Schmemann Alexander (Protopresbyter (1921-1983))

Γιά νά ἀλλάξουμε τήν ἀτμόσφαιρα τῆς Ὀρθοδοξίας, πρέπει νά μάθουμε νά βλέπουμε τούς ἑαυτούς μας σέ προοπτική, νά μετανοήσουμε, καί ἄν χρειάζεται, ν’ ἀποδεχθοῦμε τήν ἀλλαγή, τή μεταστροφή. Στήν ἱστορική Ὀρθοδοξία, ὑπάρχει μία ὁλοκληρωτική ἀπουσία κριτηρίων αὐτοκριτικῆς. Ἡ Ὀρθοδοξία αὐτοπροσδιοριζόταν: ἔναντι τῶν αἱρέσεων, ἔναντι τῆς Δύσης, τῆς Ἀνατολῆς, τῶν Τούρκων, κ.λ.π. Ἡ Ὀρθοδοξία συνυφάνθηκε μέ συμπλέγματα αὐτοεπιβεβαίωσης, καί ἀπό μία ὑπερτροφική θριαμβολογία: τό νά ἀναγνωρίζει τά λάθη της σήμαινε πώς καταστρέφει τά θεμέλια της ἀληθινῆς πίστης.

Ἡ τραγωδία τῆς Ὀρθόδοξης ἱστορίας τοποθετεῖται κυρίως στόν θρίαμβό της ἐπάνω στό ἐξωτερικό, ἀντικειμενικό κακό: εἴτε κατά τή διάρκεια τῶν διωγμῶν, ἤ ἀπό τόν ζυγό τῶν Τούρκων, τοῦ Κομμουνισμοῦ – καί ποτέ ἐπάνω στό ἐσωτερικό. Κι ὅσο δέν μεταβάλλονται αὐτές οἱ πεποιθήσεις, πιστεύω πώς δέν εἶναι δυνατή καμία Ὀρθόδοξη ἀναβίωση.

Τά πολλά ἐμπόδια πού καθιστοῦν τόσο δύσκολη αὐτή τήν ἀναβίωση δέν ὀφείλονται στούς ἁμαρτωλούς ἀνθρώπους, ἀλλά ριζώνουν ἐκεῖ πού φαίνεται πώς βρίσκεται ἡ οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας:

Πρῶτον -σ’ ἕνα εἶδος εὐσέβειας, γεμάτης ἀπό προλήψεις καί γλυκερότητα, καί ἀπολύτως ἀδιαπέραστης σέ κάθε πολιτισμό. Μία εὐσέβεια μέ παγανιστικές διαστάσεις, πού διαλύει τήν Ὀρθοδοξία σέ μία συναισθηματική θρησκευτικότητα.

Δεύτερον – σέ μία Γνωστική τάση στήν ἴδια τήν πίστη, ἡ ὁποία ξεκίνησε ὡς Ἑλληνιστική ἐπίδραση καί κατέληξε στή Δύση ὡς Καρτεσιανή ἐγκεφαλικότητα.

Τρίτον – στόν δυϊσμό εὐσέβειας καί ἀκαδημαϊκῆς θεολογίας, πού ἀποκατέστησε τήν πρωτογενῆ ἐσχατολογία στό χριστιανικό ὅραμα τοῦ κόσμου.

Τέταρτον – στήν παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας σ’ ἕναν ἐθνικισμό τοῦ χειρίστου παγανιστικοῦ, αὐταρχικοῦ καί ἀρνητικοῦ εἴδους.

Αὐτό τό “κοκτέιλ” προσφέρεται ὡς “καθαρή Ὀρθοδοξία”, καί κάθε προσπάθεια κριτικῆς του καταδικάζεται ἀμέσως ὡς αἵρεση. Τίποτε δέν εἶναι πιό ἐπικίνδυνο ὅσο ἡ φανατική ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας.