Του Δημητρίου Ι. Παπαδημόπουλου

«Έλληνες! Ήλθε η ώρα να μας πάρουν τα δαχτυλίδια από τα δάχτυλα»! Ανεφώνησε ο μέγας φιλόσοφος Γεώργιος Πλήθων ο Γεμιστός, όταν έπεσε η Βασιλεύουσα και συνέστησε για τους σκοτεινούς – πικρούς αιώνες που θα ακολουθούσαν υπομονή και μνήμη. Αυτά τα δύο, την υπομονή και τη μνήμη έθρεψε καλά, πολύ καλά, καλύτερα ίσως από το σύγχρονο σχολειό, το κρυφό σχολειό, που κάτω απ’ το φως του καντηλιού, μέσα από τη σοφία του Ιερού Ευαγγελίου, δίδασκε ψιθυριστά στα Ελληνόπουλα, με μαυροπίνακα το χώμα και κιμωλία ένα κλαδί, τη μεγάλη ιδέα της επανακτήσεως των απολεσθέντων ιερών και οσίων, το αειθαλές μεγαλείο, την εξέχουσα καταγωγή και τον αιώνια φωταυγή προορισμό του γένους.

Και το κρυφό σχολειό που γεννούσε ήρωες, μάρτυρες και ευεργέτες, και ο Θούριος του Ρήγα που αντηχούσε – ήδη – βροντώδης, τα ακονισμένα ξίφη που άστραπταν και η κλαγγή των όπλων από τις όχθες του Προύθου, συνενωμένοι με το πολεμιστήριο σάλπισμα της Λαύρας, αποτελούσαν βοή βαρύγδουπη και διαλαλούσαν ανά τον κόσμο ότι έληγε η δουλεία της Ελλάδας. Ναι! Η πατρίδα την παραμονή της Θεομητορικής εορτής του Ευαγγελισμού δια του παναξίου εκπροσώπου της Παλαιών Πατρών Γερμανού, ύψωνε στην Αγία Λαύρα το λάβαρο του Τιμίου Σταυρού και κήρυττε με το βαθύτατα μεγαλειώδες ΄΄ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η ΘΑΝΑΤΟΣ΄΄, τη θρυλική, αιματοβαμμένη, ευγενεστάτη ανά τους αιώνες Ελληνική Επανάσταση, που είναι η μοναδική ως τώρα επανάσταση (κατ’ ακριβολογία ΕΘΝΕΡΓΕΣΙΑ)  που εγέρθηκε, απολύτως  για Ελευθερία Πίστεως και Πατρίδος και Σωτηρία ψυχής, πέρα για πέρα ξέμακρη από κάθε οικονομικό, συντεχνιακό, παραταξιακό, ταξικό και πάσης φύσεως άλλο, ευτελές κίνητρο.

Οι ηρωϊσμοί, οι θυσίες, τα ολοκαυτώματα, οι θάνατοι, οι αγχόνες, τα ματωμένα ράσα, η ερήμωση, οι καταστροφές της ευλογημένης γης που την είχαν πατήσει και καθαγιάσει τα βήματα των Αποστόλων και Μαρτύρων της Ορθοδοξίας, μαρτυρούν το μέγα θαύμα. Η κραυγή του Σολωμού ΄΄Χαίρε, ω χαίρε Λευτεριά΄΄ διαπερνά τον ορίζοντα και η ελπίδα των ΄΄ραγιάδων΄΄ αναπτερώνεται. Το γένος των Ελλήνων ζώνεται τ’ άρματα και δημιουργεί έπη ανεπανάληπτα στην Τριπολιτσά, στα Δερβενάκια, στο Μανιάκι, στην Αλαμάνα, στο Χάνι της Γραβιάς, στο Μεσολόγγι. Το Μεσολόγγι!!! Πείτε μου, αλήθεια, ποιός μπορεί; Ποιός τολμά να παραμείνει αδάκρυτος, ενώπιον του περίλαμπρου και αστραφτερού Μεσολογγιού – της φωτεινής αυτής κρηπίδας της Λευτεριάς – του οποίου οι δραματικές στιγμές αποπνέουν άρωμα γνησίου ηρωϊσμού των ΄΄Ελευθέρων Πολιορκημένων΄΄, με το αδάμαστο ηθικό σθένος και οι οποίοι με στεντόρεια φωνή διατρανώνουν προς κάθε κατεύθυνση τη σταθερή και αμετάθετη απόφασή τους, να υπερασπισθούν και την τελευταία σπιθαμή της γης τους και να συνταφιασθούν κάτω από τα ερείπια της πόλης, χωρίς να δεχθούν οποιαδήποτε πρόταση συνθηκολόγησης! Τέτοιο φρόνημα απαράμιλλης μεγαλοψυχίας εμψύχωνε τους αθανάτους προμάχους του Μεσολογγίου, που κατέπεσε πυρίκαυστο. Και ό,τι σώθηκε από τις βόμβες του Κιουταχή και του Ιμπραήμ, το αποτέλειωσε ο δαυλός του Καψάλη.

