(1) Status Questionis.
Ἡ πρόοδος πού ἔχει σημειωθῆ στήν ἰατρική τά τελευταῖα χρόνια, τόσο στόν τομέα τῆς θεραπευτικῆς, ὅσο καί στόν τομέα τῆς γενετικῆς καί τῆς βιολογίας, πέρα τοῦ ὅτι εἶναι ἐντυπωσιακή καί συχνά ἔξω καί ἀπ᾿ αὐτά τά ὅρια τῶν προσδοκιῶν τοῦ ἀνθρώπου, προκαλεῖ τή θεολογία καί φαίνεται νά τήν ἐξωθῆ σέ ἐπανερμηνεία καί ἐπαναθεώρηση τῶν παραδοσιακῶν της ἀντιλήψεων. Ὡστόσο σέ κύκλους θεολόγων, ἀλλά καί μή θεολόγων πλανᾶται τό ἐρώτημα· ῎Εχει ἡ θεολογία τά ἀπαραίτητα ἐφόδια γιά νά δώση ἀπάντηση σέ ἐρωτήματα, τά ὁποῖα ἐπιτακτικά θέτει ἡ σύγχρονη ἐπιστημονική ἔρευνα; Μήπως ἡ ἠθική της εἶναι παρωχημένη καί ἀναποτελεσματική, ἀνίκανη νά ἀντιμετωπίση τά νέα δεδομένα καί τίς ἁλματώδεις ἐξελίξεις πού ἀναφέρονται στή βιολογική ὕπαρξη καί λειτουργία τοῦ ἀνθρώπου; Μήπως ὁ λόγος της ἀφορᾶ μόνο στήν πνευματική σφαῖρα τῆς ὑπάρξεως καί δέν μπορεῖ νά εἶναι συμβατός μέ τήν πραγματικότητα τῆς ἐξελίξεως, ἤ ἀκριβέστερα τῆς ἐπαναστάσεως, πού ἐπιτελεῖται στόν τομέα τῆς βιολογίας καί τῆς ἰατρικῆς; Μήπως τό δόγμα, ἡ πίστη τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐπέβαλε ἕνα τυποποιημένο ἦθος, τό ὁποῖο χαρακτηρίζει ἡ ἀκαμψία, ἡ ἀνελαστικότητα καί ἡ ἀδυναμία προσαρμογῆς στά νέα ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης;
Τά ἐρωτήματα αὐτά ἔχουν πολλές πλευρές καί μπορεῖ νά ἀναγνωρίση κανείς σ᾿ αὐτά ποικίλες ἀφορμές γιά συζήτηση. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ βιοηθική ἔκανε τήν ἐμφάνισή της τά τελευταῖα μόλις χρόνια, ἀρχικά στήν ᾿Αμερική καί στή συνέχεια στήν Εὐρώπη, προφανῶς δέ εἶναι προϊόν τῶν νέων δεδομένων πού ἔθεσε ἡ ἰατρική πρόοδος καί οἱ ἔρευνες στόν τομέα τῆς Βιολογίας. ῾Η Βιοηθική ἦλθε ὡς παρεπόμενο τῶν ἐπιστημονικῶν ἐξελίξεων καί ἀποβλέπει στήν κριτική ἀντιμετώπιση τῶν διλημμάτων καί στήν ἀξιολόγηση τῶν συνεπειῶν πού ἡ νέα γνώση ἔχει φέρει στήν ἐπιφάνεια τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. ῾Η Βιοηθική, λοιπόν, ἐμφανίσθηκε σάν μιά ἀνάγκη νά ἀντιμετωπισθοῦν τά ἠθικά προβλήματα πού συνδέονται μέ τήν πρόοδο τῆς ᾿Ιατρικῆς ἐπιστήμης, ἀλλά καί ἐκεῖνα πού ἀπορρέουν ἀπό τά πειράματα πού σχετίζονται μέ τή βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου.
(2) Προσέγγιση τῶν ἐννοιῶν.
Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ὅρος «ἠθική», ὡς δηλωτικός κάποιου τρόπου καί κώδικα συμπεριφορᾶς, ἔχει γίνει ἀφορμή νά διατυπωθοῦν κατά καιρούς ποικίλες γνῶμες, τά τελευταῖα δέ χρόνια ἡ δυτική θεολογία τόν εἶχε γιά καιρό ἀφήσει στό περιθώριο, γιατί θεωροῦσε ὅτι ἐκφράζει μιά πεπαλαιωμένη ἀντίληψη γιά τόν ἄνθρωπο καί τή ζωή. ῾Ο ὅρος «ἠθική» ἔχει τήν ἀφετηρία του στήν ἀρχαία ἑλληνική σκέψη. ᾿Ετυμολογικά προέρχεται ἀπό τόν ὅρο «ἦθος» πού εἶναι ἄλλη γραφή καί ἑρμηνεία τοῦ ὅρου «ἔθος». ῾Ο ᾿Αριστοτέλης θεωρεῖ τήν ἠθική ὡς τό δεύτερο σκέλος τῆς ἀρετῆς, μετά τήν «διανοητική», πιστεύει δέ ὅτι «ἐξ ἔθους παραγίνεται, ὅθεν καί τοὔνομα ἔσχηκε μικρόν παρεκκλῖνον ἀπό τοῦ ἔθους». ῎Ετσι ἡ ἠθική, πού διαμορφώνεται μέ τή συνήθεια, σχετίζεται μέ τό χρόνο. ῾Η ἠθική δηλώνει τή συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία διαμορφώνεται ἀνάλογα μέσα στό χρόνο. ῎Αλλοι ἀρχαῖοι συγγραφεῖς βλέπουν στό ἦθος, πέρα ἀπό τή διαμόρφωση τρόπου συμπεριφορᾶς, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μέ τή συνήθεια, κάτι τό θεῖο. «῏Ηθος ἀνθρώπῳ δαίμων» θά πῆ ὁ ῾Ηράκλειτος, ἐννοῶντας ὅτι ἦθος γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ θεία δύναμη πού κατοικεῖ μέσα του. ‘Εδῶ τό ἀνθρώπινο τό ἦθος εἶναι κάτι πέρα ἀπό ἕνα τρόπο πού διαμορφώνει ἡ συνήθεια, εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς σχέσεως μέ τό θεῖο.
