Στο κείμενο αυτό αποδεικνύεται, βάσει του α΄ κεφαλαίου του Κατά Λουκάν Ευαγγγελίου και της νομικής λατρείας της Παλαιάς Διαθήκης, ότι η Γέννηση του Θεανθρώπου έγινε πράγματι στα τέλη Δεκεμβρίου και δεν υπήρξε η ρύθμιση της ημερομηνίας αυτής προσπάθεια εναρμονίσεως με εορτή ηλιακού θεού ή με το χειμερινό ηλιοστάσιο, όπως δέχονται συγκρητιστές θρησκειολόγοι και πλανηθέντες Ορθόδοξοι.
Εἰσαγωγή
Βιβλική ἐξέταση τοῦ θέματος
Τό θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος
Ἡ ἀπόσταση Ζαχαρία καί λαοῦ
Ὁ Ζαχαρίας ἦταν μόνος ἐντός τοῦ Ναοῦ
Ἡ λατρευτική συνάφεια τῆς θυμιάσεως τοῦ Ζαχαρία
Ὁ Ζαχαρίας ἱερεύς ἤ ἀρχιερεύς κατά τόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ;
Οἱ ὑπόλοιποι ὑπολογισμοί μέχρι τή Χριστοῦ Γέννηση
Σύνοψη τῶν ἀνωτέρω βιβλικῶν προσδιορισμῶν
Ἡ μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης
Ὀρθόδοξη ἀποδοχή τῆς ἐχθρικῆς ἑρμηνευτικῆς
Ἐπίλογος: ὁ ρόλος τῆς θείας Προνοίας
*********
Εἰσαγωγή
Τά τελευταῖα χρόνια ἀκούγεται ὅλο καί συχνότερα ἡ ἄποψη, ὅτι ἐπειδή ἡ ἀκριβής ἡμέρα τῶν Χριστοῦ Γεννῶν μᾶς εἶναι ἄγνωστη ἡ Ἐκκλησία τοποθέτησε τά Χριστούγεννα στή δῆθεν ἡμέρα εἰδωλολατρικοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ «Ἀνικήτου Ἥλιου» (τοῦ «θεοῦ» Sol Invictus), συμβολικῶς, γιά νά σημάνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης καί νά ἀντικαταστήσει τήν εἰδωλολατρική ἑορτή ἐπικαλύπτοντάς την.
Ἀντιθέτως, ὅμως, σέ παλαιότερη ἱστορική μελέτη του ἱστοχώρου μας, ἀποδείχθηκε ὅτι «τόσο ὁ διαχωρισμός τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων ἀπό τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων, ὅσο καί ἡ ἐπιλογή τῆς 25ης Δεκεμβρίου ὡς ἡμέρας ἑορτασμοῦ, ἔγιναν γιά πραγματιστικούς ἐκκλησιαστικούς λόγους καί ὄχι γιά λόγους ἀντιγραφῆς ἤ ἀνταγωνισμοῦ παγανιστικῶν προτύπων»·
ἀποδεικτικῶς, κατεγράφη ἡ ἱστορική διαδρομή καί οἱ μεταγενέστερες πηγές τοῦ ὅλου εἰσαγόμενου αὐτοῦ προβληματισμοῦ καί ἀποδείχθηκε ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων τήν 25η Δεκεμβρίου (γιά πρώτη φορά στή Ρώμη, τό 336) προηγήθηκε αὐτῆς τοῦ «Ἡλίου», ἡ ὁποία καθιερώθηκε ἀπό τόν Ἰουλιανό περί τό 362 μ.Χ. τήν 25η Δεκεμβρίου, στή θέση τῆς παλαιότερης ἑορτῆς τῆς «γεννήσεως τοῦ Ἀνικήτου» (“Natal Invicti”), πού δέν ἦταν ὁ ἥλιος· αὐτή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἦταν ἥσσονος σημασία ὡς πρός τίς ἄλλες ἡλιακές ἑορτές· ἔτσι, εἶναι πιθανότερο ὅτι ὁ Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης προσπάθησε νά ἀντικαταστήσει τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων μέ τή δική του ἑορτή τοῦ ἡλίου καί δέν ἔπραξε ἡ Ἐκκλησία τό ἀντίθετο.
Τέλος, ἔγινε ἀναφορά στήν ἑρμηνεία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος μαρτυρεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἐγνώριζε χάρη στά ἀρχεῖα της, ὡς Πρωτεύούσας, τήν ἀκριβῆ ἡμερομηνία τῆς ἀπογραφῆς τοῦ Καίσαρος Αὐγούστου, ὅταν ἐγεννήθη ὁ Χριστός (Λουκ. 2, 1-7)· ὁ Χρυσορρήμων ἀναπτύσσει ἐπιπλέον ὡς τεκμήριο καί τά βιβλικά γεγονότα ἀπό τόν εὐαγγελισμό τοῦ Ζαχαρία μέχρι τή Γέννηση τοῦ Κυρίου [1].
Στό παρόν κείμενο, θά δώσουμε μία σύντομη περιγραφή ἀκριβῶς αὐτοῦ τοῦ βιβλικοῦ προσδιορισμοῦ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως, ἔχοντες ὡς ὁδηγό τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, τόν «λειμῶνα τῶν λόγων τῶν θεοπνεύστων Γραφῶν» [2].
Βιβλική ἐξέταση τοῦ θέματος
Τά γεγονότα τά ὁποῖα βιβλικῶς μᾶς καθοδηγοῦν στόν προσδιορισμό τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου εἶναι τά ἑξῆς:
(1) Ἡ ἱερατική ὑπηρεσία τοῦ Ζαχαρία, πατρός τοῦ Προδρόμου, στό Ναό τῶν Ἱεροσολύμων (τοῦ Ἡρώδη), κατά τήν ὁποία ὁ Ζαχαρίας ἔλαβε τόν χρηματισμό τῆς Συλλήψεως τοῦ Προδρόμου· ἀμέσως μετά ἐκείνη τήν ὑπηρεσία του συνέλαβε ἐξ αὐτοῦ ἡ ἁγία Ἐλισσάβετ. Τό σημεῖο αὐτό εἶναι κομβικό στήν ὅλη διαπραγμάτευση, διότι τό Εὐαγγέλιο μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου ἔλαβε χώρα τόν ἕκτο μῆνα ἀπό τή Σύλληψη τοῦ Προδρόμου.
(2) Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου, δηλαδή ἡ ἐξ Ἁγίου Πνεύματος Σύλληψη τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, κατά τόν ἕκτο μῆνα τῆς Συλλήψεως τοῦ Προδρόμου ἀπό τήν Ἐλισσάβετ (Λουκ. 1, 26).
(3) Ἡ μετά ἀπό ἐννέα μῆνες Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, κατά τήν ἀκολουθία τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, καθώς ὁ Χριστός ἦταν τέλειος, κατά πάντα, ἄνθρωπος, καθώς καί ἐμεῖς, «πλήν ἁμαρτίας».
Μέ περισσότερες λεπτομέρειες, διερχόμαστε ἀπό τά ἑξῆς ἑρμηνευτικά σημεῖα:
(1) Ἡ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ γιά τόν εὐαγγελισμό τοῦ Ζαχαρία στό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του (1, 1-25) μπορεῖ, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, νά μᾶς δώσει τόν προσδιορισμό τῆς ἑορτῆς ἐκείνης κατά τήν ὁποίαν ἔγινε ὀ εὐαγγελισμός τοῦ Ζαχαρία, ὅταν ὁ Ἄγγελος τοῦ διεμήνυσε τή λύση τῆς στειρώσεως τῆς Ἐλισσάβετ καί τή σύλληψη τοῦ Προδρόμου:«Ἐγένετο δέ ἐν τῷ ἱερατεύειν αὐτόν ἐν τῇ τάξει τῆς ἐφημερίας αὐτοῦ ἔναντι τοῦ Θεοῦ, κατά τό ἔθος τῆς ἱερατείας ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι εἰσελθών εἰς τόν ναόν τοῦ Κυρίου […] Ὤφθη δέ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἑστώς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος» (Λουκ. 1, 8.9.11). Παρακάτω, μαρτυρεῖται ὅτι ὁ λαός δέν ἐγνώριζε τήν αἰτία τῆς καθυστερήσεως τοῦ Ζαχαρία στόν Ναό, κατά τήν ὥρα δηλονότι τῆς συνομιλίας του μέ τόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ: «καί ἦν ὁ λαός προσδοκῶν τόν Ζαχαρίαν, καί ἐθαύμαζον ἐν τῷ χρονίζειν αὐτόν ἐν τῷ ναῷ» (Λουκ. 1, 21).
