημαίνει: ἐγκαταλείπω τίς νόμιμες καί δίκαιες ἀπαιτήσεις, τίς φυσιολογικές καί δικαιολογημένες ἐπιθυμίες πού ἔχει τό ἐγώ μου μέσα στή ζωή, ἀρνοῦμαι τήν ἀσφάλεια μίας καλοβολεμένης ζωῆς, γιά νά ἀποδυθῶ στήν κατά τά κριτήρια τοῦ κόσμου ἀβεβαιότητα καί ἀνασφάλεια πού συνεπάγεται τό νά ἀκολουθῶ τόν Χριστό στόν δρόμο τοῦ πάθους. Ὁ ἐμπειρικός ἄνθρωπος, ὅπως τόν γνωρίζουμε ὅλοι μας, ζητεῖ τήν τακτοποίηση καί τήν ἀσφάλεια, τήν ἀποφυγή τῆς σκέψης τοῦ θανάτου, τήν παράταση τῆς ζωῆς του μέ κάθε τρόπο.
Μέ μία παράξενη ὅμως ἐπιχειρηματολογία γιά τήν ἀνθρώπινη λογική ὁ Χριστός διδάσκει ὅτι ἡ ζωή κερδίζεται μόνον ὅταν χαθεῖ. Ἡ θυσία τῆς ζωῆς ὁδηγεῖ στήν κατ’ ἐξοχή ζωή. Ὁ Χριστός χρησιμοποιεῖ στίς φράσεις του αὐτές τή λέξη «ψυχή» μέ τήν διπλή ἔννοια τῆς ζωῆς, τῆς βιολογικῆς ζωῆς καί τῆς αἰώνιας ζωῆς πού εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος θέλει τήν πραγματική ζωή, πρέπει νά θυσιάσει τήν εὔκολη ζωή τοῦ κόσμου.
Τά λόγια αὐτά προϋποθέτουν ἤ προβλέπουν συνθῆκες διωγμοῦ μπροστά στόν ὁποῖο εἶναι δυνατό νά φοβηθεῖ κανείς καί νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του μέ ἀποτέλεσμα νά χάσει τήν πραγματική ζωή. Δέν χάνουν τή βαρύτητά τους ὅμως τά λόγια αὐτά ἀκόμη κι ὅταν δέν ὑπάρχει διωγμός. Εἶναι βέβαια αὐτονόητο ὅτι, ὅταν κανείς συμβιβασθεῖ μέ τίς δυνάμεις τῆς ζωῆς μέσα στόν κόσμο καί βολευτεῖ μέσα στήν ἀσφάλεια τῆς ὀργανωμένης κοινωνίας, δέν ἀντιμετωπίζει θέμα διωγμοῦ ἤ πάθους ἤ θυσίας τῆς ζωῆς του.
Σέ ποιές ὅμως περιπτώσεις μπορεῖ κανείς σήμερα νά μιλᾶ γιά σταυρό καί γιά μαρτύριο; Μήπως αὐτά εἶναι ἡρωϊκές πραγματικότητες τοῦ παρελθόντος τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ συνεπής Χριστιανισμός δέν εἶναι μόνο ἱστορικό παρελθόν, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί ζωντανό παρόν. Ὅταν μέσα σ’ ἕνα κόσμο πεσμένων ἀξιῶν μπορεῖς νά πιστεύεις στίς ἀξίες τῆς πίστης, ὅταν μέσα στό συνηθισμένο ψέμα ἐσύ συντάσσεσαι μέ τό μέρος τῆς ἀλήθειας, ὅταν ὅλοι κάνουν τά πάντα γιά νά ἱκανοποιήσουν τόν ἑαυτό τους καί σύ τόν ἀρνεῖσαι, ὅταν ὅλοι συμβιβάζονται γιά νά ἐξασφαλισθοῦν κι ἐσύ δέν προδίδεις τίς ἀρχές σου μέ κίνδυνο νά ζημιωθεῖς καί νά χάσεις τή θέση σου, ὅταν οἱ ἄλλοι ὀρθολογιστικά ἐξηγοῦν τά πάντα μέ ἐνδοκοσμικό πρίσμα, ἐνῶ τή δική σου καρδιά τήν ζεσταίνει ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως, τότε εἶσαι πραγματικός μαθητής τοῦ Ἰησοῦ, πού τόν ἀκολουθεῖς στό δύσκολο δρόμο τῆς θυσίας.
Ὅλα αὐτά ὅμως πού φαίνονται ἀδύνατα γιά τόν φυσιολογικό ἄνθρωπο, γίνονται πραγματικότητες μέσα στήν περιοχή τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ πού ἀναγεννᾶ καί μεταβάλλει τόν ἄνθρωπο σέ νέο δημιούργημα, σέ «καινή κτίση».
Ἕνα μήνυμα, λοιπόν, ἑκούσιας αὐταπαρνήσεως μᾶς ἀπευθύνει τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, αὐταπαρνήσεως ὄχι γιά ὁποιοδήποτε ἄλλο λόγο ἀλλά γιά τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιο. Οἱ ἥρωες τῆς πίστης καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δέν εἶναι μόνον μορφές τοῦ μακρινοῦ παρελθόντος· μποροῦν νά γίνουν καί ζωντανές πραγματικότητες στήν ἐποχή μας.
Ἡ περικοπή τελειώνει μέ τή βεβαιότητα τῆς δυναμικῆς παρουσίας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι πού δίνει τή δυνατότητα στόν χριστιανό νά πραγματοποιήσει ὅλα τά παραπάνω, καί δέν εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μελλοντικό μόνο ὅραμα ἀλλά καί τωρινή πραγματικότητα, εἶναι ἡ δυνατότητα νά ζεῖ κανείς τή μελλοντική πληρότητα τῆς βασιλείας ἤδη στό παρόν.
8.
Ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ
Νικάνωρ Καραγιάννης (Ἀρχιμανδρίτης)
Ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ, σ’ ὅλες τὶς ἐποχὲς ἀκούγεται παράδοξα. Στὴ δική μας ὅμως, ἡ ὁποία ἔχει θεοποιήσει τὴν ἄνεση καὶ τὴν εὐμάρεια, ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ δὲν εἶναι μόνο παράλογος, ἀλλὰ καὶ ἀσυμβίβαστος μὲ τὴ λογική τοῦ κόσμου. Εἶναι τρομακτικὸς γιὰ τοὺς κανόνες τῆς ζωῆς του, γιὰ τὶς ἐπιδιώξεις στὸ κυνήγι τῆς εὐδαιμονίας καὶ τῆς καλοπέρασης. Καὶ ὅμως τὸ εὐαγγέλιο ἐπιμένει σταθερὰ νὰ διακηρύσσει τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ἡ αὐταπάρνηση καὶ ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ φανερώνουν τὴν αὐθεντικότητα τῆς κλήσης μας καὶ τοῦ προορισμοῦ μας. Τὰ ἠχηρὰ καὶ εὔκολα συνθήματα τοῦ κόσμου, ἂν καὶ ἀρχικά μᾶς γοητεύουν, τελικά μᾶς ἀπογοητεύουν, γιατί μᾶς παραπλανοῦν καὶ παραμορφώνουν τὸ νόημα τῆς ζωῆς. Ἀποδεικνύουν τὴ ματαιότητα ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων, ὅταν αὐτὰ δὲν εἶναι διαποτισμένα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Σταυρὸς καὶ αὐταπάρνηση
Τὸ κήρυγμα τοῦ σταυροῦ σφραγισμένο ἀπὸ τὸ σταυρικὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ ἐπισημαίνει ὅτι «ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴν ψυχή του θὰ τὴ χάσει, ἐνῶ ὅποιος χάσει τὴ ζωὴ του χάριν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, θὰ τὴ σώσει». Ἐδῶ βρίσκεται ὁ δρόμος ποὺ διάλεξε ὁ θεός, γιὰ νὰ ἔρθει στοὺς ἀνθρώπους καὶ γιὰ νὰ πᾶνε οἱ ἄνθρωποι στὸν Θεό. Πρόκειται γιὰ ἕνα δρόμο ἀντιφατικό. Ἕνα δρόμο ποὺ προκαλεῖ τὴ λογικὴ καὶ μᾶς προσκαλεῖ νὰ ἐμπιστευθοῦμε τὴν ἀλήθεια ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἀποκάλυψε. Ἕνα δρόμο σκληρό, ἐπίπονο καὶ ὀδυνηρό, ποὺ ὅμως τὸ τέρμα του εἶναι λυτρωτικό. Ἀπαρνοῦμαι τὸν ἑαυτό μου σημαίνει ἀπελευθερώνομαι ἀπὸ τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ τοῦ ἐγώ. Ἀπελευθερώνομαι ἀπὸ τὸν παραλογισμὸ ποὺ μὲ ὠθεῖ νὰ ὑπερτονίζω καὶ νὰ ὑψώνω τὸν ἑαυτό μου σὲ εἴδωλο γύρω ἀπὸ τὸ ὁποῖο ζητάω νὰ στρέφεται ἡ ζωὴ ἡ δική μου καὶ τῶν γύρω μου. Αὐτὸ εἶναι αὐτοκαταστροφικό. Γιατί κάθε φορὰ ποὺ ἀσχολούμαστε ἀποκλειστικὰ μὲ τὸν ἑαυτό μας καὶ μὲ τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν μας ἐπιθυμιῶν δὲν μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε τὶς ἀνάγκες τῶν ἄλλων. Ἔτσι ὅμως κλείνουμε τὴν πόρτα στὸν Θεὸ καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του.
Δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ αὐταπάρνηση καὶ ἡ ἐν ὑπομονῇ καὶ ἐλπίδι ἄρση τοῦ σταυροῦ ὁδηγεῖ τὸν πιστὸ στὴν ἐν Χριστῷ ὑπέρβαση τοῦ μαρτυρίου του. Ὅπως παρατηρεῖ ἕνας λόγιος Ἐπίσκοπος, «στὸν Γολγοθὰ ὑπῆρχαν τρεῖς σταυροί. Οἱ δύο ἦταν τὸ τέρμα τῆς πορείας δύο ληστῶν, ὁ μεσαῖος ἦταν ἁπλῶς ἕνα σταυροδρόμι. Διότι Ἐκεῖνος ποὺ ὑψώθηκε πάνω του εἶχε περάσει μιὰ ζωὴ ἀγάπns καὶ ἀλήθειας καὶ ὅδευε διὰ τοῦ σταυροῦ πρὸς τὸν Πατέρα. Ἀλλά, ἀκόμη, ἡ χάρη καὶ ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἐπηρέασε καὶ μεταμόρφωσε τὸν ἕναν ἀπὸ τοὺς δύο ἄλλους σταυροὺς κάνοντάς τον διὰ τῆς μετανοίας “θύραν” τοῦ παραδείσου. Αὐτὸ εἶναι μία πολὺ οὐσιαστικὴ παρηγοριὰ γιὰ ὅσους σήμερα σηκώνουν σταυρὸ ἐνοχῆς».
Σταυρὸς καὶ σωτηρία
Νά, λοιπόν, γιατί ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ φωτίζει τὰ ἀδιέξοδα καὶ τὰ σκοτάδια ποὺ τόσο συχνά μᾶς φοβίζουν. Μᾶς ἀπελευθερώνει ἀπὸ τὶς πλάνες καὶ τὰ εἴδωλα ποὺ μᾶς αἰχμαλωτίζουν. Μᾶς θεραπεύει ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, ποὺ μᾶς ταλαιπωροῦν καὶ μᾶς βασανίζουν. Ὁ πόνος τοῦ σταυροῦ θὰ φωτίζεται πάντοτε ἀπὸ τὴ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης. Γιατί ἕνας σταυρὸς χωρὶς ἀνάσταση ἀποτελεῖ ἀποτυχία καὶ τραγωδία, ἐνῶ μιὰ ἀνάσταση χωρὶς σταυρὸ θὰ εἶναι μία νίκη χωρὶς βαρύτητα καὶ ἀξία. Ὁ σταυρὸς καὶ ἡ ἀνάσταση εἶναι ἀλληλένδετα ὄχι μόνο στὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας, ἀλλὰ καὶ στὸν ἀγώνα καὶ τὴ ζωὴ τοῦ πιστοῦ. Γι’ αὐτὸ ἡ θεληματικὴ ἄρση τοῦ σταυροῦ δὲν εἶναι μιὰ ἀρρωστημένη τάση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ζητᾶ ἱκανοποίηση στὴν ὀδύνη. Εἶναι πηγὴ δύναμης, ποὺ μεταμορφώνει τὶς δυσκολίες καὶ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μέσα ἀπὸ τὴν πάλη καὶ τὴν ἀγωνία τῆς ζωῆς, ἔστω καὶ ἂν δὲν νικᾶμε πάντοτε, τουλάχιστον ὡριμάζουμε πνευματικά, ὥστε νὰ ἀντέχουμε τοὺς πειρασμοὺς καὶ νὰ προχωροῦμε.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ σταυρὸς δὲν εἶναι μόνο τὸ σημαντικότερο καὶ χαρακτηριστικότερο σύμβολο τοῦ χριστιανοῦ. Δὲν εἶναι μόνο ἡ ἔκφραση τοῦ ἀγώνα καὶ τῆς νίκης, τῆς θυσίας καὶ τῆς δόξας, τῆς ζωῆς καὶ τῆς σωτηρίας. «Ὁ σταυρὸς εἶναι ἡ καθημερινὴ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ στὴν τραγωδία καὶ ἀπόγνωση τοῦ ἁμαρτάνοντος ἀνθρώπου». Εἶναι τὸ θαῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς περιμένει καρτερικά, γιὰ νὰ μᾶς σώσει. Ἀμήν.
9.
Κυριακή Γ΄ Νηστειῶν (Σταυροπροσκυνήσεως )- Τὸ πολίτευμα τοῦ σταυροῦ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ : Μάρκ. η΄ 34 – θ΄ 1
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Ἑβρ. δ΄ 14 – ε΄ 6
«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ»
Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως σήμερα, προσκυνοῦμε τὸν Τίμιο Σταυρό, ἐπάνω στὸν ὁποῖο καρφώθηκε ὁ Κύριος γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ὁ Σταυρὸς ὅμως δὲν μᾶς ὑπενθυμίζει μόνο πόσο μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός· μᾶς ὑπενθυμίζει καὶ ποιὰ εἶναι ἡ ἀληθινὴ χριστιανικὴ ζωή, ποιὰ εἶναι ἡ σταυρικὴ ζωή, ποὺ καλεῖται νὰ ζήσει κάθε συνειδητὸς πιστὸς γιὰ νὰ σωθεῖ.
Γι’ αὐτὸ θὰ ἀναφερθοῦμε στὴ συνέχεια στὰ βασικὰ γνωρίσματά της, αὐτὰ ποὺ ἀναφέρει ὁ Κύριος στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, καὶ στὸ πῶς θὰ κατορθώσουμε νὰ ζήσουμε τὴ ζωὴ τοῦ σταυροῦ.
Νά τὸ προσκλητήριο τοῦ Κυρίου: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…». Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ μὲ ἀκολουθεῖ ὡς μαθητής μου… τί πρέπει νὰ κάνει; «Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν», λέει πρῶτα-πρῶτα ὁ Κύριος. Ἂς ἀρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του. Νὰ λησμονήσει τὸ κακὸ παρελθόν του καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ ἀντίθετο πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ θέλημά του. Ἡ σταυρικὴ ζωὴ εἶναι ζωὴ αὐταπαρνήσεως, ζωὴ ἀγῶνος ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας.
Στὰ παραπάνω ὁ Κύριος προσέθεσε καὶ τὸ ἑξῆς: «Καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ»· ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθεῖ, ὀφείλει νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του. Σήμερα ὅταν λέμε «σηκώνω τὸν σταυρό μου», ἐννοοῦμε «κάνω ὑπομονὴ στὶς θλίψεις μου». Στὸ συγκεκριμένο χωρίο ὅμως ἡ σημασία εἶναι διαφορετική. Ὅταν τὰ ἔλεγε αὐτὰ ὁ Κύριος, ὁ σταυρὸς δὲν εἶχε ἐξαγιασθεῖ ἀκόμη ἀπὸ τὴ θυσία Του. Ἦταν τὸ μέσο τῆς πιὸ σκληρῆς θανατικῆς ποινῆς. Τὸ ἄκουσμα τῆς λέξεως «σταυρὸς» προκαλοῦσε φρίκη.
Ἡ φράση λοιπὸν αὐτὴ σημαίνει: νὰ πάρει τὸν σταυρὸ πάνω στὸν ὁποῖο θὰ τὸν καρφώσουν· σὰν νὰ ἔλεγε ὁ Κύριος: «νὰ πάρει τὸ ξίφος μὲ τὸ ὁποῖο θὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν». Συνεπῶς τὸ «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» δηλώνει τὸν βαθμὸ τῆς αὐταπαρνήσεως ποὺ ζητᾶ ὁ Κύριος· δηλαδὴ νὰ Τὸν ἀκολουθοῦμε μὲ ἀπόφαση θανάτου, ὡς μελλοθάνατοι, προκειμένου νὰ μείνουμε πιστοὶ στὸ θέλημά Του.
Συνεπῶς ὁ Χριστιανὸς ποὺ εἰλικρινὰ θέλει νὰ ζήσει τὴ χριστιανικὴ ζωή, παίρνει μιὰ ἀπόφαση: Στὴ ζωή μου δὲν θὰ κάνω πλέον αὐτὸ ποὺ θέλω ἐγώ, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Θεός. Θὰ κάνω τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅ,τι κι ἂν μοῦ κοστίσει. Διότι ὁ ἐσταυρωμένος βίος εἶναι ὁ βίος τῆς τελείας ὑπακοῆς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τῆς τελείας αὐταπαρνήσεως, τῆς ἄκρας ταπεινώσεως.