Στό Χριστιανικό κόσμο, καί εἰδικώτερα στή σκέψη τῶν ἑλλήνων Πατέρων, μέ τίς ἔννοιες ἦθος καί ἠθική προσδιορίζεται ὁ χριστιανικός τρόπος ζωῆς, ἡ καινή συμπεριφορά, τήν ὁποία προβάλλει καί ἐπαγγέλλεται ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια εἶναι γνωστό, ὅτι οἱ ὅροι «ἦθος» καί «ἠθική» δέν εἶχαν ποτέ στούς ἕλληνες Πατέρες εὑρεῖα διάδοση. ῾Η χρησιμοποίησή τους ἦταν ὁπωσδήποτε περιστασιακή καί περιωρισμένη. ᾿Ακόμα καί ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ὁποῖος συνέταξε λόγους στούς ὁποίους δόθηκε ὁ γενικός τίτλος «᾿Ηθικά», χρησιμοποίησε μιά ἐκκλησιαστική καί θεολογική γλῶσσα, ἡ ὁποία σαφῶς διαφοροποιεῖται ἀπό τή νομική γλῶσσα τῆς ἠθικῆς, ὅπως αὐτή ἀναπτύχθηκε σέ μεταγενέστερες ἐποχές. Κατά τούς νεώτερους χρόνους ἡ λέξη «ἠθική» (Ethics, Ethic, Ethique) χρησιμοποιήθηκε γιά νά δηλωθῆ ἡ ἐπιστήμη πού ἀσχολεῖται μέ τίς ἠθικές γενικά ἀξίες. Στή δυτική ὁρολογία χρησιμοποιήθηκαν παράλληλα οἱ ὅροι Morality, Moral ἤ Morale (ἀπό τό λατινικό mos πού σημαίνει ἦθος) γιά νά προσδιορισθῆ τό ἀντικείμενο τῆς ἠθικῆς, δηλ. ἡ ἠθική συμπεριφορά.
῾Η Βιοηθική ἐμφανίζεται σήμερα ὡς νέος κλάδος τῆς ἠθικῆς ἐπιστήμης ἤ ἔστω ὡς μιά αὐτόνομη ἐπιστήμη, παράλληλη ὅμως πρός τήν ἠθική ἐπιστήμη. ῾Ο κλάδος τῆς Βιοηθικῆς ἀποσκοπεῖ στό νά προσεγγίση τά ἠθικά διλήμματα πού ἀπορρέουν ἀπό τήν πρόοδο στό χῶρο τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. Βιοηθική εἶναι ἠθική πού ἀφορᾶ στό βίο εἰδικώτερα τοῦ ἀνθρώπου. ῎Εχει ὀρθά ἐπισημανθῆ, ὅτι ἴσως εἶναι καλλίτερα νά μιλᾶμε γιά ἠθική τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. ῞Οπως καί νἄχη τό πράγμα ἡ Βιοηθική καλεῖται νά ἀντιμετωπίση τούς νέους ἠθικούς προβληματισμούς, τούς ὁποίους δημιούργησε καί συνεχῶς δημιουργεῖ ἡ ἔρευνα στό χῶρο τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. Τό ἀντικείμενό της εἶναι ἀπόλυτα καινούργιο καί ὡς ἐπί τό πλεῖστον ἀπροσδόκητο. Τά ἐπιτεύγματα πού ἀφοροῦν στή βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι συχνά ἔξω ἀπό τόν κύκλο καί αὐτῆς τῆς πιό τολμηρῆς φαντασίας. Συνεπῶς ἡ Βιοηθική ἔχει τήν ἀποστολή νά ἀξιολογήση τήν τολμηρή πρόοδο καί νά δῆ ἄν καί σέ ποιό βαθμό συμβιβάζεται μέ τίς ἐν γένει παραδεκτές ἀξίες πού διέπουν τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ νέοι ὁρίζοντες πού ἀνοίγονται μέ τήν ἐπιστημονική ἔρευνα συνεπάγονται καί νέες προοπτικές στίς ἀξιολογήσεις καί στήν περί ζωῆς φιλοσοφία τοῦ ἀνθρώπου. ῾Υπάρχουν δηλ. ἠθικές συνέπειες πού συνοδεύουν τήν κατά ἕνα τρόπο εὐγενῆ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπεκτείνη τή γνώση του, νά εὐκολύνη τή ζωή καί νά ἐρευνήση τό χῶρο τῆς βιολογικῆς διαδικασίας.
(3) ῾Η δημιουργικότητα καί ἡ ἔρευνα δῶρα τοῦ Θεοῦ.
Συχνά οἱ κοινωνίες, πού βρίσκονται μπροστά στά ἀπίστευτα ἐπιστημονικά ἐπιτεύγματα ἀντιδροῦν μέ ἀμηχανία ἤ μέ ἀλληλοαναιρούμενες προτάσεις. Πολλοί εἶναι αὐτοί πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ ἔρευνα καί ἡ ἐπιστήμη δέν μποροῦν νά ἔχουν φραγμούς, ἄλλοι πάλι θεωροῦν ἐπιβεβλημένο τόν καθορισμό κάποιου νομικοῦ ἤ ἠθικοῦ πλαισίου, γιατί, ὅπως τονίζουν, ἄν δέν ἀναγνωρισθῆ ἡ ἀναγκαιότητα τοῦ ἐλέγχου στά βιολογικά πειράματα καί στην ἰατρική ἔρευνα ὁ ἄνθρωπος ὑποβιβάζεται σέ πειραματόζωο, σέ ἀντικείμενο τοῦ ἐργαστηρίου.
Εἶναι ἀναγκαῖο στό σημεῖο αὐτό νά διευκρινίσουμε ὅτι ἡ ἔρευνα γενικά καί εἰδικώτερα ἡ ἐπιστημονική ἀναζήτηση νέων μεθόδων καί νέων ἐφαρμογῶν πού ἀφοροῦν στή βελτίωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου ἐντάσσονται στή δυνατότητα πού ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔχει δώσει στόν ἄνθρωπο νά ἀναζητᾶ καί νά δημιουργῆ. ῾Η τεχνολογία καί κατ᾿ ἐπέκταση ἡ βιοτεχνολογία βρίσκουν τή θεολογική τους δικαίωση στή δυνατότητα πού αὐτός ὁ Θεός ἔδωσε στούς πρωτόπλαστους νά ἐργάζωνται καί νά φυλάσσουν τόν παράδεισο (Γεν. 2:15). ῾Η δημιουργικότητα εἶναι συνυφασμένη μέ τή φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ (Γεν. 1:27) καί ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ἔχει μιά μοναδικότητα στό στερέωμα τοῦ κτιστοῦ κόσμου. «Καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον χοῦν ἀπό τῆς γῆς καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν» (Γεν. 2:7). ῾Ο ἄνθρωπος ὡς «ψυχή ζῶσα» εἶναι δημιουργικό πνεῦμα, ἔχει δήλ. στή φύση του κάτι ἀπό τή θεία δημιουργικότητα. Αὐτό εἶναι πράγματι εὐλογία, τή σημασία τῆς ὁποίας ἀναγνωρίζει καί ἐξαίρει ἡ θεολογία. ῾Ωστόσο ὁ ἄνθρωπος ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ὀφείλει νά λειτουργῆ κριτικά. ῎Αν ἡ δημιουργικότητα εἶναι ἀνεξέλεγκτη καί ἄκριτη, τότε παύει νά εἶναι ὁλοκληρωμένη καί αὐθεντική. ῾Η «διάκρισις τῶν πνευμάτων» (1 Κορ. 12:10) εἶναι ἀνάγκη νά συνοδεύη τή δημιουργικότητα. Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοση ἡ δημιουργικότητα βρίσκει τήν ὁλοκληρία της ὅταν διασώζη τή θεία προέλευσή της. ῾Ο ἄνθρωπος δέν εἶναι μιά αὐτόνομη καί αὐτοκίνητη μηχανή, ἀλλά μπορεῖ νά δημιουργῆ ἐπειδή ἀκριβῶς εἶναι ζῶσα εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Στήν οὐσία ἡ δυνατότητα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος νά ἐρευνᾶ καί νά ἀνακαλύπτη ἔχει θεία τήν προέλευσή της. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἡ φυσική κλίση τοῦ ἀνθρώπου νά δημιουργῆ, νά ἐρευνᾶ, νά ἀνακαλύπτη δέν χάνει, σέ καμμία περίπτωση, τή θεία καταβολή καί καταξίωσή της. Οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας χρησιμοποιοῦν τήν ἔννοια τῆς «συνεργίας» γιά νά καταδείξουν ὅτι, ὁ ἄνθρωπος ὡς δημιουργική ὀντότης μπορεῖ καί εἶναι συνεργός τοῦ Θεοῦ.
