Αρχιμ. Επιφάνιος Χατζηγιάγκου
Ένα ερώτημα
Στο Σύμβολο της Πίστεως ομολογούμε ότι πιστεύουμε «εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Ποια όμως είναι αυτή η Εκκλησία;
Το ερώτημα αυτό έχει μεγάλη σημασία, διότι υπάρχει σήμερα ένα χάος και μία σύγχυση στον χριστιανικό κόσμο. Ένα πλήθος από χριστιανικές κοινότητες και ομολογίες, με σημαντικές δογματικές διαφορές μεταξύ τους, διεκδικούν τον τίτλο της Εκκλησίας και ισχυρίζονται ότι αυτοί αποτελούν τη «Μίαν…» Εκκλησία του Χριστού, ή ότι συμμετέχουν ισότιμα σ’ αυτήν μαζί με άλλα παρόμοια εκκλησιαστικά σώματα.
Ακούμε να γίνεται λόγος για «Καθολική Εκκλησία», για «Αγγλικανική», για «Λουθηρανή», για «Καλβινική» κ.ο.κ. Ποια απ’ αυτές είναι η αληθινή Εκκλησία του Χριστού, ο «στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α’ Τιμ. 3, 15), η Κιβωτός της Σωτηρίας;
Το σπουδαίο αυτό ερώτημα θα πρέπει να το μελετήσουμε και να το απαντήσουμε, διότι από την απάντηση εξαρτάται η σωτηρία μας. Αν είμαστε στην πλάνη ή στην αίρεση, είμαστε εκτός αληθείας, είμαστε εκτός της Εκκλησίας που ίδρυσε ο Χριστός, άρα τα μυστήριά μας δεν έχουν χάρη, και συνεπώς δεν σωζόμαστε.
Η Ορθοδοξία διατηρεί αναλλοίωτη την πίστη
Σήμερα υπάρχουν βασικά τρεις μεγάλες χριστιανικές ομολογίες: Η Ορθοδοξία, ο Καθολικισμός και ο Προτεσταντισμός. Μέχρι τον 11ο αιώνα όλος ο χριστιανικός κόσμος ήταν ενωμένος. Το 1054 μ.Χ. ο πάπας της Ρώμης μαζί με τον δυτικό χριστιανικό κόσμο αποκόπηκαν από την ανατολική Εκκλησία και αποτέλεσαν τη λεγόμενη «Καθολική εκκλησία».
Αργότερα, τον 16ο αιώνα (1517 μ.Χ.), Γερμανοί ε επί κεφαλής τον Μαρτίνο Λούθηρο, αντιδρώντας στις καταχρήσεις και τη διαφθορά του Παπισμού, αποκόπηκαν απ’ αυτόν και δημιούργησαν την «εκκλησία» των Διαμαρτυρομένων ή Προτεσταντών. Στη συνέχεια και αυτοί διασπάστηκαν και δημιούργησαν πολλές άλλες «εκκλησίες».
Τελικά, ποια απ’ όλες αυτές τις «εκκλησίες» κατέχει την αλήθεια; Ποια είναι η μία αληθινή Εκκλησία του Χριστού, για την οποία μιλά το Σύμβολο της Πίστεως; Αν μελετήσει κανείς με προσοχή όλες αυτές τις ομολογίες, θα διαπιστώσει ότι η Ορθοδοξία και μόνο η Ορθοδοξία παρέμεινε πιστή στην άπαξ παραδοθείσαν πίστιν(Ιούδ. 3), στην πίστη που μας παρέδωσε ο Χριστός και οι Απόστολοι. Διότι η Ορθοδοξία είναι η μόνη ομολογία που κρατά αναλλοίωτα όλα τα δόγματα και τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων. Μόνο αυτή παρέμεινε σταθερή και αμετακίνητη στην κοινή πίστη που είχε η Εκκλησία μέχρι το Σχίσμα. Από τότε μέχρι σήμερα δεν πρόσθεσε ούτε αφαίρεσε το παραμικρό στην πίστη αυτή. Αντίθετα, όπως θα δούμε στη συνέχεια, όλες οι άλλες ομολογίες άλλαξαν τις αλήθειες της πίστεως.
Επί πλέον, η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει, κατά κοινήν ομολογίαν, και «αποστολική διαδοχή». Δηλαδή το ιερατείο της αποτελεί συνέχεια μιας μακραίωνης και αδιάσπαστης αλυσίδας, που έχει ως αρχή τους Αποστόλους. Μ’ άλλα λόγια, οι ιερείς και αρχιερείς μας είναι διάδοχοι των Αποστόλων.
Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ
Ιστορική αναδρομή
Όπως είναι γνωστό από την εκκλησιαστική ιστορία, το 1054 μ.Χ. συνέβη ένα θλιβερό γεγονός που συγκλόνισε την Εκκλησία· το Σχίσμα. Ένα μεγάλο μέρος του δυτικού χριστιανικού κόσμου με αρχηγό τον πάπα της Ρώμης αποκόπηκε από την Ανατολική Εκκλησία και αποτέλεσε τη λεγομένη «Καθολική Εκκλησία» ή, ορθότερα, τον Παπισμό.
Τα αίτια του Σχίσματος ήταν α) θεολογικά (η προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως του Filioque, δηλαδή της διδασκαλίας περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού κ.ά.), β) εκκλησιολογικά (το πρωτείο του πάπα και η φιλοδοξία του να εξουσιάζει ολόκληρη την Εκκλησία) και γ) πολιτικά (η επιδίωξη των Φράγκων, και ιδιαιτέρως του βασιλιά τους Καρλομάγνου, να δημιουργήσουν μια δική τους αυτοκρατορία).
