Ἀγαπητοὶ Χριστιανοί,Πάλι καὶ σήμερα γιὰ τὴ μετάνοια θὰ ποῦμε. Καὶ μακάρι πάντα γιὰ τὴ μετάνοια νὰ λέγαμε, γιατί ὅλο τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του σ’ ἕνα πράγμα καὶ σὲ μία λέξη περιλαμβάνεται καὶ συγκεφαλαιώνεται· στὴ μετάνοια. Μὲ τὴ μετάνοια ὁ Χριστὸς ἄρχισε τὸ κήρυγμά του καὶ μὲ τὴ μετάνοια τὸ τελείωσε. Γιὰ τὸ πῶς τελείωσε μᾶς λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, πὼς μετὰ τὴν Ἀνάσταση παράγγειλε στοὺς Ἀποστόλους νὰ κηρύξουνε μετάνοια στ’ ὄνομά του σ’ ὅλα τὰ ἔθνη. Γιὰ τὸ πῶς ἄρχισε μᾶς τὸ εἶπε τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα, μὰ ἂς τὸ ξανακούσουμε στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα.
Ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν ἀκουσεν ὁ Ἰησοῦς πὼς ὁ Ἰωάννης παραδόθηκε, ἔφυγε καὶ πῆγε στὴ Γαλιλαία. Καὶ ἀφίνοντας τὴ Ναζαρέτ, ἦλθε καὶ κατοίκησε στὴν Καπερναοὺμ ποὺ ἦταν κοντὰ στὴ θάλασσα, στὰ σύνορα ποὺ κατοικοῦσαν οἱ φυλὲς Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, γιὰ ν’ ἀληθέψη κεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα. Ἡ γῆ τοῦ Ζαβουλῶν καὶ ἡ γῆ τοῦ Νεφθαλείμ, στὸ δρόμο κατὰ τὴ θάλασσα πέρ’ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ἡ Γαλιλαία ποὺ τὴν κατοικοῦνε τὰ ἔθνη· ὁ λαὸς ποὺ κάθεται στὸ σκότος εἶδε μεγάλο φῶς καὶ σὲ κείνους ποὺ κάθονται στὴ χώρα καὶ στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου φῶς φανερώθηκε γι’ αὐτούς. Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Ἰησοῦς νὰ κηρύττη καὶ νὰ λέγη· Μετανοεῖτε· γιατί πλησιάζει ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅταν παραδόθηκε ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, παρουσιάσθηκε φανερὰ κι ἄρχισε τὸ κήρυγμά του στὸ λαό. Μὲ τὰ ἴδια λόγια τοῦ Ἰωάννη· «Μετανοεῖτε…» ἐκήρυττε ὁ Ἰωάννης, «Μετανοεῖτε…» ἐκήρυττε κι ὁ Χριστός. Αὐτὸ φανερώνει πρῶτα πὼς τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο εἶναι συνέχεια στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ἦρθε ἐπαναστατικὰ νὰ κατάργηση τὸ νόμο τοῦ Μωϋσῆ καὶ τὸ κήρυγμα τῶν προφητῶν· δὲν ἦρθα, εἶπε ὁ ἴδιος, νὰ καταργήσω, μὰ νὰ συμπληρώσω. Αὐτὸ νὰ τὸ ἀκοῦνε κάμποσοι ἀπό μᾶς, ποὺ θέλουνε νὰ καταργήσουνε τὰ παληὰ καὶ νὰ διδάξουνε καινούργια· ποὺ πᾶνε νὰ γκρεμίσουνε τὸν κόσμο, γιὰ νὰ τὸν ξαναφτιάσουνε τάχατες ἀπὸ τὴν ἀρχή. Νὰ γκρεμίζης εἶναι πολὺ εὔκολο, μόνο νὰ δοῦμε πῶς ξαναχτίζεις. Καὶ νὰ λὲς πὼς ὅλα τὰ παληὰ εἶναι γιὰ πέταμα, εἶναι κι αὐτὸ ἕνας λόγος, μόνο νὰ δοῦμε, ὅταν τὰ πετάξης, τί θὰ βάλης στὴ θέση τους.
Μὰ ἂς τὸ ἀφήσουμε τώρα ἐτοῦτο τὸ ζήτημα γιὰ ἄλλη φορὰ κι ἂς ξαναγυρίσουμε στὸ «Μετανοεῖτε…». Εἴπαμε λοιπὸν πὼς κι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς κι ὁ Χριστὸς ἀρχίζουνε τὸ κήρυγμά τους μὲ τὴν ἴδια λέξη· κι αὐτὸ φανερώνει πρῶτα πὼς τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι συνέχεια στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Τὸ «Μετανοεῖτε…» ὅμως αὐτὸ φανερώνει ἀκόμη καὶ κάτι ἄλλο κι αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ προσέξουμε πολύ. Γιατί ἂν δὲν προσέξουμε κι ἂν δὲν καταλάβουμε γιατί ὁ Πρόδρομος κι ὁ Χριστὸς ἀρχίζουν μὲ τὸ «Μετανοεῖτε…», τότε δὲν θὰ καταλάβουμε τίποτα κι ἀπ’ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο. Εἴπαμε δὰ πὼς ὅλο τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του, δηλαδὴ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο συμπεριλαμβάνεται καὶ συγκεφαλαιώνεται στὴ μετάνοια.
Τὸ πιὸ μεγάλο κακό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὸ πιὸ μεγάλο κακὸ εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Ὅλα τὰ κακὰ κι ὅλες oι ἁμαρτίες δὲν εἶναι τόσο μεγάλες ποὺ νὰ μὴν τὶς συχωρνάη ὁ Θεός. Μὰ εἶναι μία ἁμαρτία ποὺ μένει ἀσυχώρετη. Ὁ Χριστὸς εἶπε πὼς ἡ ἁμαρτία αὐτὴ εἶναι ἡ βλασφημία «κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἐξηγοῦνε πὼς ἡ βλασφημία «κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Ἡ μετάνοια εἶναι ζωὴ καὶ σωτηρία, ἡ ἀμετανοησία εἶναι θάνατος καὶ ἀπώλεια. Ὅποιος δὲν μετανοεῖ, δὲν καταλαβαίνει τὸ φταίξιμό του καὶ τὴν ἁμαρτία του, δὲ ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχει συχώρεση ἀπὸ τὸ Θεό. Γιατί ὁ Θεὸς ἐλεᾶ καὶ συχωρνάει ἐκείνους ποὺ νιώθουνε τὰ φταιξίματά τους, ποὺ κλαῖνε γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους, ποὺ ζητοῦνε τὸ θεῖο ἔλεος· μ’ ἕνα λόγο ἐκείνους ποὺ μετανοοῦνε. Γιατί ἐτοῦτο εἶναι ἡ μετάνοια· νὰ λυπηθῆς, νὰ κλάψης, νὰ ζήτησης ἔλεος καὶ συχώρεση γιὰ τὸ φταίξιμό σου, νὰ δώσης λόγο πὼς δὲν θὰ ξανακάμης τὸ ἴδιο καὶ νὰ βάλης τὰ δυνατά σου νὰ μὴν τὸ ξανακάμης. Ὅλα ἐτοῦτα, χριστιανέ μου, εἶναι ποὺ σὲ κάνουνε καινούργιο ἄνθρωπο, ὅλα ἐτοῦτα εἶναι ποὺ σὲ ἀνεβάζουν, ὅλα ἐτοῦτα εἶναι ἡ μετάνοια κι ἡ μετάνοια εἶναι ἡ πρόοδός σου κι ἡ προκοπή σου, ἡ ζωή σου κι ἡ σωτηρία σου. Ἡ ἀμετανοησία σὲ ρίχνει καὶ σὲ κατεβάζει, σοῦ θολώνει τὸ μυαλὸ καὶ σὲ τυφλώνει κι ὕστερα τὰ βλέπεις ὅλα θολὰ καὶ τὰ καταλαβαίνεις ὅλα ἀνάποδα. Πολλοὶ θαρροῦνε πὼς ἡ μετάνοια εἶναι ἀδυναμία καὶ πὼς ἡ ἀμετανοησία εἶναι θέληση. Μακάρι νὰ ‘χουμε ὅλοι μας μιὰ τέτοια ἀδυναμία, ποὺ μᾶς ἀνεβάζει καὶ νὰ μᾶς λείπη τέτοια θέληση, ποὺ μᾶς καταστρέφει. Ἡ ἀμετανοησία, χριστιανοί μου, εἶναι ξεροκεφαλιά, ἡ μετάνοια εἶναι ἐξυπνάδα.
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἦρθε νὰ μᾶς κάμη καινούργιους ἀνθρώπους. Μὰ καινούργιο στὸν κόσμο δὲν ὑπάρχει, παρεκτὸς ἀπ’ ὅ,τι εἶναι ἀληθινὸ κι ἀληθινὸ πάλι δὲν εἶναι παρ’ ἐκτὸς ἀπ’ ὅ,τι εἶναι φυσικό, σύμφωνο δηλαδὴ μὲ τοὺς νόμους ποὺ ἔβαλε ὁ Θεὸς στὴ δημιουργία του. Ὅ,τι εἶναι φυσικό, εἶναι ἀληθινό· ὅ,τι εἶναι ἀληθινό, εἶναι τοῦ Θεοῦ· κι ὅ,τι εἶναι τοῦ Θεοῦ, εἶναι πάντα καινούργιο, εἶναι ζωὴ αἰώνιος. Ἡ μετάνοια εἶναι κι αὐτὴ νόμος τοῦ Θεοῦ, ὅρος τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Χριστὸς λοιπὸν μᾶς καλεῖ γιὰ νὰ μᾶς κάμη καινούργιους καὶ μᾶς βάζει ὅρο καὶ νόμο τὴ μετάνοια. Ἂς μετανοοῦμε, χριστιανοί μου, γιὰ νὰ προκόβουμε στὸ καλύτερο· γιὰ νὰ ‘χουμε ζωή, ζωὴ αἰώνιο. Ἀμήν.