Θαυμάζουμε ἀσφαλῶς τὸ πολίτευμα τοῦ σταυροῦ, ὅπως τὸ βλέπουμε μάλιστα στοὺς βίους τῶν Ἁγίων, μᾶς συγκινεῖ… ἀλλὰ καὶ μᾶς φοβίζει. Βλέπουμε τὸν ἑαυτό μας πολὺ ἀδύναμο. Τί μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει, ὥστε νὰ ζήσουμε τὴ ζωὴ τοῦ σταυροῦ;
Ὁ ἴδιος ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου θὰ μᾶς ἐνισχύσει, ὥστε νὰ νικήσουμε τὸν κακὸ ἑαυτό μας. Νὰ προσκυνοῦμε τὸν Σταυρό, νὰ φορᾶμε Σταυρό, νὰ κάνουμε συχνὰ καὶ μὲ εὐλάβεια τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Θὰ ζήσουμε τὴ σταυρικὴ ζωὴ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ.
Οἱ ἅγιοι θεοφώτιστοι Πατέρες, οἱ τόσο αὐστηροὶ στὴν προσωπική τους ἄσκηση, ὁμιλοῦν μὲ πολλὴ συμπάθεια καὶ κατανόηση στὴν ἀδυναμία τοῦ πιστοῦ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς σὲ μιὰ ὁμιλία του, ποὺ ἐκφώνησε σὰν σήμερα, Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, μᾶς διδάσκει: Σᾶς μίλησα γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ σταυροῦ. Κανεὶς ἂς μὴν ἀπελπιστεῖ ἢ ἂς μὴ δυσφορήσει μὲ ὅσα ἄκουσε. Ἀλλ᾿ ἀφοῦ μάθει πόσα ὀφείλει στὸ Δεσπότη, ἂς Τοῦ προσφέρει ὅ,τι μπορεῖ μὲ μετριοφροσύνη, ἡ ὁποία θὰ ἀναπληρώσει τὸ ὑστέρημά του(*).
Δηλαδὴ ἀνάλογα μὲ τὶς μικρές μας δυνάμεις νὰ καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια, νὰ δείχνουμε κάθε φιλοτιμία καὶ ἐπιμέλεια γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Νὰ προσφέρουμε στὸν Κύριό μας ὅ,τι περισσότερο μποροῦμε. Δὲν μποροῦμε ν᾿ ἀγωνιστοῦμε τόσο ἔντονα ὅσο οἱ Ἅγιοι; Μποροῦμε ὅμως ν᾿ ἀγωνιστοῦμε νὰ καλλιεργήσουμε τὸ ἴδιο φρόνημα: ἀπολύτως ἀσυμβίβαστοι μὲ τὴν ἁμαρτία. Ὁ Θεὸς καὶ ἐκείνους θὰ στεφανώσει καὶ ἐμᾶς θὰ ἐλεήσει.
***
Ὁ Τίμιος Σταυρός, ποὺ προβάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, δὲν εἶναι μόνο σύμβολο αὐταπαρνήσεως, ἀλλὰ καὶ σύμβολο νίκης καὶ πηγὴ Χάριτος καὶ δυνάμεως. Ἂς μὴ στεκόμαστε μόνο στὴν κακοπάθεια ποὺ δηλώνει ‒ εἶναι χρήσιμο καὶ αὐτό. Κυρίως ἂς ἀναλογιζόμαστε ὅτι προσκυνώντας τὸν Σταυρὸ καὶ συσταυρούμενοι καθημερινὰ μὲ τὸν Χριστό, λαμβάνουμε πολλὴ Χάρι, καταισχύνουμε τοὺς δαίμονες, κερδίζουμε τὴν αἰωνιότητα. Ὁ δρόμος πρὸς τὸν Γολγοθᾶ εἶναι καὶ δρόμος πρὸς τὴν Ἀνάσταση.
Ἡ Ἁγία Τριάς, πού ἔχει καλέσει ὅλους μας στὴ ζωὴ τοῦ σταυροῦ, νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ ζήσουμε αὐτὴ τὴ σταυρικὴ ζωὴ μὲ ὅσο τὸ δυνατὸν μεγαλύτερη συνέπεια, ὥστε νὰ γευθοῦμε καὶ τὴν ἀνέκφραστη χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως.
(*) Ὁμιλ. ΙΑ΄ 21, ΕΠΕ 9, 312.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
10.
Ο Σταυρός του Χριστού (Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας)
- Στό σημερινό μου κήρυγμα, ἀδελφοί χριστιανοί, θά σᾶς μιλήσω γιά τό σημεῖο καί τήν σημαία τῆς Ἐκκλησίας μας, γιά τήν σφραγίδα τῆς πίστης μας, πού εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός.
Σχηματικά ὁ Σταυρός εἶναι δύο γραμμές, ἡ μία κατακόρυφη καί ἡ ἄλλη ὁριζόντια γραμμή! Πάνω σ᾽ αὐτό τό σχῆμα, χριστιανοί μου, ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός καρφώθηκε, σταυρώθηκε, προσφέροντας τόν Ἑαυτό Του θυσία γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἔτσι ὁ Σταυρός λέγεται καί «ἁγία Τράπεζα», γιατί πάνω σ᾽ αὐτόν τελέστηκε ἡ ἐξιλαστήρια θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά μᾶς.
- Ὁ Σταυρός, ἀδελφοί, ἐκφράζει ὅλη τήν πίστη μας, ὅλη τήν θεολογία μας. Καί ἡ θεολογία αὐτή εἶναι ἡ ἑξῆς: (α) Δημιουργηθήκαμε σταυροειδῶς, (β) ἁμαρτήσαμε σταυροειδῶς καί (γ) σωθήκαμε σταυροειδῶς. Τά ἐξηγῶ αὐτά τά τρία, πού εἶναι ὅλη ἡ πίστη μας:
(α) Δημιουργηθήκαμε σταυροειδῶς σημαίνει ὅτι πλαστήκαμε νά εἴμαστε ἑνωμένοι μέ τόν Θεό καί ἑνωμένοι μέ τούς ἀνθρώπους. Γιατί ὁ Σταυρός εἴπαμε εἶναι δύο γραμμές, ἡ μία κατακόρυφη καί ἡ ἄλλη ὁριζόντια. Ἡ κατακόρυφη γραμμή πηγαίνει πρός τά ἐπάνω καί μᾶς δηλώνει νά τά ἔχουμε καλά μέ τόν Θεό. Καί ἡ ὁριζόντια γραμμή δείχνει πρός τά πλάγια καί δηλώνει νά τά ἔχουμε καλά μέ τούς πλησίον μας. Μιά τέτοια ζωή εἶναι ὡραία, ἀδελφοί: Ἀγάπη μέ τόν Θεό καί ἀγάπη μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀλλά (β) ἁμαρτήσαμε σταυροειδῶς: Παραβήκαμε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί χαλάσαμε ἔτσι τήν κατακόρυφη γραμμή καί χάσαμε λοιπόν τήν καλή μας σχέση μέ τόν Θεό. Ἀλλά καί ὁ Κάϊν φόνευσε τόν ἀδελφό του Ἄβελ καί χαλάσαμε καί τήν ὁριζόντια γραμμή, τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Αὐτό σημαίνει τό ὅτι ἁμαρτήσαμε σταυροειδῶς. Ἀλλά χαρεῖτε, χριστιανοί, γιατί (γ) μιά Παρασκευή ἡμέρα, πού τήν λέμε Μεγάλη Παρασκευή, στό βράχο τοῦ Γολγοθᾶ, στήθηκε ὁ Σταυρός, πάνω στόν ὁποῖο ἦταν καθηλωμένο το Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ σταυρική Θυσία τοῦ Χριστοῦ ἔσβησε τά ἁμαρτήματά μας καί μᾶς ἔδωσε τήν ἀπαλλαγή ἀπό τό κακό!
Τά τρία λοιπόν βασικά κεφάλαια τῆς θεολογίας μας, τά σχετικά μέ τήν δημιουργία μας, μέ τήν πτώση μας στήν ἁμαρτία καί μέ τήν λύτρωσή μας ἀπ᾽ αὐτήν, τά τρία αὐτά βασικά, λέγω, συνδέονται μέ τόν Σταυρό, γιατί, ὅπως εἴπαμε: Δημιουργηθήκαμε σταυροειδῶς, ἁμαρτήσαμε σταυροειδῶς καί σωθήκαμε σταυροειδῶς.