Μετά το Σχίσμα, ο Παπισμός ακολούθησε μια πτωτική πορεία, που τον απομάκρυνε ακόμα περισσότερο από την εκκλησιαστική παράδοση των δέκα πρώτων αιώνων και τον οδήγησε σε πλήθος θεολογικά και εκκλησιολογικά ατοπήματα, κακοδοξίες αλλά και εγκλήματα.
Οι κακοδοξίες του Παπισμού
Ας δούμε τώρα μερικές από τις κακοδοξίες του Παπισμού.
α) Το Filioque (Φιλιόκβε). Σύμφωνα με τα λόγια του ιδίου του Χριστού, το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Θεό Πατέρα (βλ. Ιω. 15, 26). Οι Παπικοί διδάσκουν ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό. Έτσι άλλαξαν το Σύμβολο της Πίστεως προσθέτοντας σ’ αυτό τη φράση: «καί ἐκ τοῦ υἱοῦ» (Filioque). Με το Filioque ομολογούν μιαν άλλη τριάδα και ουσιαστικά πιστεύουν σ’ έναν άλλο Θεό.
β) Το πρωτείο και το αλάθητο το πάπα. Υποστηρίζουν ότι ο πάπας, ως διάδοχος του απ. Πέτρου, είναι η ορατή κεφαλή της Εκκλησίας, ο αντιπρόσωπος του Χριστού στη γη. Απ’ αυτόν πηγάζουν και αποκτούν κύρος όλες οι εξουσίες της Εκκλησίας. Αυτή η άποψη αποτελεί το λεγόμενο πρωτείο του πάπα.
Όμως ο απ. Πέτρος εκτός από την εκκλησία της Ρώμης (που δεν είναι και βέβαιο ότι αυτός την ίδρυσε), ίδρυσε και άλλες εκκλησίες. Θα έπρεπε λοιπόν κι αυτές να διεκδικούν το πρωτείο.
Τον 13ο αιώνα διατυπώθηκε και η θεωρία ότι ο πάπας είναι αλάθητος. Δηλαδή, όταν μιλά από καθέδρας για ζητήματα πίστεως, κάθε τι που λέει θεωρείται αλάνθαστο και οφείλει η Εκκλησία να το δεχθεί. Θεωρείται ανώτερος και από Οικουμενικές Συνόδους. Η διδασκαλία αυτή έγινε επίσημο δόγμα το 1870 από την Α’ Βατικανή Σύνοδο. Αυτό όμως είναι εντελώς αβάσιμο, διότι μόνο ο Θεός είναι αλάθητος. Εξάλλου, στην ιστορία της Εκκλησίας πολλοί πάπες υπήρξαν αιρετικοί: και καταδικάστηκαν από Συνόδους. Άρα δεν είναι αλάθητοι.
γ) Οι κτιστές ενέργειες του Θεού και κτιστή χάρη. Μια από τις μεγαλύτερες πλάνες του Παπισμού είναι το ότι αποδίδει στον άκτιστο Θεό κτιστές ενέργειες.
Σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία, ο άνθρωπος δεν μπορεί να έρθει σε κοινωνία με την ουσία του Θεού. Μπορεί όμως να επικοινωνήσει μαζί του με τις ενέργειές του. Με την άσκηση, την καθαρότητα της καρδιάς, την προσευχή και τα Μυστήρια της Εκκλησίας ο άνθρωπος κοινωνεί με τις άκτιστες ενέργειες του Θεού και λαμβάνει τη Θεία Χάρη που τον αγιάζει και τον σώζει.
Οι Παπικοί, αντίθετα, δεν δέχονται άκτιστες ενέργειες στον Θεό. Γι’ αυτούς η Θεία Χάρη είναι κτιστή, δηλαδή δημιούργημα του Θεού. Κτιστή είναι και η χάρη των Μυστηρίων, όπως κτιστό ήταν και το θαβώρειο φως της Μεταμορφώσεως του Χριστού. Η διδασκαλία όμως αυτή έχει ολέθριες συνέπειες στη ζωή του Χριστιανού. Γιατί, αν η Θεία Χάρη είναι πράγματι κτιστή, ο άνθρωπος δεν μπορεί να φτάσει στον αγιασμό και τη θέωση.
δ) Μια άλλη κακοδοξία του Παπισμού είναι η διδασκαλία για τις αξιομισθίες των αγίων. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, οι άγιοι στη ζωή τους έπραξαν περισσότερα καλά έργα απ’ όσα χρειάζονταν για να σωθούν. Αυτά λοιπόν που περισσεύουν αποταμιεύονται, και αποτελούν τον λεγόμενο «θησαυρό των αξιομισθιών των αγίων». Το ταμείο αυτό το διαχειρίζεται ο πάπας, ο οποίος μπορεί να διαθέσει κάποια από τα καλά αυτά έργα σε άλλους που τους λείπουν.
Είναι φανερό πως μια τέτοια άποψη είναι αντίθετη με τη σαφή διδασκαλία του Χριστού, που λέει ότι, κι αν ακόμα εφαρμόσουμε όλες τις εντολές του Θεού, να λέμε ότι είμαστε «ἀχρεῖοι δοῦλοι» (Λουκ. 17, 10). Όλοι οι άγιοι σώζονται όχι από τα έργα τους αλλά με τη Χάρη και το έλεος του Θεού. Και κανείς απ’ αυτούς δεν έκανε ή μπορούσε να κάνει περισσότερα απ’ όσα χρειαζόταν για τη σωτηρία του (βλ. Φιλιπ. 3, 12).
