Η Παραβολή του Σπορέως
του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου,συγγραφέα
Ο ΣΠΟΡΕΑΣ ΚΥΡΙΟΣ: Ο Κύριος συχνά χρησιμοποιούσε παραβολὲς για να κάνει το λόγο πιο παραστατικό βοηθώντας να εντυπωθεί καλύτερα στις ανθρώπινες ψυχές και να φέρει στα μάτια τους εικόνες συμβολικές που συμβολίζουν παραστατικότερα τη διδασκαλία Του.
Η Παραβολή του Σπορέα ξεκινά με τη φράση: “εξήλθε ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον”. Κατά το σύνολο των Πατέρων ο Σπορέας είναι ο Κύριος. Εξήλθε λοιπόν ο Κύριος όχι τοπικώς, αφού είναι πανταχού παρών, αλλά τροπικώς. ΄Έγινε πλησιέστερος σε μας με την ενανθρώπισή του. Επειδή εμείς, λόγω τον αμαρτημάτων μας, δε μπορούσαμε να τον προσεγγίσουμε, βγαίνει εκείνος σε μας. Βγαίνει να σπείρει το λόγο της Αληθείας. Κι όμως από τα μέρη του σπόρου αυτού, τρία χάνονται και ένα καρποφορεί!
ΟΙ ΟΜΑΔΕΣ ΤΩΝ ΑΚΡΟΑΤΩΝ: Α΄ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑΣ ΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ: Μέρος του σπόρου, λεει η περικοπή, έπεσε κοντά στο δρόμο. “Ποιος είναι ο δρόμος; Είναι ο υπερήφανος άνθρωπος, που η καρδία του είναι σκληρή, καταπατημένη από βιοτικές μέριμνες, και ακούει τον λόγον του Θεού και τον δέχεται μετά πάσης χαράς, μα έχει λιγοστή ευλάβειαν στο Χριστό, και πηγαίνει με τον διάβολον, και μένει η πέτρα άκαρπη.”, λέει ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Οι άνθρωποι που παρομοιάζονται με δρόμο είναι οι οκνηροὶ και οι αδιάφοροι. Όμως, πρώτη αιτία που δεν καρποφορεί ο λόγος του Θεού είναι η ανευλάβεια. Και την ανευλάβεια τη δημιουργεί κυρίως η εωσφορική υπερηφάνεια, η ιδέα οτι τα ανώτερα(;) πνεύματα, δεν έχουν ανάγκη τα απλά λόγια του εὐαγγελικού κηρύγματος. Σε αλαζόνες ανθρώπους τους φαίνονται μωρία! Αυτοὶ, “δοκούντες σοφοί είναι” θέλουν ν᾿ ακούν ρητορεία Δημοσθένους ή διαλεκτικὴ Σωκράτους!… Όμως ξεχνούν ότι το κήρυγμα, ο θείος λόγος, δεν είναι κοσμικὴ λογοτεχνία. Όπως, επί παραδείγματι, ο γιατρὸς συνιστώντας ένα φάρμακο δε ρητορεύει! Έτσι κι ο λόγος Θεού συμπυκνωμένος είναι απλά το: «Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ» (Μάρκ. α΄15). Δυστυχώς τα θέματα περὶ μετανοίας δε συγκινούν αυτοὺς που αρέσκονται σε φιλολογικά φληναφήματα. Ακούν αδιάφορα ή γελούν σαρκάζοντες, όπως οι “φιλοσοφούντες” ακροαταὶ του αποστόλου Παύλου όταν εκείνος τοὺς έλεγε ότι οι νεκροὶ θ᾿ αναστηθούν. Τέτοιοι ακροατές μοιάζουν με τον πατημένο δρόμο της παραβολής. Όπως δε βγαίνουν λουλούδια στη δημοσιά, που την πατούν άνθρωποι και οχήματα, έτσι και στην ψυχή του αλαζόνα δεν ανθεί ο λόγος του Θεού. Η υπερηφάνεια σκλήρυνε τὴ συνείδησή τους. Η σκληρή τους καρδιά έγινε πέρασμα των δαιμόνων, που δεν αφήνουν ούτε ένα σπόρο στὴν επιφάνειά της. Μόνο αν ταπεινωθούμε ≪ως παιδία ≫ (Ματθ. 18,3), ο λόγος του Θεού θα ριζώσει. Ειδάλλως ακόμη κι αν κηρύττεται απὸ έναν Χρυσόστομο ἢ Μέγα Βασίλειο, στην καρδιά του υπερήφανου είναι ματαιοπονία.
