Αποστολικό ανάγνωσμα Κυριακής ΙΔ Λουκά

ΙΔ΄ Λουκᾶ: Α΄ Τιμ. α΄ 15-17
Τέκνον Τιμόθεε, πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος, ὅτι Χριστὸς Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ· ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἠλεήθην, ἵνα ἐν ἐμοὶ πρώτῳ ἐνδείξη­ται Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν πᾶσαν μακροθυμίαν, πρὸς ὑποτύπωσιν τῶν μελλόν­των πιστεύειν ἐπ’ αὐτῷ εἰς ζωὴν αἰώνιον. Τῷ δὲ βασιλεῖ τῶν αἰώνων, ἀφθάρτῳ, ἀοράτῳ, μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμὴ καὶ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
 
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΛΕΟΥΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
 
1. Πρῶτος μεταξὺ τῶν ἁμαρτωλῶν
 
     Εἶναι συγκλονιστικὴ ἡ ὁμολογία τοῦ ἀποστόλου Παύ­λου, ὅπως καταγράφεται στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ πε­ρικοπὴ ἀπὸ τὴν Α΄ πρὸς Τιμόθεον Ἐπιστολή.
    Γράφει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος: «Πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος»· παιδί μου, Τιμόθεε, πρόσεξε τὸν λόγο ποὺ θὰ σοῦ πῶ, διότι ἐκφράζει σπουδαία ἀλήθεια κι ἀξιόπιστη, ὥστε νὰ γίνει ἀπὸ ὅλους ἀποδεκτή. Ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀλήθεια;… Τὸ γεγονὸς ὅτι «Χριστὸς Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶ­­­­­­­­­σαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ»· δηλαδή, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο νὰ σώσει ἁμαρτωλούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρῶτος εἶμαι ἐγώ. 


    Ἡ ἀλήθεια αὐτή, ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀποτελεῖ θεμέλιο τῆς πίστεώς μας καὶ εἶναι γνωστὴ σὲ κάθε πιστὸ χριστιανό. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση στὸ λόγο αὐτὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, εἶναι ἡ προσωπική του μαρτυρία.Ἡ βαθιὰ συναίσθηση ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἁμαρτωλός!
    Θὰ λέγαμε ὅτι πρόκειται γιὰ σχῆμα λόγου ἢ γιὰ κάποια ὑπερβολὴ ἐκ μέρους τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου, ὡστόσο ὁ ἴδιος δὲν μᾶς ἐπιτρέπει κάτι τέτοιο, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μᾶς διαβεβαίωσε ὅτι αὐτὸ ποὺ θὰ πεῖ εἶναι «πιστὸς λόγος», βέβαιος καὶ ἀξιόπιστος λόγος. Τότε λοιπὸν πῶς ἐξηγεῖται αὐτό; Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ μέγας Ἀπόστολος νὰ θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ὡς πρῶτο ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁμαρτωλούς;… 
 
    Εἶναι φανερὸ ὅτι βρισκόμαστε μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο τῆς ταπεινοφροσύνης τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου. Ὁ θεόκλητος Ἀπόστολος, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀξιώθηκε νὰ κληθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ Τὸν ὑπηρετήσει ὡς Ἀπόστολος, δὲν ξεχνοῦσε ὅτι στὸ παρελθὸν ἦταν φανατικὸς ἐχθρὸς τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος χαρακτηρίζει τὸν ἑαυτό του ὡς «πρότερον ὄντα βλάσφημον καὶ διώκτην καὶ ὑβριστήν» (Α΄ Τιμ. α΄ 13) καὶ συν­τρίβεται μπροστὰ στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸν ἐλέησε καὶ τοῦ ἐμπιστεύθηκε τόσο ὑψηλὴ διακονία. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ βαθιὰ ταπείνωση καὶ συντριβή του. 
 
