Του Αρχιμανδρίτη Γεράσιμου Φραγκουλάκη
Αννόβερο Γερμανίας
„Ελάτε να σας μάθω την αλήθεια“, ήταν το „σύνθημα“ κάποιου „γέροντα“, ο οποίος επισκέφτηκε την ενορία μας „ωσεί νυκτικόραξ εν οικοπέδω“. Προσωπικώς δεν γνώριζα για την άφιξη του „σεβαστού“ γέροντα και όπως συμβαίνει πάντα με τους αδιαπίστευτους κληρικούς επισκέπτες, το έμαθα αφού αποχώρησε. Ούτε το όνομά του γνωρίζω μετά βεβαιότητος, ούτε από ποιο δένδρο μας έπεσε αυτό το φρούτο. Δεν μπόρεσαν να το ξεκαθαρίσουν και κάποιοι εκ των ακροατών, γιατί μπερδεύτηκαν ακούγοντάς τον να λέγει πόσα χρόνια έκανε στο ένα μοναστήρι και πόσα στο άλλο. Έτσι κι αλλιώς όμως το θέμα μου δεν είναι ο συγκεκριμένος „αββάς“, αλλά το φαινόμενο του „γεροντισμού“ και οι „τσαρλατανογεροντάδες“.
Φαινόμενο οπαδογεροντισμού: Εκείνοι που καταλαμβάνονται από αυτό το σύνδρομο, γιατί για τέτοιο πρόκειται, κατ’ αρχήν ομολογούν την άστατη και αμαρτωλή ζωή τους, μέχρι που γνώρισαν τον γέροντα-σωτήρα. Την ίδια πίστη υποτίθεται ότι συνεχίζουν να έχουν, όμως αυτή τους η πίστη τους υπαγόρευε να είναι ασυνεπείς μέχρι να γνωρίσουν το γέροντα. Το πρόσωπό τους έχει μια ηρεμία εκ διαμέτρου αντίθετη με το βλέμμα τους το ελεγκτικό, την ματιά την αετίσια, την ερευνητική. Έχουν άποψη για όλα όσα αφορούν στην Εκκλησία. Συνήθως δεν συμφωνούν με τον εφημέριό τους, ο οποίος στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να είναι καλός, όχι όμως τόσο όσο ο γέροντας. Εκτός από την Τετάρτη και την Παρασκευή νηστεύουν και την Δευτέρα η οποία είναι αφιερωμένη στους αγγέλους και το κάνουν για χατήρι του γέροντα όχι επειδή έχει ως μοναχός το „αγγελικό σχήμα“, αλλά επειδή ο ίδιος είναι ένας άγγελος. Κανονίζουν με τον γέροντα όλα τους τα θέματα, από επάγγελμα μέχρι τεκνογονία. Ο γέροντας υποκαθιστά πλήρως τους φυσικούς γονείς. Κατά τήρηση δε των παραδόσεων, διότι είναι παραδοσιακοί, στα παιδιά τους αντί τα ονόματα των γονιών τους δίνουν το όνομα του γέροντα. Αν καμιά φορά ακούσετε να λένε κανένα κορίτσι Σωφρωνία ή Μελετία ή Καλλινίκη ή… ή…, αν ρωτήσετε από ποιον είναι το όνομα, το πιθανότερο είναι να σας πουν ότι είναι από το όνομα του γέροντα. Κάθε φορά που θα τους δείτε να ετοιμάζονται να φάνε ή να πιούν κάτι κάνουν το σταυρό τους ή σταυρώνουν το ποτό ή το φαγητό. Οι περισσότεροι κρατούν στα χέρια τους κομποσχοίνι δίκην κομβολογίου. Παλαιότερα περισσότερο, σήμερα σπανιότερα, οι γυναίκες φορούν κεφαλομάντηλο τουλάχιστον μέσα στο ναό. Όταν πάνε στο ναό πολλοί από αυτούς, κρατούν κερί από το σπίτι. Οτιδήποτε προσφέρεται από την ενορία τους το θεωρούν ή ποιοτικώς κατώτερο ή και αμαρτωλό. Ευτυχώς τουλάχιστον εμάς, τους εφημερίους τους μας θεωρούν ανάξιους και ακατάλληλους να τους εξομολογήσουμε, μας αναγνωρίζουν όμως το δικαίωμα να λειτουργούμε και θεωρούν έγκυρα σχεδόν όλα τα μυστήρια που κάνουμε! Αν και ακολουθούν το νέο ημερολόγιο όπως και ο γέροντας τους, είναι υπέρ του παλαιού. Χρησιμοποιούν υποκοριστικά στους θρησκευτικούς όρους, π.