«Ἀκούσας δὲ ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν»
Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Χριστοῦ ἀπέναντι στοὺς ἀνθρώπους δὲν ἦταν μονολιθική. Εἶχε μιὰ ποικιλία ἐκδηλώσεων. Ἄλλωστε ὁ Χριστὸς ἐνσαρκώθηκε καὶ φανερώθηκε στοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ἡ σοφία του, μὲ σκοπὸ «προτεθῆναι τὴν αὐτοῦ πολιτείαν εἰς μίμησιν», δηλαδὴ γιὰ νὰ γίνει ἡ ζωή του σὲ μᾶς πρότυπο γιὰ μίμηση, παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἀνάλογα μὲ τὴν κάθε περίπτωση ποὺ τοῦ παρουσιαζόταν, ἐνεργοῦσε. Ὄχι διπλωματικὰ καὶ μὲ ἰδιοτέλεια, ἀλλὰ πάντοτε ἔχοντας ὡς γνώμονα τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἄλλοτε μιλοῦσε ταπεινὰ γιὰ τὸ πρόσωπό του κι ἄλλοτε ἀπεκάλυπτε τὴ θεότητά του. Ἄλλοτε ἐρχόταν στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ μιλοῦσε μπροστὰ σ’ ὅλο τὸν κόσμο γιὰ θέματα σοβαρότατα κι ἄλλοτε ἔφευγε καὶ κρυβόταν στὴ Γαλιλαία γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸ φθόνο τῶν ἐχθρῶν του καὶ τὴν ἄκαιρη σύλληψή του. Μιὰ τέτοια περίπτωση εἶναι κι αὐτὴ ποὺ περιγράφει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο.
Γιατί ἀναχώρησε ὁ Κύριος στὴ Γαλιλαία;
Ἡ ἀναχώρησή του ἔγινε μετὰ τὴ σύλληψη τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (Ματθ. 4,12). Ἕνας λόγος εἶναι ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀπεύφευγε τὴ δημοσιότητα καὶ ἀπέβλεπε στὴν προετοιμασία τῶν μαθητῶν του γιὰ τὸ ἐπικείμενο πάθος του. Ἄλλος λόγος εἶναι ὅτι ἀκόμα δὲν εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα του νὰ στευρωθεῖ «οὐ τὸ παθεῖν φεύγων, διὰ τοῦτο γὰρ ἐλήλυθεν, ἀλλὰ καιρὸν ἀναμένων ἐπιτήδειον εἰς τοῦτο», δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν ἦταν ἕνας δειλὸς ποὺ ἀπέφευγε τοὺς κινδύνους τοῦ ἔργου του, ἀλλὰ ἦταν συνετὸς καὶ ἐπεδίωκε τὸν κατάλληλο καιρὸ γιὰ νὰ σταυρωθεῖ «ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἦλθον εἰς τὴν ὥραν ταύτην» (Ἰωάν. 12,27). Ἐὰν σταυρωνόταν γρήγορα, θὰ καταστρεφόταν μεγάλο μέρος τοῦ ἔργου του. Ἡ φυγή του δὲν ἦταν δειλία ἀλλὰ σωφροσύνη. Δὲν ἔβαζε σὲ ἄσκοπους κινδύνους τὸν ἑαυτό του.
Ἐπιτρέπονται οἱ ὑπερβολὲς στοὺς χριστιανούς;
Τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου μας, ποὺ ἀπέφευγε νὰ ἐκτεθεῖ ἄσκοπα ἔχει πολλὰ νὰ μᾶς πεῖ. Τίποτε δὲν πρέπει νὰ κάνουμε μὲ διάθεση ὑπρβολῆς. Οὔτε συντηρητικοὶ νὰ εἴμαστε ἀλλὰ οὔτε καὶ φιλελεύθεροι νὰ εἴμαστε στὰ πνευματικὰ θέματα. Ἀκόμη καὶ στὶς κοσμικὲς ὑποθέσεις μας νὰ ἐνεργοῦμε συνετά. Πάντοτε νὰ ἀκολουθοῦμε τὴ μέση ὁδὸ ποὺ διατηρεῖ ἡ Ἐκκλησία μας. Νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ παραδείγματα:
Ἂς δοῦμε τὸ παράδειγμα τῆς νηστείας. Ἄλλοι πολὺ ἄκριτα, κι ἄλλοι, ἴσως εἶναι οἱ πιὸ πολλοί, καθόλου. Ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης λέγει πὼς ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ εἶναι «δόκιμος ζυγοστάτης», δηλαδὴ καλὴ ζυγαριά. Οὔτε τὴν ἀσιτεία νὰ ἐπικροτήσει γιατί θὰ τὸν ὁδηγήσει στὴν ἀτονία καὶ στὴν κατάρρευση, ἀλλ’οὔτε καὶ τὴν πολυφαγία γιατί θὰ τὸν ὁδηγήσει στὴν ἀσωτία. Οἱ διάφορες πνευματικὲς ἀσκήσεις τῆς ἀρετῆς νὰ εἶναι σύμμετρες μὲ τὶς δυνάμεις μας γιὰ νὰ ἔχουμε κανονικὴ πνευματικὴ πρόοδο. Πολλὲς φορὲς ἄνθρωποι ποὺ πρωτογνώρισαν τὸν Χριστό, ἔπεσαν μὲ τὰ μοῦτρα στὴν πνευματικὴ ζωὴ κι ὅταν ἔφυγε ὁ ζῆλος ξαναγύρισαν στὶς προηγούμενες συνήθειές τους κι ἔγιναν χειρότεροι «καὶ γίνεται τὰ ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν πρώτων» (Ματθ. 12,45).
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ ἄλλα ζητήματα. Δὲν πρέπει νὰ βλέπουμε παντοῦ ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ ἀμνηστεύουμε αὐτοὺς ποὺ τὴν διαβάλλουν καὶ τὴν συκοφαντοῦν. Στὴν πνευματικὴ ζωὴ νὰ ὑπάρχει ἕνα μέτρο. Στὴ συναναστροφή μας μὲ τοὺς ἄλλους νὰ ἔχουμε διάκριση, ὥστε νὰ ἀντιληφθοῦμε ποιὸς εἶναι ὁ κατάλληλος καιρὸς γιὰ νὰ μιλήσουμε στὸν ἄλλο γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ θέματα πνευματικά. Ἐνδέχεται ἀντὶ γιὰ νὰ κάνουμε καλὸ νὰ κάνουμε κακό.
