“Καί παράγων εἶδεν ἄνθρωπον τυφλὸν ἐκ γενετῆς. καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ; ” (Ιω. θ΄ 1,2)
Στο αριστούργημα του Ντοστογιέφσκυ, ‘‘Αδελφοί Καραμαζώφ’’, ο Ιβάν θέτει στον αδελφό του Αλιόσα το εξής ερώτημα: «Φαντάσου πως συ ο ίδιος χτίζεις το οικοδόμημα της ανθρώπινης μοίρας με τον σκοπό να χαρίσεις τελικά στους ανθρώπους την ευτυχία, να τους δώσεις επιτέλους την ειρήνη και την ηρεμία, μα για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητο, είναι αναπόφευκτο, να καταβασανίσεις ένα μονάχα μικρούλικο πλάσμα, …και πάνω στα ανεκδίκητα δάκρυά του να θεμελιώσεις το οικοδόμημα. Θα δεχόσουν τάχα να γίνεις αρχιτέκτονας μ’ αυτούς του όρους; Απάντησέ μου και μην ψεύδεσαι!» «Όχι, δεν θα δεχόμουν, έκανε μαλακά ο Αλιόσα».
Εάν εμείς οι άνθρωποι, δεν θα δεχόμαστε ποτέ κάτι τέτοιο, πώς ο Θεός έχει, προφανώς, συναινέσει; Πώς μπορούμε να συμφιλιώσουμε το τραγικό μυστήριο της οδύνης των αθώων, που υπάρχει παντού στον κόσμο γύρω μας, με την πίστη μας σ’ έναν Θεό αγάπης;
Υπ’ αυτή την έννοια, ποια πρέπει να είναι η απάντησή μας στον Ιβάν Καραμαζώφ; Θα προσέξατε ίσως ότι, παραμένοντας πιστός στο πνεύμα της διάκρισης που, μεταξύ άλλων, καθιερώνει και ο φιλόσοφος Γκαμπριέλ Μαρσέλ, μίλησα για το «μυστήριο» και όχι για το «πρόβλημα» του κακού και της οδύνης των αθώων. Πρόβλημα είναι μια διανοητική σπαζοκεφαλιά, ένα είδος αινίγματος, που μπορεί να λυθεί και να αποκωδικοποιηθεί με την καθαρή σκέψη και τον λογικό στοχασμό. Το κακό, αντιθέτως, ως μυστήριο, δεν μπορεί να εξηγηθεί απλώς με μια λογική επιχειρηματολογία. Το μυστήριο είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να μεταμορφωθεί δια των πράξεων, ώστε να καταστεί διαφανές στη σκέψη. Το μυστήριο δεν είναι κάτι που μπορεί να επιλυθεί, στο μέτρο του δυνατού, παρά μέσα από την προσωπική εμπειρία, από την προσωπική μετοχή και συμπάθεια. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε την οδύνη, παρά μόνο στο βαθμό που εμπλεκόμαστε άμεσα σ’ αυτήν. Αυτό ακριβώς είναι και το νόημα της Σταυρώσεως: Ο Θεός νικά εν Χριστώ το κακό, διότι στο δικό Του πρόσωπο φέρει και βιώνει όλες του τις συνέπειες, μέχρι το τέλος και χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη: Vincit qui patitur. Ο Θεός μας είναι Θεός που στρατεύεται, που παίρνει θέση: «ἀγαπήσας τούς ἰδίους τούς ἐν τῷ κόσμῳ, εἰς τέλος ἠγάπησεν αὐτούς» (Ιω.13:1)
«Το παράδοξο του πόνου και του κακού», λέει ο Ρώσος φιλόσοφος Μπερντιάεφ, «λύνεται μέσα από τη βίωση της συμπάθειας και της αγάπης».
Μητροπολίτης Κάλλιστος Ware