Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος
Πολλοὶ χριστιανοί, ἀγνοώντας τή μεγάλη ὠφέλεια τῆς νηστείας, τήν τηροῦν μέ δυσφορία ἤ καί τήν ἀθετοῦν. Καί ὅμως, τή νηστεία πρέπει νά τή δεχόμαστε μέ χαρά, ὄχι μέ βαρυγγώμια ἤ φόβο. Γιατί δέν εἶναι σ’ ἐμᾶς φοβερή, ἀλλά στούς δαίμονες. Φέρτε την μπροστά σ’ ἕναν δαιμονισμένο, καί θά παγώσει ἀπό τό φόβο, θά μείνει ἀκίνητος σάν πέτρα, θά δεθεῖ μέ δεσμά ἀόρατα, ὅταν μάλιστα δεῖ νά τή συνοδεύει ἡ ἀδελφή της καί ἀχώριστη συντρόφισσά της, ἡ προσευχή. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός εἶπε: «Τό δαιμονικό γένος δέν βγαίνει ἀπό τόν ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο ἔχει μπεῖ, παρά μόνο μέ προσευχή καί νηστεία» (Ματθ. 17:21)

Ἀφοῦ λοιπόν, ἡ νηστεία διώχνει μακριά τοὺς ἐχθρούς τῆς σωτηρίας μας καί εἶναι τόσο φοβερή στούς δυνάστες τῆς ζωῆς μας, πρέπει νά τήν ἀγαπᾶμε καί ὄχι νά τή φοβόμαστε. Ἄν κάτι πρέπει νά φοβόμαστε, αὐτό εἶναι ἡ πολυφαγία, προπαντός ὅταν συνδυάζεται μέ τή μέθη. Γιατί αὐτή μᾶς δένει πισθάγκωνα καί μᾶς σκλαβώνει στά τυραννικά πάθη, ἐνῶ ἡ νηστεία, ἀπεναντίας, μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τήν τυραννία τῶν παθῶν καί μᾶς χαρίζει τήν πνευματική ἐλευθερία. Ὅταν, λοιπόν, καί ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν μας πολεμάει κι ἀπό τή δουλεία μᾶς λυτρώνει καί στήν ἐλευθερία μᾶς ξαναφέρνει, ποιάν ἄλλη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης της χρειαζόμαστε;

Δέν εἶναι μόνο οἱ μοναχοί πού ἔχουν σ’ ὅλη τους τήν ἰσάγγελη ζωή σύντροφο τή νηστεία, μά καί πολλοί κοσμικοί χριστιανοί, πού μέ τά φτερά της ἔχουν ἀνέβει κι αὐτοί σέ ὕψη οὐράνιας φιλοσοφίας.

Σᾶς θυμίζω πώς οἱ δύο κορυφαῖοι προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ Μωυσῆς καί ὁ Ἠλίας, μολονότι καί ἀπό ἄλλες ἀρετές εἶχαν πολλή παρρησία στόν Θεό, ὅποτε ἤθελαν νά μιλήσουν μαζί Του, στή νηστεία κατέφευγαν. Αὐτή τούς ὁδηγοῦσε κοντά στόν Κύριο…

…“Τὴ φοβόμαστε” θά πεῖς, “γιατί φθείρει καί ἐξασθενίζει τό σῶμα”. Θά μποροῦσα νά σου ἀπαντήσω ὅτι τόσο ὁ ἐξωτερικός ἄνθρωπος, δηλαδή τό σῶμα, φθείρεται, τόσο ὁ ἐσωτερικός, δηλαδή ἡ ψυχή, μέρα μέ τή μέρα ἀνανεώνεται (πρβλ. Β΄ Κορ. 4:16). Ἀπό τό ἄλλο μέρος, ὅμως, ἄν θελήσεις νά ἐξετάσεις καλά τό πράγμα, θά διαπιστώσεις πώς ἡ νηστεία περιφρουρεῖ καί τή σωματική ὑγεία. Κι ἄν δέν πιστεύεις στά λόγιά μου, ρώτησε τούς γιατρούς, καί καλύτερα θά σοῦ τά ποῦν αὐτοί, πού ὀνομάζουν τήν ὀλιγοφαγία μητέρα τῆς ὑγείας, ἐνῶ ἀπεναντίας, λένε πώς ἀπό τήν πολυφαγία προέρχονται πάρα πολλές ἀρρώστιες, οἱ ὁποῖες, σάν αὐλάκια νεροῦ πού πηγάζουν ἀπό μολυσμένη πηγή, καταστρέφουν τό σῶμα.

Ἄς μή φοβώμαστε, λοιπόν, τή νηστεία, πού ἀπό τόσα κακά μᾶς ἀπαλλάσσει. Αὐτό δέν τό λέω χωρίς λόγο. Βλέπω πολλούς ἀνθρώπους νά ρίχνονται ἀσυγκράτητα στό φαγητό καί τό πιοτό τόσο πρίν ὅσο μετά τή νηστεία, καταστρέφοντας τήν ὠφέλειά της. ‘Έτσι, δηλαδή, γίνεται στήν ψυχή ὅ,τι καί σ’ ἕνα ἄρρωστο σῶμα, πού, μόλις ἀρχίσει νά συνέρχεται καί κάνει νά σηκωθεῖ ἀπό τό κρεβάτι, τοῦ δίνει κάποιος μία δυνατή κλωτσιά καί τό ρίχνει κάτω χειρότερα.

Κάτι τέτοιο λοιπόν, γίνεται καί στήν ψυχή μας, ὅταν πρίν ἤ μετά τή νηστεία ἐπισκιάσουμε τή νηφαλιότητα, πού χαρίζει αὐτή, μέ τό σκοτισμό, πού φέρνει ἡ κραιπάλη. Ἀλλά καί ὅταν νηστεύουμε, δέν φτάνει ἡ ἀποχή ἀπό ὁρισμένες τροφές, γιά νά ὠφεληθοῦμε ψυχικά. Ὑπάρχει κίνδυνος, τηρώντας τίς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας, νά μήν κερδίσουμε τίποτα. Πῶς; Ὅταν μένουμε μακριά ἀπό τά φαγητά, δέν μένουμε ὅμως μακριά ἀπό τήν ἁμαρτία· ὅταν δέν τρῶμε κρέατα, τρῶμε ὅμως τό βιός τῶν φτωχῶν· ὅταν δέν μεθᾶμε μέ κρασί, μεθᾶμε ὅμως μέ τήν πονηρή ἐπιθυμία· ὅταν περνᾶμε τή μέρα νηστικοί, βλέποντας ὅμως αἰσχρά θεάματα. Ἔτσι ἡ νηστεία μας εἶναι ἀνώφελη.

Γι’ αὐτό ἄς τή συνδυάσουμε μέ τόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν, μέ τήν ἐγκράτεια ἀπό κάθε ἁμάρτημα, μέ τήν προσευχή καί τόν πνευματικό ἀγώνα. Ἔτσι μόνο θά ἔχει καρπούς καί θά εἶναι μία θυσία εὐάρεστη στό Θεό.