Ἀδελφοί μου, ἂς παραδειγματισθοῦμε ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ συνετοὶ καὶ σώφρονες. Ἀμήν.
Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὴν προτύπωση καὶ τὸν «προθάλαμο» τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἱερέας, ὅταν ὑψώνει τὸ Εὐαγγέλιο, διακηρύσσει πανηγυρικὰ τὴ δοξολογικὴ φανέρωση αὐτῆς τῆς βασιλείας, λέγοντας «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ὅμως τί σημαίνει βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ποιὰ εἶναι ἡ ἔννοιά της; Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ ἀλλὰ καὶ τὴν πατερικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη γι’ Αὐτόν, ἡ ζωὴ ἐν Αὐτῷ, ἡ «καινὴ κτίσις». Εἶναι ἡ καινούργια πραγματικότητα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς προσπάθειας τοῦ ἀνθρώπου ἐντὸς αὐτῆς.
Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς αἰώνιας ζωῆς: «αὕτη ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκουσί σε» (Ἰω. 17,3). Γι’ αὐτὴ τὴν ἀληθινή, τὴν ὄντως ζωὴ δημιουργήθηκε ὁ ἄνθρωπος. Ἀπὸ αὐτὴ ξέπεσε μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ ἔτσι ἐπικράτησε στὸν κόσμο τὸ πολύμορφο κακὸ καὶ ἡ φθορά. Ὁ κόσμος ἀρνήθηκε τὸν Θεό, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν γύρισε τὴν πλάτη Του στὸν κόσμο, «καὶ οὐκ ἀπέστη πάντα ποιῶν ἕως ἠμᾶς εἰς τὸν οὐρανον ἀνήγαγε καὶ τὴν βασιλείαν Του ἐχαρίσω τὴν μέλλουσαν», ὅπως χαρακτηριστικὰ τονίζει ἡ εὐχὴ τῆς Ἀναφορᾶς στὴ θεία Λειτουργία. Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι ἤδη παροῦσα, ὅμως τόσο συχνὰ σκιάζεται ποὺ μοιάζει νὰ βυθίζεται στὴ γῆ ἀπὸ πάθη, λάθη καὶ ἀδυναμίες πολλές, ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες ὅλων μας.
Ὡστόσο, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔχει ἕναν ἐκρηκτικὸ δυναμισμό. Ἔστω καὶ ἂν δὲν φαίνεται ἐξωτερικά, μεταμορφώνει καὶ ἀλλάζει ἐσωτερικὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὴν ἀποδέχεται καὶ ἀγωνίζεται γι’ αὐτή. Προσφέρεται στὸν κόσμο γιατί ὁ Χριστὸς ἔχει ἤδη ἔρθει, ἀλλὰ ἐπειδὴ θὰ ξαναέρθει, ἡ βασιλεία Του θὰ ὁλοκληρωθεῖ στὸ μέλλον. Αὐτὸ τὸ μυστήριο ἄρχισε μὲ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε, «εἰ ἐγὼ ἐν δακτύλῳ τοῦ Θεοῦ ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια, ἄρα ἔφθασε ἐφ’ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Λκ. 11,20). Συνεχίζεται μυστικὰ καὶ ἀθέατα ἀνάμεσά μας. Παρ’ ὅλα αὐτὰ περιμένουμε νὰ ὁλοκληρωθεῖ μὲ ὅλη τὴ δόξα καὶ τὴ λαμπρότητα στὴ δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ποὺ ἀποτελεῖ ὅραμα τῶν προφητῶν, κήρυγμα τῶν ἀποστόλων καὶ προσμονὴ τῶν πιστῶν, εἶναι προετοιμασμένη γιὰ χάρη μας «πρὸ καταβολῆς κόσμου». Δόθηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος πρόσφερε τὸν ἑαυτὸ του θυσία καὶ ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Αὐτὸ τὸ μυστήριο τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, σὲ κάθε θεία Λειτουργία προσφέρεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὸν κόσμο.
Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μέσα στὸ χρόνο
Ὁ ὁρατὸς καὶ ἀόρατος κόσμος συντονίζονται στὸν ἴδιο ἀγώνα καὶ στὴν ἴδια ἀγωνία, ὄχι γιὰ δύο διαφορετικὲς ζωές, ἀλλὰ γιὰ μία ζωὴ μὲ δύο ὄψεις καὶ μορφές. Ἀνάμεσα στὴν παραμορφωμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ὄψη καὶ τὴν ἀνακαινισμένη ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ κατάσταση τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Τὸ Εὐαγγέλιο τονίζει ὅτι ὁ κόσμος «τοῦ παρόντος αἰῶνος» καὶ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν συνυπάρχουν σὲ μία διαρκῆ ἔνταση καὶ ἀντιπαράθεση. Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἤδη βρίσκεται «ἐν μυστηρίῳ» στὴν Ἐκκλησία, ὅμως καλύπτεται καὶ κρύβεται.