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐξάγει ἀπό τή μαρτυρία τοῦ Κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου τά στοιχεῖα πού εἶναι ἀπαραίτητα γιά νά ἀποδείξει ποιά ἑορτή ἦταν αὐτή κατά τήν ὁποία ἔγινε ἡ ἀναγγελία τῆς συλλήψεως τοῦ Ἰωάννου, υἱοῦ τοῦ Ζαχαρία· ἔτσι, θά εἶναι γνωστό ποιός ἦταν ὁ«ἕκτος μήνας» τῆς Ἐλισσάβετ, ὅταν συνέλαβε ἐξ Ἁγίου Πνεύματος ἡ Θεοτόκος· «Ἀπό ποῦ λοιπόν θά μάθουμε, ποιός ἦταν ὁ ἕκτος μήνας τῆς κυήσεως τῆς Ἐλισσάβετ; Ἄν μάθουμε ποιός ἦταν ὁ μήνας κατά τόν ὁποῖον ἄρχισε νά κυοφορεῖ. Ἀλλά ἀπό ποῦ θά μάθουμε ποιός ἦταν ὁ μήνας κατά τόν ὁποῖον συνέλαβε; Ἄν μάθουμε σέ ποιό διάστημα ἔλαβε τόν εὐαγγελισμό ὁ Ζαχαρίας ὁ ἄνδρας της» [3].
Ἡ ἑρμηνεία τῶν λεγομένων τοῦ πρώτου κεφαλαίου τοῦ Κατά Λουκᾶν ἀπό τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, φαίνεται νά προσκρούει σέ ἑρμηνευτικές δυσκολίες, τίς ὁποῖες ὅμως ὁ Χρυσορρήμων ἐπιλύει ἐπιτυχῶς, ἡ δέ ὑπόλοιπη ἑρμηνευτική φαίνεται νά συναινεῖ.
Ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ὅπως τήν ἀναπτύσσει στόν λόγο του Εἰς τήν γενέθλιον ἡμέραν τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ θεμελιώνεται σέ τρεῖς σημαντικές πληροφορίες: (α) στήν ἀναφορά τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος στό ὡς ἄνω εὐαγγελικό κείμενο, (β) στή μή ὀπτική ἐπαφή καί μή φυσική ἐγγύτητα τοῦ λαοῦ μέ τόν χρονίσαντα ἐντός τοῦ Ναοῦ ἱερέα Ζαχαρία καί(γ) στό ὅτι ὁ Ζαχαρίας ἦταν μόνος του ἐντός τοῦ Ναοῦ, ἐξ οὗ και ἀναφέρεται ὅτι τόν προσέμενε ὁ λαός. Βάσει αὐτῶν ὁ ἱερός Χρυσόστομος θεωρεῖ δεδομένον ὅτι ὁ Ζαχαρίας εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν ἁγίων τοῦ νομικοῦ Ναοῦ.
Μέ τήν προϋπόθεση αὐτή, ἐρευνᾶ ὁ Χρυσορρήμων ἐν συνεχείᾳ ποιά ἦταν ἡ λειτουργική συνάφεια στήν ὁποία ὁ Ἀρχιερεύς εἰσόδευε στά Ἅγια τῶν ἁγίων· γράφει «Ἄν λοιπόν ἀποδειχθεῖ σαφῶς ἀπό τίς Γραφές, ὅτι ὁ Ἀρχιερεύς εἰσερχόταν μόνο μία φορά στά Ἅγια τῶν ἁγίων καί μόνος του καί πότε καί σέ ποιόν μῆνα τοῦ χρόνου εἰσέρχεται αὐτήν τή μία φορά, θά εἶναι εὔδηλος ὁ καιρός κατά τόν ὁποῖον ἔλαβε τόν εὐαγγελισμό· καί ὅταν γίνει αὐτό φανερό, θά εἶναι σέ ὅλους γνωστή καί ἡ ἀρχή τῆς συλλήψεως» [4] τοῦ Προδρόμου ἀπό τή μητέρα του Ἐλισσάβετ.
- Τό θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος Ὡς πρός τίς πρῶτες πληροφορίες καί προϋποθέσεις, τό θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος ἐντοπίζει ὁ Χρυσορρήμων στό ἄβατο καί πλέον ἐσώτερο καί ἱερό μέρος τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἡρώδη, στά Ἅγια τῶν ἁγίων, προφανῶς βασιζόμενος στήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή· γράφει: «Οὐκ εἶπε, τοῦ θυσιαστηρίου τῶν θυσιῶν, ἀλλά, τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. Τό γάρ θυσιαστήριον τό ἔξω θυσιῶν ἦν καί ὁλοκαυτωμάτων, τό δέ ἔσω θυμιάματος» [5]· πράγματι, ἡ πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή, ἡ ὁποία κατά καμμία λογική δέν μποροῦσε ἤ δέν ἐπιτρεπόταν νά σφάλει ἐν προκειμένῳ, ἀφοῦ ἀπευθυνόταν σέ Ἑβραίους, σημειώνει: «Μετά δέ τό δεύτερον καταπέτασμα σκηνή ἡ λεγομένη Ἅγια ἁγίων, χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καί τήν κιβωτόν τῆς διαθήκης» (Ἑβρ. 9, 3.4) κ.λπ. Σύμφωνα μέ τόν Καθηγητή Παναγιώτη Τρεμπέλα, ἡ ἀναφορά αὐτή τῆς Πρός Ἑβραίους Ἐπιστολῆςπερί τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος μέσα στά Ἅγια τῶν ἁγίων, «παρέσχε πράγματα τοῖς ἑρμηνευταῖς», διότι τό θυσιαστήριον «τοῦτο ἔκειτο εἰς τά ἅγια» καί ὄχι στά Ἅγια τῶν ἁγίων, κατά τήν Παλαιά Διαθήκη (προφανῶς ἐννοεῖ τά Ἔξ. 30, 6, Β΄ Παρ. 4, 19-20, Α΄ Μακ. 1, 21)· ἐν συνεχείᾳ, ἀφοῦ ἀναλύσει τό ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχει ἄλλο, δεύτερο, θυσιαστήριο θυμιάματος, καί ἀφοῦ παραθέσει καί τή μαρτυρία τῆς ἀποκρύφου Ἀποκαλύψεως τοῦ Βαρούχ (στ 7) γιά τό ἐν λόγῳ θυσιαστήριο ἐντός τῶν Ἁγίων τῶν ἁγίων, ὁ Καθηγητής Τρεμπέλας καταλήγει σάν σέ πιθανότερη ἑρμηνεία -βάσει καί ἄλλων μαρτυριῶν- στό ὅτι τό θυσιαστήριον τῶν θυμιαμάτων (κατά τήν Παλαιά Διαθήκη) ἤ τό χρυσοῦν θυμιατήριον (κατά τήν Πρός Ἑβραίους) ἤ ἀλλιῶς θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος κατά τό Εὐαγγελιον τοῦ Λουκᾶ, ἐνῷ ἀνῆκε χωροταξικῶς στά Ἅγια, πού ἀποτελοῦσαν «προθάλαμο» τῶν Ἁγίων τῶν ἁγίων, ὡστόσο «κατά τήν ἡμέραν τοῦ Ἐξιλασμοῦ […] φαίνεται νά ἦτο ἐν ἐνεργείᾳ καί νά ἀνῆκεν οὕτως εἰς τά Ἅγια τῶν ἁγίων» [6]. Ἡ διαπίστωση μπορεῖ νά βοηθήσει στόν ἐντοπισμό τῶν συμβαινόντων ἐντός τῶν Ἁγίων τῶν ἁγίων. 2. Ἡ ἀπόσταση Ζαχαρία καί λαοῦ Ἡ ἀδυναμία φυσικῆς ἐγγύτητος τοῦ προσευχομένου λαοῦ μέ τόν Ἅγιο Ζαχαρία ὁ ὁποῖος ἐθυμίαζε, ἀποτελεῖ κατά τόν Ἅγιο Χρυσόστομο ἕτερο τεκμήριο, ὅτι ὁ Ζαχαρίας εὑρισκόταν ἐντός τῶν Ἁγίων τῶν ἁγίων: «καί ἀπό τοῦ λέγεσθαι, ὅτι ἔξω ἦν ὁ λαός προσδεχόμενος αὐτόν, εὔδηλον ὅτι εἰς τά Ἅγια τῶν ἁγίων εἰσῆλθε». Παρακάτω, ἐπισημαίνει καί τήν ἄγνοια τοῦ λαοῦ γιά τά συμβαίνοντα στόν Ζαχαρία, ὡς πρόσθετη μαρτυρία, καί καταλήγει: «Ὁρᾷς, ὅτι ἐσωτέρω τοῦ καταπετάσματος ἦν;
Τότε τοίνυν εὐηγγελίσθη» [7]. Ἐδῶ προκύπτει, ὅμως τό ἑξῆς ἐρώτημα: δέν θά ἦταν δυνατόν ὁ Ζαχαρίας νά εἶναι ἀπομονωμένος καί κεκρυμμένος ἀπό τόν λαό εὑρισκόμενος καί στά Ἅγια καί ὄχι μόνο στά Ἅγια τῶν ἁγίων; Παρά ταῦτα, εἶναι προφανές, ὅτι κατά τήν ἱερατεία στά Ἅγια, οἱ θύρες τῶν Ἁγίων παρέμεναν ἀνοικτές· ἡ σύγχρονη ἰουδαϊκή «λειτουργική» τοῦ «Temple Institute», ἱδρύματος τό ὁποῖο ἀσχολεῖται μέ τήν ἐρευνητική ἀποκατάσταση τῶν τεκταινομένων στόν Ἰουδαϊκό Ναό καί μέ τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ ἰδίου τοῦ Ναοῦ, δέχεται ὅτι κατά τήν καθημερινή προσφορά ὅλων τῶν θυσιῶν ἀπό τούς ἱερεῖς, ἦταν ἀνοικτές οἱ θύρες τῶνἉγίων ἤδη ἀπό τό πρωΐ [8]· αὐτές κατά τό βιβλικό κείμενο [9] διεχώριζαν τά Ἅγια, ὅπου τό θυσιαστήριον τῶν θυμιαμάτων, ἀπό τήν ἐσωτερική αὐλή (τῶν ἱερέων), ὅπου τό θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων, ἡ χαλκίνη θάλασσα κ.λπ, πέραν τῆς ὁποίας εὑρισκόταν ἡ ἐξωτερική αὐλή, ὅπου στεκόταν ὁ λαός καί ἔβλεπε, πίσω ἀπό χαμηλό τοῖχο [10].