῾Η μετά τοῦ Θεοῦ συνεργία, ἰδιαίτερα στην ἰατρική λειτουργία, ἐξαίρεται στήν ῾Αγία Γραφή. Στή Σοφία Σιράχ καταγράφεται· «Τίμα ἰατρόν πρός τάς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ, καί γάρ αὐτόν ἔκτισε Κύριος· παρά γάρ ὑψίστου ἐστίν ἴασις … ἐπιστήμη ἰατροῦ ἀνυψώσει κεφαλήν αὐτοῦ, καί ἔναντι μεγιστάνων θαυμασθήσεται. Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς φάρμακα, καί ἀνήρ φρόνιμος οὐ προσοχθιεῖ αὐτοῖς» (38:1-4). Στήν παράδοση ἐξ᾿ ἄλλου τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ὑπάρχει μιά πλειάδα ἁγίων ἰατρῶν, τούς ὁποίους ἰδιαίτερα εὐλαβεῖται ἡ συνείδηση τῶν πιστῶν, ἐνῶ στό ἔργο τῆς ᾿Εκκλησίας συμπεριλαμβανόταν πάντοτε ἡ μέριμνα γιά τήν ἵδρυση νοσοκομείων καί θεραπευτηρίων. ῾Η ᾿Εκκλησία συνεπῶς καταφάσκει στό ἔργο τῆς ἰατρικῆς, τό ὁποῖο θεωρεῖ ἱερή ὑπόθεση, καί ἀκόμα γιατί ἀναγνωρίζει ὅτι τό ἀνθρώπινο σῶμα ἔχει καθ᾿ ἑαυτό μιάν ἱερότητα ὡς ἀναπόσπαστο μέρος τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας. Τό σῶμα εἶναι ὁ ναός τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Στήν ὅλη ἱστορία τοῦ κάθε ἀνθρώπινου προσώπου τό σῶμα ἔχει νά ἐπιτελέση ἕνα μοναδικό ἔργο, εἶναι ὁ χῶρος στόν ὁποῖο ἱερουργεῖται ἡ ζωή καί τό ἐπίπεδο στό ὁποῖο ἐτοιμάζεται ἡ μέλλουσα ἀθανασία τοῦ ἀνθρώπου. Χωρίς τό σῶμα δέν ὑπάρχει ἀνθρώπινο πρόσωπο. ῎Ετσι ἡ ᾿Ιατρική καί ἡ Βιολογία, ὡς ἐπιστῆμες πού ἔχουν ὡς ἀντικείμενό τους τόν ἀνθρώπινο βίο καί πιό συγκεκριμένα τίς σωματικές λειτουργίες, θεωροῦνται ὅτι ἐπιτελοῦν θεῖο ἔργο, στό μέτρο βέβαια πού μέ τίς ἐπιστημονικές παρεμβάσεις τους δέν παραβιάζεται ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου καί δέν ἀντιμετωπίζεται ὁ ἄνθρωπος ὡς μιά ἀποκλειστικά βιολογικά μηχανή. Τό θέμα εἶναι, ὅτι ἡ ἱερότητα τοῦ ἰατρικοῦ λειτουργήματος προϋποθέτει τήν ἀναγνώριση τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας ὡς μοναδικῆς ψυχοσωματικῆς ὀντότητας.
Τό ζήτημα τοῦ ἰατρικοῦ ἔργου καί τῶν ἐρευνῶν πού ἀφοροῦν στίς βιολογικές λειτουργίες εἶναι λεπτό καί θά πρέπει πάντοτε νά ἐξετάζεται σέ σχέση μέ τήν πραγματικότητα τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. ῾Η ᾿Ιατρική καί ἡ Βιολογία δέν ἀσχολοῦνται μέ ἄψυχα ἀντικείμενα, δέν εἶναι δηλ. κάτι ἀντίστοιχο μέ τή φυτολογία ἤ ἔστω μέ τή ζωολογία. ᾿Αντικείμενό τους εἶναι ἡ μοναδική πραγματικότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἀναπόσπαστα δεμένη μέ τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, τό ὁποῖο ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔχει τή μοναδική κλήση καί προοπτική τῆς ἀθανασίας. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ᾿Ιατρική καί Βιολογία ὀφείλουν νά λειτουργοῦν ἐπικουρικά καί ὄχι ἐξουσιαστικά καί κυριαρχικά. ῾Ο ἀπόλυτος σεβασμός τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, ὄχι ὡς ἐφήμερης βιολογικῆς ὑπάρξεως, ἀλλά ὡς αἰώνιας καί ἀθάνατης ὀντότητας εἶναι προϋπόθεση γιά μιά ἰατρική ἡ ὁποία θά συναινῆ στή ζωή εὐεργετικά καί βοηθητικά. ῾Η ἰατρική παρέμβαση, παραδείγματος χάριν, γιά τή διακοπή τῆς κυήσεως ἀντιστρατεύεται τό δικαίωμα τῆς ζωῆς, τό ὁποῖο εἶναι ἐξ᾿ ἴσου ὑπαρκτό καί ἔγκυρο γιά τό ἔμβρυο, ὅσο καί γιά τόν ὁποιοδήποτε ὥριμο ἄνθρωπο. Πολύ περισσότερο μάλιστα τό ἔμβρυο ὡς ὕπαρξη, στό ὁποῖο ἔχουν ἤδη προσδιορισθῆ τά χαρακτηριστικά τῆς νέας ἀνθρώπινης ζωῆς, ἔχει μεγαλύτερη ἀνάγκη ἰατρικῆς προστασίας. Τό ἔμβρυο τῶν πρώτων ἡμερῶν, τό νεογέννητο βρέφος, ὁ νέος, ὁ ὥριμος ἤ ὁ ἡλικιωμένος ἄνθρωπος εἶναι σταθμοί τῆς ἴδιας ἀνθρώπινης ζωῆς. ῾Η εὐθύνη τῆς ᾿Ιατρικῆς καί τῆς Βιολογίας ἔγκειται στό νά προστατεύη μέ τίς ἀνακαλύψεις καί τίς νέες μεθόδους τό ἀνεκτίμητο δῶρο τῆς ζωῆς, σ᾿ ὅποια φάση κι᾿ ἄν αὐτό τό δῶρο ἐμφάνιζεται. ᾿Από πλευρᾶς Θεολογίας ἡ προστασία αὐτή δέν ἀφορᾶ σέ μιά βιολογική ὕπαρξη πού θά πεθάνη, ἀλλά σέ ἕνα ἀνθρώπινο πρόσωπο τό ὁποῖο ἔχει προορισμό νά μή πεθάνη καί τό ὁποῖο στή βιολογική του πορεία ἔχει τήν εὐκαιρία καί τήν ὕψιστη εὐθύνη νά δημιουργήση μιά μοναδική καί ἀνεπανάληπτη ἱστορία.
