«ΝΟΜΟΣ ΑΝΟΜΟΣ»
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Λαρίσης καί Τυρνάβου
κ. Ἰ γ ν α τ ί ο υ
Ειλικρινά λυπούμαστε για ό,τι βλέπουμε γύρω μας και ακούμε. Στην όμορφη Ορθόδοξη χώρα μας εισβάλλει επίσημα η αμαρτία και νομιμοποιείται. Παίρνει τα εύσημα η ομοφυλοφιλία, αυτή η βδελυκτή αμαρτία και εισέρχεται με καμάρι να σταθεί δίπλα στο γνήσιο και άγιο. Μια ανατριχίλα διαπερνά το «είναι» μας. Μια αμαρτία που οδηγεί τον άνθρωπο στη βεβαία καταδίκη της ψυχής, σύμφωνα με την πίστη αυτού του λαού, που παρά τις δυσκολίες αποδεικνύει κάθε μέρα ότι πιστεύει και βαδίζει με προσδοκία προς τα Χριστούγεννα, τη Μητέρα των εορτών, έρχεται να καλοκαθήσει ως νόμιμο αγαθό ανάμεσα στ’ άλλα. Τι κρίμα! Κανείς δεν διαμαρτύρεται. Ούτε κι αυτά τα πολιτικά κόμματα, τα οποία ως χθες πιστεύαμε ότι απαρτίζονται απ’ τις υγιείς δυνάμεις αυτού του λαού, υψώνουν ανάστημα. Μοιρολατρικά, για να μη χάσουν τις ψήφους των ομοφυλοφίλων, σκύβουν το κεφάλι. Και κρέμονται από τις δυσοσμίες που αναδύουν τα άλλα «πολιτισμένα» κράτη που γρηγορότερα από μας, αποδέχτηκαν το μαύρο σαν άσπρο, το πικρό σαν γλυκύ, το παράνομο σαν νόμιμο. «Ουαί», θάλεγε ο Ησαΐας. Ουαί, λένε όλες οι φωνές αυτού του τόπου απ’ την αυγή της υπάρξεώς του μέχρι σήμερα. Χάσαμε τη ρότα. Νομοθετούμε άνομα. Νόμιμον έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι το γνήσιο, το καλό, αυτό που μεταγγίζει ζωή και αποθαρρύνει και μαραίνει ό,τι βάρβαρο και κακό. Νόμιμον, μία λέξη με καρκινική γραφή. Που διαβάζεται κι απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη ίδια σαν να μας λέει ότι δεν μπορείς ν’ αλλάξεις όρια αμετάθετα. Πονάμε τον αμαρτωλό. Είμαστε όλοι εξ άλλου αμαρτωλοί. Τον πονάμε και τον συντρέχουμε. Τον θεραπεύουμε και τον αποκαθιστούμε. Γινόμαστε αρωγοί στον πόνο του και το μαρτύριό του. Την αμαρτία όμως που τον ταλαιπωρεί και τον πλανά, με ποια λογική την ανεβάζουμε σε ύψη; Έδωσε Νόμο ο Θεός. Σύμφωνα με το Νόμο Του καλούμεθα να ζούμε. Κι αυτό δεν είναι τιμωρία, δεν είναι βάσανο και φορτίο, είναι καταξίωση και δικαίωμα. Έδωσε Νόμο ο Θεός. Κι ο λαός μας ζυμώνεται με το Νόμο του Θεού, είκοσι αιώνες τώρα, είκοσι λαμπρούς αιώνες που έδωσαν αγίους και δικαίους, και οι άνθρωποι έχοντας σαν πολικό αστέρα τον Νόμο, τον Θείο Νόμο και τον Νόμο τον ανθρώπινο, όταν αυτός εναρμονίζεται με το Νόμο του Θεού, πορεύονται σ’ αυτό τον κόσμο, σαν οδίτες και οδοιπόροι, χειραγωγούμενοι απ’ αυτόν για να φθάσουν στον δικό τους άγιο και θείο προορισμό και ν’ αφήσουν γνήσια ίχνη ζωής πίσω τους. Κι αν έχουμε μάτια να δούμε και στους προηγούμενους των είκοσι αιώνων, όλα μιλούσαν για το Νόμο. Κι όλα προέβαλαν τον Νομοδότη. Ποιος παίρνει τη θέση Του!
