O άγιος Μιχαήλ ο Μαυρούδης (10 ή 21/3/1544)

O Άγιος Μιχαήλ ο Μαυρούδης (10 ή 21/3/1544)

Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου

Ο Μιχαήλ γεννήθηκε στην Γρανίτσα των Αγράφων. Τέκνο ευσεβών και φιλανθρώπων γονέων, του Δημητρίου και της Σωτήρας, ανατράφηκε με τα ιδεώδη της Ορθοδοξίας. Όταν πέθανε ο πατέρας του, νυμφεύθηκε και ήλθε στη Θεσσαλονίκη, όταν ήταν μητροπολίτης ο Θεοφάνης, όπου εργάστηκε ως αρτοπώλης. Ο Μιχαήλ συνέχισε την ενάρετη ζωή του, με ελεημοσύνες προς τους φτωχούς. Λέγεται ότι προσέφερε σχεδόν όλα του τα κέρδη στους ενδεείς αδελφούς του. Η εποχή στην οποία έζησε διακρίθηκε από την παρουσία στην πόλη σημαντικών προσωπικοτήτων της Εκκλησίας.

Ο Μιχαήλ διακατέχονταν από θείο ζήλο. Ζούσε μέσα του ο Χριστός. Κάποια μέρα όταν ήρθε στο αρτοπωλείο ένας μικρός μουσουλμάνος ο Μιχαήλ προσπάθησε να τον κατηχήσει αλλά μάταια γιατί εκείνος κατέφυγε στους ομοθρήσκους του και ζήτησε να διαφωτιστεί από έναν διερχόμενο ιεροδιδάσκαλο του Ισλάμ. Τότε, μετά την καταγγελία κατά του Μιχαήλ, ο ζηλωτής αρτοπώλης οδηγήθηκε από τους συγκεντρωθέντες Αγαρηνούς στον κριτή, τον οποίο μάλιστα, αφού αποστόμωσε, προσπάθησε και να κατηχήσει, τόσο τον ίδιο, όσο και τους παρισταμένους, παρουσιάζοντας μεγάλη θεολογική δεινότητα.

Όλα αυτά φρένιασαν τους Οθωμανούς, ενώ ο κριτής τον απείλησε με θάνατο στην πυρά. Τότε ο Μιχαήλ προσφέρθηκε να δώσει ο ίδιος τα χρήματα της αξίας των ξύλων για την πυρά και μάλιστα έφτυσε τόσο τον κριτή, όσο και το πρακτικό της ομολογίας του. Σύντομα οδηγήθηκε στη φυλακή, ίσως στο Επταπύργιο ή στον Λευκό Πύργο. Στην φυλακή βρήκε συμπαραστάτες πολλούς από τους χριστιανούς συμπολίτες του, οι οποίοι τον επισκέπτονταν και προσπαθούσαν να τον ενισχύσουν. Μετά από πολλά βασανιστήρια εντός της φυλακής, οδηγήθηκε και πάλι στον κριτή, ο οποίος προσπάθησε να τον μεταπείσει με υποσχέσεις και απειλές. Εκείνος, κατά τον Συναξαριστή απάντησε: “Μη χάνεις καιρόν αλλά παράδοσόν με εις τον Θεόν μίαν ώραν πρότερον ότι θέλω και αγαπώ να γίνω θυσία του Κυρίυ μου, να ψηθώ ως άρτος ηδύς, να βαλθώ εις την Τράπεζαν της Αγ ας Τριάδος και να προσφερθώ ως ί ευώδες θυμίαμα εις αυτόν”.

Τελικά οδηγήθηκε στην πυρά, στο προαύλιο του Ιερού Ναού της Υπαπαντής του Κυρίου, παρουσία μεγάλου πλήθους χριστιανών, αλλά και Αγαρηνών. Ήταν η 21η Μαρτίου του 15441. Η μνήμη του τιμάται και την Πέμπτη της Διακαινισίμου, γιατί το μαρτύριό του έγινε μέσα στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή (μετά την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως). Οι Θεσσαλονικείς, προς τιμήν του, κατασκεύασαν στο σημείο του μαρτυρίου μικρό παρεκκλήσιο, στο οποίο τοποθέτησαν μαρμάρινη στήλη. Βρίσκεται στην συμβολή των οδών Εγνατίας και Αγαπηνού, στο βορειοανατολικό άκρο του Ι. Ν. Υπαπαντής του Κυρίου. Το αρτοπωλείο, που εργαζόταν ο Μιχαήλ, βρισκόταν στην ακριβώς απέναντι γωνία της οδού Αγαπηνού2.

Όλος ένθεος, ωράθης και θεόληπτος, εστώς προ βήματος, τυραννικού Μιχαήλ, και γλώσση εκραύγαζες, εν θεορρήμονι: Μόνος Κύριος, Χριστός εστιν ώ άνομοι, και Θεός πάντων των όντων.

Μεγαλυνάριο

“Χαίροις ο Γρανίτσης θείος βλαστός, ο Χριστόν δοξάσας, δι’ αθλήσεως θαυμαστής· χαίροις ο Κυρίω, προσενεχθείς ως θύμα, ώ Μιχαήλ ενέγκας, πυρός την έκκαυσιν.”

……………………………………………………..

  1. Έχει καταγραφεί στο Μ. Ευχολόγιο, ως ημέρα μαρτυρίου του, και η 10η του αυτού μηνός του έτους 1544. Αναφέρεται επίσης και ως έτος το 1547. Πιθανός καταγραφέας του βίου του υπήρξε ο ίδιος ο μητροπολίτης Θεοφάνης, ο οποίος μάλιστα, πιθανόν, συνομίλησε με τον ίδιο τον μάρτυρα. Κατεγράφη, επίσης, ότι ο ίδιος ο Μιχαήλ είπε στην απολογία του ότι ‘’κατάγεται εκ Φαναρίου’’. Βλ. Μέγας Συναξαριστής, ήτοι Χαλκηδών του νοητού Παραδείσου, δαπάνη Κωνσταντίνου Δουκάκη, τύποις Α. Καλαράκη-Ν. Τριανταφύλλου, Αθήναι 1891, σελ. 167.
  1. Το μαρτύριο του Αγίου, μεταξύ άλλων, αναφέρεται και στον υπ’ άριθ’ 727 Κώδικα του XVIII αιώνα στη Μονή Ξενοφώντος Άγιου Όρους, και στον υπ’ αριθ. 2142(129) Κώδικα του XVIII αιώνα της Μονής Εσφιγμένου.