(4). Οἱ ἐξελίξεις στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας καί τά διλήμματα πού προκύπτουν.
῾Ωρισμένοι βιολόγοι, γιατροί, νομικοί, ἀκόμα καί θεολόγοι θεωροῦν, ὅτι ἡ Βιοηθική θά ἐπιλύση ὅλα τά προβλήματα πού δημιουργεῖ ἡ ἔρευνα καί οἱ ἀνακαλύψεις στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας. ᾿Αντιλαμβάνονται τή Βιοηθική ὡς τόν ἀπό μηχανῆς θεό τῆς ἀρχαίας τραγωδίας. Εἶναι γνωστό ὅτι στό ἀρχαῖο θέατρο, ὅταν ἡ τραγωδία ἔφθανε σέ ἀδιέξοδο, ξαφνικά ἐμφανιζόταν, μέ μιά μηχανική ὑποστήριξη, κάποιος «θεός», ὁ ὁποῖος ἔδινε τή λύση στό ἀδιέξοδο. ῾Ο θεός αὐτός πῆρε τό ὄνομα «ἀπό μηχανῆς θεός». Κάπως ἔτσι φαντάζονται ὡρισμένοι καί τό ρόλο τῆς Βιοηθικῆς. Αὐτό προφανῶς ἀποτελεῖ ἀνεδαφική ἐλπίδα, ἁπλούστατα γιατί οἱ ἐξελίξεις στή Βιοτεχνολογία εἶναι, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, ἀνεξέλεγκτες καί δέν μποροῦν νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ ἠθικές ἐντολές ἤ παραινέσεις. Θά πρέπει νά δώσουμε ὡρισμένα παραδείγματα γιά νά γίνει σαφές ὅτι τά προβλήματα καί τά διλήμματα πού ἐμφανίζονται μέ τήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης εἶναι μεγάλα καί πολύπλοκα, ἡ δέ ἀντιμετώπισή τους ἀπαιτεῖ μιά ριζικά καινή νοοτροπία καί μιά περί ζωῆς φιλοσοφία ἡ ὁποία δέν ἐξαντλεῖται σέ ἐντολές καί στήν καταγραφή κανόνων.
῾Υπάρχουν προτάσεις τῆς Βιοτεχνολογίας γιά τίς ὁποῖες ἡ κοινή γνώμη ἐκφράζει ἀποτροπιασμό καί ἡ ἀνθρώπινη συνείδηση, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς ἠθικές της καταβολές, ἀντιδρᾶ. ῾Η συζήτηση γιά τήν ἀνδρική ἐγκυμοσύνη εἶναι ἕνα θέμα πού προκαλεῖ τή φυσική ἀπέχθεια στόν ὁποιονδήποτε φυσιολογικό ἄνθρωπο. ῾Η ἀνακοίνωση ἐπίσης τοῦ Βρετανοῦ ἐμβρυολόγου Τζόναθαν Σλάκ, τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μπάθ, ὅτι μέ τήν τροποποίηση ὡρισμένων γονιδίων κατώρθωσε νά δημιουργήση ἀκέφαλα ἔμβρυα βατράχου, καί ὅτι μέ τήν ἴδια μέθοδο θά μποροῦσε διά τοῦ κλωνισμοῦ νά δημιουργήση ἀνθρωποειδῆ γιά τήν παραγωγή ἀνθρωπίνων ὀργάνων γιά τίς μεταμοσχεύσεις, εἶναι θέμα γιά τό ὁποῖο ὁ κοινός ἄνθρωπος αἰσθάνεται ἀπέχθεια. ῾Η προοπτική δημιουργίας ἀκέφαλων ἀνθρώπων, γιά τήν κατά παραγγελία παραγωγή ἀνθρωπίνων ὀργάνων, ὑποκρύπτει μιά κυνικότητα καί ἕναν ὑποβιβασμό τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καί τῆς βιολογικῆς λειτουργίας. ῾Η κατά παραγγελίαν δημιουργία ὄντων, ἤ ἀκριβέστερα τεράτων, πού θά ἔχουν μοναδικό προορισμό νά προσφέρουν τούς ἱστούς καί τά ὄργανά τους σέ κάποιον ἄνθρωπο ἀφέντη, ἔστω καί ἄν φαίνεται ὡς προοπτική πού θά λειτουργήση «ἐπ᾿ ἀγαθῷ» τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι προκλητική καί ὁπωσδήποτε ἐνοχλεῖ τόν καθημερινό ἄνθρωπο. ᾿Αντίδραση στόν κοινό νοῦ προκαλεῖ, σέ γενικές γραμμές, καί ἡ συζήτηση γιά τήν περιβόητη κλωνοποίηση. Μέ τόν κλωνισμό μπορεῖ νά ἐπιτευχθῆ ἡ παραγωγή ἀπεριορίστου ἀριθμοῦ πανομοιότυπων ὄντων, ἀνθρώπων κλώνων, ἐνῶ μέ τή γενετική παρέμβαση εἶναι δυνατό τά ἀντίγραφα αὐτά νά βελτιωθοῦν. Τό ἐρώτημα εἶναι γιατί ἀνθρώπινα ἀντίγραφα, καί ποιός θά κρίνη γιά τή γενετική τροποποίηση καί τίς σκοπιμότητές της; Πῶς, τέλος, κατανοεῖται ἡ περιβόητη βελτίωση τῶν κυττάρων;