Ἡ ἐπικοινωνία αὐτή διά τῶν ἀνοικτῶν θυρῶν ἐξυπηρετοῦσε καί τήν ἑξῆς πρακτική ἀνάγκη: ἄνθρακες ἀπό τό θυσιαστήριο τῶν ὁλοκαυτωμάτων, χρησιμοποιοῦνταν γιά τήν προσφορά τοῦ θυμιάματος ἐντός τῶν Ἁγίων [11]. Τήν ἑρμηνεία αὐτή τῶν ἀνοικτῶν θυρῶν ἡ ἰουδαϊκή αὐτή «λειτουργική», βασίζει στό χωρίο 3,2 τοῦ Λευιτικοῦ, ὅπου ἀναφέρεται ὅτι ἡ προσφορά θυσιῶν γίνεται πλησίον τῶν θυρῶν τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, ὥστε νά εἶναι ἡ προσφορά ἐνώπιον τοῦ Κυρίου: «καί σφάξει αὐτό ἐναντίον Κυρίου παρά τάς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου» [12] (ἡ ὑψομετρική διαφορά τοῦ Ναοῦ ἀπό τήν ἐξωτέρα αὐλή, ὅπου εὑρισκόταν ὁ λαός, δικαιολογεῖ τήν μερική θέα τῶν συμβαινόντων ἐντός τῶν Ἁγίων).
Συνεπῶς, ἐφ΄ ὅσον στήν περίπτωση τοῦ Ζαχαρία δέν ὑπῆρχε ὀπτική ἐπαφή τοῦ λαοῦ μέ αὐτόν, ἄρα ὁ Ζαχαρίας δέν εὑρισκόταν στά Ἅγια, ὅπου ἦταν ἀνοικτές οἱ θύρες, ἀλλά στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου τό καταπέτασμα ἀπέκλειε τή θέαση· καθώς σημειώνει ἑρμηνευτικῶς καί ὁ Οἰκουμένιος Τρίκκης· «καί συνέβαινε τούς Ἰουδαίους μήτε ὁρᾷν τά γινόμενα, διείργοντος τοῦ καταπετάσματος» [13].
Δεδομένων τῶν καθημερινῶν ὑπηρεσιῶν στά Ἅγια, τό κλείσιμο τῶν θυρῶν τοῦ Ναοῦ κατά τήν Ἁγία Γραφή, ὅπου προφανῶς ἐννοοῦνται τά Ἅγια, χαρακτηρίζει περιόδους θρησκευτικῆς παρακμῆς καί ἀποστασίας τοῦ Ἰσραήλ ἀπό τον Θεό· «ὅτι ἀπέστησαν οἱ πατέρες ἡμῶν καί ἐποίησαν τό πονηρόν ἐναντίον Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν καί ἐγκατέλιπαν αὐτόν καί ἀπέστρεψαν τό πρόσωπον αὐτῶν ἀπό τῆς σκηνῆς Κυρίου καί ἔδωκαν αὐχένα καί ἀπέκλεισαν τάς θύρας τοῦ ναοῦ καί ἔσβεσαν τούς λύχνους καί θυμίαμα οὐκ ἐθυμίασαν καί ὁλοκαυτώματα οὐ προσήνεγκαν ἐν τῷ ἀγίῳ Θεῷ Ἰσραήλ» [14].
3. Ὁ Ζαχαρίας ἦταν μόνος ἐντός τοῦ Ναοῦ
Τό στοιχεῖο τῆς μονότητας τοῦ Ζαχαρία, εἶναι κατά τόν Χρυσόστομο τό τρίτο στοιχεῖο τό προσδιοριστικό τῶν Ἁγίων τῶν ἁγίων ὡς τοῦ τόπου εὐαγγελισμοῦ τοῦ Ζαχαρία· πράγματι, μολονότι ἡ ὑπηρεσία τῶν ἱερέων καί τῶν Λευιτῶν στόν Ναό τῶν Ἱεροσολύμων δέν εἶναι εὐκρινῶς καί λεπτομερῶς περιγεγραμμένη στήν Παλαιά Διαθήκη, ὡστόσο φαίνεται ὅτι ἡ καθημερινή ὑπηρεσία, προσφορά θυμιάματος καί τῶν ἄλλων νομικῶν θυσιῶν στόν Ναό ἐτελεῖτο ἀπό περισσοτέρους τοῦ ἑνός Ἱερεῖς.
Σύμφωνα μέ τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου (27, 21) ἡ καθημερινή ἁφή (ἄναμμα) τοῦ λύχνου τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, γινόταν ἀπό τόν ἀρχιερέα Ἀαρών καί τούς ἱερεῖς: «ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου ἔξωθεν τοῦ καταπετάσματος τοῦ ἐπί τῆς διαθήκης καύσει αὐτό Ἀαρών καί οἱ υἱοί αὐτοῦ ἀφ’ ἑσπέρας ἕως πρωΐ ἐναντίον Κυρίου· νόμιμον αἰώνιον εἰς τάς γενεάς ὑμῶν παρά τῶν υἱῶν Ἰσραήλ». Παραλλήλως, ὅμως, μέ τήν τελετουργική αὐτή ἁφή, γινόταν καί ἡ προσφορά θυμιάματος ἀπό τόν ἀρχιερέα Ἀαρών, προφανῶς μέ τούς ἱερεῖς παρισταμένους: «καί θυμιάσει ἐπ’ αὐτοῦ Ἀαρών θυμίαμα σύνθετον λεπτόν· τό πρωΐ πρωΐ, ὅταν ἐπισκευάζῃ τούς λύχνους, θυμιάσει ἐπ’ αὐτοῦ, καί ὅταν ἐξάπτῃ Ἀαρών τούς λύχνους ὀψέ, θυμιάσει ἐπ’ αὐτοῦ» (Ἔξ. 30, 7.8). Ἡ Α΄ Παραλειπομένων εἶναι ἀκόμη σαφέστερη: «καί Ἀαρών καί οἱ υἱοί αὐτοῦ θυμιῶντες ἐπί τό θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων καί ἐπί τό θυσιαστήριον τῶν θυμιαμάτων εἰς πᾶσαν ἐργασίαν ἅγια τῶν ἁγίων καί ἐξιλάσκεσθαι περί Ἰσραήλ […]» (6, 34) [15].
Ἡ ἀπό κοινοῦ ἱερατική ὑπηρεσία τῶν ἱερέων σέ ἀντίθεση μέ αὐτήν τοῦ ἀρχιερέως μόνου μέσα στά ἐνδότερα, ὑποδηλώνεται καί ἀπό τή διάκριση τοῦ κειμένου τῆς Πρός Ἑβραίους ἐπιστολῆς, μεταξύ πολλῶν ἱερέων καί ἑνός μόνου ἀρχιερέως: «εἰς μέν τήν πρώτην σκηνήν διαπαντός εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τάς λατρείας ἐπιτελοῦντες, εἰς δέ τήν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς» (9, 6.7). Ἠ διάκριση αὐτή εἶναι ἐμφανής καί στίς πατερικές ἐξηγήσεις, ὅπως τοῦ ἱεροῦ Θεοδωρήτου:«Τούτου χάριν οἰ ἱερεῖς εἰς μέν τήν πρώτην εἰσίεσαν σκηνήν, καί τήν νενομισμένην ἐπετέλουν λατρείαν· εἰς δέ τά Ἅγια τῶν ἁγίων οὐκέτι, εἷς δέ μόνος ὁ ἀρχιερεύς εἰσιών, τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ τόν τύπον ἐπλήρου» [16].