ε) Αντίθετο με τη διδασκαλία της Αγ. Γραφής είναι και το δόγμα για το Καθαρτήριο Πυρ. Οι Παπικοί διδάσκουν ότι εκτός από τον Παράδεισο και την Κόλαση υπάρχει και μια ενδιάμεση κατάσταση, το Καθαρτήριο Πυρ. Σ’ αυτό πηγαίνουν οι ψυχές των χριστιανών που πέθαναν ξαφνικά και δεν πρόλαβαν να εξομολογηθούν, παρά την καλή διάθεσή τους, ή δεν πρόλαβαν να εκπληρώσουν τον κανόνα που τους έβαλε ο πνευματικός. Εκεί βασανίζονται για ένα χρονικό διάστημα, ανάλογα με τις αμαρτίες τους και κατόπιν πηγαίνουν στον Παράδεισο. Ο χρόνος παραμονής των ψυχών στο Καθαρτήριο Πυρ μπορεί να συντομευθεί με τα λεγόμενα συγχωροχάρτια, που εκδίδει ο πάπας και τα οποία πρέπει να αγοράσουν οι συγγενείς των αποθανόντων.
Πουθενά όμως στην Αγ. Γραφή δεν αναφέρεται κάποια ενδιάμεση κατάσταση. Υπάρχει μόνο η Κόλαση και ο Παράδεισος (βλ. Ματθ. 25, 46 κ.α.). Η πώληση συγχωροχαρτιών και οι πιο πάνω διδασκαλίες υπήρξαν βασικές αιτίες της δημιουργίας του κινήματος των Προτεσταντών, οι οποίοι πίστευαν ότι όλα αυτά είχαν επινοηθεί για να πλουτίσουν τα ταμεία της «Καθολικής Εκκλησίας».
ς) Το 1854 οι Παπικοί εισήγαγαν το δόγμα περί της Ασπίλου Συλλήψεως της Θεοτόκου, σύμφωνα με το οποίο η Παναγία γεννήθηκε χωρίς το προπατορικό αμάρτημα. Το 1950 πρόσθεσαν και το δόγμα της Αναλήψεως της Θεοτόκου, κατά το οποίο η Παναγία ανελήφθη στους ουρανούς χωρίς να γνωρίσει θάνατο. Και τα δύο είναι αυθαίρετες κακοδοξίες.
ζ) Άλλη κακοδοξία του Παπισμού είναι ο Παποκαισαρισμός. Ο πάπας είναι αρχηγός της «Καθολικής Εκκλησίας» και συνάμα αρχηγός κράτους, του Βατικανού. Το φαινόμενο αυτό είναι εντελώς ασυμβίβαστο με το Ευαγγέλιο και τους ιερούς κανόνες. Ο Χριστός είπε ότι «ἡ βασιλεία ἡ ἐμή οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ιωάν. 18, 36).
η) Καινοτομίες στα μυστήρια. Μετά το Σχίσμα η παπική «Εκκλησία» επέφερε αλλαγές και στη λατρευτική ζωή. Αρχικά το Βάπτισμα το τελούσαν, όπως και οι Ορθόδοξοι, με τριπλή κατάδυση στο καθαγιασμένο νερό (βαπτίζω = βυθίζω στο νερό). Μετά τον 14ο αιώνα κατάργησαν την κατάδυση και τελούν το Βάπτισμα με ραντισμό ή επίχυση.
Κατά το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας χρησιμοποιούν άζυμο ψωμί. Από τον 12ο αιώνα στους λαϊκούς μεταδίδουν μόνο «σώμα» (όστια) όχι και «αίμα», παρά την εντολή του Κυρίου «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…» (Ματθ. 26, 27).
Καινοτομίες υπάρχουν και στα άλλα μυστήρια, τις νηστείες κ.λπ.
Η καταδίκη του Παπισμού
Ο Παπισμός έχει καταδικαστεί κατά καιρούς από διάφορες Συνόδους για τις αιρετικές του διδασκαλίες.
● Η Γ’ και Δ’ Οικουμενικές Σύνοδοι (431, 451) καταδικάζουν ως αιρετικό όποιον προκαλέσει αλλαγή στο Σύμβολο της Πίστεως. Οι Παπικοί πρόσθεσαν, όπως είπαμε, το Filioque.
● Η Σύνοδος που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη επί Μ. Φωτίου το 879-880 καταδίκασε την αίρεση του Filioque.
● Η Σύνοδος που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη επί αγ. Γρηγορίου Παλαμά το 1351 καταδίκασε την αίρεση για τη «κτιστή χάρη».
● Στα νεώτερα χρόνια οι Πατριάρχες της Ανατολής καταδίκασαν επανειλημμένως τον Παπισμό σε Συνόδους που έγιναν στην Κωνσταντινούπολη (1722, 1727, 1755, 1838, 1848, 1895).
Αλλά και όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας, χωρίς καμμιά εξαίρεση, όπως ο Μέγας Φώτιος, ο Γρηγόριος Παλαμάς, ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο Νεκτάριος Πενταπόλεως κ.ά., καταδικάζουν τους Παπικούς ως αιρετικούς. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά τα λόγια του αγ. Μάρκου του Ευγενικού: «Τους αποστραφήκαμε ως αιρετικούς και γι’ αυτό χωριστήκαμε απ’ αυτούς… είναι αιρετικοί και ως αιρετικούς τους αποκόψαμε».
Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΣ
Γενικά
Ας δούμε τώρα και τα σχετικά με τους Προτεστάντες. Όπως αναφέραμε και πιο πάνω, το 1517 μ.Χ. ξέσπασε το κίνημα των Διαμαρτυρομένων (Προτεσταντών) με αρχηγό τον Μαρτίνο Λούθηρο αντιδρώντας στην κυριαρχία και τις αυθαιρεσίες του πάπα, στον αθέμιτο θησαυρισμό της Δυτικής «εκκλησίας» με τα συγχωροχάρτια, στη διαφθορά των ηθών, στην τρομοκρατία της Ιεράς Εξετάσεως, κ.ά.. Σύντομα το κίνημα επικράτησε και ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης αποσχίσθηκε από τον Παπισμό.
Δυστυχώς όμως ο Προτεσταντισμός, ενώ στην αρχή ξεκίνησε σαν μια δίκαιη διαμαρτυρία κατά του Παπισμού, τελικά βρέθηκε στο αντίθετο άκρο. Οι Διαμαρτυρόμενοι, στην προσπάθειά τους να πολεμήσουν τις κακοδοξίες του πάπα, προχώρησαν σε περισσότερες και σοβαρότερες καινοτομίες σε θέματα πίστεως και λατρείας, καθώς και στο πολίτευμα της Εκκλησίας, που τους απομάκρυναν ακόμα πιο πολύ από την αλήθεια. Προσπαθώντας να βρουν τη γνήσια πίστη, στηρίχτηκαν στη δική τους ανθρώπινη λογική και δημιούργησαν ένα δικό τους χριστιανισμό.
Το πρώτο τους λάθος ήταν ότι απέρριψαν την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας· τους προφορικούς λόγους των αποστόλων (βλ. Β’ Θεσ. 2, 16), τις αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων, τη μακραίωνη εμπειρία της Εκκλησίας, τη λατρευτική παράδοση κ.λπ.. Κράτησαν μόνο την Αγ. Γραφή, κι αυτήν περικομμένη, αφού απέρριψαν δέκα από τα θεόπνευστα βιβλία της.
Αποτέλεσμα της απορρίψεως της Ιεράς Παραδόσεως υπήρξε η αυθαίρετη και υποκειμενική ερμηνεία της Αγ. Γραφής. Ο καθένας ερμηνεύει την Αγ. Γραφή όπως θέλει. Αυτό είχε ως συνέπεια τη συνεχή διάσπασή τους και τη δημιουργία πολλών παραφυάδων-«εκκλησιών». Σήμερα τα τριακόσια περίπου εκατομμύρια Προτεσταντών, που υπάρχουν σ’ όλο τον κόσμο, είναι χωρισμένα σε εκατοντάδες ομάδες, οι οποίες παρουσιάζουν μεταξύ τους μεγάλες δογματικές διαφορές.
Κακοδοξίες των Προτεσταντών
Ας δούμε στη συνέχεια μερικές από τις κακοδοξίες τους. Κατ’ αρχήν, ως προς τα Μυστήρια, άλλοι δεν έχουν κανένα Μυστήριο, πιστεύοντας ότι η Θεία Χάρη μεταδίδεται μόνο με τον λόγο του Θεού. Θεωρούν ότι ο λόγος του Θεού έχει τη δύναμη να σώζει αυτούς που τον πιστεύουν και επομένως τα Μυστήρια είναι περιττά. Άλλοι, όπως οι Αγγλικανοί και πολλές Ευαγγελικές «εκκλησίες» των Λουθηρανών, δέχονται μόνο το Βάπτισμα και τη Θεία Ευχαριστία, θεωρώντας τα υπόλοιπα απλώς σαν χρήσιμες τελετές.
α) Ως προς το Βάπτισμα, αρνούνται ότι μ’ αυτό απαλλάσσεται ο άνθρωπος από κάθε αμάρτημα, αναγεννάται, ενώνεται με τον Χριστό και γίνεται μέλος της Εκκλησίας (βλ. Ιω. 3, 5. Ρωμ. 6, 3-4. Γαλ. 3, 27). Δέχονται ότι είναι μια τελετή που απλώς συμβολίζει την αναγέννηση του ανθρώπου. Γίνεται, όπως και στους Παπικούς, με ραντισμό και σε μεγάλη ηλικία, παρ’ όλο που ο νηπιοβαπτισμός αποτελεί αρχαία παράδοση της Εκκλησίας και υπονοείται στην Κ. Διαθήκη (βλ. Πράξ. 16, 33. Α’ Κορ. 1, 16).
β) Απορρίπτουν την Εξομολόγηση διδάσκοντας ότι αρκεί απλώς να ομολογούμε τις αμαρτίες μας στην προσευχή μας και τότε αυτές συγχωρούνται. Ο ίδιος ο Κύριος, όμως, όρισε αρμοδίους να συγχωρούν αμαρτίες τους Αποστόλους λέγοντάς τους: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» (Ιωάν. 20, 22-23). Και οι Απόστολοι μετέδωσαν το χάρισμα αυτό στους διαδόχους τους, επισκόπους και ιερείς.
γ) Όσον αφορά στο ύψιστο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, κατά το οποίο οι πιστοί κοινωνούμε Σώμα και Αίμα Χριστού για την άφεση των αμαρτιών μας, σύμφωνα με τη σαφή εντολή του Κυρίου «Λάβετε, φάγετε τοῦτό ἐστι τό σῶμά μου… Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τό αἷμά μου… εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Ματθ. 26, 26-28), οι Προτεστάντες θεωρούν ότι η Θεία Ευχαριστία είναι μια απλή τελετή κατά την οποία θυμόμαστε τη θυσία του Χριστού, και ότι η Θεία Κοινωνία δεν είναι Σώμα και Αίμα Χριστού αλλά είναι ψωμί και κρασί που απλώς συμβολίζει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.