῾Υπάρχουν ἄλλα ζητήματα ἀπό τή βιολογική ἐπανάσταση, γιά τά ὁποῖα οἱ καθημερινοί ἄνθρωποι ἐκφράζουν ποικίλες γνῶμες καί συχνά ἀλληλοσυγκρουόμενες ἀπόψεις. Γιά τήν τεχνητή γονιμοποίηση ἡ κοινή γνώμη ἔχει γενικά μεγαλύτερη συμπάθεια ἀπ᾿ ὅτι γιά ἄλλα ζητήματα τῆς Βιοτεχνολογίας. ῾Ο λόγος εἶναι προφανής. Μέ τήν τεχνητή γονιμοποίηση, λέγεται, ὅτι χρησιμοποιοῦνται τά μέσα τῆς ἐπιστήμης γιά νά ἔλθη στόν κόσμο μιά νέα ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Πέρα ὅμως ἀπ᾿ αὐτή τήν ἁπλοποιημένη τοποθέτηση, τό θέμα ἔχει καί τίς ποικίλες προεκτάσεις του, καί τίς κοινωνικές παρενέργειές του. ῾Η διατήρηση τοῦ σπέρματος εἶναι ἕνα θέμα πού ἔχει πολλές πλευρές. Σέ μερικές περιπτώσεις αὐτό γίνεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει προσβληθῆ ἀπό ἀσθένεια πού ἀπαιτεῖ θεραπευτική ἀγωγή ἡ ὁποία ἐνέχει τόν κίνδυνο τῆς στειρότητας. Στήν περίπτωση αὐτή ἡ διατήρηση τοῦ σπέρματος εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιά νά γίνη τεχνητή γονιμοποίηση. Πιό ἀκραία καί βέβαια ἠθικά ἀπαράδεκτη εἶναι ἡ διατήρηση τοῦ σπέρματος γιά λόγους «συμφέροντος». ῎Εχει γραφῆ ὅτι «πολλοί νέοι ᾿Αμερικάνοι καταθέτουν τό σπέρμα τους στήν τράπεζα σπέρματος καί στήν συνέχεια ὑποβάλλονται σέ στείρωση. ῎Ετσι ἔχουν “ἄνετες” σεξουαλικές σχέσεις, καί ὅταν θελήσουν νά ἀποκτήσουν παιδί ἀπευθύνονται στήν «τράπεζά τους». ῾Υπῆρξαν καί περιπτώσεις πού τό σπέρμα παρέμεινε στήν τράπεζα γιά χρόνια μετά τό θάνατο τοῦ δότη συζύγου, καί ἡ χήρα του ζήτησε τή γονιμοποίησή του πολύ μετά τό θάνατο τοῦ συζύγου της. ῎Ετσι, τό παιδί πού γεννήθηκε ἦταν ἀναγκαστικά ὀρφανό, παιδί ἑνός «πατέρα» πού εἶχε πεθάνει χρόνια πρίν. ᾿Ακόμα πιό πολύπλοκα εἶναι τά ζητήματα ὅταν πρόκειται γιά τήν καταφυγή στό σπέρμα ἑνός δότη. ῾Ωρισμένοι γονεῖς στήν ἀπελπισία τους καί στήν φυσική ἀνάγκη τους νά ἀποκτήσουν παιδί καταφεύγουν σ᾿ αὐτή τήν ἠθικά ἐπιλήψιμη λύση. ῎Οχι σπάνια οἱ δότες καί αὐτοί πού ἀποθηκεύουν ἤ μεταβιβάζουν τό σπέρμα λειτουργοῦν στή βάση τῆς οἰκονομικῆς συναλλαγῆς. Οἱ παρεμβάσεις τῶν ῾Υπουργείων ῾Υγείας εἶναι κυρίως γιά νά ρυθμισθοῦν προβλήματα νομικά καί διαδικαστικά. Παραμένει ὡστόσο τό κρίσιμο ἐρώτημα, ἄν ἡ προσφυγή στο σπέρμα ἑνός δότη εἶναι ἡ ἐνδεδειγμένη καί ἠθικά ἀποδεκτή λύση. ῞Ενα ἄλλο ζήτημα παρεμφερές εἶναι, ὅτι συνήθως στήν περίπτωση τῆς τεχνητῆς γονιμοποίησης ἐπιδιώκεται νά διατηρηθῆ ἡ ἀνωνυμία τοῦ δότη, γιά νά διασφαλισθῆ ἔτσι ἡ αὐτοτέλεια καί ἡ συνοχή τῆς οἰκογένειας πού ἀναγκάστηκε νά καταφύγη σ᾿ αὐτή τή λύση. Μέ τόν τρόπο ὅμως αὐτό δημιουργοῦνται ἄλλα προβλήματα πού ἔχουν σχέση μέ τήν ὑγεία τοῦ παιδιοῦ πού πρόκειται νά ἔλθη στόν κόσμο. ῞Οταν δέν εἶναι γνωστή ἡ προέλευση τοῦ σπέρματος δέν εἶναι γνωστές καί οἱ κληρονομικές καταβολές, μέ συνέπεια ἡ ὑγιεινή προστασία τοῦ παιδιοῦ νά μήν εἶναι ἐξασφαλισμένη.
Τά παραδείγματα αὐτά δέν κάνουν ἄλλο παρά νά καταγράφουν τά κρίσιμα προβλήματα πού δημιουργεῖ ἡ ἐπιστημονική ἐξέλιξη, καί εἰδικώτερα οἱ ἀνακαλύψεις στόν τομέα τῆς τεχνητῆς γονιμοποιήσεως. ᾿Ανάλογα προβλήματα ὑπάρχουν καί σέ ἄλλα ζητήματα πού προκύπτουν ἀπό τήν πρόοδο στήν Βιολογία καί στήν ᾿Ιατρική, πρόοδο πού καλύπτει ὅλο τό φάσμα τῆς ζωῆς, ἀπό τή σύλληψη ἤ καί τήν πρό τῆς συλλήψεως διαδικασία, μέχρι τό θάνατο. Τό καίριο ὅμως ἐρώτημα εἶναι, μποροῦν τά προβλήματα αὐτά νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ ἁπλές νομικές ρυθμίσεις; Μποροῦν νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ μιά «ἀνανεωμένη» καί προσαρμοσμένη στίς νέες ἀπαιτήσεις ἠθική διδασκαλία; Πολλοί κοινωνιολόγοι, ἰατροί, νομικοί ἤ καί θεολόγοι πιστεύουν πώς ναί. ῾Η ἄποψή τους εἶναι, ὅτι στά προβλήματα μπορεῖ νά δοθῆ ἀπάντηση ἄν ἀνανεώσουμε τήν ἠθική μας, ἄν προσαρμόσουμε στίς νέες ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν τίς ἠθικές μας ἀντιλήψεις. ᾿Αλλά καί πάλι προκύπτει ἕνα σοβαρό ἐρώτημα, εἶναι ἡ ἠθική ἕνα σύστημα ἀξιῶν πού διαμορφώνεται ἀπό τίς διάφορες περιστάσεις καί τίς «ἀνάγκες» πού ἐμφανίζονται κατά καιρούς ἤ μήπως ἔχει διαχρονική καί διαπροσωπική σημασία καί ἀξία;
(5). «Descriptive and prescriptive Bioethics».