Β΄ ΟΙ ΔΕΙΛΙΑΖΟΝΤΕΣ: Μέρος του σπόρου έπεσε στην πέτρα, όπου το χωμα ήταν λιγοστό. Έτσι αυτό φύτρωσε, αλλά επειδή δεν είχε ρίζα, γρήγορα ξεράθηκε. Με την πέτρα συμβολίζονται οι πιὸ ασθενείς χαρακτήρες. Τα πετρώδη μέρη που δέχτηκαν το σπόρο είναι αυτοὶ που ακούν το λόγο και τον δέχονται αμέσως με χαρά, δὲ ριζώνει όμως μέσα τους βαθιὰ αλλὰ είναι προσωρινός. Κι όταν έρθει θλίψη ή διωγμὸς εξ αιτίας του λόγου, σκανδαλίζονται αμέσως. Έτσι εκτὸς απὸ την υπερήφανη καρδιὰ υπάρχει και η δειλή. Οι δειλοί ακούν αρχικά με ευλάβεια και χαρὰ το κήρυγμα. Συγκινούνται ή και δακρύζουν. Όμως, όταν έρθουν περιστάσεις αποδεικνύεται, ότι τέτοιοι ακροατές δεν έχουν ρίζα και βάθος. Αν εξαιτίας τήρησης του θείου νόμου απειλούνται υλικά τους συμφέροντα, θα υποχωρήσουν, θα πουν ψέμα, θὰ καταπατήσουν την αργία της Κυριακής, θ᾽ αγνοήσουν φιλίες, υποχρεώσεις.
Πόσο μάλλον σε περίπτωση διωγμού! Γι’ αυτούς ισχύει το: “Καλὴη Θρησκεία, εφ᾿ όσον δε ζητάει θυσίες”. Μόλις προκύψει ο σταυρός-διωγμός, τότε τα “ωσαννὰ” σταματούν, ο ενθουσιασμὸς εκμηδενίζεται, ο ζήλος μαραίνεται, και ο δειλὸς γίνεται “ρίψασπις”. Αν, για παράδειγμα, συμβεί δυστύχημα στην οικογένεια, έρθει ο θάνατος, ο δειλός τότε ταράζεται, γογγύζει κατα της θείας πρόνοιας. Παύει να εκκλησιάζεται και να προσεύχεται(!), υπακούοντας στον εξής περίπου “εμπορικό” συλλογισμό: ≪Αφού ήμουν τόσο καλός, γιατί να μου έρθει το δυστύχημα;≫. Προφανώς πριν το ατύχημα ο ίδιος θα μπορούσε να προσευχόταν ως εξής: ≪Σε αγαπῶ, Κύριε! πρέπει να μου δώσεις όλα τ᾽ αγαθά. Έτσι θα σ᾽ αγαπώ περισσότερο!≫.
Τέτοιος άνθρωπος είναι συμφεροντολόγος, λάτρης του “άλυπου βίου”, υπολογιστής θρήσκος. Αν ο Κύριος αφαιρέσει κάτι απὸ τὰ είδωλα που λατρεύει, τότε φεύγει πικραμένος απὸ κοντά του. Αν, όμως, αγαπούσε το Θεὸ ανιδιοτελώς, θὰ έμενε πιστὸς μέχρι τέλους. Αυτοὶ, λοιπόν οι “ακούσαντες” μοιάζουν με πετρώδη γη, στην οποία έπεσε ο σπόρος καὶ βλάστησε, αλλὰ με τις πρώτες καυστικὲς ακτίνες ≪εξηράνθη διά το μη έχειν ικμάδα ≫ (Λουκ. η΄6).
