Ἡ πνευματική ζωή εἶναι ζωή γιά ὅλους ἤ γιά λίγους ἐκλεκτούς; Μπορεῖ νά ἀφορᾶ ἀνθρώπους τῆς καθημερινότητας, ἁπλούς ἤ ἀπευθύνεται μόνο σέ ὅσους ἀφιερώνουν τήν ὕπαρξή τους ἀποκλειστικά καί μόνο στόν Θεό; Γίνεται νά ζεῖς πνευματικά ὅταν τό μυαλό σου βασανίζουν βιοτικές μέριμνες καί ἡ ψυχή σου βαραίνει ἀπό τόν μόχθο καί ἀπό μιά ἀφόρητη ρουτίνα; Ὑπάρχει πνευματική ζωή ὅταν δέν ἔχεις χρόνο νά μελετήσεις οὔτε τήν Ἁγία Γραφή, ὅταν δέν βρίσκεις ἕναν ἐλάχιστο χρόνο ἡσυχίας νά στοχαστεῖς γιά νά μπορέσεις ἔστω νά ἐπιθυμήσεις τήν συνάντηση μαζί Του; Κι ὅταν γιά πρακτικούς λόγους δέν μπορεῖς νά βρεθεῖς οὔτε στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας παρά μόνο τά τελευταῖα λεπτά;
Ἡ καθημερινότητα μοιάζει πολλές φορές μέ φορτίο δυσβάσταχτο, πού τραβάει τόν ἄνθρωπο τόν πλασμένο γιά νά κοιτάει κατά τόν οὐρανό, βαθιά μέσα στό χῶμα. Οἱ μέριμνες γίνονται θηλιά πού πνίγει κάθε προσπάθεια τῆς ψυχῆς νά κερδίσει τήν ἀνάσα της. Καί ὁ χρόνος τρέχει βιαστικός καί μᾶς παρασέρνει ὁρμητικά μαζί του στήν σπατάλη τῆς πολύτιμης ζωῆς μας μέχρι τήν στιγμή πού παίρνουμε τήν γενναία ἀπόφαση νά τόν σταματήσουμε! Εἶναι πνευματική ζωή τό σταμάτημα τοῦ χρόνου σέ μικρές στιγμές φωτός, πού γίνονται αἰώνιες μόνο καί μόνο ἐπειδή νιώσαμε ἐλεύθεροι ἀπό ἄγχη καί φόβους, ἐπειδή ἀφεθήκαμε νά τίς ζήσουμε ἤ ἄλλες στιγμές πού χωρίς νά ξέρουμε γιατί, νιώθουμε νά μᾶς χαρίζονται; Ὅπως ἕνα κοίταγμα στήν ἀνατολή τήν ὥρα πού βάφει μέ ρόζ τό γαλάζιο. Ἤ τό συναπάντημα μέ τά γελαστά μάτια κάποιου ἄλλου. Μιά ἀγκαλιά ἀποχωρισμοῦ πού περιέχει μέσα της ὅλη τήν τρυφερότητα καί τήν ἀγάπη. Ἤ ἀκόμα ἕνα προστατευτικό Του βλέμμα σέ μιά ἀγαπημένη μας ἁγιογραφία, πού τό νιώθουμε νά μᾶς συντροφεύει μυστικά ὅπου κι ἄν εἴμαστε…
Εἶναι τόσα πολλά ὅσα δέν μᾶς εὐχαριστοῦν στήν καθημερινότητα. Πράγματα πού κάνουμε γιατί πρέπει, γιατί δέν τά ἐπιλέξαμε συνειδητά, γιατί δέν εἴχαμε τήν ὡριμότητα νά ξέρουμε ποιοί εἴμαστε καί τί μᾶς ταιριάζει, γιατί ὄντας ἐνήλικες ἔχουμε ὑποχρεώσεις, γιατί συναναστρεφόμαστε μέ ἀνθρώπους ὑπό συνθῆκες πού κανονικά δέν θά ἐπιλέγαμε γιά φίλους μας. Καταστάσεις πού μᾶς κάνουν ἄλλοτε νά δυσανασχετοῦμε, ἄλλοτε ἀποκαμωμένοι νά παραιτούμαστε, νά ἀφηνόμαστε σέ ἀδιάκοπη γκρίνια, νά τά βάζουμε μέ τούς ἄλλους, νά μήν μποροῦμε νά χαροῦμε ἀληθινά. Εἶναι πνευματική ζωή ἡ ἀσκητική τῆς καθημερινότητας κόντρα σέ ὅ,τι τό ἔνστικτο, οἱ φυσικές μας ἀδυναμίες, οἱ κακές μας συνήθειες – ἕνα πιά μέ τόν ἑαυτό μας – μᾶς ὑπαγορεύουν; Ἔχει ἀξία νά παλεύουμε κάθε μέρα, χίλιες φορές νά πέφτουμε στά ἴδια καί χίλιες νά σηκωνόμαστε γιατί δέν θέλουμε τόν ἐφησυχασμό ἀμαχητί στό “ἔτσι κάνουν ὅλοι”; Νά ἔχουμε τήν παρρησία νά ἀναγνωρίζουμε τήν εὐθύνη μας σέ καθετί; Νά μήν ἐπιτρέπουμε στόν ἑαυτό μας νά ἐνοχλεῖ χωρίς αἰτία κανένα ἄνθρωπο, ἀπό σεβασμό γιά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ὁ Ὁποῖος κατοικεῖ μέσα στήν κάθε ὕπαρξη; Νά ἀναζητοῦμε σέ ὅλα τό ὡραῖο, τό κάλλος, νά ἐπενδύουμε διαρκῶς στήν ὀμορφιά τοῦ κόσμου;
Ἡ ζωή μοιάζει νά κυριαρχεῖται ἀπό τό κακό. Ὁ “Ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου” (Ἰω. 12, 31) φαίνεται νά διαφεντεύει τήν οἰκουμένη. Δέν μᾶς φτάνει τό σκοτάδι μέσα μας, ὁ ὑπαρξιακός μας πόνος, οἱ προσωπικές δυσκολίες στίς σχέσεις, οἱ ἐξωτερικοί πειρασμοί πού κατά καιρούς μᾶς ἐπισκέπτονται, μά καί κάθε μέρα ἀπίστευτες ἱστορίες ἀνθρώπων, ἱστορίες πόνου, φτάνουν στ’ αὐτιά μας. Κάποτε μᾶς κατακλύζει ἡ ἀπελπισία καί δέν βλέπουμε οὔτε μιά ἀχτίδα φωτός, κάποτε κλείνουμε ἠθελημένα τά αὐτιά στό κακό γύρω μας κι ἐντός μας στρουθοκαμηλίζοντας, προσποιούμενοι ὅτι ὅλα εἶναι περίφημα. Εἶναι πνευματική ζωή τό ἄνοιγμα μιᾶς χαραμάδας στήν ψυχή μας νά χωρέσει ὁ πόνος, ὁ θάνατος, τό κακό τῆς ἀνθρωπότητας; Εἶναι πνευματική ζωή νά μήν στεροῦμε ἀπό τήν ὕπαρξή μας τό δικαίωμα νά κραυγάζει πρός Ἐκεῖνον τό ἔλεός Του γιά κάθε πλάσμα Του;
Ἡ κεκτημένη ταχύτητα, οἱ ρόλοι πού ἀναλαμβάνουμε καθώς μεγαλώνουμε, οἱ κοινωνικές συμβάσεις κρύβουν πολύ συχνά τήν μοναδικότητα τοῦ προσώπου μας. Ἡ ζωή μας μεταβάλλεται σέ ἕνα τρένο πού ἀδιάκοπα τρέχει, ἐνῶ ἐμεῖς κατάκοποι καί ἀσθμαίνοντες ξωπίσω του ἐλπίζουμε νά τό προλάβουμε στόν ἑπόμενο σταθμό. Τά ἰδιαίτερα χαρίσματά μας μένουν θαμμένα καί οἱ δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀνεκμετάλλευτες. Τά πρόσωπα χάνουν τήν χάρη καί τήν χαρά τους, σκυθρωπιάζουν, γίνονται μουντά. Εἶναι πνευματική ζωή νά βρίσκουμε τά στάχυα μέσα μας καί νά πασχίζουμε νά τά ἀναστήσουμε; Νά ἔχουμε τά αὐτιά μας ἀνοιχτά νά ἀφουγκράζονται τίς βαθύτερες ἐπιθυμίες μας; Νά αὐξάνουμε τά τάλαντά μας μέ τήν χαρά τοῦ μοιράσματος μέ τούς γύρω μας, χωρίς νά τά περιφέρουμε κομπάζοντας κι ἐπιζητώντας δι’ αὐτῶν ἀναγνώριση καί ἐπιβεβαίωση;
Ἐν τέλει, εἶναι πνευματική ζωή νά θυμόμαστε μέσα στήν δίνη τῶν γεγονότων τῆς κάθε ἡμέρας, πού καί πού, τό “ἑνός ἐστι χρεία”; Νά μήν ξεχνᾶμε τόν στόχο, νά ποθοῦμε τήν ἁγιότητα, τήν πλήρωση τοῦ κενοῦ μέσα μας ἀπό τήν ἀγάπη Του, νά ἐπιθυμοῦμε τήν μακάρια σοφία πού φέρνουν οἱ θλίψεις; Νά παραμένουμε ζωντανοί, νά βλέπουμε σέ κάθε καινούρια μέρα μιά νέα πρόκληση, μιά νέα ἀναμέτρηση μέ τίς δυνάμεις καί τίς ἀδυναμίες μας, μιά νέα εὐκαιρία νά ἀγαπήσουμε περισσότερο; Νά ἐλέγχουμε τόν ἑαυτό μας, νά μήν ἐπαναπαυόμαστε σέ βεβαιότητες; Μοιάζει νά ἀφορᾶ ὅλους. Φαίνονται ὅλα τόσο δύσκολα, ἀφοῦ εἶναι “στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός” (Ματθ. 7, 14) . Μά συνάμα τόσο προσιτά καί ἁπλά, ἔτσι πού ἡ κλήση νά εἶναι προσωπική γιά τόν καθένα μας. Χριστέ μου, θέριεψε τήν ἐπιθυμία μέσα μας νά γινόμαστε κάθε μέρα ὅλο καί πιό πολύ μαθητές Σου…
Ἀναστασία Χατζηπαύλου