Γιά τή συνόδευση αὐτή τοῦ Ἀρχιερέως ἀπό τούς ἱερεῖς στήν προσφορά θυμιάματος, συνάδει καί ἡ σύγχρονη ἰουδαϊκή ἔρευνα· ὅπως ἀναφέρει ἡ ἰουδαϊκή on-line ἐγκυκλοπαιδεία (jewishencyclopedia.com)· «στήν περίπτωση πού ὁ Ἀρχιερεύς ἐπιθυμοῦσε νά θυμιάσει, ἐβοηθεῖτο ἀπό τόν προϊστάμενο καί δύο συνοδούς» [17]. Τό ἴδιο καί ἠ ἀναφορά τοῦ «Temple Institute»σημειώνει τήν ἀπό κοινοῦ προσφορά θυμιάματος ἀπό τέσσερις ἱερεῖς, κατά τίς ἐφημερίες τους, ὅταν δηλαδή δέν παρίστατο ὁ ἀρχιερεύς· «Σέ αὐτό τό σημεῖο, αὐτοί οἱ δύο ἱερεῖς τώρα συνεχίζουν νά ἀνεβαίνουν τούς δώδεκα ἀναβαθμούς πού ὁδηγοῦν πρός τό κτήριο τῶν Ἁγίων. Προηγοῦνται δύο ἄλλοι ἱερεῖς, αὐτοί πού ἀνέλαβαν τά καθήκοντα τῆς ἀπομακρύνσεως τῶν ὑπολειμμάτων στάκτης καί ἀπό τό ἐσωτερικό θυσιαστήριο (τοῦ θυμιάματος), καί ἀπό τή μενορά» [18].
Ἀποδεικνύεται, λοιπόν, κατά πᾶσα ἔνδειξη, ὅτι στά Ἅγια τόσο ἡ καθημερινή προσφορά θυμιάματος ἀπό νομικούς ἱερεῖς, ὅσο καί αὐτή τοῦ νομικοῦ ἀρχιερέως, δέν ἐτελεῖτο ἀπό ἕνα μόνο ἱερέα ἤ ἀπό τόν ἀρχιερέα μόνο του· ἄρα ἡ ἱερατική ὑπηρεσία τοῦ Ζαχαρία στό α΄ κεφάλαιον τοῦΕὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ, δέν ἦταν ἡ καθημερινή ἐφημεριακή ὑπηρεσία, ἀλλά ἡ ἐτήσια εἴσοδος τοῦ ἀρχιερέως μόνου στά Ἅγια τῶν ἁγίων καί δικαιώνεται ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
4. Ἡ λατρευτική συνάφεια τῆς θυμιάσεως τοῦ Ζαχαρία
Λοιπόν, καί τά τρία μαζί στοιχεῖα τῆς διηγήσεως τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ συνηγοροῦν πρός τήν ἴδια κατεύθυνση: «Τό θυσιαστήριο τό ἐξωτερικό ἦταν τῶν θυσιῶν καί τῶν ὁλοκαυτωμάτων, τό δέ ἐσωτερικό ἦταν τοῦ θυμιάματος. Ὥστε καί ἀπό αὐτό, καί ἀπό ὅτι φανερώθηκε σέ αὐτόν μόνο καί ἀπό τό ὅτι λέγεται, ὅτι ἔξω ἦταν ὁ λαός περιμένοντάς τον, εἶναι εὔδηλο, ὅτι εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν ἁγίων» ὁ Ζαχαρίας, κατά τόν Χρυσόστομο [19].
Ἔχοντας λοιπόν, ὡς δεδομένο, ὅτι ὁ Ζαχαρίας εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ἀλλά καί βάσει τῶν σχετικῶν μωσαϊκῶν διατάξεων τοῦ Λευιτικοῦ περί τῆς μωσαϊκῆς σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, ἐξετάζει ὁ Χρυσορρήμων Ἰωάννης τή λατρευτική συνάφεια τῶν δρωμένων, ὥστε νά βρεῖ ποιά ἦταν ἡ ἑορτή κατά τήν ὁποίαν ὁ Ζαχαρίας προσέφερε τό θυμίαμα. Τά σχετικά κείμενα τοῦ ἱεροῦ βιβλίου τοῦ Λευιτικοῦ ἀναφέρουν καί τήν σπανιότητα τῆς προσπελάσεως τοῦ Ἀρχιερέως στά ἐνδότερα τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, «μή εἰσπορευέσθω πᾶσαν ὥραν εἰς τό ἅγιον ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος», καί τήν εἴσοδο τοῦ Ἀαρών μόνου, «καί πᾶς ἄνθρωπος οὐκ ἔσται ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου, εἰσπορευομένου αὐτοῦ ἐξιλάσασθαι ἐν τῷ ἁγίῳ, ἕως ἄν ἐξέλθῃ» [20]· ἐπίσης, τά ἐδάφια τοῦ Λευιτικοῦ πού προσάγει ὁ Χρυσορρήμων προσδιορίζουν ὅτι πρόκειται περί τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἐξιλασμοῦ, ἡ ὁποία ὅμως ταυτίζεται καταχρηστικῶς(;) ἀπό τόν ἱερό Χρυσόστομο μέ τήν Σκηνοπηγία [21]· αὐτή ἡ ἑορτή, κατά τό βιβλικό κείμενο, τοῦ Λευιτικοῦ, ἐτελεῖτο «ἐν τῷ μηνί τῷ ἑβδόμῳ δεκάτῃ τοῦ μηνός» [22]. Μέ γνώμονα τήν ταύτιση τῶν στοιχείων ἀπό τήν ἑορτή τοῦ Ἐξιλασμοῦ καί τή διήγηση τοῦ Λουκᾶ περί Ζαχαρία, ἡ σύλληψη τοῦ Προδρόμου –ἕξι μῆνες πρίν ἀπό Συλλήψεως τοῦ Χριστοῦ κατά τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου- ἔγινε ἀμέσως μετά τήν Σκηνοπηγία, στό μεθόριο Σεπτεμβρίου- Ὀκτωβρίου.
Ἡ ταύτιση τῶν ἑορτῶν τοῦ Ἐξιλασμοῦ (Γιόμ Κιππούρ) καί τῆς Σκηνοπηγίας (Σουκκότ) ἀπό τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ὀφείλεται προφανῶς στό ὅτι οἱ δύο ἑορτές τελοῦνταν συναπτῶς ἡ μία πρός τήν ἄλλη· ἡ μέν τοῦ Ἐξιλασμοῦ στό Ἰσραήλ ἦταν «βαρυσήμαντος φθινοπωρινή ἰσραηλιτική ἑορτή τῆς δημοσίας μετανοίας καί ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν» ἡ ὁποία «ἑωρτάζετο κατά τήν 10ην τοῦ ἑβδόμου ἰουδαϊκοῦ μηνός Τισρεί» [23], ἡ δέ τῆς Σκηνοπηγίας «ἤρχετο τήν 15ην ἡμέραν τοῦ μηνός Tishri (τέλη Σεπτεμβρίου-ἀρχαί Ὀκτωβρίου), ἤτοι πέντε ἡμέρας μετά τήν ἑορτήν τοῦ ἐξιλασμοῦ (ἥτις ἤγετο τήν 10ην τοῦ μηνός Tishri) καί διήρκει ἐπί ἑπτά ἡμέρας» [24].
Οἱ ἑβραϊκοί μῆνες ἦταν κινητοί, λόγῳ σεληνιακῆς ρυθμίσεως τοῦ πρώτου θρησκευτικοῦ ἑβραϊκοῦ μήνα, τοῦ Νισάν· ἔτσι γιά νά βροῦμε τήν ἀντιστοίχιση τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἐξιλασμοῦ, τήν 10η ἡμέρα τοῦ ἑβδόμου θρησκευτικοῦ (πρώτου πολιτικοῦ) μήνα, τοῦ Τισρεί, προσφεύγουμε σέ εἰδικούς πίνακες ἀντιστοιχίσεως τῶν ἑβραϊκῶν μηνῶν τῶν παρελθόντων ἐτῶν μέ τούς τώρα γνωστούς ρωμαϊκούς μῆνες. Ἡ δυσκολία ἔγκειται στό ὅτι μᾶς εἶναι ἄγνωστο τό ἀκριβές ἔτος γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, λόγῳ ἐλλιπῶν προσδιορισμῶν τοῦ ἱστορικοῦ Διονυσίου τοῦ Μικροῦ[25]· ὥστε εἶναι δυσχερές νά εὑρεθοῦν καί οἱ ρωμαϊκές ἡμερομηνίες τῶν ἑβραϊκῶν μηνῶν τοῦ ἔτους 1 π.Χ. , ὅταν συνελήφθη ὁ Τίμιος Πρόδρομος στήν κοιλία τῆς Ἐλισσάβετ, 15 μῆνες πρό τοῦ Χριστοῦ. Πάντως, μιά ἐνδεικτική διερεύνηση στά πέριξ ἔτη τῶν εἰδικῶν πινάκων [26] δείχνει, παραδείγματος χάριν, ὅτι τό ἔτος 3 π.Χ. ἡ ἑορτή τοῦ Ἐξιλασμοῦ συνέπεσε τήν 19η Σεπτεμβρίου καί ἡ Σκηνοπηγία τήν 24η. Αὐτές δέν ἀπέχουν ἀπό τόν ἐκκλησιαστικό ἑορτασμό τῆς Συλλήψεως τοῦ Προδρόμου, τήν 23η Σεπτεμβρίου.
