Ο νεώτερος υιός σκεφτόταν να ζητήσει να μείνει στο σπίτι «ὡς εἷς τῶν μισθίων». Αυτό αν του δινόταν, θα ήταν ήδη παράδεισος μέγας γι’ αυτόν. Όμως ο Θεός Πατέρας τον κάνει το κεντρικό πρόσωπο και την αφορμή του μεγάλου πανηγυριού. Και αυτό τον καταπλήττει και τον κατακαίει. Ο Θεός καταδικάζει με το πλήθος της αγάπης Του. Και νιώθεις ανάξιος γι’ Αυτήν. Αποτραβιέσαι στη θέση του δούλου, που σου ταιριάζει, σου υπεραρκεί, σε αναπαύει. Δεν αναπαύει όμως τον Θεό, πού τόσο αγαπά, πού τόσο συγχωρεί, πού σε συνθλίβει, σε λιώνει με την αγάπη Του την άμετρη. Και κλαις από χαρά για το θαύμα τού­το. Και το κλάμα φανερώνει την πλησμονή της αγαλλιάσεως.

Γι’ αυτό οι Άγιοι, τα παιδιά του Θεού, ονομάζουν τον εαυτό τους δούλο Χριστού. Και νιώθουν ότι αυτό ξε­περνά την αξία τους και τους πλημμυρίζει από τιμή. Το άλλο, το να γίνεται παιδί κατά χάρη και το κεντρικό πρό­σωπο του πανηγυριού, όπου θύεται ο μόσχος ο σιτευτός, αυτό ξεπερνά τις ανθρώπινες προσδοκίες, υπαγορεύεται και πραγματοποιείται μόνο από την απερινόητη και ά­φατη αγάπη του Θεού Πατρός.

Όταν ζητάς κάτι μικρό, ένα ερίφιο, δεν παίρνεις τί­ποτε. Όταν δεν ζητάς τίποτε —ούτε να γίνεις δούλος— τα παίρνεις όλα.

Αρχιμ. Βασίλειος

Προηγούμενος Ι. Μ. Ιβήρων Αγ. Όρους