῾Ο Δρ. Darryl Macer τοῦ ᾿Ινστιτούτου Βιολογικῶν ᾿Επιστημῶν τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Tsukuba τῆς ᾿Ιαπωνίας θεωρεῖ, ὅτι ὑπάρχουν δύο τύποι Βιοηθικῆς. ῾Ο πρῶτος τύπος εἶναι ἡ «περιγραφική Βιοηθική» («descriptive bioethics»). ῾Ο τύπος αὐτός ἀφορᾶ στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι βλέπουν τή ζωή καί τίς ἠθικές ἀλληλεπιδράσεις καί εὐθῦνες τους σέ σχέση μέ τούς ζωντανούς ὀργανισμούς τῆς ζωῆς. ῾Ο δεύτερος τύπος εἶναι ῾Η «συνταγογραφική βιοηθική» («prescriptive bioethics»). Μέ τόν τύπο αὐτό δηλώνεται στούς ἄλλους τί εἶναι καλό καί τί κακό, ποιές ἀρχές εἶναι μεγαλύτερης σημασίας, καί ὅτι ὡρισμένοι ἔχουν δικαίωματα καί γι’ αὐτό ἄλλοι ἔχουν εὐθῦνες ἔναντί τους. Κατά τόν ἴδιο ἐπιστήμονα ἡ Βιοηθική ἀσχολεῖται μέ τή μελέτη ζητημάτων πού προκύπτουν ἀπό τή ζωή, εἶναι τό ἀποτέλεσμα αὐτοῦ πού ὀνομάζει «ἀγάπη τῆς ζωῆς». ῾Η ἀγάπη συνυπάρχει μέ τή διακινδύνευση, εἶναι μιά προσπάθεια ἰσορροπίας μεταξύ ρίσκου καί ὠφέλειας, μεταξύ ἐπιλογῶν καί ἀποφάσεων. ῾Η ἀγάπη στηρίζεται στή φιλαλληλία καί εἶναι ἀντίθετη πρός τήν ἐγωϊστική αὐτονομία. ῾Ο D. Macer πιστεύει, ὅτι στίς περισσότερες θρησκεῖες ἡ ἀγάπη θεωρεῖται ἀνώτερη ἀπό τή φιλαυτία, καί θεωρητικά οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι συμφωνοῦν σ᾿ αὐτό χωρίς ὅμως νά τό ἀποδεικνύουν στήν πράξη. Τό συμπέρασμα εἶναι ὅτι μιά ἀληθινή Βιοηθική δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη αὐτόνομα, ἔξω ἀπό τήν ἀγάπη.
Τό πρωτεῖο τῆς ἀγάπης ἀναμφίβολα προσδιορίζει ἕνα πλαίσιο Βιοηθικῆς, παρά ταῦτα εἶναι ἀπαραίτητο νά γίνουν μερικές ἐξηγήσεις, ἁπλούστατα γιατί μπορεῖ μέν ἡ ἀγάπη νά μή συμβιβάζεται μέ τή φιλαυτία καί τήν ἐγωϊστική αὐτάρκεια, ὡστόσο μπορεῖ νά ὑπηρετῆ μιά κοινωνία πού εἶναι ἐγωϊστικά καί ἀνθρωποκεντρικά δομημένη. Αὐτό πού θέλω νά πῶ εἶναι, ὅτι ἡ ἀγάπη γιά νά εἶναι αὐθεντική πρέπει νά βλέπη τό κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο ὄχι στά ὅρια μόνο τῆς βιολογικῆς του ζωῆς, ἀλλά στήν προοπτική τῆς αἰώνιας ὑπάρξεώς του.
(6) ῾Η ἐσχατολογική θεώρηση τῆς ζωῆς ἤ ἡ πρόταση τῆς ᾿Ορθόδοξης θεολογίας.
Στό σημεῖο αὐτό ἡ ᾿Ορθόδοξη θεολογία καί παράδοση ἔχει πολλά νά πῆ. ῾Η ᾿Ορθόδοξη ἀνθρωπολογία εἶναι ρεαλιστική, ἀλλά συγχρόνως καί ἔντονα ἀσκητική καί ἐσχατολογική. Αὐτό πού προσδιορίζει τόν ἀνθρώπινο βίο δέν εἶναι ἡ βιολογική συμπεριφορά καί ἡ βιολογική ἔκτασή του, ἀλλά αὐτό πού μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά φθάση μέ τήν ἄσκησή του καί τήν ἀνάδειξή του στή χριστιανική κοινωνία. Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοση τό εἶναι τοῦ ἀνθρώπου φωτίζεται ἀπ᾿ αὐτό πού πρόκειται νά γίνη. ῎Ετσι, ἡ ἔσχατη ζωή βαρύνει περισσότερο ἀπό τήν παροῦσα. Στή συνείδηση τῆς ᾿Εκκλησίας ἀσφαλῶς μετράει αὐτό πού εἴμαστε, ὡστόσο ἔχει ἀνυπολόγιστη σημασία αὐτό γιά τό ὁποῖο ἔχουμε κληθῆ. «Οἴδαμεν γάρ ὅτι ἐάν ἡ ἐπίγειος ἡμῶν οἰκία τοῦ σκήνους καταλυθῇ, οἰκοδομήν ἐκ Θεοῦ ἔχομεν οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Καί γάρ ἐν τούτῳ στενάζομεν, τό οἰκητήριον ἡμῶν τό ἐξ οὐρανοῦ ἐπενδύσασθαι ἐπιποθοῦντες» (2 Κορ. 5:1-2).