δ) Η διαφθορά του κλήρου των Παπικών έκανε τους Προτεστάντες να καταργήσουν εντελώς την Ιερωσύνη. Ο ίδιος ο Λούθηρος, που ήταν ιερομόναχος, πέταξε τα ράσα και παντρεύτηκε. Κατ’ αυτούς, όλοι οι Χριστιανοί με το βάπτισμα γίνονται ιερείς. Δεν έχουν λοιπόν ειδική τάξη κληρικών. Αντί για ιερείς έχουν τους πάστορες, που είναι μάλλον κήρυκες του θείου λόγου. Ωστόσο, μερικές προτεσταντικές παραφυάδες έχουν «ιερωσύνη». Οι Αγγλικανοί, οι Λουθηρανοί κ.ά., έχουν και τους τρεις βαθμούς της ιερωσύνης (διακόνους, πρεσβυτέρους, επισκόπους). Άλλοι έχουν μόνο πρεσβυτέρους, γι’ αυτό και η «εκκλησία» τους λέγεται «Πρεσβυτεριανή» (Σκωτία).
Γνωρίζουμε όμως ότι ο ίδιος ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη όρισε να υπάρχουν ιερείς και αρχιερείς, για να προσφέρουν δώρα και θυσίες εκ μέρους του λαού (βλ. Εξόδ. 29, 4-10. Λευϊτ. 8, 1-36). Στην Καινή Διαθήκη πρώτοι αρχιερείς υπήρξαν οι Απόστολοι, που βάπτιζαν, τελούσαν τα μυστήρια και μετέδιδαν τη Χάρη στους πιστούς. Αργότερα οι Απόστολοι μετέδωσαν και σε άλλους το χάρισμα της ιερωσύνης. Στην αποστολική Εκκλησία συναντούμε και τους τρεις βαθμούς της ιερωσύνης (βλ. Φιλιπ. 1, 1. Πράξ. 20, 17-28. Τίτ. 1, 5. Αποκ. κεφ. 2, 3 κ.α.).
ε) Από αντίδραση και πάλι προς τους Παπικούς, που υπερτόνιζαν τα καλά έργα, οι Προτεστάντες υποστηρίζουν ότι δεν χρειάζονται τα έργα για τη σωτηρία μας. Ο άνθρωπος σώζεται μόνο με τη Χάρη του Θεού. Φτάνει μόνο η πίστη στη λυτρωτική θυσία του Χριστού. «Ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται» (Μάρκ. 16, 16), λένε.
Βεβαίως κανείς δεν αμφιβάλλει ότι και η πίστη είναι απαραίτητη για τη σωτηρία μας. Αλλά δεν φτάνει μόνο η πίστη, αφού «καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίσσσουσι» (Ιακ. 2, 19). Χρειάζονται και τα καλά έργα, η τήρηση των εντολών του Θεού, «πίστις δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένη» (Γαλ. 5, 6). Διότι «πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (Ιακ. 2, 26). Επομένως για να σωθεί ο άνθρωπος χρειάζονται απαραίτητα και τα δύο, και η Θεία Χάρη και τα καλά έργα. Τη σημασία των έργων για τη σωτηρία μας τονίζουν τόσο ο Χριστός όσο και οι Απόστολοι (βλ. Ματθ. 7, 21· 16, 27· 18, 17. Ρωμ. 2, 6. Α’ Κορ. 13, 2. Ιακ.2, 14-26. Αποκ. 22, 12).
ς) Σε αντίθεση προς τους Παπικούς, που έχουν υπερτιμήσει την Παναγία, οι Προτεστάντες την υποτιμούν. Δεν την αποκαλούν Θεοτόκο αλλά απλώς Μαρία. Κάποιοι αρνούνται την αειπαρθενία της και ισχυρίζονται ότι απέκτησε και άλλα παιδιά εκτός από τον Χριστό.
Δεν είναι όμως έτσι. Στην Αγ. Γραφή η Παναγία χαρακτηρίζεται «κεχαριτωμένη» και «εὐλογημένη ἐν γυναιξί» (Λουκ. 1, 28), γεμάτη δηλαδή από χάρη και ευλογημένη περισσότερο απ’ όλες τις γυναίκες της γης, αφού κρίθηκε άξια να γεννήσει τον Θεάνθρωπο Κύριο. Γι’ αυτό και θα τη μακαρίζουν όλες οι γενιές των ανθρώπων (βλ. Λουκ. 1, 48). Η συγγενής της Ελισάβετ, φωτισμένη από το Άγιο Πνεύμα, την αποκαλεί «μητέρα τοῦ Κυρίου μου» (Λουκ. 1, 43), δηλαδή μητέρα του αληθινού Θεού, Θεοτόκο.
Η Παναγία γέννησε χωρίς να γνωρίσει άνδρα, όπως η ίδια διαβεβαιώνει (βλ. Λουκ. 1, 34). Συνέλαβε τον Χριστό «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου», όπως απεκάλυψε και ο άγγελος στον Ιωσήφ (Ματθ. 1, 20). Ήταν λοιπόν παρθένος.
Ο Χριστός λίγο πριν τον θάνατό του ανέθεσε την προστασία της μητέρας του στον μαθητή του Ιωάννη (βλ. Ιωάν. 19, 26-27). Αυτό φανερώνει ότι η Παναγία δεν είχε άλλα παιδιά. Αν είχε, θα την αναλάμβαναν αυτοί υπό την προστασία τους. Οι λεγόμενοι «ἀδελφοί τοῦ Ἰησοῦ» (Ματθ. 13, 55-56) ήταν παιδιά του Ιωσήφ από άλλη γυναίκα.
