Ἡ μάχη δόθηκε στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ ὅπου ὁ Χριστός μας κονταροχτυπήθηκε μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ κακοῦ, ἀμέσως μετὰ τὴ Βάπτισή Του στὸν Ἰορδάνη ἀπὸ τὸν Τίμιο Πρόδρομο.
Σαράντα μερόνυχτα ἔμεινε τελείως νηστικός. Τὸ τέρας τῆς κολάσεως λύσσαξε. Μετὰ τὴν τεσσαρακοστὴ μέρα, κι ἐνῶ ἡ πεῖνα ἐκδηλώθηκε βίαιη, τὸ φθονερὸ φίδι Τὸν ὑπέβαλε σὲ τρεῖς πειρασμούς. Περιγράφονται λεπτομερῶς ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς εὐαγγελιστὲς Ματθαῖο καὶ Λουκᾶ, μὲ μικρὴ διαφορὰ στὴ σειρά· ὁ δεύτερος στὸ Ματθαῖο παρουσιάζεται τρίτος ἀπὸ τὸν Λουκᾶ.
Ὁ κατὰ τὸν Ματθαῖο δεύτερος πειρασμὸς δὲν ἦταν στιγμιαῖος·ἀκολούθησε τὸν Κύριο καθόλη τὴ διάρκεια τῆς δράσεώς Του καὶκορυφώθηκε πάνω στὸ Σταυρό, στὸ Γολγοθά.
Ἦταν ὁ πειρασμὸς τοῦ ἐντυπωσιασμοῦ.
Ὕπουλος καὶ φοβερός.
Ὁ διάβολος ἀνέβασε τὸν Κύριο «εἰς τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ»· στὴν ἄκρη τῆς στέγης τοῦ μεγάλου Ναοῦ στὴν Ἱερουσαλήμ, καὶ Τὸν παρακίνησε νὰ πέσει ἀπὸ ἐκεῖ, ὥστε, κατὰ τὴ βεβαίωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἄγγελοι νὰ Τὸν πιάσουν: «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ, καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου» (Ματθ. δ΄ 6). Τὸν παρακινοῦσε δηλαδὴ νὰ κάνει ἕνα θαῦμα ἐντυπωσιασμοῦ, γιὰ νὰ καταπλήξει τοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου ἦταν καταλυτική. Τὸν ἀπέκρουσε πάλι μὲ λόγο τῆς Γραφῆς: «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου» (στ. 7). Καθιέρωσε ἔτσι αἰώνιο νόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς μέσα στὴν Ἐκκλησία Του: Ὁτιδήποτε δὲν εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαῖο, ἀλλὰ γίνεται πρὸς ἐντυπωσιασμό, εἶναι ἀπόβλητο. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος σ᾿ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς Του φανέρωσε αὐτὸ τὸν τρόπο. Ἰδιαιτέρως στὰ τρία περίπου χρόνια τῆς δημόσιας δράσεώς Του τὸν ἐφήρμοσε μὲ ἀκρίβεια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ συνιστοῦσε στοὺς θεραπευμένους τυφλούς: «ὁρᾶτε, μηδεὶς γινωσκέτω». Τὸ ἴδιο παρήγγειλε καὶ στοὺς μαθητές Του: «μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονὸς» τῆς Μεταμορφώσεώς Του.
Καὶ τὰ παραδείγματα εἶναι πλῆθος.
Τὸ ἀποκορύφωμα αὐτῆς τῆς ἀθορύβου πολιτείας Του φανερώθηκε στὸ Σταυρό. Τότε ποὺ οἱ ἄπιστοι Ἑβραῖοι Τὸν προκαλοῦσαν: «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ Σταυροῦ» (Ματθ. κζ΄ [27] 40). Ὁ διάβολος παρόμοια Τοῦ εἶχε πεῖ: «εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω», γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι μὲ τὸ στόμα τῶν ἀσεβῶν σταυρωτῶν μιλοῦσε τὸ δυστυχισμένο πλάσμα τοῦ σκότους. Τὸ ἴδιο Τοῦ ἔλεγαν καὶ οἱ ἀρχιερεῖς μὲ τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς Φαρισαίους· προκαλοῦσαν ψευδόμενοι: «καταβάτω ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσωμεν αὐτῷ» (Ματθ. κζ΄ [27] 42).
