του Βασιλείου Χ. Στεργιούλη, Θεολόγου

Ολισθηρός ο δρόμος που βαδίζουμε τελευταίως οι Έλληνες. Μας οδηγεί στην καταστροφή. Στον αφανισμό μας από το χάρτη της ιστορίας.

Μας μαστίζει η οικονομική κρίση. Η ανέχεια. Η οικονομική δυσπραγία. Εξαιτίας της γίναμε υποχείριοι των δανειστών. Παιχνίδι στις απαιτήσεις τους.

Ξεπουλάμε την πατρίδα. Εκχωρούμε σε ξένους την εθνική μας περιουσία. Λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηροδρόμους κ.ά. Γίναμε ανίκανοι να την διαχειριστούμε. Να νοικοκυρέψουμε τη χώρα μας και να αυτοδιοικηθούμε.

Μας ταλαιπωρεί περισσότερο απ’ την οικονομική δυσπραγία η ηθική φθορά. Η ηθικοκοινωνική μας πτώση.

Πορευόμαστε αφασιακά. Γκρεμίζουμε το ένα μετά το άλλο τα ηθικοκοινωνικά μας ερείσματα. Τα κάστρα του θαυμαστού πνευματικού μας πολιτισμού. Τα θεμέλια της κοινωνίας.

Φερόμαστε και αγόμαστε από ξένους. Ενεργούμε κατά τις υποδείξεις τους. Κάνουμε ό,τι μας πουν. Είτε καλό και ωφέλιμο, είτε βλαβερό και καταστροφικό. Τους ακολουθούμε πιστά. Και ανατρέπουμε θεσμούς και παραδόσεις αιώνιες. Αρχές και αξίες που μας κράτησαν όρθιους στο  διάβα των αιώνων. Στις πιο κρίσιμες ιστορικές μας περιόδους.

Επεμβαίνουμε και στο δίκαιο. Και από έκφραση της ηθικής υπό νομική μορφή το κάνουμε ασπίδα του αφύσικου. Του βδελυκτού, που δεν παρατηρείται ούτε στα ζώα. Και με προκλητικό κομπασμό ζητούμε συγνώμη που καθυστερήσαμε  να προβούμε στη θεσμοθέτησή του.

Διαποτισμένοι από το πνεύμα του Διαφωτισμού, του Ορθολογισμού και της αθεΐας οι δυτικοτραφείς διανοούμενοι και πολιτικοί επιτίθενται κατά της παράδοσης του μαρτυρικού μας τόπου. Και με επιχείρημα τα ανθρώπινα δικαιώματα, καταργούν τους κοινωνικούς φραγμούς. Ποιος όμως τους εκχώρησε αυτό το δικαίωμα; Αν ήταν συνεπείς με τις δημοκρατικές διακηρύξεις τους, ας έκαναν δημοψήφισμα.

Εξάλλου άκριτη κα άκρατη προβολή και απαίτηση δικαιωμάτων από όλους, χωρίς αντίστοιχα καθήκοντα, οδηγεί σε κομφούζιο. Σε πόλεμο όλων εναντίον όλων. Έτσι θραύεται ο κοινωνικός ιστός και διαλύεται η κοινωνία. Τα δικαιώματα του καθενός μας σταματούν εκεί που αρχίζουν τα δικαιώματα των άλλων. Οπότε ανακύπτουν τα αντίστοιχα καθήκοντα.

Πρέπει να το εννοήσουμε όλοι πως η αυθαιρεσία δεν προάγει την κοινωνία, αλλά μόνο «ένας νόμος ηθικός, απαραβίαστος και ιερός», όπως λέει ο ποιητής.