    Πόσο μᾶς διδάσκει τὸ ταπεινό του φρόνημα!… Δυστυχῶς ἐμεῖς συνήθως ἀμνηστεύουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ θεωροῦμε ὅτι τάχα δὲν ἔχουμε διαπράξει βαριὲς ἁμαρτίες κι ἴσως δὲν χρειάζεται κἂν νὰ ἐξομολογηθοῦμε. Πόσο λάθος κάνουμε! Στὴν πραγματικότητα, ὅσο περισσότερο καλλιεργούμαστε πνευματικά, τόσο βαθύτερα θὰ αἰσθανόμαστε τὴν ἁμαρτωλότητά μας καὶ θὰ ἐκζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
 Εἶναι ὅπως σ’ ἕνα δωμάτιο· ὅταν τὰ παραθυρόφυλλα εἶναι κλειστά, τὸ δωμάτιο εἶναι σκοτεινὸ καὶ δὲν μπορεῖς νὰ διακρίνεις τὴ βρωμιά. Ἂν ἀνοίξεις τὰ παράθυρα, οἱ ἀκτίνες τοῦ ἡλίου θὰ φωτίσουν τὸ δωμάτιο καὶ θὰ διακρίνεις ἀκόμη καὶ τὴν πιὸ λεπτὴ σκόνη! Ἔτσι κι οἱ Ἅγιοι, ποὺ δέχονται τὸν φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ, βλέπουν μὲ περισσότερη ἐνάργεια τὸ ἐσωτερικό τους, καὶ αὐτὸ τοὺς ὁδηγεῖ σὲ βαθύτερη μετάνοια. Ἔχουν διασωθεῖ πολλὲς προσ­ευχὲς ἁγίων ἀνθρώπων, στὶς ὁποῖες φαίνεται ξεκάθαρα αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τῆς αὐτομεμψίας. 
    Μήπως ὅμως αὐτὴ ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπελπισία;… Ὄχι βέβαια! Αὐτὸ φαίνεται καὶ στὴ συνέχεια τῶν λόγων τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου, ὁ ὁποῖος ὁμολογεῖ:
 
2. Ξέσπασμα εὐγνωμοσύνης
 
    Ἀκριβῶς γι’ αὐτὸ ἐλεήθηκα, γιὰ νὰ δείξει ὁ Ἰη­σοῦς Χριστὸς σὲ μένα περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ὅλη Του τὴ μακροθυμία, ὥστε νὰ χρησιμεύσω ὡς ὑπό­δει­γ­μα σ’ ἐκείνους ποὺ πρόκειται νὰ πιστέψουν σ’ Αὐ­τὸν καὶ νὰ κληρονομήσουν ἔτσι τὴν αἰώνια ζωή. 
Κι ἐπειδὴ αἰσθάνεται βαθιὰ τὸ μέγεθος αὐτὸ τῆς εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ, ξεσπᾶ σὲ ὁλόψυχη δοξολογία εὐγνωμοσύνης μὲ τοῦτα τὰ λόγια: «τῷ δὲ βασιλεῖ τῶν αἰώ­νων, ἀφθάρτῳ, ἀοράτῳ, μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμὴ καὶ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Στὸν Βασιλιά, λοιπόν, ποὺ εἶναι ὁ Κύριος τῶν αἰώνων καὶ ὅλων τῶν κτισμάτων ποὺ ἔγιναν μέσα στοὺς αἰῶνες αὐτούς, στὸν ἄφθαρτο, ἀόρατο, ἕναν καὶ μόνο σοφὸ Θεό, ἂς εἶναι τιμὴ καὶ δόξα στοὺς ἀπέραντους αἰῶνες.
    Ἡ καρδιὰ τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου ξεχειλίζει ἀπὸ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν παν­άγαθο Θεὸ γιὰ τὴ μακροθυμία καὶ τὴν ἀγάπη Του. Δὲν ἀπελπίζεται, καθὼς ταπεινώνεται μπροστὰ στὸν Μεγαλοδύναμο, ἀλλὰ ξεσπᾶ σὲ ὕμνο εὐχαριστίας καὶ δοξολογίας.
    Πράγματι, ἡ ἀληθινὴ αὐτογνωσία δὲν δημιουργεῖ αἴσθημα μειονεξίας, οὔτε ἀ­πα­ξιώνει τὸν ἄνθρωπο.Ταπεινὸς ἄν­θρωπος δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει χαμηλὴ αὐτοεκτίμηση. Εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴν τόλμη νὰ ἀναγνωρίζει τὰ λάθη καὶ τὰ ἐ­λαττώματά του καὶ νὰ καταφεύγει μὲ πίστη στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ· καὶ τὰ χαρίσματά του δὲν τὰ ἀπαρνεῖται, ἀλλὰ τὰ δέχεται ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ. Κι ἔτσι γιὰ ὅλα δοξάζει τὸν φιλάνθρωπο Κύριο. Ἂς προσπαθοῦμε λοιπὸν κι ἐμεῖς νὰ προοδεύουμε στὴν αὐτογνωσία καὶ τότε θὰ συναισθανόμαστε τὴν ἁμαρτωλότητά μας, θὰ διακρίνουμε τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας καὶ θὰ Τὸν δοξάζουμε γιὰ τὸ ἄπειρο ἔλεός Του.