- Ἔχει λοιπόν, χριστιανοί μου, μεγάλη θεολογία ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, τό πανάγιο αὐτό σημεῖο τῶν χριστιανῶν καί δέν εἶναι ἕνα ἁπλό σχῆμα. Καί γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ὁ λόγος γιά τόν Σταυρό δέν εἶναι μόνο στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά καί στήν Παλαιά. Θά σᾶς ἀναφέρω, ἀγαπητοί μου, ἕνα περιστατικό ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, πού μιλάει γιά τόν Σταυρό, ὄχι μόνο κατά τό σχῆμα του, ἀλλά καί κατά τό νόημά του. Ἀκοῦστε: Οἱ μαθητές τοῦ προφήτου Ἐλισαίου, πού ἦταν μαθητής τοῦ προφήτου Ἠλία, πῆγαν κάπου κοντά στόν Ἰορδάνη ποταμό γιά νά κόψουν ξύλα. Ἑνός ὅμως μαθητοῦ, ἐκεῖ πού μέ τό τσεκούρι του ἔκοβε τά ξύλα, ἔφυγε τό σίδερο καί ἔμεινε στά χέρια του τό ξύλο, τό στηλιάρι. Στενοχωρέθηκε πολύ ὁ μαθητής γιά τήν ἀπώλεια αὐτή, γιατί, τήν ἐποχή ἐκείνη, τό νά χάσει κανείς τό ἐργαλεῖο πού ἐργαζόταν, ἦταν σάν νά ἔχανε μία περιουσία. Ἀλλά ὁ ἅγιος προφήτης Ἐλισαῖος ἔκανε θαῦμα. Πῆρε ἕνα στηλιάρι καί τό ἔβαλε πάνω ἀπό τά νερά τοῦ Ἰορδάνου στό σημεῖο ἐκεῖνο, ὅπου εἶχε πέσει τό σίδερο. Καί τό σίδερο ἀνασηκώθηκε ἀπό τό βάθος πού ἦταν καί ἑνώθηκε πάλι μέ τό στηλιάρι. Ἑνωμένα τώρα αὐτά τά δύο, σίδερο καί στηλιάρι, σχημάτισαν Σταυρό. Αὐτό τό περιστατικό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τό πρόσεξαν, ἀγαπητοί μου, οἱ ἅγιοι Πατέρες καί οἱ ὑμνωδοί τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί τό εἶδαν ὡς μία προφητεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά τόν Σταυρό. «Σίδερο», εἶναι ἡ ἀνθρώπινη φύση, πού ἁμάρτησε καί ἔπεσε πολύ βαθειά, στό βυθό τῆς ἀπωλείας. Ἀλλά, χαρεῖτε, χριστιανοί! Γιατί ἦλθε ὁ Χριστός καί μέ τόν Σταυρό Του, μέ τήν ἅγια Θυσία Του, πού ἔγινε πάνω σ᾽ αὐτόν, ἔσωσε τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία ἄνθρωπο. Τόν ἀνέσυρε ἀπό τό χάος πού ἔπεσε καί μάλιστα τόν ἀνύψωσε πολύ-πολύ ψηλά, τόν ἔφτασε μέχρι τόν οὐρανό. Ναί! Μέ τήν ἀνάληψή Του ὁ Χριστός στούς οὐρανούς πῆρε μαζί Του καί τήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση καί τήν ἔφερε στόν οὐράνιο Πατέρα Του.
- Χριστιανοί μου, νά κάνετε τόν Σταυρό σας, γιατί τό σημεῖο αὐτό μᾶς ξεχωρίζει ὡς χριστιανούς ὀρθόδοξους. Οἱ Καθολικοί καί Παπικοί, ὅπως εἶναι σέ πολλά ἀντίθετοι μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη μας, ἔτσι ἔχουν καί ἄλλο Σταυρό. Ἐμεῖς κάνουμε τόν Σταυρό μέ τά τρία δάκτυλα καί μάλιστα ἑνωμένα, γιά νά δείξουμε τήν ἑνότητα καί τό ὁμοούσιο τῶν Τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Πατέρα, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί πρέπει νά κάνουμε τόν Σταυρό μας, χριστιανοί μου, μέ σωστές κινήσεις, ὥστε νά διαγράφεται καί ἡ κατακόρυφη καί ἡ ὁριζόντια γραμμή. Ἕνα παλαιό ποιηματάκι, πού τό μάθαιναν τά παιδιά στό κρυφό Σχολειό, τότε πού ἤμασταν στήν Τουρκιά, ἔλεγε:«Στό κεφάλι, στήν κοιλιά, δεξιά κι ἀριστερά»! Ἔτσι πρέπει νά κάνουμε τόν Σταυρό μας. Γιατί μερικοί ἐντρέπονται νά κάνουν κανονικά τόν Σταυρό τους. Τί λέτε, χριστιανοί! Ὁ Χριστός δέν ἐντράπηκε νά σταυρωθεῖ καί ἐμεῖς νά ἐντρεπόμαστε νά κάνουμε τόν Σταυρό μας; Οἱ ἅγιοι μάρτυρες, στόν ἄθεο τύραννο, πού τούς ρωτοῦσε τί πιστεύουν, αὐτοί σήκωναν τό χέρι τους καί ἔκαναν τό Σταυρό τους. Αὐτή ἦταν ἡ μόνη τους ὁμολογία καί ὁ τύραννος καταλάβαινε ἀπό αὐτό ὅτι εἶναι χριστιανοί.
Πάνω μας πρέπει νά φέρουμε πάντοτε τόν Σταυρό καί νά μήν τόν βγάζουμε ποτέ. Προτοῦ νά κοιμηθεῖτε τό βράδυ, νά σταυρώνετε τό μαξιλάρι σας τρεῖς φορές, «εἰς τό Ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». «Πέφτω κάνω τόν Σταυρό μου, ἄγγελο φύλακα ἔχω στό πλευρό μου», μᾶς μάθαιναν παλαιότερα στό Σχολεῖο. Ὁ πατήρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, ὁ ἅγιος αὐτός πνευματικός πατέρας τῶν Πατρῶν, πού κατάγεται ἀπό ᾽μᾶς, συμβούλευε τούς χριστιανούς ὅ,τι ἀγοράζουν καί τό φέρνουν σπίτι τους, νά τό σταυρώνουν πρῶτα οἱ ἴδιοι, γιά νά εἶναι εὐλογημένα ὅλα τους τά πράγματα.
- Ἀλλά «Σταυρός» σημαίνει συμβολικά νά ζοῦμε μιά ἐνάρετη ζωή μέ σταυρωμένα, δηλαδή μέ καρφωμένα τά ἁμαρτωλά μας πάθη. «Σταυρός» πάλι σημαίνει ὄχι καλοπέραση καί ἄνεση, ἀλλά ἄσκηση καί προσφορά καί θυσία γά τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ καί γιά τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων. Ὁ Σμύρνης Χρυσόστομος, ὅταν τοῦ πρότειναν νά πάει στήν Δύση, γιά νά γλιτώσει τό μαρτύριο πού τοῦ ἑτοίμαζαν, ἀπάντησε:«Πάρτε τήν Μίτρα καί φέρτε μου ἀκάνθινο στεφάνι. Θέλω Σταυρό, μεγάλο Σταυρό, πάνω στόν ὁποῖο νά σταυρωθῶ»!
Χριστιανοί μου! Μιά μέρα θά φύγουμε ἀπό τόν μάταιο αὐτό κόσμο. Ὅλα θά τά ἀφήσουμε ἐδῶ. Ἀλλά πάνω ἀπό τόν τάφο μας θά ἔχουμε τόν Σταυρό, γιά νά διαλαλεῖ ὅτι «ἐνθάδε κεῖται» ἕνας πιστός χριστιανός, πού τιμοῦσε τόν Σταυρό καί ἔζησε τήν πολιτεία τοῦ Σταυροῦ.
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
11.
Ο σταυρός, πέρα από σύμβολο νίκης πάνω στον θάνατο,αποτελεί και σύμβολο νίκης πάνω στην αμέλεια, τη ραθυμία, την αδιαφορία,
Του Ηλία Λιαμή
Βρισκόμαστε στο μέσον της Σαρακοστής και ο Σταυρός, που θα υψωθεί στους ναούς μας την Κυριακή, έρχεται να μας ενισχύσει και να μας προειδοποιήσει.
Να μας ενισχύσει σε έναν δρόμο δύσκολο, δρόμο εγκράτειας και περισυλλογής, όπου το σώμα απαιτεί τα δικαιώματά του. Και το σώμα αυτό, με το αλαζονικό του θέλημα, δεν υποτάσσεται εύκολα, σε καιρούς μάλιστα που οι άνθρωποι έχουν αυτό και τις ανάγκες του ως το υπέρτατο αγαθό και τον απόλυτο στόχο.
Και να μας προειδοποιήσει, πως αυτός ο Σταυρός, ένα απλό σημείο, δυο κάθετες μεταξύ τους γραμμές, έρχεται να φανερώσει την απόλυτη, τη μετωπική σύγκρουση με τον κόσμο.
