Κουτσίδης Νίκων (Ἀρχιμανδρίτης)
Στὶς ἀρχὲς τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ἕνας λογοτέχνης, ὁ Ζαχαρίας Παπαντωνίου μὲ μιὰ παρέα φίλων του ἐπισκέφθηκαν τὸ Ἅγιον Ὄρος. Σὲ ἕνα βιβλιαράκι-ὁδοιπορικὸ ποὺ ἐκδόθηκε μετὰ τὸ ταξίδι, κατέγραψε τὶς ἐντυπώσεις του. Λόγω τῆς κακοκαιρίας ἔμειναν δύο-τρεῖς ἡμέρες περισσότερο ἀπὸ τὸ προγραμματισμένο! Καί, τί ἔκαμαν, ὅταν ἔμαθαν γιὰ τὸν προσωρινὸ ἀποκλεισμό τους στὴν μονὴ Διονυσίου:
* * *
-Ἀρχίσαμε νὰ βηματίζουμε στὸ χαγιάτι- σὰν τὰ κλεισμένα θηρία. Μιὰ παρηγοριὰ μόνο ἔφεγγε στὴν ἀπελπισίαν αὐτή. Ἡ ἐλπίδα, πὼς κάποτε θὰ φύγωμε. Μὰ θὰ φύγωμε; Ἡ καταχνιὰ ποὺ ὅλο κατέβαινε, ὁ ἀέρας ποὺ τάραξε τὴ χούνη, μᾶς ἔλεγε πὼς ἡ στιγμὴ αὐτὴ ἀργεῖ. Ἡ σιωπὴ ἦταν ἀπόλυτη…
Μιὰ στιγμὴ ἦρθε σ’ ἕναν ἀπὸ μᾶς ἡ ἰδέα νὰ κατεβοῦμε στὴν αὐλή: «Μακρυά! Φώναξε ἕνας ἄλλος. Θὰ ξαναδοῦμε τὴ Δευτέρα Παρουσία!» Κι ἀλήθεια. Ἡ αὐλὴ δὲν εἶναι παρὰ στενὸς ἀνοιχτὸς χῶρος. Καὶ ἡ μόνη μας ἀναψυχὴ ἐκεῖ θὰ ἦταν, νὰ περπατοῦμε στοὺς νάρθηκες τοῦ ναοῦ, νὰ βλέπωμε ζωγραφισμένη τὴ φωτιά, τὸ κατράμι νὰ καταπίνει τοὺς ἁμαρτωλούς, τὸ ζύγισμα τῶν ψυχῶν. Ἔτσι βρήκαμε καὶ μεῖς τὴ δική μας εὐτυχία: νὰ δρασκελίζωμε διαρκῶς ἕνα κλεισμένο χαγιάτι. Ἐδῶ νιώσαμε, τί μεγάλη εὐτυχία εἶναι τὰ βήματα…! Ἂν δὲν ὑπῆρχε τὸ χαγιάτι, ὥστε νὰ γίνεται κι’ αὐτό!…. Ἀπὸ τὰ ἀνοιχτὰ παράθυρα τῆς ἐκκλησίας ἔρχονταν τὰ διαβάσματα κι’ οἱ ψαλμοὶ (Ἅγιον Ὄρος, ἐκδ. ΕΣΤΙΑ, Ἀθήνα, 1934).
Χαμένος χρόνος, λοιπόν, ἡ παραμονὴ στὸ Ἅγιον Ὄρος, γιὰ τὸν Παπαντωνίου καὶ τοὺς φίλους του!
Πῶς ὅμως, καταντάει τόσο ρηχὸς ὁ ἄνθρωπος;
Ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας του! Γιατί μᾶς ἐνοχλεῖ τόσο ἡ εἰκόνα τῆς Δευτέρας Παρουσίας;
Μὰ ἐπειδὴ μᾶς θυμίζει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεός.
Γιατί δὲν ἔκαναν τὸν κόπο νὰ μποῦν στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ ἀκούσουν «διαβάσματα καὶ ψαλμούς», προσευχὲς στὸν Χριστό;
Γιατί τοὺς θύμιζαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεός!
Πολλοὺς αἰῶνες, πρὶν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Παπαντωνίου, ἕνα τρίχρονο κοριτσάκι ὁδηγήθηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς του στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἔμεινε ἐκεῖ δώδεκα χρόνια! Καὶ μάλιστα μέρα-νύχτα! Μά, δὲν ἔπληττε! Δὲν βαριόταν!
Ὅποιος καταλάβει, ὅτι ὁ Θεὸς καὶ ὑπάρχει καὶ ἐνεργεῖ, ἀνοίγει μαζί Του διάλογο (=προσευχή). Καὶ ὁ Θεὸς τὸν παρηγορεῖ. Τοῦ χαρίζει ἀπέραντη χαρά, ποὺ δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ πράγματα ἐπίγεια. Αὐτὸ συνέβη καὶ στὸ κορίτσι αὐτὸ• ποὺ εἰσῆλθε στὸν ναὸ ἀπὸ νήπιο. Τὸ κοριτσάκι αὐτὸ εἶναι ἡ Μαρία, ἡ Παναγία μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ γεγονὸς τῶν «Εἰσοδίων» τῆς Παναγίας στὸ ναό, ἔγινε ἀφορμὴ χαρᾶς, ἑορτῆς καὶ πανηγύρεως γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία.
Γιὰ νὰ μᾶς θυμίζει, ὅτι πρέπει νὰ γίνει καὶ μιὰ δική μας «εἴσοδος» στὴν ἐκκλησία. Γιατί ἐκεῖ, στὴν Θεία Λειτουργία, συναντᾶμε τὸν ζῶντα Χριστὸ• καὶ μιλᾶμε μαζί Του.