Μέσα ἀπ᾿ αὐτή τήν ἐσχατολογική θεώρηση τῆς ζωῆς τά βιοηθικά διλήμματα φωτίζονται διαφορετικά. Τό μεῖζον πρόβλημα τῆς Βιοηθικῆς σήμερα εἶναι, ὅτι προσπαθεῖ νά δώση ἀπαντήσεις σέ ἐρωτήματα τοῦ παρόντος, γιά ἕναν ἄνθρωπο πού θά πεθάνη, ἐγκλωβίζοντας ἔτσι τήν ἀνθρώπινη διάσταση στά ὅρια τῆς ἐγκόσμιας ὑλικῆς πραγματικότητας. ῾Η Βιοτεχνολογία καί κατ᾿ ἀκολουθία καί ἡ Βιοηθική, σ᾿ ἕνα μεγάλο βαθμό, ὑπηρετοῦν τίς ὑλικές, καί ἑπομένως τίς φθαρτές ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Φιλοδοξοῦν νά ὑπηρετήσουν τίς ἀνάγκες τῆς βιολογικῆς ὑπάρξεως, συχνά ἀγνοῶντας τήν πνευματική διάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Φαίνεται νά ἀγνοῆ ἡ σύγχρονη Βιοηθική τήν αἰώνια, δηλ. τή θεία προοπτική τοῦ ἀνθρώπου. Μποροῦμε συνεπῶς νά μιλᾶμε γιά ἐκκοσμικευμένη Βιοηθική πού ὑπηρετεῖ τίς ἀνάγκες ἑνός ἐκκοσμικευμένου κόσμου.
῎Αν ἀξιολογήση κανείς τή βιολογική ζωή στή βάση τοῦ θανάτου, θά καταλήξη σέ συμπεράσματα τελείως διαφορετικά ἀπ᾿ αὐτά πού θά τοῦ ὑπαγορεύη μιά ἐκτίμηση, ἡ ὁποία θά στηρίζεται στήν πίστη ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὑπάρχει γιά νά μή πεθάνη. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου ἔχει μοναδική καί ἀνεκτίμητη ἀξία ὄχι γιατί εἶναι σύντομη καί τελειώνει μέ τό θάνατο, ἀλλά γιατί εἶναι μοναδική εὐκαιρία ἀθανασίας. ῎Αν δῆ κανείς τή βιολογική ζωή ὡς ἀνυπολόγιστη δωρεά τοῦ Θεοῦ γιά τήν προετοιμασία τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τότε οἱ ἐκτιμήσεις του γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου θά ἀξιολογοῦνται διαφορετικά. «Καί γάρ οἱ ὄντες ἐν τῷ σκήνει στενάζομεν βαρούμενοι, ἐφ᾿ ᾧ οὐ θέλομεν ἐκδύσασθαι ἀλλ᾿ ἐπενδύσασθαι, ἵνα καταποθῇ τό θνητόν ὑπό τῆς ζωῆς. ῾Ο δέ κατεργασάμενος ἡμᾶς εἰς αὐτό τοῦτο Θεός, ὁ δούς ἡμῖν τόν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος. Θαρροῦντες οὖν πάντοτε καί εἰδότες ὅτι ἐνδημοῦντες ἐν τῷ σώματι ἐκδημοῦμεν ὑπό τοῦ Κυρίου, διά πίστεως γάρ περιπατοῦμεν οὐ διά εἴδους· θαρροῦμεν δέ καί εὐδοκοῦμεν μᾶλλον ἐκδημῆσαι ἐκ τοῦ σώματος καί ἐνδημῆσαι πρός τόν Κύριον. Διό καί φιλοτιμούμεθα, εἴτε ἐνδημοῦντες εἴτε ἐκδημοῦντες, εὐάρεστοι αὐτῷ εἶναι» (2 Κορ. 5:4-9).
(7) Τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα θεμέλιο γιά μιά αὐθεντική Βιοηθική.
῾Η Βιοηθική μπορεῖ νά λειτουργῆ λυτρωτικά πράγματι γιά τόν ἄνθρωπο, ὅταν θεμελιώνεται στό χριστιανικό φρόνημα καί δηλώνη τό ἦθος τῆς θεώσεως. Εἶναι λάθος νά πιστεύουμε ὅτι ἡ Βιοηθική, ὡς σύστημα κανόνων καί ἠθικῶν ἐπιταγῶν, θά μπορῆ νά ἐλευθερώση τόν ἄνθρωπο ἀπό τά διλήμματα, στά ὁποῖα τόν ὁδηγεῖ ἡ πρόοδος τῆς Βιοτεχνολογίας. ῾Ο κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερο καί ἀνεπανάληπτο πρόσωπο, τό ὁποῖο μέσα στή δική του ἱστορία ἔρχεται νά ἀντιμετωπίση καταστάσεις πού ἀφοροῦν ἀποκλειστικά αὐτόν τόν ἴδιο. Καμμιά κωδικοποίηση κανόνων καί ἠθικῶν ἐντολῶν μπορεῖ νά ἐπιλύση τά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει ὁ ὅποιος συγκεκριμένος ἄνθρωπος. Τό ζήτημα εἶναι, ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ζῆ στό φάσμα τῆς τεχνολογίας καί τῆς προόδου, νά ἔχη νοῦν Χριστοῦ, ὥστε νά διακρίνη τά πράγματα. ῎Αν συσχηματίζεται καί προσαρμόζεται ἄκριτα σέ ὅσα ὁ παρών αἰῶνας ἀναδεικνύει, τότε ὁ νοῦς του χάνει τή διαύγειά του. ῾Ο Παῦλος ἀναφέρεται στή μεταμόρφωση τοῦ νοῦ καί πιστεύουμε ὅτι ὁ λόγος του εἶναι ἰδιαίτερα ἐπίκαιρος σήμερα. «Καί μή συσχηματίζεσθε τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλά μεταμορφοῦσθαι τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός ὑμῶν, εἰς τό δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ἀγαθόν καί εὐάρεστον καί τέλειον» (Ρωμ. 12:2).