χ. προσευχούλα και όχι προσευχή, Χριστούλης και όχι Χριστός, Παναγίτσα και όχι Παναγία και βεβαίως ο γέροντας παππούλης και όχι πατήρ ή το άκλιτο „πάτερ“. Ασκούν δήθεν αγαθοεργίες, αλίμονο όμως σ’ εκείνον που θα έχει κάποια στιγμή την ανάγκη τους. Θα τον „διακονήσουν“ με το αζημίωτο βέβαια. Αποστρέφονται λένε την πολιτική, συμφωνούν όμως οι περισσότεροι τους με ακροδεξιές, φασιστικές και ανελεύθερες αντιλήψεις και ιδεολογίες. Συνήθως υιοθετούν σε όλες του τις εκφάνσεις το „πατρίς, θρησκεία, οικογένεια“ και γενικώς προσπαθούν να εμφανίζονται ότι δεν είναι „ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων“.
Στο λεξιλόγιό τους χρησιμοποιούν συνήθως λέξεις και όρους όπως: „να είναι ευλογημένο, αλλά…“, „πάτερ μήπως…“(έχουν μόνιμη την αμφισβήτηση σε αυτό που θα τους πει άλλος κληρικός εκτός του γέροντος), στον γέροντα „ευλογείτε“, σε άλλο κληρικό „ευλόγησον“(σπανίως βέβαια) και σχεδόν για όσα όλα γίνονται στην ενορία χρησιμοποιούν το „δεν αναπαύομαι“. Οι ίδιοι και τα παιδιά τους ουδέποτε βέβαια συμμετέχουν σε δραστηριότητες της ενορίας, όπως π.χ. κατηχητικό. Εφόσον είναι αρκετοί οι έχοντες τον ίδιο γέροντα δημιουργούν κάποιο σύλλογο με θρησκευτική βεβαίως επωνυμία και μαζεύονται σε σπίτια ή αίθουσες, ποτέ στην ενορία, όπου τελούν Παρακλήσεις, κάνουν κατηχητικό σε μεγάλους και μικρούς, φέρνουν κρυφά ομιλητές κληρικούς και λαϊκούς για ομιλίες. Προσπαθούν να ερμηνεύουν τα σοφά λόγια του γέροντα και όλο και κάποια προφητεία βρίσκουν μέσα σε αυτά. Προσεγγίζουν τους ενορίτες κατά την επίσκεψή τους στο ναό, για να τους „προσηλυτίσουν“ τους εφιστούν όμως την προσοχή να μην πουν τίποτα στον ιερέα τους γιατί είναι αντίθετος με αυτά, δεν αγαπά την αλήθεια κ.α. παρόμοια.
Τσαρλατανογεροντάδες: Προϊόν σε υπερεπάρκεια δυστυχώς. Συνήθως οι „τσαρλατανογεροντάδες“ είναι κοινοί απατεώνες που κοιτάζουν πως να βγάζουν το ψωμάκι τους και κάτι παραπάνω. Στην πλειοψηφία τους είναι μοναχοί, υπάρχουν όμως και έγγαμοι. Τελευταίως έχουν προκύψει και γερόντισσες. Προσωπικώς μου έτυχε μνημονοχάρτι στην Αγία Πρόθεση που μεταξύ των άλλων ονομάτων είχε ………μοναχής και των τέκνων αυτής! Όχι δεν επρόκειτο περί μοναχής προερχομένης εκ των εγγάμων, αλλά όπως με διαβεβαίωσε εκείνος που το έφερε, εννοούσε τα πνευματικοπαίδια της!!!