5. Ὁ Ζαχαρίας ἱερεύς ἤ ἀρχιερεύς κατά τόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ;
Ἡ ἀναφορά τοῦ Κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου στόν Ζαχαρία ὡς ἱερέα πού ἔχει ἐφημερία (Λουκ. 1, 5«ἱερεύς τις Ζαχαρίας») καί ὄχι ἀρχιερέα, δέν φαίνεται νά προβληματίζει τόν ἱερό Χρυσόστομο. Διότι ἐκτός τοῦ αὐτονοήτου, ὅτι δηλ. μόνον ἀρχιερεῖς καί ὄχι ἁπλοῖ ἱερεῖς μποροῦσαν νά εἰσέλθουν στό ἐνδότερο τοῦ καταπετάσματος, ὅπου τό θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος, καθώς ἀποδείξαμε ἀνωτέρω, περιατέρω στήν Παλαιά Διαθήκη, ὁ ὅρος «ἱερεύς» χρησιμοποιεῖται πρός δήλωση καί τοῦ ἀρχιερέως, ὅπως εἶναι καταφανές στά λεγόμενα πολλάκις περί τοῦ ἀρχιερέως Ἀαρών: «καί τάς στολάς τάς ἁγίας Ἀαρών τοῦ ἱερέως» (Ἔξ. 35, 19) ἤ «ἐν χειρί Ἰθάμαρ τοῦ υἱοῦ Ἀαρών τοῦ ἱερέως» (Ἀριθμ. 4, 33) ἤ «καί ἔδωκα αὐτά Ἀαρών τῷ ἱερεῖ καί τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ νόμιμον αἰώνιον παρά τῶν υἱῶν Ἰσραήλ» (Λευιτ. 7, 34)
Τήν ἀρχιερατική ἰδιότητα τοῦ Ζαχαρία ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καί σέ ἄλλο σημεῖο τῶν κειμένων του· ἐξηγώντας γιατί ἀναφέρονται πολλοί ἀρχιερεῖς στά Εὐαγγέλια, λέγει:«Πῶς, λοιπόν, τότε ὑπῆρχαν πολλοί ἀρχιερεῖς; Μεταγενεστέρως ἔγιναν ἐτήσιοι. Καί αὐτό τό φανέρωσε ὁ εὐαγγελιστής, ὅταν μιλοῦσε γιά τόν Ζαχαρία, λέγοντας ὅτι ἦταν ἀπό τήν ἐφημερία Ἀβιᾶ» [27]. Πράγματι, στούς μεταιχμαλωσιακούς χρόνους «ὁ Ἡρώδης ὁ Μέγας διόρισε ὄχι λιγότερους ἀπό ἕξι ἀρχιερεῖς· ὁ Ἀρχέλαος, δύο. Ὁ Ρωμαῖος Λεγᾶτος Κβιρίνιος καί οἱ διάδοχοί του ἐξήσκησαν τό δικαίωμα διορισμοῦ, ὅπως ἔκανε καί ὁ Ἀγρίππας Α΄, ὁ Ἡρώδης τῆς Χαλκῆς καί ὁ Ἀγρίππας Β΄» [28].
Ἀντιθέτως ὁ Π. Τρεμπέλας, στό ὑπόμνήμα του στό Κατά Λουκᾶν, ἐπικαλούμενος τή γνώμη τοῦ A. Plummer, ἐπιμένει στήν ἁπλῆ ἱερατική ἰδιότητα τοῦ Ζαχαρία καί ἀρνεῖται ὅτι ἡ συγκεκριμένη διήγηση «ἔλαβε χώραν κατά τήν ἡμέραν τοῦ ἐξιλασμοῦ εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων»· καί συνεχίζει:«ἐάν ἐπρόκειτο περί ἀρχιερέως ὁ Λουκᾶς δέν θά ἔγραφεν οὔτε ἱερεύς τις οὔτε “ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι” περί τῆς ἡμέρας τοῦ ἐξιλασμοῦ» [29]. Εἶναι σαφές, ὅτι ἄν ὁ Ζαχαρίας ἦταν ἱερεύς, τότε ἡ προσφορά θυμιάματος ἀπό αὐτόν θά μποροῦσε νά εἶναι μιᾶς ὁποιασδήποτε καθημερινῆς ἡμέρας, χωρίς λοιπόν αὐτή νά μπορεῖ νά προσδιορισθεῖ ἡμερολογιακῶς. Περαιτέρω, τό ἴδιοὙπόμνημα τοῦ Τρεμπέλα, βάσει τοῦ M.J. Lagrange ἐξηγεῖ: «Κατά τό Ἐξόδ. λ 7 ὁ Ἀαρών προσέφερε τό θυμίαμα. Ὑπερίσχυσεν ὅμως ἡ συνήθεια τήν λειτουργίαν ταύτην νά ἐπιτελῇ ἁπλοῦς ἱερεύς (L)» [30].
Ἡ φράση τῆς Πρός Ἑβραίους ἐπιστολῆς πού ἀναφέρεται στήν εἴσοδο τοῦ ἀρχιερέως στά Ἅγια τῶν ἁγίων «οὐ χωρίς αἵματος» [31], δέν ἀναιρεῖ τήν ἐδῶ τεκμηρίωση τῆς ἀρχιερατικῆς ἰδιότητος τοῦ Ζαχαρία· διότι κατά τήν ἑορτή τοῦ ἐξιλασμοῦ ὁ ἀρχιερεύς «τήν πρώτην φοράν εἰσήρχετο προσφέρων θυμίαμα, τήν δευτέραν φοράν κομίζων αἷμα μόσχου, δι΄ οὗ ἐρράντιζε τό ἱλαστήριον, εἶτα κομίζων αἷμα χιμάρου (τράγου), δι΄ οὗ πάλιν ἔρραινε διά τοῦ δακτύλου τό ἱλαστήριον (Λευϊτ. ιστ 12-15)» [32].
Ἐπίσης, ἡ εἴδηση τοῦ Κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου ὅτι ὁ Ζαχαρίας μετά τήν ὑπηρεσία του ἀπῆλθε πρός τήν οἰκία του, «καί ἐγένετο ὡς ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τῆς λειτουργίας αὐτοῦ, ἀπῆλθεν εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ» [33], ὑπονοεῖ προφανῶς τήν ἑορτή τῆς Σκηνοπηγίας, ἡ ὁποία ἀκολουθοῦσε τήν εἴσοδο τοῦ Ἀρχιερέως στό Ἄδυτον κατά τήν ἑορτή τοῦ Ἐξιλασμοῦ καί ἡ ὁποία καθυστέρησε τήν ἐπιστροφή τοῦ Ἀρχιερέως Ζαχαρίου στήν οἰκία του.
6. Οἱ ὑπόλοιποι ὑπολογισμοί μέχρι τή Χριστοῦ Γέννηση
Ἀφοῦ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔχει ἀποδείξει ὅτι ἡ Σύλληψη τοῦ Προδρόμου συνέβη ἀμέσως μετά τή Σκηνοπηγία, ἐν συνεχείᾳ κατονομάζει τούς ἕξι μῆνες (σύμφωνα μέ τό Λουκ. 1, 26) μέχρι τή Σύλληψη τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή μέχρι τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου: εἶναι οἱ μῆνες, κατά τίς ἑλληνικές, μακεδονικές, ὀνομασίες, μετά τόν μῆνα Γορπιαῖο (ὅταν συνελήφθη ὁ Πρόδρομος): Ὑπερβερεταῖος, Δῖος, Ἀπελλαῖος, Αὐδοναῖος, Περίτιος, Δύστρος. Καί συνεχίζει μέ τούς ὑπολοίπους ἐννέα, ἀπό τόν Ἀπρίλιο μέχρι τόν Δεκέμβριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος:«Μετά τοῦτον οὖν τόν ἕκτον μῆνα ἀρχήν ἡ Μαρία τῆς συλλήψεως ἔλαβεν· ὅθεν καί ἐννέα μῆνας ἀριθμοῦντες, εἰς τόν παρόντα τοῦτον ἀπαντησόμεθα μῆνα. Ἔστιν οὖν ὁ πρῶτος μήν τῆς συλλήψεως τοῦ Δεσπότου Ἀπρίλλιος [sic], ὅς ἐστι Ξανθικός· μεθ’ ὅν Ἀρτεμίσιος, Δέσιος, Πάνεμος, Λώϊος, Γορπιαῖος, Ὑπερβερεταῖος, Δῖος, Ἀπελλαῖος, καί οὗτος ὁ μήν ὁ ἐνεστώς, καθ΄ ὅν τήν ἡμέραν ἐπιτελοῦμεν», δηλαδή ὁ Αὐδοναῖος, ρωμαϊκῶς Δεκέμβριος-Ἰανουάριος, ὅταν ἔκανε τήν ὁμιλία πού ἀναλύουμε [34].
