Παντελεήμων Λαμπαδάριος (Μητροπολίτης Ἀντινόης)
Στὴ Σύναξη τῶν Ἀρχαγγέλων Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ καὶ ὅλων τῶν Ἐπουρανίων Δυνάμεων

Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐποχή, ἐπιδιώκει τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἀρχῶν τῆς ἐλευθερίας, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἰσότητας. Ἀναζητεῖ τὴν ἀναγνώρισή του ὡς ἄτομο ἀξίας. Ὁ κόσμος εἶναι κουρασμένος καὶ ταλαιπωρημένος ἀπὸ τὶς ἀκατάπαυστες διαμάχες καὶ ἐκμεταλλεύσεις τῶν κοσμικῶν δυνάμεων, οἱ ὁποῖες ἀποβλέπουν ἀποκλειστικὰ καὶ μόνον στὸ προσωπικό τους συμφέρον καὶ στὴν ἐκμετάλλευση τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος, ἔχει παραμερισθεῖ, διότι, ὅπου κυριαρχεῖ τὸ συμφέρον, ἐκεῖ καταπατεῖται ὁ ἄνθρωπος.

Μέσα ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἀπρόσωπη καὶ ψυχρὴ κοινωνία, καλούμεθα ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ μεταλλαμπαδεύσουμε τὸ φῶς τῆς Ὀρθόδοξης Πίστεως καὶ νὰ λάμψουμε μὲ τὴν ἔμπρακτη καὶ ζωντανὴ μαρτυρία τῆς χριστιανικῆς μας ζωῆς καὶ πολιτείας. Διότι, ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μόνη ὁδός, ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν σωστὴ θεώρηση περὶ τοῦ Θεοῦ, περὶ τῆς ζωῆς καὶ περὶ τὰ τοῦ ἑαυτοῦ του. Εἶναι ἡ μοναδικὴ δύναμις, ποὺ ἀγκαλιάζει τὴν σκληρὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ψυχὴ καὶ ἐμφυτεύει μέσα τῆς τὴν μετάνοια. Εἶναι ἡ μόνη, ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν λάσπη τῆς ἁμαρτίας στὴν ἁγιότητα καὶ τὸν ἀποκαθιστᾶ στὴν υἱοθεσία τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ζεῖ μακρυὰ ἀπὸ τὸν Θεό, εἶναι ἑπόμενο νὰ βιώνει τὴν κυριαρχία ἑνὸς σκότους ποὺ δὲν τοῦ ἐπιτρέπει νὰ δεῖ καὶ νὰ ἀντιλαμβάνεται ὀρθὰ τὰ διάφορα προβλήματα τῆς ζωῆς. Τὸ θρησκευτικὸ δόγμα παίζει ὁπωσδήποτε σημαντικὸ ρόλο στὴ ζωὴ τοῦ ἀτόμου. Βάσει τοῦ ὀρθοῦ ἢ μὴ δόγματος διαμορφώνεται ὁ ὅλος βίος τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτὸ μέσα στὸ χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας οἱ Ἅγιοι Ταξιάρχες ἔχουν ἰδιαίτερη θέση καὶ ἀξία.

Ἐκεῖνο ποὺ χαρακτηρίζει τὸν ὀρθόδοξο χριστιανό, εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἴδιος ἀποχωρίζεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν ἁμαρτία, τὴν ἁμαρτωλὴ ζωὴ καὶ τὰ ἁμαρτωλὰ πάθη, καὶ ἀφοσιώνεται πλήρως στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπό του. Χωρίζεται ἀπὸ τὸν κόσμο, ἀλλ’ οὐδέποτε ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν συνάνθρωπό του. Θέλει τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ κοινωνεῖ μὲ τοὺς συνανθρώπους του. Ζεῖ ἀγγελικὴ πολιτεία, μιμούμενος τὴν φωτοφόρο ζωὴ τῶν Ἀγγέλων, ἀλλὰ γίνεται ταυτόχρονα φῶς καὶ παράδειγμα γιὰ τοὺς γύρω του, τοὺς ἐγγὺς καὶ τοὺς μακρὰν διαβιούντας.

Στὴν σύγχρονη ἐποχή, ἐμεῖς οἱ ὁποῖοι ἀξιωθήκαμε ἀπὸ τὴ θεία Χάρη νὰ λάβουμε τὸν θεῖο φωτισμό, ἔχομε χρέος νὰ διατηρήσουμε τὸ φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας ἀναμένο μέσα στὶς λυχνίες τῆς καρδιᾶς μας, τροφοδοτοῦντες αὐτὸ διαρκῶς μὲ καινούργιο λάδι ποὺ ἐκπηγάζει ἀπὸ τὶς ἀρετὲς καὶ τὰ καλὰ ἔργα. Ἡ θεία Χάρις τοῦ Θεοῦ δόθηκε. Χρέος μας εἶναι νὰ προσθέτουμε στὶς ἀρχικὲς θεῖες ἐνέργειες τὶς δικές μας καλὲς πράξεις, τὰ ἔργα πίστεως, ὥστε τὰ μηνύματα τοῦ Εὐαγγελίου νὰ ἐνσωματωθοῦν πλήρως μὲ τὴν ὅλη προσωπικότητά μας. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ἀναδεικνυόμεθα ἄτομα ἀναγεννημένα, υἱοὶ φωτός, ἄξιοι τοῦ ὀνόματος καὶ τῆς κλήσεώς μας ὡς τέκνα Θεοῦ.