Φωτογραφίες των „τσαρλατανογεροντάδων“ κοσμούν τις οικίες των πνευματικών τους τέκνων είτε ως απλές φωτογραφίες ή πίνακες ή ρολόγια ή πιάτα κ.α.Ασκούν τα πνευματικοπαίδια τους στην υπερπνευματική ζωή και τα καθοδηγούν να πλησιάζουν τους άλλους στον χώρο που διαμένουν και να τους καθοδηγούν για να δώσουν ονόματα, πάντα με το αζημίωτο βέβαια, τα οποία θα μνημονεύσει ο γέροντας στο σαρανταλείτουργο που θα κάνει ή στις Παρακλήσεις στο Άγιον Όρος, στους Αγίους Τόπους κ.α. Δεν αρκούνται βέβαια σε αυτά μόνο. Κάνουν εξομολογήσεις από τηλεφώνου, διαβάζουν εξορκισμούς κ.α. Απολαμβάνουν τα πάντα από τα πνευματικοπαίδια τους, τα οποία φροντίζουν για τα άμφια του παππούλη, για την σίτιση, την ένδυση και την εν γένει καλοπέραση. Ο παππούλης πρέπει να τα έχει όλα για να επιτελεί απερίσπαστος το „θείο“ έργο του στα πνευματικά του παιδιά. Γνωρίζει επίσης ο παππούλης ότι για να μεταβεί σε οποιοδήποτε τόπο θα πρέπει να έχει προς τούτο την άδεια της εκκλησιαστικής του αρχής, αλλά και της εκκλησιαστικής αρχής της περιοχής που θα επισκεφθεί. Όμως συνήθως ο τσαρλατανογέροντας παππούλης νύχτα θα πάει και νύχτα θα φύγει. Εμφανίζει δε τον εαυτό του ως διωκόμενο υπό πάντων διότι μόνο αυτός κηρύττει την αλήθεια, ενώ όλοι οι άλλοι είναι „αιρετικοί“. Τελευταία μάλιστα, όλοι αυτοί οι τσαρλατανογεροντάδες υπαινίσσονται τους „αντιοικουμενιστές“, κάτι που έχει γίνει πολύ της μοδός.
Δεν θέλω να συνεχίσω να καταγράφω την κατάντια κάποιων ρασοφόρων, επειδή έτσι τους „γουστάρει“.
Υπάρχουν δυστυχώς και κάποιοι λαϊκοί που ακολουθούν το παράδειγμά τους. Βλέπετε αυτού του είδους οι δραστηριότητες έχουν πολύ ψαχνό, οπότε γιατί όχι και λαϊκοί! Υπάρχουν λοιπόν κάποιοι οι οποίοι γυρνάνε από δω κι από κει και κάνουν ομιλίες, προβάλλουν ταινίες κυρίως για τους Αγίους Τόπους, πάντα βέβαια με το αζημίωτο. Και βέβαια ούτε λόγος για ενημέρωση της τοπικής Μητροπόλεως. Τι να κάνουμε όμως! Αυτά τα φαινόμενα ανέκαθεν υπήρχαν στην Εκκλησία μας.
Σκεφτόμουνα πώς να κλείσω αυτό το κείμενο και μου ήρθε στο μυαλό ένα τραγούδι σε στίχους Κώστα Βίρβου και μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου.
Αντί επιλόγου λοιπόν, αφιερωμένο σε όλους τους τσαρλατανογεροντάδες!
Ο πάτερ Γυμνάσιος
καλόγερος άξιος
επούλαγε βότανα
για κάθε αρρώστια
μα ήξερε κι έλεγε
όλα τα ξόρκια.
«Άμπλαστρα πάρτε από μένα
ευλογημένα και φτηνά,
ένα κοτόπουλο το ένα
ή φρέσκα αυγά σημερινά
μα επειδής εγώ νηστεύω,
τα θέλω Σαρακοστιανά».
Ο πάτερ Γυμνάσιος
καλόγερος άξιος
και φάρμακα έδινε
γι’ αυτές που ήταν στείρες
μονάχα που στοίχιζαν
δυο κίτρινες λίρες.
«Άμπλαστρα πάρτε από μένα
ευλογημένα και φτηνά,
ένα κοτόπουλο το ένα
ή φρέσκα αυγά σημερινά
μα επειδής εγώ νηστεύω,
τα θέλω Σαρακοστιανά».
Φως Φαναρίου