Σύνοψη τῶν ἀνωτέρω βιβλικῶν προσδιορισμῶν
Βάσει τῶν ἀνωτέρω ἑρμηνευτικῶν διευκρινίσεων τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, καταδείχθηκε ὅτι: ὁ Ζαχαρίας «ὁ γενέτης τοῦ Προδρόμου», κατά τά ἀναφερόμενα στό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ Κατά Λουκᾶν ἁγίου Εὐαγγελίου, τελοῦσε τήν προσφορά θυμιάματος στά Ἅγια τῶν ἁγίων σύμφωνα μέ τό τελετουργικόν τῆς ἡμέρας τοῦ Ἐξιλασμοῦ, ὡς ἀρχιερεύς· στοιχεῖα τοῦ τελετουργικοῦ αὐτοῦ ἦταν ἡ εἴσοδός του στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ἐρήμην τοῦ λαοῦ καί χωρίς νά εἶναι θεατός στόν λαό, καί ἡ προσφορά θυμιάματος ἀπό τό χρυσοῦν θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος, πού εὑρίσκεται σχεδόν μεταξύ τῶν Ἁγίων καί τῶν Ἁγίων τῶν ἁγίων. Συνεπῶς δέν πρόκειται γιά κάποια καθημερινή προσφορά θυμιάματος στά Ἅγια, ὅπως ὅλοι οἱ ἱερεῖς τελοῦσαν καθημερινῶς· ὅλα αὐτά περιορίζουν τόν χρονικό προσδιορισμό τῶν σχετικῶν γεγονότων στήν ἑορτή τοῦ Ἐξιλασμοῦ, κάπου μεταξύ Σεπτεμβρίου καί Ὀκτωβρίου, διότι μόνον τότε ὁ ἀρχιερεύς ἐνέβαινε μόνος στό Ἄδυτον («Δαβίρ»). Συνεπῶς, ἀφοῦ ἀμέσως μετά ἡ ἁγία Ἐλισσάβετ ἔμεινε ἔγκυος στόν Τίμιο Πρόδρομο, κατά τό Εὐαγγέλιο (Λουκ. 1, 24), καί μετά ἀπό ἕξι μῆνες ἔγινε ἡ Σύλληψη τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπό τή Θεοτόκο (Λουκ. 1, 26), ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ μετά ἀπό ἐννέα μῆνες Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἀπέχει συνολικῶς δεκαπέντε (ἕξι + ἐννέα) μῆνες ἀπό τή Σύλληψη τοῦ Προδρόμου, δηλαδή στά τέλη Δεκεμβρίου, σύμφωνα μέ τήν ἐκκλησιαστική Παράδοση.
Ἡ μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, στήν ἴδια ὁμιλία του, Εἰς τήν γενέθλιον ἡμέραν τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ, ἐπικαλεῖται καί τή μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης γιά τή Γέννηση τοῦ Κυρίου τήν 25η Δεκεμβρίου· γι΄ αὐτό καί ἡ ὁμιλία φέρει ὑπότιτλο σχετικό μέ τήν «γενέθλιον ἡμέραν»:«ἄδηλον μέν ἔτι οὖσαν τότε, πρό δέ ὀλίγων ἐτῶν γνωρισθεῖσαν παρά τινων ἀπό τῆς Δύσεως ἐλθόντων καί ἀναγγειλάντων».
Ἐξ ὅσων λέγει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, προκύπτει ὅτι «καί στούς ἀρχαίους κώδικες πού εἶναι δημόσια τοποθετημένοι στή Ρώμη, εἶναι δυνατόν κάποιος πού θέλει, ἄν ψάξει καί μάθει τόν καιρόν τῆς ἀπογραφῆς, νά πληροφορηθεῖ μέ ἀκρίβεια […] Ἄλλα ἄκουγε καί μήν ἀπιστεῖς, διότι ἀπό αὐτούς πού τά γνωρίζουν αὐτά μέ ἀκρίβεια καί κατοικοῦν στήν πόλη ἐκείνη ἔχουμε παραλάβει τήν ἡμέρα. Διότι αὐτοί πού ζοῦν ἐκεῖ, ἐπιτελώντας την ἐξ ἀρχῆς καί ἀπό παλαιά παράδοση, αὐτοί τώρα μᾶς ἔστειλαν τήν εἰδοποίηση γι’ αὐτήν» [35]. Ἐν συνεχείᾳ ὁ ἅγιος ἐκθέτει τούς θαυμαστούς δρόμους τῆς θείας Προνοίας, ἡ ὁποία ἔνευσε στήν ψυχή τοῦ Καίσαρος Αὐγούστου, ὥστε νά διατάξει τήν πρώτη ἀπογραφή τῆς οἰκουμένης, καί νά ἐκπληρωθοῦν ἔτσι οἱ προφητεῖες περί Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ στή Βηθλεέμ, ἄν καί ἡ Θεοτόκος μονίμως διέμενε στή Ναζαρέτ, ὥστε νά ἀποδειχθεῖ ἔτσι καί ἡ Παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ· «καί διά τῶν ἀπίστων καί τῶν πιστῶν τά καθ΄ ἑαυτόν οἰκονομοῦντος, ἵνα μάθωσιν οἱ ἀλλότριοι τῆς εὐσεβείας τήν ἰσχύν καί τήν δύναμιν αὐτοῦ» [36].
Ὀρθόδοξη ἀποδοχή τῆς ἐχθρικῆς ἑρμηνευτικῆς
Παρά τίς ἀποδείξεις αὐτές, εἶναι χαρακτηριστική ἐν προκειμένῳ ἡ ἀντίθετη σχετική γνώμη τοῦ «πρυτάνεως» τῶν συγχρόνων ἑλλήνων λειτουργιολόγων: «Οἱ βασικές ὅμως ἑορτές τοῦ ἔτους μέ ἄξονα τήν ἑορτή τῆς Γεννήσεως ἤ τῆς θείας Ἐπιφανείας δέν εἶναι ἀφετηριακά ἄλλες παρά ἀντικαταστάσεις παλαιῶν ἡλιακῶν ἑορτῶν. Ἔτσι ὅταν – στήν Ἀνατολή μέ τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων καί στή Δύση μέ τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων – ἐπιχειρήθηκε μέ θαυμαστή ἐπιτυχία ἡ ἀντικατάσταση τῆς ἑορτῆς τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου, τῆς γεννήσεως τοῦ ἀηττήτου ἡλίου, ἦταν ἑπόμενο νά συντονισθοῦν πρός αὐτήν ἡ ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου – ἐννέα μῆνες πρό τῶν Χριστουγέννων- κατά τήν ἐαρινή ἰσημερία, ἡ ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, σαράντα ἡμέρες μετά τήν Γέννηση, ἀλλά καί οἱ ἑορτές τῆς συλλήψεως καί τῆς γεννήσεως τοῦ Προδρόμου, ἡ πρώτη ἕξι μῆνες πρό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ – κατά τήν ἑορτή τῆς φθινοπωρινῆς ἰσημερίας – καί ἡ δευτέρα ἕξι μῆνες πρό τῶν Χριστουγέννων, δηλαδή κατά τήν εἰδωλολατρική ἑορτή τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας [λάθος: ἐννοεῖ τό θερινό ἡλιοστάσιο, 20-21 Ἰουνίου]. Οἱ ἀντικαταστάσεις ἔγιναν βαθμηδόν, ἀλλά τό ἀποτέλεσμα ἦταν τό ἴδιο. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου λησμονήθηκε τελείως τό ἡλιολατρικό ὑπόβαθρο καί ἔμειναν μόνο ὀλίγα λαϊκά εἰδωλολατρικά ἔθιμα καί δεισιδαιμονίες στό περιθώριο τῆς κατά τά ἄλλα ἀποκαθαρμένης εὐσεβείας τοῦ χριστιανικοῦ λαοῦ» [37].
Στό παράθεμα αὐτό εἶναι φανερόν ὅτι ὁ μακαριστός Καθηγητής ἐκκινεῖ ἀφετηριακῶς ἀπό τήν ἑορτή τοῦ «Solis Invicti» (περί τό χειμερινό ἡλιοστάσιο 21-22 Δεκεμβρίου) καί μεταθέτει πρός τά πίσω τίς ὑπόλοιπες θεομητορικές καί λοιπές ἑορτές, ὥστε αὐτές νά συνταιριασθοῦν μεταξύ τους, κατά τή μαρτυρία τῶν βιβλικῶν κειμένων, ἀλλά γιά νά συμπίπτουν μέ τίς ἰσημερίες, τή φθινοπωρινή (22-23 Σεπτεμβρίου) καί τήν ἐαρινή (20 Μαρτίου).