Ὅλοι ὀφείλομε μετ’ αὐταπαρνήσεως καὶ ἐθελοθυσίας νὰ ὑπηρετήσουμε τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπό μας. Οἱ κοινωνίες μικρὲς καὶ μεγάλες, περιμένουν μὲ τὴν ἀνατολὴ τοῦ 21ου αἰώνα τὴν ἐμφάνιση τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦ πραγματικοῦ Χριστιανισμοῦ, γιὰ νὰ ἰλαρύνει μὲ τὴν παρουσία της, νὰ φωτίσει μὲ τὴ διδασκαλία της, νὰ καθοδηγήσει μὲ τὸ παράδειγμά της καὶ νὰ ἠθικοποιήσει μὲ τὴ ἠθική της ὅλες ἐκεῖνες τὶς ψυχές, ποὺ ὁ ἰσχυρὸς ἄνεμος τῆς ἁμαρτίας προσπαθεῖ νὰ βυθίσει στὸ ἀπύθμενο βυθὸ τῆς ἀγνωσίας.

Οἱ σημερινοὶ ἑορταζόμενοι Ἅγιοι Ταξιάρχες, εἶναι τὸ ὑπόδειγμα γιὰ τὸν κάθε Χριστιανό, διότι ὡς λύχνοι καιόμενοι καὶ ὡς λαμπάδες τηκόμενες ὑπηρετοῦν μὲ πίστη καὶ ἀφοσίωση τὸ θεῖο θέλημα, ἀναδεικνυόμενοι προστάτες καὶ βοηθοὶ τῶν ἀνθρώπων ποὺ μὲ ἐλπίδα καταφεύγουν σ’ αὐτοὺς καὶ μὲ πίστη ἐπιζητοῦν τὴν Χάρη τους. Ὡς πολύφωτοι ἀστέρες μέσα στὸ λαμπρὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, διαχέουν τὸ φῶς τῆς ἀγγελικῆς πολιτείας σ’ ὅλα τὰ μήκη καὶ τὰ πλάτη τῆς γῆς.

Τὸ σημαντικὸ σημεῖο, ποὺ μᾶς ὑπενθυμίζει ἡ σημερινὴ ἑορτὴ τῶν Ταξιαρχῶν, εἶναι τὸ ἐὰν ὁ λύχνος τῆς χριστιανικῆς μας ὑπάρξεως φέγγει ἐπὶ τοῦ λυχνοστάτου, ἐὰν οἱ χριστιανικές μας ἀρχὲς σελαγίζουν ἀπὸ ὁποιαδήποτε κοινωνικὴ θέση κι ἂν κατέχουμε, ἐὰν χύνει στοὺς γύρω του τὸ παρήγορο καὶ ἰλαρώτατο φῶς τῆς Πίστεως, τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς ἀγάπης.

Οἱ Ἅγιοι Ταξιάρχες ἀναδείχθηκαν μὲ τὴν ἀφοσίωσή τους στὸν Ἕνα Ἀληθινὸ Θεὸ κανόνες τῆς ὀρθῆς πίστεως. Ὑπῆρξαν οἱ προστάτες καὶ οἱ ὑπερασπιστὲς ὅλων ἐκείνων ποὺ χειμάζονται ἀπὸ τὰ ποικιλόμορφα προβλήματα τῆς καθημερινότητας.

Τὰ παιδιὰ καὶ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ πεθαίνουν καθημερινὰ ἀπὸ τὴν μάστιγα τῆς πείνας, δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἀφήνουν ἀδιάφορους καὶ ἀσυγκίνητους, ἐπειδὴ οἱ συγκαιρίες μᾶς βοήθησαν νὰ ἔχουμε κάποια οἰκονομικὴ ἄνεση καὶ μιὰ καλύτερη ζωή. Οἱ ἀρρώστιες, ποὺ θερίζουν τοὺς ἀδελφούς μας, πρέπει νὰ ἀνάψουν τὴν συμπόνια μέσα στὴν χριστιανική μας ψυχή. Στὴ σκέψη μας πρέπει νὰ κυριαρχοῦν τὰ λόγια τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος μᾶς δίδαξε, ὅτι δὲν πρέπει νὰ θυσαυρίζουμε θυσαυροὺς ἐπάνω στὴ γῆ, ἀλλά, νὰ θυσαυρίζουμε θυσαυροὺς στὴν οὐράνια καὶ πνευματικὴ τράπεζα τοῦ θείου Ἐλέους. Διότι, “μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται”.

Ἡ σημερινὴ γιορτὴ τῶν Ταξιαρχῶν μᾶς δίδει τὴν ἀφορμὴ νὰ κάνουμε μία ἀνασκόπηση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Νὰ ἐξετάσουμε, κατὰ πόσο ἐφαρμόζουμε τὶς θεῖες ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, κατὰ πόσο εἴμεθα πιστοὶ στὸν Σωτῆρα μας, κατὰ πόσο ἐπιβλέπουμε στὶς ἀνάγκες τῶν φτωχῶν, κατὰ πόσο ἀνακουφίζουμε τὸν πόνο τῶν ἀσθενῶν. Καὶ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας, ἂς τοῦ ζητήσουμε νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς “φῶς Χριστοῦ”. Νὰ ζήσουμε μία ἀγγελικὴ πολιτεία, μιμούμενοι τοὺς δύο Παμμεγίστους Ταξιάρχας Μιχαὴλ καὶ Γαβριήλ. Καὶ τέλος, νὰ διασκορπίζουμε, μὲ τὴν παραδειγματική μας ζωή, τὰ μηνύματα τῆς ἐλπίδας γιὰ μιὰ καλλύτερη κοινωνία ἀπηλλαγμένη ἀπὸ τὶς συμφορὲς τοῦ βίου, τὸν πόνο καὶ τὴν δυστυχία.