Ὁ κόσμος τὴν ἀγνοεῖ ἤ τὴν ἀντιμάχεται, ἐνῶ ἐμεῖς συνήθως τὴν «ἐξορίζουμε» στὸ τέλος τοῦ κόσμου, ὅταν κλείσει ἡ πόρτα τῆς πανανθρώπινης ἱστορίας καὶ τῆς προσωπικῆς μας ζωῆς. Ἔτσι βέβαια δὲν τὴν αἰσθανόμαστε σὰν ὁλοκλήρωση τῆς οὐσίας τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀποστολῆς μας. Σὰν κάτι ποὺ ὄχι ἁπλὰ πιστεύουμε ἀλλὰ καὶ πρέπει νὰ περιμένουμε καθημερινά. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἀτόνησε ἡ προσδοκία μας, δὲν νιώθουμε ὅπως οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ὅταν ἔλεγαν «ἔλθετω ἡ βασιλεία Σου».
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μόνο ἂν ἀνανεώσουμε τὴν προσδοκία μας γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μποροῦμε νὰ ἀγωνιζόμαστε καὶ νὰ περιμένουμε γιὰ νὰ καταρρεύσουν στὸ οὐράνιο μέλλοντα φαντάσματα τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἀκουσθοῦν στὴν αἰωνιότητα οἱ ἐκρήξεις τοῦ μηδενός του. Ἀμήν.
Ἡ ἐν Ἰουδαίᾳ δημοσία δρᾶσις τοῦ Κυρίου, δεδομένου ὅτι ὑπῆρχεν ἀκόμη ὁ Πρόδρομος, ἦτο ἡμιεπίσημος. Ὁ Κύριος ἀνεχώρησεν ἐκ τοῦ Ἰορδάνου, ὁποὺ ἐβάπτιζον οἱ μαθηταί του, διότι αἱ ἐπιτυχίαι του ἐφθονήθησαν ὑπὸ τῶν Φαρισαίων κατὰ τὴν ρητὴν δήλωσιν τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὡς εἴδομεν. Ἀναχωρήσας ἐκεῖθεν ἢ πρὸ τῆς ἀναχωρήσεώς του ἔμαθε τὴν φυλάκισιν τοῦ Προδρόμου. Τότε ἀπεφάσισε νὰ ἐξέλθῃ εἰς τὸν δημόσιον αὐτοῦ βίον ἐπισήμως πλέον. Ὡς κατάλληλον κέντρον ἐξέλεξε τὴν Γαλιλαίαν καὶ ἰδίως τὴν δυτικὴν ὄχθην τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, τὴν Καπερναοὺμ μακρὰν τοῦ κέντρου τῶν Φαρισαίων τῆς Ἱερουσαλήμ, ἵνα κινῆται καλλίτερον μεταξὺ τοῦ πυκνοῦ καὶ μικτοῦ ἐκεῖ κόσμου.
Ἔναρξις τοῦ κηρύγματος ἐν τῇ Γαλλιλαίᾳ
Ματθ. 4,12 καὶ 17. Μάρκ. 1,14-15. Λουκ. 4,14-15.
Ἰδοὺ πῶς ἐκθέτουσιν οἱ τρεῖς Εὐαγγελισταὶ τὴν ἔναρξιν ταύτην ἐν Γαλιλαίᾳ: Κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴν Ματθαῖον ὁ Χριστὸς «ἀκούσας ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν». Ὁμοίως καὶ ὁ Μᾶρκος «μετὰ τὸ παραδοθῆναι τὸν Ἰωάννην ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Γαλιλαίαν». Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς προσθέτει καί τι νεώτερον «ὑπέστρεψεν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος εἰς τὴν Γαλιλαίαν. Πλήρης δηλαδὴ Πνεύματος Ἁγίου ὁ Κύριος ἔπειτα ἀπὸ τοὺς πειρασμούς του ἐν τῇ ἐρήμῳ ἔρχεται εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ἵνα ἀρχίσῃ τὸ κήρυγμά Του, ὅταν ὁ Πρόδρομος παρεδόθη εἰς φυλάκισιν. Ὁ Κύριος, ὡς εἴδομεν, ἐκ τῆς Σαμαρείας μετέβη εἰς τὴν Γαλιλαίαν. Εἰς τὴν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ταύτην δρᾶσιν τοῦ Κυρίου δὲν φαίνονται οἱ 5 — 6 μαθηταί του, τοὺς ὁποίους εἶχε μέχρι τώρα μαζί του καὶ τοὺς ὁποίους θὰ καλέσῃ ὁριστικῶς μετ’ ὀλίγον, ὅταν μεταβῇ εἰς Καπερναούμ. Πιθανώτατα ὁ Κύριος ἀποσυρθεὶς ἐπ’ ὀλίγον πρὶν ἀρχίσῃ τὸ δημόσιον ἔργον ἐν Γαλιλαίᾳ ἀπέλυσεν αὐτους ἢ ἔφυγον μόνοι των τώρα ἢ ὅταν ἤκουσαν τὴν φυλάκισιν τοῦ Προδρόμου μετὰ τὴν συζήτησιν Ἰησοῦ καὶ Σαμαρείτιδος.
«Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ». Ἀφ’ ὅτου εἰσῆλθεν ὁ Πρόδρομος εἰς τὴν φυλακήν, ὁ Κύριος ἤρχισε τὸ δημόσιον αὐτοῦ ἔργον. Δὲν ἐξῆλθε προηγουμένως, «ἵνα μὴ τὸ πλῆθος σχίζηται» κατὰ τὸν ἱερὸν Χρυσόστομον, διότι ἄλλοι θὰ ἦσαν ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄλλοι ὑπὲρ τοῦ Προδρόμου. Ὁ Κύριος λέγει. «ΙΙεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ». Τὸ περιεχόμενον δηλαδὴ τοῦ κηρύγματός Του ἦτο κήρυγμα μετανοίας, ὅπως καὶ τοῦ Προδρόμου μὲ τὴν διαφορὰν ὅτι ὁ Κύριος προσθέτει «πεπλήρωται ὁ καιρὸς» ἔφθασε δηλαδὴ ὁ ὑπὸ τῶν προφητῶν προαγγελθεὶς χρόνος τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσίου καὶ ἑπομένως ἐπέρασεν ὁ παληὸς τῆς ἁμαρτίας χρόνος, ἡ παληὰ καταραμένη ἐποχή. Πόσον εὐχάριστον τὸ ἄγγελμα τοῦτο! Πλὴν τῶν ἀνωτέρω ὁ Κύριος κηρύττει τὸ «μετανοεῖτε καὶ τὸ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» τοῦ Προδρόμου καὶ τὸ ἰδικόν του «πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ». Τὸ κήρυγμα τοῦτο ὀνομάζεται Εὐαγγέλιον, διότι περιέχει τὴν καλλιτέραν ἀγγελίαν, τὴν πλέον χαρμόσυνον, τὴν ὁποίαν ἤκουσεν ὁ κόσμος. Ὀνομάζεται δὲ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἢ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, διότι ἡ ἐπὶ τῆς γῆς αὐτὴ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐπέκτασις τῶν Ἀγγέλων τοῦ Οὐρανοῦ καὶ βασιλεὺς ὁ Θεός. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ὁ Χριστὸς συμπληρῶν τὸ κήρυγμα τοῦ Προδρόμου ἐγκρίνει τοῦτο ἀλλὰ γίνεται μελωδικώτερος αὐτοῦ. Πόσον θαυμαστὴ ἡ συνεργασία τῶν δύο μεγάλων τούτων κηρύκων! Ἐφυλακίσθη ὁ Πρόδρομος ἀλλὰ ἦλθεν ἄλλος κῆρυξ ἰσχυρότερος ἐκείνου. Ἑπομένως μὲ τὸν θάνατον ἑνὸς κήρυκος τῆς ἀληθείας ἡ ἀλήθεια δὲν βλάπτεται, διότι ἄλλος ἰσχυρότερος τοῦ πρώτου θὰ ἀναφανῇ.
«Καὶ φήμη ἐξῆλθεν καθ’ ὅλης τῆς περιχώρου περὶ αὐτοῦ». Ἡ φήμη τοῦ Χριστοῦ διεδόθη καθ’ ὅλην τὴν Γαλιλαίαν καὶ τὰ γύρω μέρη. Ἡ φήμη αὕτη τοῦ Κυρίου ὀφείλεται εἰς τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα ἔκαμε τὸ προηγούμενον Πάσχα ἐν Ἱερουσαλήμ. Ταῦτα ἔγιναν γνωστὰ εἰς τὴν Καπερναούμ. «Καὶ αὐτὸς ἐδίδασκεν ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν δοξαζόμενος ὑπὸ πάντων». Ὁ Κύριος ἐδίδασκεν εἰς τὰς συναγωγὰς τῶν Ἑβραίων δοξαζόμενος ὑφ’ ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ἑπομένως ἐνταῦθα ἔχομεν: Τὸ περιεχόμενον τοῦ κηρύγματος τοῦ Κυρίου, τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Θέμα: Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν
Ὁ Κύριος ἐκήρυξε τὴν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν. Ποία εἶναι ἡ βασιλεία αὕτη καὶ ποίαν σχέσιν ἔχει πρὸς ἡμᾶς; Διὰ νὰ ἐννοήσωμεν τὴν βασιλείαν ταύτην, πρέπει νὰ τὴν συγκρίνωμεν μὲ τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου τούτου.
Αἱ βασιλεῖαι τοῦ κόσμου τούτου ἔχουσιν ὡρισμένην ἔκτασιν τοπικὴν καὶ χρονικήν. Καὶ συγκεκριμένως ἡ παλαιὰ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία κατελάμβανε τὴν Μεσόγειον θάλασσαν καὶ διήρκεσεν ἀπό τοῦ 750 πρὸ Χριστοῦ μέχρι τοῦ 400 περίπου μετὰ Χριστόν. Ἡ βασιλεία ὅμως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀρχίζει ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ τοῦ ἱδρυτοῦ της ἀλλὰ ἀπὸ τῶν προφητῶν καὶ ἀπ’ αὐτοῦ τοῦ πρωτοπλάστου Ἀδάμ, οἱ ὁποῖοι προεφήτευσαν Αὐτὸν μέχρι σήμερον 2000 ἔτη μ. Χριστόν. Ἀρχίζει ἀπὸ τὰ βάθη τῶν αἰώνων καὶ κατὰ τὴν ρητὴν διαβεβαίωσιν τοῦ Ἀρχηγοῦ της τοῦ Χριστοῦ, θὰ ὑπάρχῃ μέχρι τέλους καὶ πέραν τοῦ κόσμου τούτου. Ἡ τοπικὴ δὲ ἔκτασις τῆς βασιλείας ταύτης δὲν εἶναι ἐπὶ τῆς Μεσογείου μόνον θαλάσσης ἀλλὰ ἐφ’ ὅλης τῆς γῆς, διότι Χριστιανοὶ ὑπάρχουν εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Ἡ βασιλεία αὕτη δὲν εἶναι ἐπὶ ὡρισμένων μόνον ἀνθρώπων τῶν Χριστιανῶν ἐν ὅλῃ τὴ γῆ, ἀλλὰ θὰ ἔλθῃ στιγμή, ὅτε «πᾶν γόνυ κάμψει καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται τῷ Θεῷ. Ἡ βασιλεία αὕτη δὲν ὑπάρχει μόνον ἐν τῇ γῇ ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ κυρίως ἐν τῷ οὐρανῷ, διὰ τοῦτο ὀνομάζεται βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἡ βασιλεία αὕτη ἐπεκτείνεται καὶ πέραν τῆς γῆς καὶ τοῦ οὐρανοῦ ἐν τῷ Ἅδῃ, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς ἔχει τὴν δύναμιν ὅπως «δήσῃ τὸν ἰσχυρὸν» διάβολον καὶ ἀφοῦ κατὰ τὸν Ἀπόστολον Παῦλον «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψει ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθόνιων.