Δυστυχῶς καί ἐδῶ ἡ κατάτμηση τοῦ θεολογικοῦ ἐπιστητοῦ σέ ἐπιμέρους τομεῖς, λειτουργιολογικό, βιβλικό, ἱστορικό κ.λπ. ἔχει ἐπιτυχῶς διεκδικήσει τόν «φόρο» της. Ἡ διαπραγμάτευση τοῦ ἐμβριθοῦς καί κατά κοινήν ὁμολογία εὐλαβεστάτου λειτουργιολόγου δέν ἔχει λάβει ὑπ΄ ὄψιν της τή βιβλικο-πατερική ἑρμηνευτική γιά τό ἐν λόγῳ θέμα τοῦ ἀκριβοῦς ἡμερολογιακοῦ προσδιορισμοῦ τῶν ἑορτῶν καί τῶν Χριστουγέννων, ἀλλά ἔχει ἀκρίτως ἀκολουθήσει τούς ἰσχυρισμούς τῆς ξένης ἔρευνας, ἡ ὁποία ἔχει δεόντως «ἀξιοποιηθεῖ» ἐπίσης ἀπό τόν New Age συγκρητισμό καί τήν ἀστρο-θεολογία, πού ὅπως πάντοτε προσπαθεῖ νά ἰσοπεδώσει περί ἕνα κοινόν ἄξονα τίς ἑορτές ὅλων τῶν θρησκειῶν (εἶναι ἐνδεικτικό τό ἄρθρο τῆς Wikipedia).
Στό ὑπόβαθρο αὐτῆς τῆς ἀκαδημαϊκῆς-θεολογικῆς μας αἰχμαλωσίας, πού συχνά ἔχει πολύ περισσότερο βαρύνουσες καί κρυπτές διαστάσεις ἀπ΄ ὅσο στό προκείμενο θέμα, εὑρίσκεται ἡ ἀπό μέρους τῶν Ὀρθοδόξων ἄγνοια τῆς στοχευμένης πολεμικῆς κατά τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως· ἐπίσης, ὑποκρύπτεται καί ἡ ἀμφιβολία γιά τή σοβαρότητα, τήν περισσή εὐλάβεια καί τόν ζῆλο μέ τόν ὁποῖο ἡ Ὀρθόδοξος, ἡ μόνη Ἐκκλησία, ἐξ ἀρχῆς διατήρησε τίς παραδόσεις Της. Εἶναι χαρακτηριστική καί λυπηρή ἡ χρήση τοῦ ὅρου«ἀποκαθαρμένη εὐσέβεια» ἀπό τόν Καθηγητή.
Ἐπίλογος: ὁ ρόλος τῆς θείας Προνοίας
Τό ὅτι δέν εἶναι δυνατόν ἡ Ἐκκλησία ἐκ τῶν ὑστέρων – χάριν τῆς ἑορτῆς τοῦ ἡλίου ἤ τοῦ «ἀνικήτου» – νά ἔχει ἐπιλέξει τό τέλος τοῦ Δεκεμβρίου ὡς καιρό τῆς ἐνανθρωπήσεως, ἀλλά ἡ θεία Πρόνοια ἀπό τοῦ αἰῶνος, μαρτυρεῖται ἀπό τά γεγονότα, ὅτι καί ὁ ὑπερφυής Τόκος τοῦ Θεανθρώπου συνέπεσε μέ τήν ἀπογραφή τοῦ Καίσαρος Αὐγούστου, ὅπως εἴπαμε, ἀλλά καί ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου, ἡ ἀπαρχή τῆς ἀναπλάσεως τῆς ἀνθρωπότητος, συνέπεσε στόν μῆνα Μάρτιο, τόν μῆνα τῆς Δημιουργίας τοῦ κόσμου, καί πρῶτο μῆνα τοῦ ἑβραϊκοῦ θρησκευτικοῦ ἔτους. Ἦταν ἀδύνατον ἀνθρωπίνως νά συνδράμουν τόσες συμβολικές περιστάσεις. Γιά τή συμβολικῆς σημασίας χρονική σύπτωση τῆς ἀπογραφῆς τοῦ Καίσαρος μέ τήν Ἐνανθρώπηση, ἡ ἱερά ὑμνογραφία ψάλλει: «Ὅταν ἦλθε ὁ καιρός τῆς παρουσίας Σου ἐπί γῆς, τότε ἔγινε ἡ πρώτη ἀπογραφή τῆς οἰκουμένης· τότε ἐπρόκειτο νά κάνεις ὀνομαστική ἀπογραφή τῶν ἀνθρώπων, ὅσων ἐπίστευαν στή Γέννησή Σου. Γι’ αὐτόν τόν λόγο ἐκφωνήθηκε ἀπό τόν Καίσαρα τό διάταγμα αὐτό, διότι ἔλαβε νέα μορφή, ἡ Βασιλεία Σου, ἡ ὁποία εἶναι χωρίς ἀρχή [καθότι ἀίδια]» [38].
Στή ρύθμιση τῆς θείας προνοίας ἀνήκει καί ἡ σύμπτωση στόν μῆνα Μάρτιο τόσο τῆς δημιουργίας τῶν κτισμάτων, ὅσο καί ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ἡ Β΄Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί ἡ κοινή πάντων Ἀνάσταση, καθώς ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στόν Συναξαριστή τοῦ Μαρτίου: «Ὅθεν ὅστις ὀνομάσει τόν Μάρτιον τοῦτον μῆνα ἄρτιον φερωνύμως καί προσφυῶς θέλει τόν ὀνομάσει, ἐπειδή εἰς τόν μῆνα τοῦτον εὑρίσκει περιεχόμενα τά μυστήρια ὅλα τῆς πλάσεως καί ἀναπλάσεως τῶν ἀνθρώπων καί ὅλης τῆς κτίσεως, ὅσα ἔγιναν καί γίνονται καί θά γίνονται» [39].
Αὐτές εἶναι οἱ ἀπό τήν Πρόνοια τῆς Ἁγίας Τριάδος «συμπτώσεις» ἱερῶν γεγονότων, πού ἔχουν ἀντίκρυσμα γιά τούς Χριστιανούς, καί ὄχι ἡ ἀξιοποίηση εἰδωλολατρικῶν ἑορτῶν ἑνός ξεπεσμένου καί ἀπεχθοῦς στούς Χριστιανούς παγανιστικοῦ κόσμου.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] «Η λογοκλοπή της ημερομηνίας των Χριστουγέννων»,http://www.impantokratoros.gr/xristoygenna-logokloph.el.aspx
[2] Ἀπό τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (13 Νοεμβρίου), 2ο κάθισμα τῆς β΄ στιχολογίας τοῦ Ὄρθρου.
[3] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Εἰς τήν γενέθλιον ἡμέραν τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ 4, PG 49, 356· «Πόθεν οὖν εἰσόμεθα, ποῖος ἦν ὁ ἕκτος μήν τῆς κυήσεως τῆς Ἐλισάβετ; Ἄν μάθωμεν ποῖος ἦν ὁ μήν, καθ’ ὅν ἤρξατο συλλαμβάνειν. Πόθεν δέ εἰσόμεθα ποῖος ἦν ὁ μήν, καθ’ ὅν συνέλαβεν; Ἄν μάθωμεν κατά ποῖον καιρόν εὐηγγελίσθη Ζαχαρίας ὁ ταύτης ἀνήρ».
[4] Αὐτόθι· «Ἄν τοίνυν ἀποδειχθῇ σαφῶς ἀπό τῶν Γραφῶν, ὅτι καί ἅπαξ εἰσήρχετο εἰς τά Ἅγια τῶν ἁγίων ὁ ἀρχιερεύς, καί μόνος, καί πότε, καί ποίῳ μηνί τοῦ ἐνιαυτοῦ τό ἅπαξ τοῦτο εἰσέρχεται, εὔδηλος ἔσται ὁ καιρός, καθ’ ὅν εὐηγγελίσθη· τούτου δέ γενομένου δήλου, καί ἡ ἀρχή τῆς συλλήψεως ἔσται τοῖς πᾶσι γνώριμος».
[5] Αὐτόθι 5, PG 49, 357.
[6] Π.Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, Ὑπόμνημα εἰς τάς Ἐπιστολάς τῆς Κ. Διαθήκης, τόμ Γ΄, ἐκδ. «Ζωή», Ἀθῆναι 1956, σελ. 120
[7] Ἔνθ’ ἀνωτ.
[8] «A Day in the Life of the Holy Temple. The Daily Sacrifice Cannot Begin Until the Gates are Open» (http://www.templeinstitute.org/day_in_life/gates_open.htm): «The act of opening the Sanctuary gates has great significance, for the morning tamid sacrifice cannot be slaughtered and prepared for offering upon the altar until the gates have been opened. In fact, the priest who has been assigned to this task will not commence until he actually hears the sound of the great gates opening. For with regard to the peace offerings, the verse indicates (Lev. 3:2) “… and he shall slaughter it opposite the door of the Tent of Meeting,” and the sages have derived that the same applies to every sacrifice: it must take place while the door are open, and not while they are closed, in order to fulfill the requirement of “opposite the door”».