ζ) Οι Προτεστάντες δεν τιμούν τους αγίους ούτε έχουν γιορτές γι’ αυτούς. Αρνούνται τη μεσιτεία τους και δεν προσεύχονται σ’ αυτούς. Προσεύχονται μόνο στον Χριστό. Η Αγ. Γραφή, όμως, αναφέρει πάμπολλες περιπτώσεις όπου άγιοι άνθρωποι, όπως ο Αβραάμ, ο Μωυσής, οι προφήτες, οι Απόστολοι κ.ά., προσευχήθηκαν για άλλους και εισακούστηκαν (βλ. Γεν. 20, 7. Αριθμ. 11, 1-3. Πράξ. 9, 36-42. Ιακ. 5, 16. Αποκ. 5, 8 κ.ά.). Συνεπώς, μπορούμε να ζητούμε τις πρεσβείες των αγίων.
Δεν τιμούν ούτε τα λείψανα των αγίων και δεν πιστεύουν ότι έχουν τη χάρη να κάνουν θαύματα. Όμως τα λείψανα των αγίων, όπως και όλο το σώμα τους, είναι αγιασμένα, εφ’ όσον υπήρξαν ναός του Αγίου Πνεύματος (βλ. Α’ Κορ. 6, 19). Αναφέρεται ότι και τα ρούχα ακόμα των Αποστόλων έκαναν θαύματα (βλ. Πράξ. 19, 11-13). Αλλά και τα οστά του προφήτου Ελισσαίου ανέστησαν ένα νεκρό που τον ακούμπησαν σ’ αυτά (βλ. Δ’ Βασ. 13, 21).
η) Εκτός από τις πλάνες αυτές, οι Προτεστάντες απορρίπτουν τη χρήση ιερών εικόνων, όπως οι εικονομάχοι, δεν πιστεύουν στη χάρη που περιέχει και μεταδίδει το νερό του Αγιασμού, αρνούνται την ωφέλεια που προσφέρουν στις ψυχές τα ιερά Μνημόσυνα, και πολλά άλλα.
Τέλος, έχουν μια πολύ περίεργη θεωρία περί «Αοράτου Εκκλησίας» η οποία, όπως λένε, αποτελείται από άγια μέλη που ανήκουν σε όλες τις ορατές «εκκλησίες».
Οι Πεντηκοστιανοί· ιστορία – πλάνες
Μια παραφυάδα του Προτεσταντισμού πολύ διαδεδομένη στην Ελλάδα είναι η αίρεση των Πεντηκοστιανών. Εμφανίστηκε στην Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα με την ονομασία «Εκκλησία της Πεντηκοστής». Αργότερα διασπάστηκε σε πολλές ομάδες, όπως «Εκκλησία του Θεού της Πεντηκοστής», «Αποστολική Εκκλησία της Πεντηκοστής» κ.ά..
Η βασική διδασκαλία των Πεντηκοστιανών είναι ότι μόλις βαφτιστούν λαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα, πέφτουν σε έκσταση, βλέπουν οράματα, προφητεύουν, αλλά κυρίως αποκτούν, όπως ισχυρίζονται, το χάρισμα της γλωσσολαλίας (μιλούν διάφορες γλώσσες). Επειδή το χάρισμα αυτό το έλαβαν οι Απόστολοι κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, γι’ αυτό και ονομάστηκαν Πεντηκοστιανοί.
Στις συγκεντρώσεις τους παρουσιάζουν εκστατικά φαινόμενα· βγάζουν άναρθρες κραυγές, κάνουν συσπάσεις του προσώπου, εκδηλώνουν σπασμούς στο σώμα τους κ.λπ.. Όλα αυτά δεν είναι ενέργειες του Αγίου Πνεύματος αλλά «ενέργειες πλάνης» (Β’ Θεσ. 2, 11), δηλαδή ενέργειες του σατανά. Τέτοια «ενθουσιαστικά» – δαιμονικά φαινόμενα παρατηρούνται και στο «χορό των δερβίσηδων», που είναι «ασκητές» του Ισλάμ.
Όσον αφορά το φαινόμενο της γλωσσολαλίας, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ήταν ένα έκτακτο χάρισμα που δόθηκε από το Άγιο Πνεύμα στην πρώτη Εκκλησία, η οποία βρισκόταν στο ξεκίνημά της, με σκοπό, όπως λέει ο απ. Παύλος, να στηρίξει τους απίστους που ήθελαν εντυπωσιακά σημεία και θαύματα για να πιστέψουν: «αἱ γλῶσσαι εἰς σημεῖόν εἰσιν οὐ τοῖς πιστεύουσιν, ἀλλά τοῖς ἀπίστοις» (Α’ Κορ. 14, 22). Ο απόστολος θεωρεί τη γλωσσολαλία κατώτερο χάρισμα, χωρίς ιδιαίτερη σημασία, εφ’ όσον δεν συντελεί ουσιαστικά στην οικοδομή και την πνευματική πρόοδο των πιστών.
Εκτός από τις πλάνες αυτές έχουν και όλες τις άλλες κακοδοξίες του Προτεσταντισμού που αναφέραμε.
Δράση των Πεντηκοστιανών
Στην Ελλάδα και την Κύπρο έκαναν την εμφάνισή τους τη δεκαετία του 1920. Σήμερα υπάρχουν δεκάδες ομάδες Πεντηκοστιανών στην πατρίδα μας, όπως, «Αποστολική Εκκλησία της Πεντηκοστής», «Εκκλησία του Θεού της Προφητείας», «Η Μάχαιρα του Πνεύματος» κ.ά., που δραστηριοποιούνται έντονα και με κάθε τρόπο. Διαδίδουν βιβλία, περιοδικά, φυλλάδια, τα οποία αποστέλλουν και ταχυδρομικά. Έχουν τον ραδιοφωνικό σταθμό «Χριστιανισμός», πανελληνίου εμβελείας, επικοινωνούν τηλεφωνικά με κόσμο, βάζουν κασσέττες στον αυτόματο τηλεφωνητή κ.ά..