Είναι πολλές φορές, που ο Χριστιανισμός έχει κατηγορηθεί για παθητικότητα, ακόμη και για ηττοπάθεια. Λίγοι είναι εκείνοι, που τον περιλαμβάνουν στις πιθανές λύσεις της σημερινής κρίσης.
Η αιτία είναι διπλή:
Πρώτα, το πνεύμα των καιρών, το πνεύμα της δύναμης, της επιβολής και της αποθέωσης του ισχυρότερου. Σε ένα κόσμο αρπακτικών, τι θέση μπορεί να κατέχει ένας Θεός εκούσια απογυμνωμένος από το κύρος και τη δύναμή του; Ποιος τολμά να μιλήσει για ταπείνωση, υποχωρητικότητα και συγχωρητικότητα σε μια κοινωνία, που καθημερινά δικαιώνει τον Δαρβινικό νόμο του ισχυροτέρου; Ποιος να ψελλίσει τη λέξη αγάπη, όταν η οργή ξεχειλίζει από την αδικία;
Υπάρχει όμως και κάτι δεύτερο, που έχει να κάνει με την στάση εκείνων, που ακολουθούν τον Θεότης σταυρωμένης αγάπης. Στάση αποχής από την αγωνία και τον αγώνα των λαών για μια καλύτερη μοίρα. Στάση αμηχανίας, μπροστά σ’ έναν κόσμο που αλλάζει με ρυθμούς ραγδαίους. Στάση ακόμη απομόνωσης σε πνευματικές και υπερβατικές αναζητήσεις, που θα χάσουν δήθεν την γνησιότητά τους, αν νοθευτούν από τις έννοιες και τις αγωνίες των πολλών.
Ίσως εμείς να είμαστε οι κύριοι υπεύθυνοι για την περιθωριοποίηση του μηνύματος του Σταυρού. Κρατήσαμε εύκολα το προφανές: Την υπομονή του Χριστού πάνω στον Σταυρό, τη σιωπή Του, την ανεξικακία Του, τη μοναξιά και τους αβάσταχτους πόνους Του. Οι μέρες που έρχονται, αφήνουμε να μας προετοιμάσουν μόνο για μια λύπη, ένα θάνατο. Θεωρούμε, πως το πνεύμα των ημερών επιβάλλει μόνον περισυλλογή και προσδοκία μιας ανάστασης ενός Θεού, που υπέμεινε τα πάνδεινα.
Δεν είναι όμως μόνον αυτό το μήνυμα του Σταυρού. Πρέπει να ενεργοποιήσουμε και το δυναμικό του μήνυμα: Το πνεύμα της θυσίας, που πρώτος δίδαξε ο Χριστός και που αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της χριστιανικής πνευματικότητας, δεν αποτελεί καρπό μόνον μιας παθητικής αγάπης, αλλά μιας ενεργητικής ευθύνης.
Ο Σταυρός στον ώμο του Θεανθρώπου, δεν προήρθε μόνο από την άρνησή του να συγκρούεται, αλλά και από την επιθυμία Του να ολοκληρώσει την ευθύνη που ανέλαβε, για χάρη της πεσμένης ανθρώπινης φύσης. Σωστά, ολόσωστα μιμούμαστε – ή προσπαθούμε να μιμηθούμε – την υπομονή, την ανεξικακία και τη μακροθυμία Του. Ο ίδιος Θεός όμως είναι Θεός προσήλωσης σε ένα πανανθρώπινο σκοπό, Θεός ευθύνης λυτρωτικής, Θεός αταλάντευτης και επίμονης δράσης, για να επιτύχει τον σωτηριώδη σκοπό Του.
Ο σταυρός, πέρα από σύμβολο νίκης πάνω στον Θάνατο, αποτελεί και σύμβολο νίκης πάνω στην αμέλεια, τη ραθυμία, την αδιαφορία, τον ατομισμό, τη διάσπαση στα μικρά και ασήμαντα, τη ροπή προς τις δηλητηριώδεις …γλύκες και την πικρή δόξα αυτού του κόσμου.
Σταυρός είναι το σύμβολο της ανάληψης της υπέρτατης ευθύνης, της ευθύνης που αναλαμβάνει η αγάπη. Διότι, χωρίς ανάληψη ευθύνης και ετοιμασία όλων των δυνάμεων σώματος και ψυχής για ενεργοποίησή της, η αγάπη παραμένει έρμαιο των περιστάσεων, έτοιμη να σκορπίσει, με την πρώτη δυσκολία στους πέντε ανέμους.
Αυτή την αγαπητική ευθύνη έχει να προσφέρει ο Χριστιανισμός στον σύγχρονο κόσμο.
Δυστυχώς για τα νέα παιδιά μας, δεν υπάρχει χώρος, όπου να διδάσκεται η αγαπητική ευθύνη. Όντως δεν λείπουν οι καλές προθέσεις, ούτε και οι εντυπωσιακές δράσεις. Πόσο συγκινητική δεν ήταν πρόσφατα η προσφορά των παιδιών στην Πάτρα, να διαθέτουν τα χρήματα της εκδρομής τους, για να εγχειριστεί ο άρρωστος συμμαθητής τους! Πού πάνε αυτοί οι θησαυροί της ψυχής των παιδιών, των νέων, όταν περάσουν τα χρόνια και γίνουν κι αυτοί γρανάζια της απανθρωπιάς του κόσμου των ενηλίκων!
Τολμώ μια απάντηση και σου την καταθέτω στην κρίση και την αγάπη σου:
Δε βγαίνει η ζωή χωρίς διαρκή τροφοδοσία αγάπης, βγαλμένης από τον Σταυρό της σταυρωμένης αγάπης, το σταυρό της αγαπητικής ευθύνης.
Γνωρίζω και γνωρίζεις σχολεία ή οικογένειες ή άλλους κοινωνικούς χώρους, όπου καλλιεργείται η υπευθυνότητα και η πειθαρχία. Συνήθως όμως δεν υπάρχει πίστη και αγάπη χριστιανική, οπότε η υπευθυνότητα καταλήγει να είναι ένα ακόμη καθήκον, καταδικασμένο να μαραθεί με τον καιρό. Αντίθετα, σε πολλούς θρησκευτικούς χώρους, η πνευματική ζωή, κλεισμένη συνηθέστατα σε μια διάσταση ατομικής σωτηρίας, βάζει σε δεύτερη μοίρα την κοινωνική – γιατί όχι, εκκλησιαστική – ευθύνη, οπότε η αγάπη ευτελίζεται σε γλυκερό συναισθηματισμό με νοοτροπία κλειστού πνευματικού club, χωρίς τον δυναμισμό της κοινωνικής αποστολής και την ανάληψη προσωπικής ευθύνης.
Να γιατί ο όλος Χριστός, με την πληρότητα της αγάπης Του και την πληρότητα της ευθύνης Του, δεν έχει «που την κεφαλήν κλίνη» (Μτθ. 8, 20)
Κι όμως, ίσως να βρίσκει τελικά. Εκεί, που κάποιοι άνθρωποι κάνουν την αγάπη και την ευθύνη να συναντώνται αρμονικότατα, με αποτελέσματα, βγαλμένα, λες, από ένα επίγειο παράδεισο. Ανθρώπων, που παίρνουν επάνω τους την αποτυχία των καιρών και αποφασίζουν, αντί να καταθλίβονται, να στηρίζουν, αντί να ρημάζουν ό,τι απέμεινε, να χτίσουν, αντί να κραυγάζουν, να αναλάβουν σιωπηλά το όποιο μερίδιο ευθύνης τους αναλογεί. Και όταν οι δυνάμεις εξασθενούν, ένας σταυρός, όχι πια ξύλινος, αλλά σχηματισμένος από την κίνηση τριών ενωμένων δάχτυλων σε όλο το κορμί, αρκεί για να αποδείξει, πως το εργαλείο τού πιο ατιμωτικού θανάτου μπορεί να γίνει ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Εσύ; Τους έχεις συναντήσει ποτέ; Μπορεί να βρίσκονται στη διπλανή σου ενορία. Στο κοντινό σου ίδρυμα. Ή να είναι από εκείνους, που, όπου σταθούν κι όπου βρεθούν, σκορπίζουν γύρω τους άφεση, συμφιλίωση, υπομονή, κουράγιο και αισιοδοξία, παρά και τα δικά τους προβλήματα.
Αυτοί είναι οι άνθρωποι, που φανερώνουν τη μετωπική, όπως σου είπα, σύγκρουση του Σταυρού με τον κόσμο.