Το μεγαλείο της Ελληνικής Εθνεγερσίας του ’21 απαιτεί να μνημονεύουμε αιωνίως, με τιμή και ευγνωμοσύνη, γνωστούς και αγνώστους ήρωες, όπως τον εθνεγέρτη Ρήγα Φεραίο τον Βελεστινλή, τον Λάμπρο Κατσώνη, τον φλογερό καλόγερο Γρηγόριο Δικαίο ή Παπαφλέσσα, τους Φιλικούς Σκουφά, Ξάνθο και Τσακάλωφ, τον αγνό, άτυχο και ηρωϊκό πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη, τους κραταιούς λεβέντες και συμπατριώτες μας Γιωργάκη Ολύμπιο και το Νικοτσάρα, το Γέρο του Μωριά, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη τον ευφυέστατο Αρχιστράτηγο, τον αθάνατο και ιδανικό Αθανάσιο Διάκο, την Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα και την Μαντώ Μαυρογένους, τον Εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄, τον πολυμήχανο Οδυσσέα Ανδρούτσο, τον Δημήτριο Υψηλάντη, τον ένδοξο Μάρκο Μπότσαρη, τον ανδρείο Γεώργιο Καραϊσκάκη, τον αγνό φιλέλληνα Λόρδο Βύρωνα, τον υδραίο ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη, τον ατρόμητο Κωνσταντίνο Κανάρη, τον Κυβερνήτη μας Ιωάννη Καποδίστρια, τους εξαστράπτοντες και εξαστράπουσες Σουλιώτες και Σουλιώτισσες, τις ηρωϊκές γυναίκες του Ζαλόγγου, τους περιύμνητους Μεσολογγίτες και όλους τους ήρωες του ’21. Για όλους αυτούς τους Αθανάτους ταιριάζει και αξίζει το « Ζήτωσαν » !!!….

Ήταν φεγγαρόλουστη νύχτα, όταν τους είδε ο νους μου! Ήσαν πολλοί και όμως ένας!!! Το όνομά του… ΄΄Εμείς΄΄. Έφιππος βγήκε από τη θάλασσα με σκουροπράσινα στη ράχη φύκια. Ξεπέζεψε απ’ το φωτόλευκο άτι. Έκανε το σημείο του Σταυρού και φίλησε ευλαβικά το χώμα. Με κοίταξε με τα βαθιά και καθαρά του μάτια. Μού ’γνεψε με νόημα και… έστρεψε στην Ανατολή, παρασύροντας και το δικό μου αδύναμο βλέμμα, που ολοένα δυνάμωνε από εκείνον τον υπέρλαμπρο αγωνιστή, που πετούσε πια με το φαρί του κατά το Βόσπορο, γενναίος, καβάλα στον άνεμο!…

*Ο Δημήτριος Ι. Παπαδημόπουλος, Αντιπεριφερειάρχης Π.Ε. Λαρίσης