Ἰωὴλ Φραγκᾶκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)

«Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος»

Παρατηρώντας τὰ Εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα βλέπουμε πὼς τὰ περισσότερα καὶ μάλιστα τὰ μεγάλα θαύματα τὰ ἔκανε ὁ Χριστὸς κατὰ τὶς μεγάλες ἡμέρες τῶν Ἰουδαίων. Τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μὲ τὴ διδασκαλία Του. Τὴν ἐκφωνοῦσε συνήθως στὶς μεγάλες γιορτές, ποὺ συνέρρεε πολὺς κόσμος. Στὶς γιορτὲς τοῦ Πάσχα, τῆς Σκηνοπηγίας, τῆς Πεντηκοστῆς κ.λ.π. στὰ Ἱεροσόλυμα ποὺ ἦταν ἡ μητρόπολη τῶν Ἰουδαίων, μαζευόταν πολὺς κόσμος. Ὅπως ἐπίσης συναθροιζόντουσαν καὶ πολλοὶ ἄρρωστοι ποὺ εἶχαν τὴν ἐλπίδα τους, ὅτι μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ τοὺς κάνει καλά. Ἡ ἐπιθυμία τῶν ἀσθενῶν νὰ γίνουν καλά, δὲν ἦταν τόσο μεγάλη, ὅσο ἦταν μεγάλη ἡ θέληση τοῦ Χριστοῦ νὰ τοὺς κάνει καλά.

Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε εὐεργετικὴ σ’ ὅλους

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει πὼς «ὅπου ἂν φανῇ ὁ Ἰησοῦς, ἐκεῖ καὶ ἡ σωτηρία», δηλαδὴ ὅπου θὰ φανεῖ ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ σωτηρία. Μπῆκε μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ζακχαίου κι ὁ ἀρχιτελώνης μετανόησε. Εἰσῆλθε στὸ τελωνεῖο τοῦ Ματθαίου καὶ ἀμέσως μετατρέπει τὸν ἄνδρα καὶ τὸν κάνει Εὐαγγελιστή. Θάπτεται ἀνάμεσα στοὺς νεκροὺς καὶ ἐγείρονται οἱ νεκροί. Κατεβαίνει στὸν Ἅδη καὶ ζωοποιοῦνται οἱ κάτοικοί του. Χαρίζει τὸ φῶς στοὺς τυφλούς, τὴν ἀκοὴ στοὺς κωφοὺς καὶ περιέρχεται τὶς κολυμβῆθρες, ὅπως τὴν Βηθεσδά, καὶ θεραπεύει τὸν Παράλυτο. Ἐὰν ἐμβαθύνουμε περισσότερο, θὰ λέγαμε πὼς ὁ Χριστὸς γίνεται ἄρτος στοὺς πεινῶντες, ὕδωρ, ποὺ κρύβει μέσα του τὴ ζωή, στοὺς διψῶντες, ἀνάσταση στοὺς νεκρούς, ἰατρὸς στοὺς νοσοῦντες, ἡ ἀπολύτρωση τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ὅλα αὐτὰ τὰ πραγματοποιεῖ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. «Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον» (Ἰωάν. 4,34), θὰ τονίσει ὁ ἴδιος γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἂς ποῦμε καὶ μία ἔκφραση ποὺ τὴ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἰωσὴφ ὁ Βρυέννιος. Ὅλοι θὰ ἔχουμε ἀκούσει τὴ λέξη ἀλήτης. Ἀλήτης στὴν κυριολεξία σημαίνει ὁ περιπλανώμενος, ὁ πλάνης, ὁ ἀνέστιος. Ἀργότερα στὰ νεότερα χρόνια πῆρε τὴν ἔννοια τοῦ κακοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ἰωσὴφ θὰ πεῖ πὼς ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «δι’ ἐμὲ ἀλήτης γεγονώς», δηλαδὴ αὐτὸς ποὺ περιπλανήθηκε ἀπ’ ἐδῶ κι ἀπ’ ἐκεῖ καὶ ἔκανε τὰ πάντα γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο.