῾Η Βιοηθική, γιά νά εἶναι αὐθεντική ἀνθρώπινη ἐλπίδα καί γιά νά βοηθάη οὐσιαστικά στή λύση τῶν προβλημάτων καί στήν ὀρθή ἀντιμετώπιση τῶν διλημμάτων πού ἐγείρει ἡ πρόοδος τῆς ἐπιστήμης, θά πρέπει νά μή εἶναι ἁπλή θεραπενίδα τῆς εὐημερίας. Θά πρέπει νά δῆ τόν ἄνθρωπο στήν πραγματική του διάσταση καί ὄχι ἀποκλειστικά καί μονιστικά στή βιολογική του ὕπαρξη καί στήν ὑλική ἀνάπαυσή του. ῾Ο ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο ὑλικοσωματική ὀντότης. Τό πολυτιμώτερο πού ἔχει δέν εἶναι τό σῶμα, ἀλλά ἡ ἀθάνατη ψυχή του πού τόν καθιστᾶ ἐλεύθερο πρόσωπο, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μπορεῖ νά ἀξιολογῆ ὅσα ἀνήκουν στόν ἄνθρωπο καί ὅσα τόν περιβάλλουν. Εἶναι ἀνάγκη νά ὑπάρχη διαβάθμιση τῶν ἀξιῶν καί ἐκκλησιαστική ἀξιολόγηση τῆς ζωῆς. ῾Ο ἄνθρωπος εἶναι πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἀθάνατη ψυχή γιά τήν ὁποία ἐπιφυλάσσεται αἰώνια θεία κοινωνία. ῾Ο Μ. Βασίλειος ὡραιότατα διευκρινίζει τό ζήτημα. «Πρόσεχε οὖν σεαυτῷ· τουτέστι, μήτε τοῖς σοῖς μήτε τοῖς περί σε, ἀλλά σεαυτῷ μόνῳ πρόσεχε. ῎Αλλο γάρ ἐσμέν ἡμεῖς αὐτοί, καί ἄλλο τά ἡμέτερα, καί ἄλλο τά περί ἡμᾶς. ῾Ημεῖς μέν οὖν ἐσμεν ἡ ψυχή καί ὁ νοῦς, καθό κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος γεγενήμεθα· ἡμέτερον δέ τό σῶμα καί αἱ δι᾿ αὐτοῦ αἰσθήσεις· περί ἡμᾶς δέ χρήματα, τέχναι καί ἡ λοιπή τοῦ βίου κατασκευή. Τί οὖν φησιν ὁ λόγος; Μή τῇ σαρκί πρόσεχε, μηδέ τό ταύτης ἀγαθόν ἐκ παντώς τρόπου δίωκε· ὑγείαν καί κάλλος καί ἡδονῶν ἀπολαύσεις, καί μακροβίωσιν· μηδέ χρήματα καί δόξαν, καί δυναστείαν θαύμαζε· μηδέ ὅσα σοι τῆς προσκαίρου ζωῆς τῆς ὑπῆρεσίαν πληροῖ, ταῦτα μεγάλα νομίσας, τῇ περί ταῦτα σπουδῇ τῆς προηγουμένης σεαυτοῦ ζωῆς καταμέλει· ἀλλά πρόσεχε σεαυτῷ· τουτέστι, τῇ ψυχῇ σου. Ταύτην κατακόσμει, καί ταύτης ἐπιμελοῦ».
‘Η ᾿Ορθοδοξία μέ τό ἀσκητικό της φρόνημα καί την ἡσυχαστική παράδοσή της βλέπει τόν ἄνθρωπο ὄχι στά στεγανά ὅρια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ἀλλά στήν ἐσχατολογική του δόξα. ῞Οταν ὁ ἄνθρωπος ἀξιολογήση τή βιολογική μέ κριτήριο τήν ἐκκλησιολογική του ὕπαρξη, ἡ ὅλη συμπεριφορά του φωτίζεται καί ἀποκτᾶ νέο νόημα ἡ κάθε πράξη του. ῾Η ᾿Ορθόδοξη παράδοση σταθερά ἐπαγγέλλεται, ὅτι μεγαλύτερη ἀξία ἀπ᾿ ὅτι εἶναι, ἔχει γιά τόν ἄνθρωπο αὐτό πού μπορεῖ νά γίνη, θεός κατά χάρη. ῎Αν δοῦμε τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου σ᾿ αὐτή της τή θεολογική καί ἐκκλησιοκεντρική ἔκταση, ἡ θεώρηση τῶν διλημμάτων πού δημιουργοῦν οἱ βιοϊατρικές μέθοδοι ἐκλαμβάνει ἄλλο χαρακτῆρα. Τότε μποροῦμε νά καταλάβουμε, ὅτι κάθε νέα μέθοδος τῆς ᾿Ιατρικῆς καί κάθε πρόοδος τῆς Βιολογίας εἶναι εὐλογημένη, ἄν ἀποβλέπη στόν ὅλο ἄνθρωπο, πού ζῆ μέν στόν παρόντα αἰῶνα πορεύεται ὅμως στόν αἰῶνα τόν μένοντα. ᾿Αντίθετα κάθε ἀνακάλυψη στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας πού ἐγκλωβίζει τόν ἄνθρωπο στά στεγανά ὅρια τῆς βιολογικῆς του ζωῆς, ὅσο καί ἄν διευκολύνει τή γήϊνη ζωή καί ἀναπαύει τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ὑποκρύπτει μιά τραγικότητα. Τό συμπέρασμα εἶναι, ὅτι τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα εἶναι ἐκεῖνο πού μπορεῖ νά ξεπεράση τά ὅποια βιοηθικά διλήμματα. Δέν μπορῶ νά μή ἀναγνωρίσω τήν ἐπικαιρότητα τῶν λόγων τοῦ Παύλου. «Οἱ κατά σάρκα ὄντες τά τῆς σαρκός φρονοῦσιν, οἱ δέ κατά πνεῦμα τά τοῦ Πνεύματος. Τό γάρ φρόνημα τῆς σαρκός θάνατος, τό δέ φρόνημα τοῦ Πνεύματος ζωή καί εἰρήνη… ῾Υμεῖς δέ οὐκ ἐστέ ἐν σαρκί, ἀλλ᾿ ἐν Πνεύματι, εἴπερ Πνεῦμα Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν» (Ρωμ. 8:5-9).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (Κατ᾿ ἐπιλογήν)
Beauchamp, Tom. L. – Walter, LeRoy, Contemporary Issues in Bioethics (3rd ed.), Belmont, California 1989
J. Bernard, Bioethics (Greek translation Eleni Spanou), Athens 1996
Breck, John, “Bioethical dilemmas and Orthodoxy”, Sourozh, No 71
British Medical Association, Our Genetic Future: The Science and the Ethics of Genetic Technology, Oxford 1992
Egelhardt, H. Tristam, The Foundations of Bioethics, New York – Oxford 1986
Grigger, Bette-Jane (Ed.), Cases in Bioethics. Selection from the Hastings Center Report (2nd ed.), New York
Harakas Stanley Samuel, “Eastern Orthodox Bioethics”, Theological Developments in Bioethics, 1989-1990, pp. 85-101
Harakas Stanley Samuel, Health and Medicine in the Eastern Orthodox Tradition, New York 1990
Hare, R.M., Essays in Bioethics, Oxford 1993
Jonsen, Albert R., The Birth of Bioethics, New York – Oxford 1998
Μαντζαρίδη, Γ.Ἰ., Χριστιανική Ἠθική (4η ἔκδοση) Θεσσαλονίκη 1995
Rifkin, Jeremy, The Age of Biothechnology. The genetic marketplace and the dawn of the wonderful new world (Μετ. Ἀ. Αλιβιζάτου), Athens 1998
Robb, M. “Bioethics and the Ethos of Orthodoxy”, Youth Centre, Parish of St. Athanasios Polydroso, Polydroso – Athens 1999, pp.55-59
Walters, Le Roy – Palmer, Julie Gage, The Ethics of Human Gene Therapy, New York – Oxford 1997
Wertz, C. Dorothy – Fletscher, J.C. (Eds), Ethics and Human Genetics. A Cross – Cultural Perspective, Berlin – Heidelberg 1989.