Σ’ έναν κόσμο, όπου κανείς δεν είναι απόλυτα αθώος και κανείς απόλυτα ένοχος, αυτό που φαίνεται να μας λείπει τραγικά είναι η ανάληψη της προσωπικής αγαπητικής ευθύνης μας. Όταν μια ολόκληρη κοινωνία ξέρει να ενεργοποιεί αυτοματισμούς, για να υποδείξει μονίμως τον «άλλον» ως πηγή όλων των δεινών, αλλά στερείται και την παραμικρή ικανότητα αυτομεμψίας, είναι σχεδόν μοιραίο να προετοιμάζει τους νέους ανθρώπους για μια ζωή χωρίς ελπίδα προσωπικής αλλαγής. Κάθε τέτοια απόπειρα έχει πάντα ως αφετηρία το «φταίω» και τέλος διαδρομής το «ήμαρτον».
Ανάμεσα στις δύο αυτές λέξεις, ο Σταυρός. στο κέντρο ακριβώς της Σαρακοστής, η μέρα της Σταυροπροσκύνησης. Ημέρα κουράγιου, δύναμης, παρηγοριάς, ανανέωσης προσανατολισμού και συνειδητοποίησης του τι μας διαφοροποιεί από τον κόσμο. Σκέφτομαι πολλές φορές, πώς γίνεται, μια από τις απλούστερες ανθρώπινες κατασκευές, δυο ξύλα, το ένα κάθετο με το άλλο, ένα σύμβολο δύο γραμμών με το μολύβι, να συμπυκνώνει τόσα νοήματα και τόσες ρήξεις.
12.
Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
- Ἡ σημερινή Κυριακή, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ἡ Γ´ Κυριακή τῶν Νηστειῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἔχει ἕνα ἰδιαίτερο ὄνομα. Λέγεται «Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως». Ἔχει μεγάλο ἐνδιαφέρον τό γιατί ἡ Κυριακή αὐτή ἔχει τό ὄνομα αὐτό. Νομίζω σᾶς τό εἶχα ἐξηγήσει ἄλλοτε. Σᾶς εἶχα πεῖ αὐτό πού ξέρετε ἤδη, ὅτι τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή δέν ἑορτάζονται μνῆμες ἁγίων, γιατί ἡ Θεία Λειτουργία ἐπιτρέπεται μόνο τό Σάββατο καί τήν Κυριακή. Ἄν δέ σέ κάποια μέρα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πέσει μία μεγάλη ἑορτή, αὐτή ἡ ἑορτή μετατίθεται σέ κάποια Κυριακή τῆς Τεσσαρακοστῆς, γιά νά ἑορταστεῖ μέ Θεία Λειτουργία. Ὁ Μάρτης δέν λείπει ἀπό τήν Τεσσαρακοστή!
Στίς 6 Μαρτίου, χριστιανοί μου, ἑορτάζουμε μία μεγάλη-μεγάλη ἑορτή. Ἑορτάζουμε τήν εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπό τήν ἁγία Ἑλένη, τήν μητέρα τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου. Τό καταλαβαίνετε ὅτι εἶναι μεγάλη ἡ ἑορτή αὐτή καί δέν πρέπει λοιπόν νά μήν ἑορταστεῖ. Ἐπειδή ὅμως συνήθως πέφτει μεσοβδόμαδα, πρέπει νά μετατεθεῖ σέ κάποια Κυριακή τῆς Τεσσαρακοστῆς. Σέ ποιά Κυριακή; Οἱ ἅγιοι Πατέρες καθόρισαν αὐτήν τήν ἑορτή τοῦ Σταυροῦ νά τήν ἑορτάζουμε τήν Τρίτη Κυριακή τῆς Τεσσαρακοστῆς, πού σχεδόν εἶναι τό μέσον τῆς ἁγίας αὐτῆς περιόδου. Ἔτσι, βλέποντες οἱ χριστιανοί καί ἐπικαλούμενοι τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, παίρνουν δύναμη γιά νά συνεχίσουν νά σηκώσουν τόν σταυρό τοῦ ἀγώνα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Γιατί Μεγάλη Τεσσαρακοστή πραγματικά εἶναι πνευματικός ἀγώνας ἐναντίον τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν γιά τόν καθαρμό τῆς ψυχῆς μας. Εἶναι σταυρός ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή καί σηκώνω ἐλαφρότερα τόν σταυρό αὐτό ἐγώ ὁ χριστιανός, ἐάν κοιτάξω τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου μου Ἰησοῦ Χριστοῦ!
Σήμερα λοιπόν, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ἑορτάζουμε τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Καί τό Εὐαγγελικό καί τό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα καί τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας ἔλεγαν γιά τόν Τίμιο Σταυρό. Γιά τόν Σταυρό λοιπόν θά σᾶς πῶ καί ἐγώ λίγα λόγια σήμερα καί παρακαλῶ πολύ νά τά προσέξετε. Ὁ Σταυρός, ἀγαπητοί μου, ἔχει μιά μεγάλη θεολογία, εἶναι ὅλη ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Γιά νά φανταστεῖτε πόσο βαθιά θεολογική ἔννοια ἔχει ὁ Σταυρός, σᾶς λέγω αὐτό μόνο, ὅτι ταυτίζεται καί παραλληλίζεται μέ τήν Παναγία! Ὅ,τι λέγεται γιά τόν Σταυρό, λέγεται γιά τήν Παναγία· καί ὅ,τι λέγεται γιά τήν Παναγία λέγεται καί γιά τόν Σταυρό. Ὁ Σταυρός εἶναι τό κλειδί, μέ τό ὁποῖο ὁ Χριστός ἄνοιξε τόν κλεισμένο Παράδεισο. Καί ὁ Σταυρός πάλι εἶναι τό δένδρο μέ τόν γλυκό καρπό τήν θεία Κοινωνία, μέ τήν ὁποία τρέφονται οἱ πιστοί. Αὐτό εἶναι ὁ Σταυρός. Ἀλλά τήν περασμένη Παρασκευή εἴπαμε στήν Παναγία μας μέ τήν Γ´ Στάση τῶν Χαιρετισμῶν Της: «Χαῖρε ἡ κλείς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας» καί «Χαῖρε δένδρον ἀγλαόκαρπον ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί». Ὅ,τι δηλαδή λέμε γιά τόν Σταυρό, αὐτό λέγεται καί γιά τήν Παναγία. Σταυρός καί Παναγία, Παναγία καί Σταυρός, αὐτά εἶναι τά δύο μεγάλα δόγματα τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας.
Εἶναι μεγάλη λοιπόν, σᾶς ξαναλέγω, ἡ θεολογία τοῦ Σταυροῦ, εἶναι ὅλη ἡ θεολογία τῆς πίστης μας καί θά ἤθελα αὐτό νά σᾶς τό ἀποδείξω τώρα.Ὅλη-ὅλη ἡ πίστη μας, ἀδελφοί μου, εἶναι αὐτά τά τρία: (α) Δημιουργηθήκαμε σταυροειδῶς· (β) ἁμαρτήσαμε σταυροειδῶς καί (γ) σωθήκαμε σταυροειδῶς.Αὐτά τά τρία θά σᾶς ἀναπτύξω τώρα.
(α) Δημιουργηθήκαμε σταυροειδῶς. Τί σημαίνει αὐτό; Ὁ Σταυρός, ἀγαπητοί μου, εἶναι δύο γραμμές ἑνωμένες. Ἡ μία εἶναι ἡ κατακόρυφη, πού πάει πρός τά πάνω, καί ἡ ἄλλη εἶναι ἡ ὁριζόντια, ἡ πλάγια. Αὐτές οἱ δύο γραμμές μᾶς δείχνουν τόν προορισμό μας, τό γιατί, δηλαδή, ἤλθαμε στόν κόσμο. Ἡ κατακόρυφη γραμμή μᾶς λέει ὅτι σκοπό ἔχουμε νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Θεό. Νά πηγαίνουμε ὅλο πρός τά πάνω. «Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας». Ἡ κατακόρυφη γραμμή μᾶς λέει ἀγάπη στόν Θεό. Ἡ ἄλλη, ἡ ὁριζόντια γραμμή, μᾶς λέει νά ἔχουμε ἀγάπη στόν πλησίον, αὐτούς πού ἔχουμε δίπλα μας, ἀπό τήν μία καί τήν ἄλλη πλευρά μας. Πραγματικά, αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου, ἀγαπητοί μου, αὐτή εἶναι ἡ τέλεια πνευματική ζωή: Ἀγάπη στόν Θεό καί ἀγάπη στόν πλησίον.
