Ευαγγέλιο: Ματθ. δ΄ 12-17

«Από τότε ήρξατο ο Ιησούς κηρύσσειν και λέγειν: μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών». (Ματθ. δ΄ 17).

Ο Ιησούς, μετά τη βάπτισή του, αναχώρησε στην έρημο. Εκεί προετοιμάζεται για το μεγάλο έργο της σωτηρίας του ανθρώπου με προσευχή και τη σαρανταήμερη νηστεία. Με τον τρόπο αυτό υποδεικνύει στον κάθε ένα που θέλει να αναλάβει ένα σημαντιό πνευματικό έργο, ότι θα πρέπει να αποσύρεται από τον κόσμο για περισυλλογή και προετοιμασία, προκειμένου να προετοιμαστεί για τη μεγάλη σύγκρουση με τη δύναμη του κακού. Αν ο διάβολος τόλμησε να υποβάλει σε «πειρασμό» τον Ιησού, τότε μπορούμε να φανταστούμε τι μπορεί να συμβεί σε μας τους ανθρώπους. Όμως, επειδή ο ίδιος ο Ιησούς δοκιμάστηκε, αλλά αντιμετώπισε αποτελεσματικά το διάβολο, μπορεί τώρα να βοηθήσει και εμάς καθώς και όλους εκείνους που δοκιμάζονται.

Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που συνέβαλε στην έναρξη της δημόσιας δράσης του Ιησού ήταν η σύλληψη του Ιωάννου του Προδρόμου. Ενός προσώπου που όχι μόνον αναγνώρισε και υποκλίθηκε μπροστά στον Ιησού, αλλά και τον παρουσίασε ως τον «αμνό του Θεού που παίρνει πάνω του την αμαρτία των ανθρώπων» (Ιωάν. α΄ 29) και δημόσια διακήρυξε πως «αυτός είναι ο Υιός του Θεού» (Ιωάνν α΄ 34).

Όταν λοιπόν ήλθε και πάλι το «πλήρωμα του χρόνου», ο Ιησούς άρχισε το δημόσιο κήρυγμα του. Φεύγει από τη Ναζαρέτ όπου ήταν εγκατεστημένος και έρχεται στην Καπερναούμ που βρισκόταν στη Γαλιλαία, στην περιοχή των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ και στην οποία κατοικούσαν, τόσο Ιουδαίοι, όσο και ειδωλολάτρες.

Ιδιαίτερα συμβολικός ο χώρος γιατί το κήρυγμα του Ιησού ως παγκόσμιο, απευθύνεται σε όλα τα έθνη, αφού κατά τον Προφήτη Ησαΐα «και τω ονόματι αυτού έθνι ελπιούσι» (Ματθ. ιβ΄ 21) και στο όνομα του θα στηρίξουν τα έθνη την ελπίδα τους. Τα έθνη, παρά τη θρησκευτική διαφορά τους, έχουν ένα κοινό γνώρισμα, το σκοτάδι. Οι μεν ειδωλολάτρες ζουν στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας, αφού λατρεύουν τα είδωλα και όχι τον αληθινό Θεό, οι δε Ιουδαίοι γιατί ζουν στο σκοτάδι της αμαρτίας.

Όλη, λοιπόν η «Γαλιλαία των Εθνών», ζει στη σκιά του θανάτου, εξαιτίας της πλάνης και της ασέβειας. Μάλιστα αυτή η πλάνη, αυτή η ασέβεια τους δημιουργούσε μια τύφλωση πνευματική με αποτέλεσμα να αδυνατούν να δουν το φως του αληθινού Θεού και άρα να δουν και το φως της σωτηρίας.

Κι όμως, παρά την πνευματική τους κατάσταση, παρά το ότι ζούσαν συνειδητά στο σκοτάδι της αμαρτίας, εντούτοις ο Θεός δεν τους απορρίπτει. Αντίθετα ο Θεός ως φως τους αποκαλύπτεται στο πρόσωπο του Ιησού, αφού ο ίδιος ήλθε, τους αναζήτησε και τους αποκαλύφθηκε ως φως και μάλιστα ως «φως μέγα».

Όμως, γνωρίζοντας ότι όλοι ήταν αμαρτωλοί, δεν τους αποκαλύφθηκε μόνο, αλλά και τους κάλεσε σε μετάνοια λέγοντας τους: «Μετανοιείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών». Επειδή, λοιπόν, τόσο η ειδωλολατρία, όσο και η αμαρτία ήταν πράξεις συνειδητές, για τούτο και συνειδητά θα έπρεπε να ξεφύγουν από  αυτές. Και ο μόνος τρόπος να ξεφύγουν ήταν η μετάνοια. Δηλαδή, η αλλαγή σκέψης, τρόπου ζωής και συμπεριφοράς. Η μετάνοια ήταν, είναι και θα είναι η μοναδική προϋπόθεση για επιστροφή και σωτηρία. Γιατί η μετάνοια είναι η πύλη της σωτηρίας, είναι η πύλη της βασιλείας των ουρανών.