Ὁ ἐντυπωσιασμός, δηλαδὴ ἡ κενοδοξία, εἶναι πνευματικὴ ἀσθένεια. Προσβάλλει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, μικροὺς καὶ μεγάλους, κι αὐτὰ ἀκόμη τὰ μωρά. Ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς· μέσα μας βρίσκεται τὸ μικρόβιο. Οἱ ἀσκητικοὶ Πατέρες ἔμεναν ἔκθαμβοι: Ὅταν νηστεύω, κενοδοξῶ, ἀλλὰ καὶ ὅταν καταλύω τάχα γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ἡ ἀρετή μου, πάλι κενοδοξῶ μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶμαι διακριτικός. Ὅταν φοράω λαμπρὰ ροῦχα, μὲ νικάει, ἀλλὰ καὶ ὅταν τὰ ἀλλάζω μὲ φτωχικά, πάλι κενοδοξῶ. Ὅταν μιλάω, μὲ νικάει, ἀλλὰ καὶ ὅταν σωπαίνω, πάλι μὲ νίκησε. «Ὅπως ἂν ρίψῃς τὴν τρίβολον ταύτην, ὀρθὸν τὸ κέντρον ἵσταται»· ὅπως κι ἂν ρίξεις αὐτὸ τὸ τρίμορφο ἀγκάθι, ὄρθιο τὸ κεντρί του στέκεται («Κλῖμαξ», Λόγος ΚΑ΄ 5).
Λοιπόν, ὡς συνασθενεῖς ἐπισημαίνουμε τὸν κίνδυνο ποὺ παραμονεύει ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ ἅγια ἔργα. Ἀπειλεῖ ὅλους μας. Ἐλλοχεύει στὴν προσευχή, στὴ φιλανθρωπία, σὲ ὅλα τὰ ἱερὰ διακονήματα. Στὸ κήρυγμα τοῦ ἱεροκήρυκα, στὰ ἄμφια τοῦ ἱερέως, στὴ φωνὴ τῶν ἱεροψαλτῶν, στὶς μετάνοιες τῶν μοναχῶν, στὶς ἀγρυπνίες τῶν ἀσκητῶν, στὶς συμβουλὲς τῶν Πνευματικῶν, στὴν πέννα τῶν συγγραφέων, σὲ κάθε διακόνημα καὶ ἔργο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.
Ναί, χρειάζεται προσοχή, ἀπαιτεῖται ἐπαγρύπνηση, «ἵνα μὴ ἀπολέσωμεν ἃ εἰργασάμεθα» (Β΄ Ἰω. 8). Συχνὰ κόποι μιᾶς ζωῆς μπορεῖ νὰ γίνουν μιὰ καὶ μόνη μπουκιὰ γιὰ τὸν διάβολο.
Εἶναι περίοδος Τριωδίου, παραμονὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ ὅλη ἀτμόσφαιρα μᾶς παρακινεῖ σὲ ἐσωστρέφεια καὶ ἐνδοσκόπηση. Εἶναι καὶ περίοδος αὐξημένων πειρασμῶν. Ἀλλὰ καὶ δυνατοῦ πολέμου πρὸς κάθε κατεύθυνση.
Ἂς ἐπιχειρήσουμε τὸν πόλεμο. Ἰδιαιτέρως αὐτὸν τῆς κενοδοξίας. Νὰ ἐξοντωθεῖ ἀπὸ τὴν προσωπική μας ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ὅλη ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ ὁ δαίμονας τοῦ δεύτερου πειρασμοῦ.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”