Ὅμως, (β) ἁμαρτήσαμε σταυροειδῶς. Γκρεμίσαμε τήν κατακόρυφη γραμμή, γιατί τά χαλάσαμε μέ τόν Θεό. Παραβήκαμε τήν ἅγια ἐντολή Του. Μᾶς εἶπε νά μήν τό κάνουμε καί ἐμεῖς τό κάναμε. Μᾶς εἶπε νά μήν φᾶμε τόν ἀπαγορευμένο καρπό καί ἐμεῖς τόν φάγαμε. Τά χαλάσαμε λοιπόν μέ τόν Θεό καί ἔτσι γκρεμίσαμε, ξαναλέγω, τήν κατακόρυφη γραμμή. Ἀλλά χαλάσαμε καί τήν ὁριζόντια γραμμή, πού σημαίνει ἀγάπη μέ τόν πλησίον. Ἀφοῦ τά χαλάσαμε μέ τόν Θεό, ἔπειτα ὁ Κάιν φόνευσε τόν Ἄβελ καί χαλάσαμε λοιπόν καί τήν ὁριζόντια γραμμή. Ἔτσι, καταστρέψαμε τόν Σταυρό. Αὐτό σημαίνει τό ἁμαρτήσαμε σταυροειδῶς. Ἀλλά, χαρεῖτε, χριστιανοί, γιατί θά σᾶς πῶ τώρα ὅτι
(γ) σωθήκαμε σταυροειδῶς. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, ἦλθε ἐδῶ κάτω στήν γῆ μας, στήν μιζέρια μας. Μᾶς κήρυξε ὡραία διδασκαλία πού τήν γράφει τό ἅγιο Εὐαγγέλιο καί μιά ἡμέρα, Παρασκευή ἡμέρα, ἐπάνω στοῦ Γολγοθᾶ τόν βράχο, καρφωμένος στόν Σταυρό, πρόσφερε τόν Ἑαυτό Του θυσία στόν οὐράνιο Πατέρα γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι λυτρωτικό καί σωτήριο καί σβήνει τίς ἁμαρτίες μας. «Τό αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό πάσης ἁμαρτίας» (Α´ Ἰωάν. 1,7). Αὐτή, χριστιανοί μου, μέ λίγα ἁπλᾶ λόγια εἶναι ἡ θεολογία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία.
-
Χριστιανοί μου! Ὁ Σταυρός ἔχει δύναμη καί μόνο ἡ ὄψη του καί μόνο στό σχῆμα του φυγαδεύει τούς δαίμονες. Ἄν νοιώθετε κάτι τό πειρασμικό, ἄν βλέπετε στά σπίτια σας, στά χωράφια σας ἤ κάπου ἀλλοῦ κάτι τό σατανικό – «μάγια» δηλαδή –, μή φοβᾶστε. Σταυρῶστε τα καί πετάξτε τα στό ρέμα. Μέ τόν Σταυρό ἐξαφανίζονται ὅλα τά σατανικά. Ἐμεῖς οἱ Ἱερεῖς λέμε στίς εὐχές μας: «Συντριβήτωσαν ὑπό τήν σημείωσιν τοῦ τύπου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Σου πᾶσαι αἱ ἐναντίαι δυνάμεις».
Καλή ὑπόλοιπη Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
13.
Κάνοντας το σημείο του Σταυρού
… Στήν Ὀρθόδοξη ᾿Εκκλησία, ὅλα τά πρόσωπα καί ὅλα τά πράγματα, μέσῳ τοῦ σταυροῦ, θυσιάζονται καί προσφέρονται. Οἱ χριστιανοί, κάνοντας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ ζητοῦν τήν δύναμη νά φερθοῦν μέ καθαρότητα ἀπέναντι στόν κόσμο. ᾿Ακόμη διαδηλώνουν τήν θέλησή τους, νά ὑψωθοῦν μέ τήν προσπάθειά τους, ὥς τήν συνάντηση αὐτῆς τῆς δύναμης· νά δοξάσουν τόν Θεό μέ ὅλες τους τίς πράξεις καί τίς ὀδύνες μέσα στόν κόσμο, ἀκόμη καί μέ τό θάνατό τους· νά ζήσουν καί νά πεθάνουν γιά τόν Θεό, νά ἐκδηλώσουν μέ κάθε τρόπο, ὅτι θυσιάζονται σ᾿ ᾿Εκεῖνον. ῾Η ᾿Εκκλησία διά τοῦ σταυροῦ ἁγιάζει τά πάντα· τό νερό, μέ τό ὁποῖο ραντίζει τούς πιστούς, τίς τροφές, τά σπίτια, τά περιβόλια καί τά χωράφια μέ τούς καρπούς τους, τά δῶρα πού προσφέρονται στόν Θεό.
῾Ο σταυρός ὅλα τά ἁγιάζει, τά καθαίρει στό βαθμό πού καθαίρονται, καθιστώντας τόν Θεό διάφανο, Κύριό τους. ῾Ο σταυρός τά θέτει, μέσα ἀπό ὅλα τά πράγματα, σέ ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό. Τά πάντα προσφέρονται ὡς δῶρα στόν Θεό.
῞Ολες οἱ λατρευτικές ἀκολουθίες ἀρχίζουν καί τελειώνουν μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ὅλες οἱ κύριες χειρονομίες τῆς λατρείας συνοδεύονται ἀπό τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, γιατί ἡ ἴδια ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ κατέρχεται διά τοῦ σημείου τοῦ σταυροῦ στόν βαθμό, πού κάνοντάς το, Τόν ἐπικαλούμαστε.
Μ᾿ αὐτό τό σημεῖο οἱ πιστοί ἔρχονται νά συναντήσουν τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ὑποσχόμενοι νά προσφερθοῦν καθαρήθυσία στόν Θεό, νά φερθοῦν μέ καθαρότητα σέ κάθε πράξη τους μέσα στόν κόσμο. Γι᾿ αὐτό, τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, συνοδεύεται πάντοτε ἀπό τήν ἐπίκληση τῆς ῾Αγίας Τριάδας.
Γιατί αὐτή ἐνεργεῖ τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί ἀπό αὐτή κατέρχεται ἡ θεία δύναμη, πού ἐνεργεῖ μέσα στόν κόσμο, γιά νά τόν ἐξαγιάσει καί νά τόν μεταμορφώσει. Αὐτή φανερώνεται διά τοῦ σταυροῦ μέσα στόν κόσμο. ῾Η δύναμη τοῦ σταυροῦ καθαίρει ὄχι μόνο τούς πιστούς καί τή σχέση τους μέ τόν κόσμο, ἀλλά καί τόν ἴδιο τόν κόσμο. Διά τοῦ σταυροῦ ἀποδιώχνονται οἱ δαίμονες, πού προξενοῦν τό κακό καί ἐκτοξεύουν τούς πειρασμούς μέσα ἀπό τό νερό, τό κρασί, τούς καρπούς, τά ἀνθρώπινα πρόσωπα…
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο
Πρωτ. Δημητρίου Στανιλοάε (†),
«Στὸ φῶς τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως»,
ἔκδ. Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος,
Κύμη 1984, σελ. 30-32
14.
ΤΙ ΓΑΡ ΩΦΕΛΗΣΕΙ ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΕΑΝ ΚΕΡΔΗΣΗ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΟΛΟΝ, ΚΑΙ ΖΗΜΙΩΘΗ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΑΥΤΟΥ;
Οι παλιοί χρησιμοποιούσαν συχνά μία φράση του Ευαγγελίου η οποία λέει πολλά για την ματαιότητα της ζωής, του πλούτου, της δόξας, για το τι είναι ουσιώδες και αυθεντικό: «Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού;» (Μάρκ. 8,36). «Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος, αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του;».
Καίριο το ερώτημα και σε μία εποχή όπως η δική μας στην οποία η έννοια της ψυχής είναι εντελώς εγκεφαλική και διανοητική, εγκλωβίζεται στα συναισθήματά μας και κατά την γνώμη πολλών πεθαίνει μαζί με το σώμα. Η ψυχή είναι μία από τις δύο εκφράσεις της ύπαρξης, του προσώπου του καθενός ανθρώπου όπως μας δημιούργησε ο Θεός. Η άλλη είναι το σώμα.
Η παράδοση της Εκκλησίας μας αναφέρει ότι το σώμα πεθαίνει. Η ψυχή όμως ως το πνεύμα του ανθρώπου, ως το σημείο της ζώσας ύπαρξης δεν πεθαίνει, αλλά προσδοκά την ανάσταση των νεκρών. Εισέρχεται στην διάσταση της κοινωνίας με τον Θεό με έναν τρόπο που δεν μπορούμε να τον περιγράψουμε, αλλά εμπιστευόμαστε τον Χριστό ως φως και δόξα για να τον ζήσουμε, αλλά και αποδεχόμαστε ως σημείο του την χάρη που αναβλύζει από τα λείψανα των αγίων μας, είτε όταν είναι ακέραια, είτε όταν θαυματουργούν, είτε όταν μυροβλύζουν, είτε όταν αισθάνεται κανείς πως από κάποια άλλη πραγματικότητα μπορούν να μας δώσουν δύναμη, νόημα και φως. Και η ψυχή σώζεται αυθεντικά και προγεύεται την κοινωνία με τον Θεό όταν αγαπά, όταν σηκώνει σταυρούς χωρίς να αγανακτεί, όταν παραδίδεται στο θέλημα του Θεού.