Η επιτυχία τους οφείλεται στον τρόπο με τον οποίο πλησιάζουν τα θύματά τους και προσφέρουν τις πλάνες τους. Κατ’ αρχήν εφαρμόζουν «βομβαρδισμό αγάπης» με οργάνωση φιλικών συγκεντρώσεων, συμπαράσταση σε οικογενειακές δυσκολίες (ασθένειες, θανάτους, οικονομικά προβλήματα) κ.ά.. Παράλληλα τρομοκρατούν τον λαό αναγγέλοντας επικείμενους σεισμούς, πολέμους, ασθένειες, καταστροφές κ.ά., προκειμένου να ασκήσουν ψυχολογική βία στα θύματά τους.
Συμπέρασμα
Σήμερα, όπως αναφέραμε, υπάρχουν εκατοντάδες προτεσταντικές ομάδες, όπως οι Αντβεντιστές, οι Βαπτιστές, οι Μεθοδιστές, οι Ευαγγελικοί, οι Γεδεωνίτες, οι Μορμόνοι κ.ά.. Κάποιες απ’ αυτές, όπως οι Αγγλικανοί, χειροτονούν γυναίκες ιέρειες και τελούν «γάμους» ομοφυλοφίλων. Είναι φανερό, πως όλες αυτές οι ομάδες δεν έχουν καμμιά σχέση με την πίστη και το ήθος που μας παρέδωσαν ο Χριστός, οι Απόστολοι και οι άγιοι Πατέρες. Επί πλέον οι Προτεστάντες δεν έχουν αποστολική διαδοχή.
Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Μετά τη σύντομη αυτή ανάλυση που κάναμε, ο κάθε καλοπροαίρετος και αμερόληπτος ερευνητής οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, για την οποία ομιλεί το Σύμβολο της Πίστεως, είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας· η Εκκλησία που πιστεύει σήμερα αυτό που πίστευε και πριν είκοσι αιώνες, διότι «Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Εβρ. 13, 8).
Όπως αναφέρει και το Συνοδικό της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου: «Οἱ προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, …ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, …οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν… Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξεν».
Αυτή η πίστη ως κόρην οφθαλμού κατέχει και διαφυλάττει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Και την διατηρεί επί είκοσι αιώνες γνήσια και ανόθευτη με αγώνες και θυσίες. Λέει χαρακτηριστικά για την ορθόδοξη πίστη μας ο μεγάλος διδάσκαλος του γένους, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός:
«Ἐγώ ἐδιάβασα καί περί ἱερέων καί περί ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καί ἀθέων· τά βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα· ὅλαι αἱ πίστεις εἶναι ψεύτικες· τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, ὅτι μόνη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶναι καλή καί ἁγία, τό νά πιστεύωμεν καί νά βαπτιζώμεθα εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νά εὐφραίνεσθε ὅπου εἶσθε ὀρθόδοξοι χριστιανοί καί νά κλαίετε διά τούς ἀσεβεῖς καί αἱρετικούς ὅπου περιπατοῦν εἰς τό σκότος» (†Αυγ. Καντιώτου, «Κοσμάς ο Αιτωλός», σελ. 131).
Όλα αυτά δεν είναι απόψεις και καυχήσεις ημών των Ορθοδόξων. Υπάρχουν και πολλοί ετερόδοξοι που αναγνωρίζουν τη μοναδικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και έχουν την ειλικρίνεια να τη διακηρύξουν. Δεν είναι λίγοι, ιδίως τα τελευταία χρόνια, και αυτοί που ασπάζονται την Ορθοδοξία, βαπτίζονται και γίνονται μέλη της Εκκλησίας. Ας ακούσουμε στη συνέχεια τις δηλώσεις όχι ενός απλού και τυχαίου προτεστάντη, αλλά ενός αγγλικανού καθηγητή της Εκκλησιαστικής Ιστορίας της Οξφόρδης, του A. P. Stanley. Σε μια σπουδαία διάλεξή του αναφέρει μεταξύ των άλλων και τα εξής:
«Αν επιθυμούμε να ανεύρουμε δογματική πίστη και συντηρητική Παράδοση στην πληρέστερή τους έκφραση, οφείλουμε να μεταβούμε όχι στην Εκκλησία που αυτοαποκαλείται ‟Καθολική”, αλλά στην ΕΚΚΛΗΣΙΑ που ονομάζεται ‟Ορθόδοξος”, στην Εκκλησία που θα προτιμούσε να πεθάνει μάλλον, παρά να υποχωρήσει στο ελάχιστο σημείο το οποίο κάποια Σύνοδος ή Πατέρας της εκληροδότησαν.
Αν θεωρούμε τον Μοναχισμό ως πρότυπο χριστιανικής τελειότητος, δεν πρέπει να κρατήσουμε το βήμα μπροστά στο Grande Chartreuse (Μεγάλο Μοναστήρι στη Γαλλία) ή το Monte Casino (Ιταλικό μοναστήρι κοντά στη Ρώμη), αλλά να προχωρήσουμε προς τα ερημητήρια του Άθω και προς τον στύλο του Συμεών του Στυλίτου.