Λυπούμαστε! Φοβόμαστε, τρέμουμε. Δεν έχουμε τώρα από πού να πιαστούμε δίπλα μας, και να κρατηθούμε. Ας είναι καλά αυτοί οι λίγοι που υψώνουν φωνή. Αλλά τουλάχιστον οι άλλοι, πριν νομοθετήσουν άνομα, ας μας ακούσουν. Ας δώσουν μια ευκαιρία στο λαό αυτό να πει ένα σθεναρό όχι σ’ αυτά τα οποία μόνο με πόνο, με πυρ και με θείον, εδοκίμασε ο Κύριος ο Θεός.
Πώς να βγει το παιδί μας απ’ την πόρτα του σπιτιού του, απ’το άρωμα της οικογενειακής εστίας, και να αναπνεύσει τη δυσωδία της διπλανής πόρτας, όταν αυτή κατοικείται από πρόσωπα δυστυχή που τάχα ζουν νόμιμη ζωή. Προχώρησε ο νους τους. Είδαν με «σοφία» όλες τις παραμέτρους της βόμβας που τίθεται στα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας και προσπαθούν να προβλέψουν τις καταστροφές της εκρήξεώς της. Είμαστε κοντόφθαλμοι μπροστά στη θεία σοφία. Ας το πάρουν χαμπάρι. Θάναι σκληρά τα κέντρα στα οποία λακτίζουν. Θα γίνει ένας χαλασμός. Θα φθάσει η δυσοσμία του επιχειρούμενου στους θείους μυκτήρες και θα συντριβούν τα σχέδια των πονηρών. «Οι πονηρευόμενοι εξολοθρευθήσονται». Γι’ αυτό, προσέξτε Αδελφοί μας. Άρχοντές μας προσέξτε. «Θεός ου μυκτηρίζεται». Λυπηθήτε αυτό το λαό. Πέρασε χρόνια φτώχειας και δυστυχίας και κατοχών και πολέμων. Εξουθενώθηκε και εξαθλιώθηκε. Δεν ταπεινώθηκε όμως. Κράτησε τις Αρχές του και βγήκε νικητής. Όλα τα επιχειρήματα είναι έωλα. Το βλέπετε, το καταλαβαίνετε. Ακούστε τη συνείδησή σας και δεν θα χάσετε. Δεν θα χάσετε. Κι αν δεν συμφέρει, όταν βλέπουμε τα πράγματα βολικά και κοντόφθαλμα, να ξέρετε, την όποια θυσία θα σάς την ανταμείψει ο Θεός. Είναι αδιάψευστος ο Κύριος. Δεν παραχαράσσεται ο Νόμος Του, δεν αφήνει χρέη. Οι άνθρωποι που σάς πλανούν είναι καταδικασμένοι. Η αμαρτία τους είναι το χειρότερο είδος της αμαρτίας. «Βασιλείαν Ουρανών ου κληρονομήσουσι». Μην τούς αποκοιμίζουμε μ’ αυτό το σκληρό υπνωτικό. Μ’ αυτό το νόμο που τους ρίχνουμε σαν ξεροκόμματο. Ίσως τους απαλύνει λίγο τον πόνο για την εδώ ζωή, και για μια κοντόφθαλμη προοπτική. Το αιώνιο, το ακατάλυτο δεν θα το αντέξουν. Γι’ αυτό «πρόσχωμεν». «Άνω σχώμεν τας καρδίας». Δεν είμαστε εμείς σαν κι αυτούς. Εμείς είμαστε η Ορθόδοξη Ελλάδα. Αυτός είναι ο θησαυρός μας. Αυτό μάς ζηλεύουν. Αυτό θέλουν να μάς συλλήσουν. Ας μην πέσουμε στην παγίδα τους. Ας μην προδώσουμε. Κι έχουμε τρόπο να μαζέψουμε τα τραύματά μας. Αρκεί να βγούμε νικητές κι απ’ αυτόν τον πόλεμο.