Γ΄ ΟΙ ΤΡΥΦΗΛΩΣ ΣΧΟΛΑΖΟΝΤΕΣ: Μέρος του σπόρου έπεσε στ’ αγκάθια. Τα τελευταία όταν ψήλωσαν έπνιξαν τα μόλις φυτρωμένα φυτά. “Ποία είναι τα ακάνθια; Ακάνθια είναι ο πόρνος, που ακούει τον λόγον του Θεού και ύστερον όμως έρχονται τα πορνικά πάθη και τoν πνίγουν, και χάνεται και μένουν και τα ακάνθια άκαρπα”. [Α. Κοσμάς Αιτωλός] Άκαρποι οι υπερήφανοι, άκαρποι οι δειλοί, αλλ᾿ άκαρποι και όσοι κυριεύονται απὸ βιοτικές μέριμνες, απάτη του πλούτου και ηδονές.
Απ᾽ το πρωὶ ως το βράδυ ο κόσμος κινείται πυρετωδώς σ᾽ ένα κύκλο μυρίων μεριμνών. Δεν είναι μόνο οι φροντίδες γιὰ τροφὴ και ρούχο. Σ΄ αυτὲς προσθέτει και νέες περιττὲς φροντίδες, συχνά κωμικές: Η γυναίκα για καλλυντικά, βαφὲς και αρώματα ξοδεύοντας χρήματα αλλὰ και ώρες πολύτιμες, ο ανδρας πάλι δε μπορεί χωρὶς χαρτοπαίγνιο, τυχερὰ παιχνίδια, απολαύσεις Βάκχου καὶ Ἀφροδίτης. Ψυχὴ που κυλιέται μέσα στὶς φροντίδες αυτὲς μοιάζει, κατὰ την παραβολὴ, με χωράφι, που δέχτηκε τον καλὸ σπόρο, αλλὰ μαζὶ με το σπόρο φύτρωσαν και αγκάθια, που μεγάλωσαν, απορρόφησαν τους χυμοὺς της γης κι έπνιξαν τα τρυφερὰ στάχυα.
Συνεπώς, πρέπει να αφαιρεθούν απ᾽ το χωράφι τ᾽ αγκάθια, για ν᾽ αναπτυχθούν και να καρποφορήσουν τα στάχυα. Ανάλογα πρέπει να ξεριζωθούν από τις ψυχὲς οι μέριμνες για τα μάταια, η μανία του πλούτου και των ηδονών του βίου, για να αναπτύσσονται οι αρετὲς του Ευαγγελίου. Είναι όμως η τρυφή αγκάθια; Δεν το γνωρίζουμε όσοι παραφερόμαστε απὸ τὸ πάθος. Οι φρόνιμοι γνωρίζουν ότι η τρυφή προξενεί περισσότερο πόνο απὸ τ’ ἀγκάθια, κι ότι ακόμη η τρυφὴ περισσότερο από τη μέριμνα καταδαπανά την ψυχή. Ούτε τόσο βασανίζεται κάποιος απὸ τη φροντίδα, όσο απὸ την αφθονία. Κι όπως τ’ αγκάθια απ’ όπου κι αν τα κρατήσουμε ματώνουν τα χέρια, ομοίως και η τρυφὴ και όδια και χέρια και το κεφάλι και τα μάτια κι όλα τὰ μέλη γενικὰ τα καταστρέφει. “Και είναι ξηρὴ και άγονη. Φέρνει πρόωρα γηρατειά, αμβλύνει τις αισθήσεις, σκοτίζει το λογισμό, τραυματίζει την οξύτητα του νου, κάνει το σώμα πλαδαρό. Γι’ αυτὸ κι οι πτώσεις είναι αδιάκοπες και πυκνὰ τα ναυάγια. Τίποτα δεν είναι τόσο εχθρικὸ και βλαβερὸ στο σώμα, όσο η τρυφή. Τίποτα δεν οδηγεί στη διάρρηξη και τη διάλυση το σώμα, όσο η ασωτία” [άγιος Γρηγόριος Παλαμάς]. Όμως, ας μην ξεχνάμε πως λίγες λέξεις άκουσαν οἱ Νινευίτες απὸ τον Ιωνά κι έδειξαν μετάνοια. Λίγα είδε κι άκουσε ο εκατόνταρχος Λογγίνος τη Μεγάλη Παρασκευὴ κι οδηγήθηκε στην πίστη και στο μαρτύριο. Πρέπει λοιπόν να συντριβεί με την ταπείνωση ο βράχος της υπερηφάνειας, να καούν με τη φλόγα της προσευχής τ᾽ αγκάθια των μεριμνών, να οργωθεί βαθειὰ με το αλέτρι της αυταπάρνησης ο αγρός του βίου μας, να υψωθεί στο κέντρο η σημαία του σταυρού για να τη βλέπουν και νὰ φεύγουν τα εναέρια πνεύματα και να μην “κλέβουν” το θείο σπόρο. Φράκτης αυτού του αγρού ας είναι η αδιάλειπτος προσευχή, ενώ ο καρπός θα αναπτυχθεί ποτίζοντάς τα με δάκρυα μετανοίας. Έτσι ο αγρός εκείνος θα θυμίζει αυτόν που ψάλλει η Εκκλησία μας: “Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς τῆς ἐρήμου τὸ ἄγονον ἐγεώργησας καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας.”