Σεβόμαστε και συμπαθούμε τον κάθε συνάνθρωπό μας. Όποιος κι αν είναι. Κι αν έχει ασάφεια ως προς το φύλο. Γιατί είναι εικόνα του Θεού. Από το σημείο όμως αυτό, μέχρι του  να νομιμοποιήσουμε τις αντίθετες με τη φύση επιλογές, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Δεν έχουν δικαιώματα μόνο κάποιοι συνάνθρωποί μας, όποια ιδιαιτερότητα  κι αν έχουν, αλλά και η κοινωνία. Και μάλιστα αυτή στη δημοκρατία. Το αφύσικο δεν μπορεί να γίνει θεσμός. Δηλαδή κανόνας δικαίου, συμπεριφοράς και δράσης.

Απορεί κανείς πως φτάσαμε οι Έλληνες ν’ αρνηθούμε την παράδοση και τον πολιτισμό μας. Παράδοση αιώνων και  με Μάρτυρες. Όπως αναφέρει ο μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος «ο πορθητής Μωάμεθ ο Β΄επί τη αλώσει της πόλεως ετέλεσε πλησίον των ανακτόρων μεγαλοπρεπέστατον δείπνον, εις το οποίον παρεκάθησαν οι στρατηγοί, οι ναύαρχοι και όλα τα επίσημα πρόσωπα της ακολουθίας του. Ο Μωάμεθ εμέθυσε, και εν τη ζάλη του οίνου εξεδήλωσεν όλα τα χυδαία αισθήματά του. Έμπλεως σατανικού έρωτος, παρά φύσιν έρωτος, προς τον νεώτερον υιόν  του Λουκά Νοταρά πρώτου Δουκός (πρωθυπουργού) της πεσούσης Βυζαντινής αυτοκρατορίας διέταξεν ίνα προσαγάγουν τούτον εις την σκηνήν του και επ΄αυτού ασελγήση ο παμμίαρος. Ο πατήρ του υιού έφριξεν επί τω ακούσματι, και ηρνήθη όπως στείλει τον υιόν του, ειπών ότι, εάν το Κοράνιον επιτρέπει, το Ευαγγέλιον όμως απαγορεύει τοιαύτας βδελυράς πράξεις. Εξοργισθείς δια τούτο ο κατακτητής, διέταξε τον αρχιευνούχον του, όπως βιαίως προσαγάγη  ενώπιον του τον πατέρα και τους δύο υιούς του. Ο Νοταράς, αντιληφθείς ότι οδηγείται εις μαρτύριον, απεχαιρέτησε την σύζυγόν του και τας θυγατέρας του και ενεφανίσθη μετά των υιών του ενώπιον του κατακτητού. Ο κατακτητής μένεα πνέων κατά του πατρός δια την άρνησιν του να παραδώση τον υιόν του δι’ ακολασίαν, διέταξε τον δήμιον , ίνα αποκεφαλίση πρώτον τους υιούς και ύστερον τον πατέρα. Κατά την πορείαν προς τον τόπον του μαρτυρίου ο πατήρ ενεθάρρυνε τους υιούς του λέγων. «Εν ονόματι του υπέρ ημών Σταυρωθέντος, Θανόντος και Αναστάντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ας αποθάνωμεν, ίνα και ημείς συν Αυτώ των αγαθών αυτού απολαύσωμεν». Ο δήμιος απεκεφάλισε πρώτον τους υιούς ενώπιον του πατρός, ο οποίος  γινυπετής προσηύχετο και έλεγε. «Δίκαιος ει, Κύριε, και ευθείαι αι κρίσεις σου». Μετά δε τους υιούς απεκεφάλισε και τον πατέρα. (Ίδε Κωνσταντίνου Παπαρρηγοπούλου, Ιστορία του Ελκληνικού Έθνους, Αθήναι 1921, τόμος Ε΄μέρος Δ΄, σελίς 376).

Έτσι αντιμετώπισαν οι μακάριοι πρόγονοί μας το παραλήρημα της ομομανίας του ασιάτη κατακτητή της Κωνσταντινούπολης. Ενώ εμείς σήμερα το νομιμοποιούμε. Ω καιροί ! ω ήθη !