[9] Γ΄ Βασ. 6, 33-36α (οἱ θύρες τοῦ στίχου 32 εἶναι αὐτές τῶν Ἁγίων τῶν ἁγίων)
[10] Ἡ Παλαιά Διαθήκη μετά συντόμου ἑρμηνείας, τόμ. 6 (Βασιλειῶν Γ΄ – Δ΄), ὑπό Ν.Π.Βασιλειάδη, ἐκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1988, σελ. 88.
[11] «A Day in the Life of the Holy Temple. The Shovel» (http://www.templeinstitute.org/day_in_life/shovel.htm): «It is also the turn of he who received the task of “the shovel” to now bring the shovel of coals to the inner altar within the Sanctuary for the burning of the incense. First he must take up a silver shovel and ascend to the top of the outer altar, where he will stir the coals to and fro, and take some of the burning coals into the shovel».
[12] Ἔνθ’ ἀνωτ. σημ. 8
[13] Παύλου Ἀποστόλου ἡ Πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή 11, PG 119, 372B.
[14] Β΄ Παρ. 29, 6.7 Πρβλ. καί τό ἐδάφιο Β΄ Παρ. 28, 24· «καί ἀπέστησεν Ἄχαζ τά σκεύη οἴκου Κυρίου καί κατέκοψεν αὐτά καί ἔκλεισε τάς θύρας οἴκου Κυρίου καί ἐποίησεν ἑαυτῷ θυσιαστήρια ἐν πάσῃ γωνίᾳ ἐν Ἱερουσαλήμ».
[15] Πρβλ. καί Β΄ Παρ. 13, 11: «θυμιῶσι τῷ Κυρίῳ ὁλοκαύτωμα πρωΐ καί δείλης καί θυμίαμα συνθέσεως καί προθέσεις ἄρτων ἐπί τῆς τραπέζης τῆς καθαρᾶς, καί ἡ λυχνία ἡ χρυσῆ καί οἱ λύχνοι τῆς καύσεως ἀνάψαι δείλης, ὅτι φυλάσσομεν τάς φυλακάς Κυρίου τοῦ Θεοῦ τῶν πατέρων ἡμῶν καί ὑμεῖς ἐγκατελίπετε αὐτόν».
[16] Ἑρμηνεία τῆς πρός Ἑβραίους ἐπιστολῆς 9, 9.10 PG 82, 741Α.
[17] «Τemple, administration and service of», Jewish Encyclopedia (http://www.jewishencyclopedia.com/articles/14303-temple-administration-and-service-of): «In case the high priest desired to offer the incense he was assisted by the officer and two attendants».
[18] «A Day in the Life of the Holy Temple. Throwing the Magrepha» (http://www.templeinstitute.org/day_in_life/magrepha.htm): «At this point, these two priests now continue up the twelve steps that lead to the Sanctuary building. They are preceded by two other priests – those who received the tasks of removing the residue ashes from both the inner (incense) altar, and the menorah. He whose job was the altar’s ashes enters first. Using the edges of the shovel, he arranges the coals upon the altar evenly, so that the incense will burn well. He then takes up the basket which he left there earlier, prostrates himself and exits, having concluded his task».
[19] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ἔνθ’ ἀνωτ. 5, PG 49, 357· «Τό γάρ θυσιαστήριον τό ἔξω θυσιῶν ἦν καί ὁλοκαυτωμάτων, τό δέ ἔσω θυμιάματος. Ὥστε καί ἀπό τούτου, καί ἀπό τοῦ ὀφθῆναι αὐτῷ μόνῳ, καί ἀπό τοῦ λέγεσθαι, ὅτι ἔξω ἦν ὁ λαός προσδεχόμενος αὐτόν, εὔδηλον ὅτι εἰς τά Ἅγια τῶν ἁγίων εἰσῆλθε».
[20] Λευ. 16, 2.17
[21] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ἔνθ’ ἀνωτ. 4, PG 49, 357· «Καί ἔσται τοῦτο ὑμῖν νόμιμον αἰώνιον, ἐξιλάσκεσθαι περί τῶν υἱῶν Ἰσραήλ ἀπό πασῶν τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. Ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ ποιηθήσεται, καθάπερ συνέταξε Κύριος τῷ Μωϋσῇ. Περί τῆς Σκηνοπηγίας ἐνταῦθα διαλέγεται. Τότε γάρ ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ ὁ ἀρχιερεύς εἰσῄει· ὅπερ οὖν καί αὐτός ἐδήλωσεν, εἰπών, ὅτι Ἄπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ τοῦτο ποιηθήσεται».
[22] Λευ. 16, 29-34
[23] ΠΑΝ. Ι. ΜΠΡΑΤΣΙΩΤΗΣ, «Ἐξιλασμοῦ, ἡμέρα», ΘΗΕ 5 (1964) στ. 728.729
[24] Ι. ΚΑΡΑΒΙΔΟΠΟΥΛΟΣ, «Σκηνοπηγία», ΘΗΕ 11 (1967) στ. 224
[25] Π.Κ. ΧΡΗΣΤΟΥ, «Διονύσιος ὁ Μικρός», ΘΗΕ 5 (1964), στ. 58.
[26] http://www.cgsf.org/dbeattie/calendar/?roman=3bc
[27] Εἰς τό Κατά Ματθαῖον 79, 3 PG 58, 720· «Πῶς οὖν τότε πολλοί ἀρχιερεῖς; Ἐνιαυσιαῖοι ὕστερον ἐγένοντο. Καί τοῦτο ἐδήλωσεν ὁ εὐαγγελιστής, ὅτε περί τοῦ Ζαχαρίου διελέγετο εἰπών ἐξ ἐφημερίας αὐτόν εἶναι Ἀβιᾶ».
[28] «High Priest (Judaism)», Wikipedia (http://en.wikipedia.org/wiki/High_Priest_%28Judaism%29): «Herod the Great nominated no less than six high priests; Archelaus, two. The Roman legate Quirinius and his successors exercised the right of appointment, as did Agrippa I, Herod of Chalcis, and Agrippa II».
[29] Ὑπόμνημα εἰς τό Κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, ἐκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1972[2], σελ. 35.
[30] Αὐτόθι, σελ. 39.
[31] Ἑβρ. 9, 7
[32] Π.Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ, Ὑπόμνημα εἰς τάς Ἐπιστολάς, ἔνθ’ ἀνωτ., σελ. 122
[33] Λουκ. 1, 23
[34] Εἰς τήν γενέθλιον ἡμέραν, ἔνθ’ ἀνωτ. 5, PG 49, 358.
[35] Αὐτόθι 2, PG 49, 353· «Καί τοῖς ἀρχαίοις τοῖς δημοσίᾳ κειμένοις κώδιξιν ἐπί τῆς Ῥώμης ἔξεστιν ἐντυχόντα καί τόν καιρόν τῆς ἀπογραφῆς μαθόντα, ἀκριβῶς εἰδέναι τόν βουλόμενον […] Ἀλλ‘ ἄκουε, καί μή ἀπίστει, ὅτι παρά τῶν ἀκριβῶς ταῦτα εἰδότων, καί τήν πόλιν ἐκείνην οἰκούντων παρειλήφαμεν τήν ἡμέραν. Οἱ γάρ ἐκεῖ διατρίβοντες, ἄνωθεν καί ἐκ παλαιᾶς παραδόσεως αὐτήν ἐπιτελοῦντες, αὐτοί νῦν αὐτῆς ἡμῖν τήν γνῶσιν διεπέμψαντο.»
[36] Αὐτόθι 3, PG 49, 354
[37] ΙΩ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ, «Τά ἰουδαϊκά καί ἑλληνορωμαϊκά ἡμερολόγια καί οἱ χριστιανικές ἑορτές», Χριστιανική Λατρεία καί Εἰδωλολατρία (Πρακτικά ΣΤ΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων), Σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη 11, Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος–Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως, Ἀθήνα 2005, σελ. 278ἑ.
[38] ΓΕΡΜΑΝΟΣ (ὑμνογράφου), Δοξαστικόν τῶν Αἴνων τῶν Χριστουγέννων (ἦχος πλ.β΄): «Ὅτε καιρός, τῆς ἐπί γῆς παρουσίας Σου, πρώτη ἀπογραφή τῇ οἰκουμένῃ ἐγένετο· τότε ἔμελλες τῶν ἀνθρώπων ἀπογράφεσθαι τά ὀνόματα, τῶν πιστευόντων τῷ τόκῳ σου. Διά τοῦτο τό τοιοῦτον δόγμα ὑπό Καίσαρος ἐξεφωνήθη· τῆς γάρ αἰωνίου σου βασιλείας, τό ἄναρχον ἐκαινουργήθη […]».
[39] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ Ἐνιαυτοῦ, τόμ. 4 (Μάρτιος–Ἀπρίλιος), ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 11.