Δ΄ Η ΓΟΝΙΜΗ ΓΗ: Τέλος το τέταρτο μέρος του σπόρου έπεσε στην καλή, γόνιμη γη κι έδωσε καρπό τριάντα ως εκατό φορές περισσότερο. “Ποία είναι η καλή γη που έκαμε τα εκατόν, τα εξήκοντα και τα τριάκοντα; Εκατόν έκαμε ο τέλειος άνθρωπος, εξήκοντα ο μεσαίος και τριάκοντα ο κατώτερος”. [Α. Κοσμάς Αιτωλός]. Όμως δεν αρκεί να είμαστε μόνο καλοὶ ακροατὲς του Ευαγγελίου. Η ≪καλὴ γη≫ που φέρει πολλὴ καρποφορία, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, είναι αυτοὶ οι οποίοι ≪ακούσαντες τον λόγον κατέχουσι καὶ καρποφορούσιν εν υπομονή≫. ≪Κατέχουσι≫, δηλαδή κρατούν μέσα τους το λόγο του Θεού και δεν αδιαφορούν, όπως εκείνοι που άφησαν το σπόρο να πέσει στο δρόμο. ≪Και καρποφορούσιν εν υπομονή≫, δηλαδή δείχνουν υπομονὴ στις θλίψεις και τους πειρασμούς, κι έτσι ο λόγος του Θεού ριζώνει βαθιά στις ψυχές τους και δε χάνεται, όπως στο πετρώδες έδαφος. Ακόμη, δεν αφήνουν τα αγκάθια να αναπτυχθούν γύρω τους, δεν τους απορροφούν δηλαδὴ οἱ βιοτικὲς μέριμνες κι οι κοσμικὲς επιθυμίες, αλλὰ επιμελούνται τον αγρὸ της ψυχής τους. Τον καθαρίζουν απὸ τα πάθη και φροντίζουν την καλλιέργεια των αρετών.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: Όπως ο πραγματικός σποριάς δεν ξεχωρίζει το χωράφι του, αλλά απλά ρίχνει το σπόρο παντού και χωρίς διάκριση, έτσι κι ο Κύριος δεν ξεχωρίζει τους ακροατές Του σε πλούσιους και φτωχούς, σοφούς ή μη, οκνούς ή εργατικούς. Μάλιστα, ο Κύριος λέγοντας την παραβολή αυτή δείχνει και στους Μαθητές Του να μην απογοητεύονται, ακόμη κι όταν χάνονται οι περισσότεροι από όσους δέχονται το λόγο. Ας θυμόμαστε, πάντως, πως δεν φτάνει ένα μέρος της αρετής για τη σωτηρία. Ο πιστός, σύμφωνα με την περικοπή, χρειάζεται πρώτα ακριβή ακρόαση [ή και μελέτη] και παντοτινὴ θύμηση κι έπειτα ανδρεία, έπειτα περιφρόνηση του πλούτου κι απελευθέρωση απ’ όλα τα βιωτικά. Αντιθέτως η τρυφή και η αδιαφορία οδηγούν στην πνευματική ακαρπία.