Αν θέλουμε να αποκτήσουμε την αρχαία θεωρία των μυστηριακών τελετών που φθάνει μέχρι τα τελευταία όριά της, ας μη σταματήσουμε στο μέσο του δρόμου μπροστά στην εκκλησία που κατάργησε να νερά του Βαπτίσματος, και μετέθεσε το Χρίσμα και τη Θεία Κοινωνία από τη βρεφική στην ώριμη ηλικία· αλλά ας καταφύγουμε στο παλαιό τυπικό της Ανατολής, η οποία μέχρι σήμερα διατηρεί την τριπλή κατάδυση και μέχρι σήμερα προσφέρει το Χρίσμα και τη Θεία Κοινωνία στα αθώα νήπια» (Κων. Καλλινίκου, «Τα θεμέλια της πίστεως», σελ. 330-331).
Το χρέος των Ορθοδόξων
Θα πρέπει λοιπόν να χαιρόμαστε και να δοξάζουμε τον Θεό που είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί και όχι αιρετικοί (Αγ. Κοσμάς). Παράλληλα όμως επωμιζόμαστε και ένα τριπλό χρέος:
α) Αυτή την πίστη που παραλάβαμε από τον Χριστό, τους Αποστόλους και τους Πατέρες, την Ορθόδοξη Πίστη μας, να τη διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού. Δεν θα πρέπει να υποχωρήσουμε ούτε σ’ ένα «ἰῶτα» ούτε σε μια «κεραία» (Ματθ. 5, 18). «Εἰς τά τῆς πίστεως οὐ χωρεῖ συγκατάβασις» (Αγ. Μάρκος Ευγενικός).
Και όπως μας την παρέδωσαν οι πρόγονοί μας αγνή και ανόθευτη με τις θυσίες και τα αίματά τους, έτσι θα πρέπει κι εμείς να είμαστε έτοιμοι μέχρι θανάτου να τη διαφυλάξουμε άμωμη και καθαρή, και τέτοια να την παραδώσουμε στις επόμενες γενιές.
β) Δεύτερο χρέος μας είναι να διαφυλάξουμε το ορθόδοξο ήθος από τους κινδύνους που το απειλούν. Διότι όπως κινδυνεύει το δόγμα από τον Οικουμενισμό, έτσι κινδυνεύει και το ορθόδοξο ήθος από την εκκοσμίκευση. Προσοχή, γιατί ο κίνδυνος είναι κι εδώ μεγάλος και ύπουλος. Θα είμαστε μέσα στον κόσμο αλλά δεν θα γίνουμε ένα με τον κόσμο. «Μή συσχηματίζεσθαι τῷ αἰῶνι τούτῳ» (Ρωμ. 12, 2) είναι η προτροπή των Αποστόλων.
Η απλότητα, η ασκητικότητα στη ζωή, η καθαρότητα στο ήθος, πρέπει να συνοδεύουν κάθε Ορθόδοξο Χριστιανό στον παρόντα αιώνα. Η Εκκλησία μας ονομάζεται «αγία». Άγιοι πρέπει να είμαστε κι εμείς. Δεν θα κατεβάσουμε την Εκκλησία στο επίπεδο του κόσμου, αλλά θα ανεβάσουμε τον κόσμο στο ύψος της Εκκλησίας και των ευαγγελικών εντολών.
γ) Και τέλος, τρίτο χρέος είναι ο ευαγγελισμός. Όχι μόνο να διαφυλάξουμε την πίστη μας αλλά και να τη διαδώσουμε. «Ἐπίστευτα, διό ἐλάλησα» (Ψαλμ. 115, 1).
Προορισμός της Βασιλείας του Χριστού είναι να γίνει «καθολική»· να ξαπλωθεί σ’ όλο τον κόσμο. Η εντολή του ιδρυτού της Εκκλησίας είναι: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» (Ματθ. 28, 19) και «κηρύξατε τό εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μαρκ. 16, 15). Η εντολή του Χριστού είναι σαφής και επιτακτική, και δεν επιτρέπεται σε καμμιά Ορθόδοξη εκκλησία να την αθετήσει, εφ’ όσον ζει και υπάρχει στη γη έστω και ένας αλόπιστος. Εκκλησία χωρίς Ιεραποστολή είναι Εκκλησία χωρίς αποστολή. Η Ιεραποστολή είναι η πιο τρανή απόδειξη ότι η Εκκλησία είναι ζωντανή.
Ας κλείσουμε με τα υπέροχα εκείνα λόγια του Ιωσήφ Βρυέννιου (1350-1431), τα οποία αποτελούν έναν ύμνο προς την Ορθοδοξία αλλά και μια υπόσχεση, που σαν όρκο ιερό θα πρέπει κάθε Ορθόδοξος Χριστιανός να δώσει.
«Οὐκ ἀρνησόμεθά σε φίλη Ὀρθοδοξία·
οὐ φευσόμεθά σου, πατροπαράδοτον σέβας·
οὐκ ἀφιστάμεθά σου, μῆτερ εὐσέβεια.
Ἐν σοί ἐγεννήθημεν, καί ἐν σοί ζῶμεν
καί ἐν σοί κοιμηθησόμεθα·
εἰ δἐ καλέσει καιρός,
καί μυριάκις ὑπέρ σοῦ τεθνηξόμεθα».
Με απλά λόγια:
«Δεν θα σ’ αρνηθούμε, αγαπημένη Ορθοδοξία·
δεν θα σε προδώσουμε, πατροπαράδοτο σέβασμα·
δεν θα σ’ αφήσουμε, μητέρα μας ευσέβεια.
Σε σένα γεννηθήκαμε, σε σένα ζούμε,
και σε σένα θ’ αφήσουμε την τελευταία μας πνοή.
Και αν το καλέσει η περίσταση,
μύριες φορές θα πεθάνουμε για σένα».
Αρχιμ. Επιφανίου Χατζηγιάγκου
Ορθοδοξία και άλλες Χριστιανικές ομολογίες
Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη -Θεσσαλονίκη