Ὁ Χριστὸς ἔδινε περισσότερα ἀπ’ ὅ,τι τοῦ ζητοῦσαν

Πράγματι ὁ Χριστὸς ἔδινε πιὸ πολλὰ ἀπ’ ἐκεῖνα ποὺ ζητοῦσαν οἱ ἄνθρωποι. Π.χ. Ὁ σημερινὸς παραλυτικὸς βλέποντας τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ πάνω του ἴσως σκέφθηκε καὶ ἤλπιζε περισσότερο πὼς τὸ πιὸ πιθανὸ ἦταν νὰ τὸν βοηθοῦσε ὁ Κύριος νὰ πέσει μέσα στὸ νερὸ κατὰ τὸν ἁγιασμὸ τῶν ὑδάτων, ὅταν θὰ ταραζόντουσαν τὰ νερά. Πιθανῶς στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ νὰ ἔβλεπε κάποιον ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του, ποὺ τὸν εἶχαν λησμονήσει.Ὁ παράλυτος ἤθελε ἕνα καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε δέκα. Τὸν ἔκανε καλά, τόσο καλά, ὥστε αὐτὸς ποὺ τριάντα ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια δὲν μποροῦσε νὰ κουνηθεῖ, τώρα νὰ σηκώνει τὸ κρεββάτι του καὶ νὰ φεύγει μπροστὰ στὰ ἔκπληκτα μάτια ὅλων. Ἔχουμε κι ἄλλες τέτοιες περιπτώσεις. Ὁ κάθε ἄρρωστος, κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο, ἔστω κι ἂν τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει οἱ πάντες, «ἔσχεν βοηθὸν Υἱὸν τοῦ θεοῦ τὸν μονογενῆ».

Ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ

Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ποὺ δὲ σταματᾶ ποτέ. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος φέρνει τὸ παράδειγμα τῆς κολυμβήθρας. Μέσα στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας ὄχι ἕνας καὶ δύο, ἀλλ’ ὁλόκληρη ἡ Οἰκουμένη κι ἂν μπεῖ, θὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὶς ἀρρώστιες τῆς ἁμαρτίας. Ὄχι μία φορὰ τὸ χρόνο, ἀλλὰ κάθε μέρα θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἀρρώστιες. Ἡ χάρη τοῦ θεοῦ δὲ δαπανᾶται ποτέ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ κοινὸς τρόπος καθάρσεως τῶν ἀνθρώπων. Μὲ τὴ μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση καὶ μὲ τὴ θεία Εὐχαριστία καθαριζόμαστε ἀπὸ τὰ πολυπληθῆ καὶ πολυειδῆ πάθη μας. Ὀφείλουμε νὰ δώσουμε τὴ διάθεσή μας καὶ τὸν ἑαυτό μας στὸ Χριστὸ ποὺ ψάχνει εὐκαιρίες νὰ μᾶς θεραπεύσει. Στὸν καθένα μας ἀκούγεται ἡ ἐρώτηση τοῦ Σωτῆρος «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,6). Στὸ φιλάργυρο, στὸν ἐγωιστή, στὸν ἐνεργούμενο ἀπὸ τὸ πονηρὸ πάθος τοῦ θυμοῦ ἢ τῆς πορνείας ἢ τῆς μνησικακίας ἀπευθύνεται τὸ ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ. Βεβαίως ὀφείλουμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε ὁλοκάρδια στὴν πρόσκλησή Του καὶ νὰ μὴν ἐξοικειωθοῦμε μὲ μία χρονίζουσα κατάσταση ἀθλιότητας καὶ ἁμαρτίας. Νὰ ἀποκολληθοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς κρατοῦν παράλυτους πνευματικά. Νὰ ἀφήσουμε τὸ θεὸ νὰ ἐνεργήσει ἀνεμπόδιστα, γιατί ἡ ἁμαρτωλὴ θέλησή μας παρεμποδίζει τὴ χάρη Του.

Ἀδελφοί μου,

Ἡ σωτηρία μας ἂς εἶναι ἡ πολυχρόνια ἐπιθυμία μας, ὥστε νὰ καταξιώσουμε τὴν ὕπαρξή μας καὶ νὰ βροῦμε τὴν ὄντως ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.