Τότε, εξερχόμενη του σώματος, μπορεί να αναγνωρίσει τον Θεό, διότι έχει μιμηθεί τον Χριστό στην ζωή της, αναλαμβάνοντας με την σειρά της μαζί με το σώμα, δηλαδή ως σύνολη ύπαρξη, να σηκώσει τον σταυρό της., είτε αυτός έχει να κάνει με τον εαυτό μας και τις αγωνίες του είτε με τους άλλους, τις σχέσεις μας, το εγώ μας που συγκρούεται με τον πλησίον, με το πνεύμα της εξουσίας, με τα πάθη τόσο τα προσωπικά όσο και των άλλων ανθρώπων, με τον διάβολο και τα τεχνάσματα που μηχανεύεται για να μας απομακρύνει από τη δυνατότητα να γνωρίσουμε τον Θεό. Αλλά και τους άλλους σταυρούς, του πόνου, της αρρώστιας, του θανάτου, της αποτυχίας, της ήττας. Η ύπαρξη που καρτερικά αναδέχεται ό,τι επιτρέπει ο Θεός να συμβεί στην ζωή, βρίσκει και βιώνει τα κλειδιά της Βασιλείας.
Το ερώτημα όμως του Χριστού είναι καίριο, διότι περιγράφει τρία χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ύπαρξης, τα οποία δεν μας επιτρέπουν εύκολα να σηκώσουμε τον σταυρό μας με υπομονή, συγχωρητικότητα, αγάπη ακόμη και γι’ αυτούς που μας ταλαιπωρούν, αλλά και με εμπιστοσύνη προς τον Θεό.
Το πρώτο είναι η επιθυμία του ανθρώπου για κέρδος. Οι πράξεις μας αποσκοπούν στο να πετύχουμε, να απολαύσουμε, να επικρατήσουμε εις βάρος των άλλων, να χρησιμοποιήσουμε τους άλλους. Και όχι μόνο αυτό. Να συσσωρεύσουμε κέρδη, διότι με τον τρόπο αυτό πιστεύουμε ότι ελέγχουμε την ζωή μας από μόνοι. μας. Το κέρδος, όταν δεν περιορίζεται στο να μπορεί ο άνθρωπος να ζει αξιοπρεπώς, αλλά αποσκοπεί στην επίδειξη δύναμης, στην απόλαυση των αγαθών του κόσμου, στο έλεγχο επάνω στην ζωή, καθιστά τον άνθρωπο έναν μικρό θεό. Και είναι ελεύθερη η επιλογή μας να επιδιώκουμε το κέρδος σε ό,τι κάνουμε. Όμως αυτός ο δρόμος είναι στηριγμένος σε δύο απουσίες. Η μία είναι αυτή του φόβου του θανάτου, της έγνοιας ότι κάποια στιγμή το τέλος θα έρθει και επομένως ό,τι κι αν συγκεντρώσουμε από κέρδη στην ουσία θα μείνει εδώ. Η δεύτερη έχει να κάνει με την έλλειψη ενδιαφέροντος για την αιωνιότητα ή την απιστία σ’ αυτήν. Ο άνθρωπος, έχοντας προσανατολίσει τον εαυτό του στο παρόν, δεν σκέφτεται ότι υπάρχει και η μεταθανάτια ζωή και ό,τι κερδίζει εδώ, δεν έχει νόημα στο επέκεινα, πλην της αγάπης.
Το δεύτερο είναι ο κόσμος. Αν για κάτι μας φαίνεται ακατανόητος ο σταυρός είναι διότι όποιος τον σηκώνει, στην ουσία εγκαταλείπει την εξάρτηση από τον κόσμο και την προσκόλληση σ’ αυτόν. Σηκώνω τον σταυρό μου σημαίνει ότι έχω αναγκαστεί ή ότι έχω αποφασίσει να μην είναι ο κόσμος το κριτήριό μου, αλλά μία νέα πορεία του εαυτού μου. Όποιος σηκώνει σταυρό νιώθει την φθαρτότητά του. Δεν βλέπει πώς περνά ο κόσμος, ποιο είναι το ήθος του, τι ζητάνε οι άνθρωποι για να είναι ευτυχισμένοι, ποιο τίμημα είναι διατεθειμένοι να καταβάλουν, αλλά βλέπει ότι παράγει το σχήμα του κόσμου τούτου και ο ίδιος έχει μιαν άλλη αποστολή. Να αντέξει, με την βοήθεια του Θεού, του πλησίον, του αγώνα του, της ελπίδας του. Μιλάμε για μιαν άλλη πορεία ζωής. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι δεν αγαπούμε τους σταυρούς μας, αλλά θέλουμε να φύγουν από πάνω μας. Διότι δεν μας επιτρέπουν να ζούμε την κοσμικότητα, δηλαδή την ζωή χωρίς Θεό η οποία μας δημιουργεί την αίσθηση ότι απολαμβάνοντας τους κοσμικούς τρόπους και πειρασμούς μπορούμε να περάσουμε καλά στην ζωή μας. Ταυτίζουμε τον σταυρό με την λύπη, ενώ όποιος πιστεύει ξέρει ότι μέσα από τις δυσκολίες γεννιόμαστε άνωθεν, συναντούμε τον Θεό, διαπιστώνοντας τα όριά μας.
Το τρίτο είναι η έννοια του «όλου». Οι άνθρωποι είμαστε πλεονέκτες. Τα θέλουμε όλα δικά μας. Δεν μας αρκεί ο κόσμος, ένα τμήμα του. Θέλουμε όλο τον κόσμο για μας. Θέλουμε όλη την ευτυχία. Όλη την απόλαυση. Όλη την εξουσία. Και γι’ αυτό μέσα μας μεμψιμοιρούμε. Εύκολα γκρινιάζουμε για το παραμικρό. Δεν ικανοποιούμαστε, ό,τι κι αν έχουμε. Και γι’ αυτό ο κάθε σταυρός μας δείχνει ότι όχι μόνο δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα, αλλά θα μας λείψουν και αυτά που θεωρούμε δεδομένα, ό,τι μας ανήκει. Αν όμως αυτή η έλλειψη γίνει αφορμή εμπιστοσύνης στον Θεό, άσκησης και υπομονής, και την ίδια στιγμή δυνατότητας να δούμε τα ουσιώδη, τι πραγματικά χρειαζόμαστε, τότε ο όποιος σταυρός θα μας βοηθήσει να κερδίσουμε, αφού χάσουμε. Να δοξάσουμε τον Θεό για ό,τι επιτρέπει να μας συμβεί και να μπορούμε να χαιρόμαστε ακόμη και το λίγο.
Όποιος επιθυμεί να κερδίσει όλο τον κόσμο, κινδυνεύει να ζημιωθεί σε ό,τι αφορά στην ψυχή του, σε ό,τι αφορά δηλαδή στην οδό της αιωνιότητας. Η αυθεντική ζωή, η οδός της αιωνιότητας περνά από τον Σταυρό. Ανεβαίνοντας επάνω του ο Χριστός μας δείχνει ποιος είναι αληθινά ο άνθρωπος, ποιος ο κόσμος και ποιο το νόημα της ζωής. Όταν μας κυβερνά το συμφέρον και όχι η αγάπη, τότε και κακοί γινόμαστε και το κακό θριαμβεύει. Όταν κριτήριό μας είναι ο κόσμος, τότε μας ενδιαφέρει η απόλαυση, η ανέμελη ζωή, η οικείωση των κοσμικών τρόπων, χωρίς όμως Θεό, δηλαδή χωρίς ελπίδα αιωνιότητας. Τέλος, όταν τα πάντα λειτουργούν στην ζωή με κριτήριο την πλεονεξία, την απολυτότητα, την απουσία μέτρου, όλες οι δυσκολίες μας φαίνονται βουνό. Και είναι βέβαιο ότι θα χάσουμε, θα ζημιωθούμε ψυχικά. Διότι δεν θα είμαστε σε θέση να εμπιστευτούμε Αυτόν που μας αγαπά, ανέβηκε πρώτος στον σταυρό για μας και τελικά μας δίνει δύναμη να αντέξουμε τις μικρές ή τις μεγάλες δυσκολίες της ζωής.
Στην μέση της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, στο μέσον των ναών, η Εκκλησία βάζει τον Τίμιο Σταυρό. προσκυνώντας τον να μπορέσουμε να θυμηθούμε ότι η αξία της ζωής βρίσκεται στην αγάπη. Στην εμπιστοσύνη στον Θεό και την ελπίδα της αιωνιότητας, αλλά και στην επίγνωση των ορίων μας. Στο λίγο που γίνεται πολύ με την παρουσία του Θεού, αρκεί να ξεκινά από το μέτρο της αναζήτησης της σχέσης μαζί Του στην Εκκλησία. Τότε ο Σταυρός γίνεται συνέχεια μία καινούργια αρχή, αγάπης και ανακαίνισης. Και αλλάζει ο κόσμος μας!
Κέρκυρα, 19 Μαρτίου 2017