Πλὴν τῆς τοπικῆς καὶ χρονικῆς ἐκτάσεως τῶν βασιλειῶν τοῦ κόσμου καὶ τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ, εἰς πᾶν βασίλειον ὑπάρχουν ἐσωτερικῶς μὲν νόμοι καὶ πολῖται καὶ Αὐτοκράτορες, ἐξωτερικῶς δὲ ἐχθροὶ καὶ πόλεμοι.Ἡ Ρωμαϊκὴ δηλαδὴ Αὐτοκρατορία εἶχε τοὺς νόμους της, τοὺς Ρωμαίους πολίτας καὶ τὸν Αὐτοκράτορά της. Ἐξωτερικῶς δὲ ἐχθροὺς εἶχε τοὺς Πάρθους, Πέρσας, Γότθους κ.λπ.
Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἔχει καὶ αὐτὴ τὸν νόμον της. Εἶναι τὸ Εὐαγγέλιον. Ἡ διαφορὰ μεταξὺ τοῦ νόμου τῶν Ρωμαίων τοῦ Ρωμαϊκοῦ δικαίου καὶ τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὅτι μὲν Ρωμαϊκὸν δίκαιον ἴσχυεν ἐκεῖ ὅπου ἐξετείνετο τὸ Ρωμαϊκὸν κράτος, τὸ Εὐαγγέλιον ὅμως ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας εἶχε γίνει νόμος εἰς Πάρθους, Μήδους, Γότθους κ.λπ. Πλὴν αὐτοῦ τοὺς νόμους τῶν ἄλλων βασιλειῶν τοὺς «φκιάνουν» οἱ ἄνθρωποι, τὸ Εὐαγγέλιον ὅμως «φκιάνει» τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως λέγει ὁ Πασκάλ. Πόση διαφορά! Οἱ πολῖται τῶν ἄλλων βασιλειῶν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ἄνθρωποι ψεῦται, ἅρπαγες, μοιχοί, πλεονέκται εἰδωλολάτραι κ.λπ. «Βασιλείαν ὅμως Θεοῦ οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοί, οὔτε μαλακοί, οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε κλέπται, οὔτε πλεονέκται οὐ μέθυσοι οὐ λοίδωροι οὐχ ἅρπαγες κληρονομήσουσι». Πολῖται τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ κατ’ ἀρχὰς ἦσαν δύο ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα κατόπιν εἷς ὁ Ἄβελ μετὰ ταῦτα οἱ ἀπόγονοι αὐτοῦ, οἱ ὁποῖοι ὠνομάζοντο υἱοὶ Θεοῦ, ἔπειτα τὸ κράτος τῶν Ἑβραίων, ἔπειτα οἱ πιστοὶ ὅλου τοῦ κόσμου καὶ τέλος οἱ ἐν Οὐρανῷ θριαμβεύοντες πιστοί. Ἑπομένως ἡ βασιλεία αὕτη ἔχει μεγάλην ἀρχαιότητα, μεγίστην πρόοδον καὶ μακαρίαν αἰωνιότητα! Πόση ὑπεροχὴ βασιλείας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄλλων βασιλειῶν εἰς τοὺς νόμους, τοὺς πολίτας!
Ἡ ὑπεροχὴ κορυφοῦται, ὅταν σκεφθῶμεν, τοὺς βασιλεῖς τῶν ἄλλων βασιλειῶν καὶ τὸν βασιλέα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν τὸν ἴδιον τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων τῆς γῆς!
Ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις, ἂς μὴ λησμονῶμεν, ὅτι ὁ Χριστὸς ἐποίησε καὶ ἡμᾶς βασιλεῖς, διότι βασιλεύομεν ἐπὶ τῶν παθῶν μας. Πόσον ὑπέροχον νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του! «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστί», λέγει ὁ Κύριος, ἤτοι ἐμπρός σας καὶ μέσα σας!
Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπερέχει μόνον εἰς νόμους, νομοθέτην καὶ πολίτας ἀλλὰ καὶ ἐχθρούς. «Οὐκ ἐστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα ἀλλὰ πρὸς τὰς Ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος» τοῦ κόσμου τούτου. Καὶ ἡ νίκη περίλαμπρος, διότι τὸν κοσμοκράτορα διάβολον δύναται νὰ νικήσῃ ὄχι μόνον ὁ ὑγιὴς διὰ τῆς δυνάμεώς του βοηθῶν τοὺς ἄλλους ἀλλὰ καὶ ὁ ἀσθενὴς ὑπομένων τὴν ἀσθένειάν του, ὄχι μόνον ὁ νέος διὰ τῶν θυσιῶν του ἀλλὰ καὶ ἡ νέα διὰ τῆς ἁγνότητός της, ὄχι μόνον ὁ μεγάλος μὲ τὴν σοφίαν του ἀλλὰ καὶ ὁ μικρὸς μὲ τὴν ἁπλότητά του, ἑπομένως πᾶς ἄνθρωπος. Πόσον ὑπέροχος εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἔχει τόσους ἐχθροὺς ἀλλὰ καὶ τόσον εὐκόλως καταβάλλει αὐτοὺς ὁ μικρότερος πολίτης της!
Ἡ ὑπεροχὴ βασιλείου Χριστοῦ καὶ βασιλείου τοῦ κόσμου τούτου ἔγκειται καὶ εἰς τὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα δίδουσιν αὗται. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει ἐκτάσεις γῆς, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐρανόν. Ἡ βασιλεία τῆς γῆς δίδει ἡδονήν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ χαράν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ἀγωνίαν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀγῶνα, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου χρυσόν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰρήνην, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει δύναμιν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐτυχίαν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ἀπόλαυσιν παροῦσαν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐλπίδα βεβαίαν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ὑποψίας κατὰ τῶν βασιλέων της, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ πίστιν εἰς τὸν βασιλέα της. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει ἄρτον, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ τὴν ἀλήθειαν. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει γλέντια, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δίδει ἐνθουσιασμόν. Γενικὰ ἡ μὲν βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει πρόσκαιρα καὶ ὑλικά, ἡ δὲ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δίδει κυρίως αἰώνια καὶ πνευματικά! Διὰ τοῦτο ὁ Κύριος βεβαιοῖ, ὅτι «ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». (Ἰωαν. 18,36).
Συμπεράσματα.
Ποῖος πολίτης τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν δὲν ἀγάλλεται συναισθανόμενος, ὅτι εἶναι μέλος μίας τοιαύτης βασιλείας, ἡ ὁποία ἔχει τόσην ἔκτασιν χρονικὴν καὶ τοπικήν; Ποῖος πιστὸς δὲν φιλοτιμεῖται νὰ γίνῃ στενώτερον μέλος τῆς βασιλείας ταύτης, ὅπου δὲν ὑπάρχουσι κακοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ ἅγιοι μόνον; Ποῖος πιστὸς δὲν φροντίζει νὰ γίνῃ βασιλεὺς τῶν παθῶν του, ἀφοῦ τοιαύτην τιμὴν ἔλαβεν ἀπὸ τὸν Χριστόν; Εἴδομεν, ὅτι τρομερὸν ἐχθρὸν ἔχομεν τὸν Σατανᾶν. Ποῖος δὲν θὰ προσέξῃ εἰς τὸν βίον του, ἀφοῦ ἔχει τοιοῦτον ἐχθρὸν νὰ ἀντιμετωπίσῃ; «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν», λέγει ὁ Κύριος (Ματθ. 21. 22). Εἴδομεν, ὅτι τὸν ἐχθρὸν αὐτὸν δύναται νὰ καταβάλῃ ὁ ἀσθενής, ὁ παῖς, ὁ ἀγράμματος. Ποῖος θὰ ἀπογοητευθῇ εἰς τὸν πόλεμον τοῦτον, ἀφοῦ ἀσθενεῖς, ἀγράμματοι, παιδία νικῶσιν; Εἴδομεν, ὅτι ἡ βασιλεία αὕτη δίδει χαράν, εἰρήνην, ἐλπίδα, ἐνθουσιασμόν, ὑπομονήν, ἀνάπαυσιν συνειδήσεως παροῦσαν καὶ μέλλουσαν ζωήν. Ποῖος γνωστικὸς θὰ προτιμήσῃ τὴν ὕλην ἔναντι τούτων; Ποίαν ἀξίαν ἔχει ὁ χρυσὸς ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ;
Ὁ Θεοδώριχος ὁ βασιλεὺς τῶν Γότθων γενόμενος τῷ 493 μ.Χ. κύριος τοῦ Δυτικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους συνεκάλεσεν εἰς γενικὴν συνέλευσιν ὅλους τοὺς ἐπισήμους καὶ εὐγενεῖς τῆς Ρώμης. Μεταξὺ αὐτῶν ἦτο καὶ εἷς ζηλωτὴς Χριστιανός. Οὗτος ἰδὼν τὴν τόσην λαμπρότητα τῶν ἐπισήμων αὐτῶν κυρίων ἀνέκραξεν: Ὦ Θεέ μου, πόσον ὡραία θὰ εἶναι ἡ ἐπουράνιος Ἱερουσαλήμ! Πόση θὰ εἶναι ἡ δόξα τῶν τέκνων σου ἐν οὐρανῷ, ἀφοῦ ἐν τῇ ἐπιγείῳ βασιλείᾳ ὑπάρχει τόση λαμπρότης!
Ἰδοὺ αἱ βασιλεῖαι τοῦ κόσμου καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Ἂς εἰσέλθωμεν εἰς τὴν βασιλείαν ταύτην τοῦ Χριστοῦ διὰ τῆς μετανοίας, ὅπως λέγει ὁ Κύριος. Ἀμήν.