«Μετανοείτε· ήγγικεν γαρ η βασιλεία των ουρανών». Μια πρόσκληση και παράλληλα μια διαβεβαίωση με αποδέκτες όλους τους ανθρώπους και όλα τα έθνη. Άνθρωποι από κάθε έθνος που αδυνατούν να κατανοήσουν τον πραγματικό προορισμό τους και που εγκλωβίζονται στη σκιά της πολυθεΐας, της ηθικής αναρχίας, ή και της ηθικής αναλγησίας, τώρα έχουν τη δυνατότητα να δουν το πραγματικό φως της σωτηρίας.

«Φως ανέτειλεν αυτοίς», κατά τον Προφήτη Ησαΐα. Και αυτό το φως είναι ο Ιησούς. Ο ίδιος είπε «Εγώ ειμί το φως του κόσμου, ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, αλλ’έξει το φως της ζωής» (Ιωάν. η΄ 12). Ο Ιησούς δεν αποκάλυψε μόνο ότι είναι το φως του κόσμου, αλλά έδωσε και τη διαβεβαίωση ότι εκείνος που θα τον ακολουθεί δε θα πλανιέται στο σκοτάδι αλλά θα έχει το φως που φέρνει στη ζωή.

Όμως, παρά την εξαγγελία του Προφήτη Ησαΐα, αλλά και τη διαβεβαίωση του Ιησού ότι είναι το φως που ανέτειλε για όλο τον κόσμο, εν τούτοις το μεγαλύτερο δράμα μας ως ανθρώπων είναι ότι συνειδητά προτιμούμε το σκοτάδι παρά το φως. Ομολογεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «ότι το φως ήρθε στον κόσμο, οι άνθρωποι όμως αγάπησαν περισσότερο το σκοτάδι παρά το φως, γιατί οι πράξεις τους ήταν πονηρές. Κάθε άνθρωπος που πράττει έργα φαύλα μισεί το φως και δεν έρχεται στο φως, γιατί φοβάται μήπως φανούν τα έργα του και κριθούν» (Ιωάν. γ΄ 1-20).

«Φως μέγα» ανέτειλε σήμερα για τους κατοίκους της Γαλιλαίας των εθνών. Φως που φώτισε τα σκοτάδια της ψυχής τους. Όσοι το αποδέχτηκαν οδηγήθηκαν προς το φως. Η μετάνοια και η επιστροφή τους έδωσε τα δυνατότητα να νεκρώσουν τον «παλαιόν άνθρωπο», να τον ενταφιάσουν και στη θέση του να προβάλει ο ανακαινισμένος άνθρωπος. Μέσα από τη δική τους εσωτερική ανακαίνιση επιβεβαίωσαν ότι «η βασιλεία του Θεού» όχι απλώς έφτασε, αλλά ήδη βρίσκεται μέσα τους και ότι είναι πράγματι γεγονός. Το ότι οι λόγοι του Ιησού βρήκαν απήχηση, τότε κατέστησαν και τον Ιησού ρυθμιστή της ζωής τους, την οποία πλέον βλέπουν με την προοπτική της αιώνιας ζωής.

Αδελφοί μου, στη μακραίωνη ιστορία της ανθρωπότητας πολλοί ήταν οι μεγάλοι που φώτισαν με τη σοφία τους τον κόσμο ή και δημιούργησαν βασίλεια και μεγάλες αυτοκρατορίες. Όμως, κανένας από αυτούς δεν τόλμησε να χαρακτηρίσει τον εαυτό του ως «φως του κόσμου» και ότι η βασιλεία του είναι αιώνια της οποίας όμως κοινωνός και συμμέτοχος μπορεί να είναι και ο άνθρωπος.

Αλήθεια, εμείς πόσο κοινωνοί και συμμέτοχοι είμαστε αυτής της βασιλείας; Μήπως ακόμα και σήμερα εμείς οι άνθρωποι της τρίτης χιλιετίας εξακολουθούμε να παρουσιάζουμε όψη «Γαλιλαίας των εθνών»; Αν παρ’ ελπίδα βρισκόμαστε σ’ αυτή την κατάσταση υπάρχει ακόμα περιθώριο να αντιδράσουμε. Όπως τότε έτσι και σήμερα ο Ιησούς μας προσκαλεί: «Μετανοείτε ήγγικεν γαρ η βασιλεία των ουρανών». Ας απαντήσουμε θετικά στην πρόσκληση του, γιατί μετάνοια σημαίνει επιστροφή και ανακαίνιση τόσο του εαυτού μας όσο και του κόσμου. Αμήν.

Θεόδωρος Αντωνιάδης