Διαφορές δαιμονικού και Θεϊκού φωτός

Στοιχεία διάκρισης

π. Ιωάννη Ρωμανίδη

Στην πολύμορφη αυτή πολεμική του διαβόλου πρέπει να μάθει ο άνθρωπος να διακρίνει τους απλούς λογισμούς από τους σύνθετους λογισμούς, την ενέργεια του Θεού από τις δαιμονικές ενέργειες, την εμφάνιση του Φωτός του Θεού από το φως του διαβόλου.

«Ένα πράγμα, το οποίο μπορεί κανείς από Ορθοδόξου απόψεως να το θεωρεί δαιμονικό, από μιας άλλης απόψεως μπορεί να θεωρείται ότι είναι υγιεινό. Αυτό το οποίο, για την Ορθόδοξη θεολογία, μπορεί να θεωρείται ότι είναι από τον διάβολο, για την «Απογευματινή», «Ελευθεροτυπία» μπορεί να θεωρείται ότι είναι για το καλό του ανθρώπου.

Το πρόβλημα για τον Ορθόδοξο είναι το κριτήριο, τι θα είναι;».

«Και κυρίως, πρέπει να μάθει κανείς να διακρίνει από τις ενέργειες του διαβόλου, για να μπορεί να διακρίνει ποια ενέργεια που τον επηρεάζει είναι από τον Θεό και ποια ενέργεια είναι από τα λοιπά κτίσματα και, κυρίως, από τον διάβολο.

Και αυτή η ικανότητα της διακρίσεως μεταξύ κτιστών και άκτιστων ενεργειών είναι το θεμέλιο του χαρίσματος της διακρίσεως των πνευμάτων. Να διακρίνει κανείς μεταξύ των ενεργειών του πονηρού πνεύματος και του Αγίου Πνεύματος».

Μερικές φορές ο διάβολος «μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» (Β΄ Κορινθίους ια”, 14). Το δαιμονικό φως είναι διαφορετικό από το Φως του Θεού.

«Το άκτιστο Φως ποτέ δεν είναι έξωθεν. Είναι πάντοτε έσωθεν. Το δαιμόνιο είναι έξωθεν, το φως του διαβόλου είναι έξωθεν. Όταν ο διάβολος αποκαλύπτει φως στον άνθρωπο, είναι έξωθεν».

«Όταν εμφανίζεται ο διάβολος στον άνθρωπο, εμφανίζεται δια της συζυγίας, ποτέ δια της κράσεως. Δεν μπορεί να υπάρξει κράση μεταξύ του κτιστού φωτός του διαβόλου και του ανθρώπου.

Γι” αυτό και ο διάβολος όταν εμφανίζεται, εμφανίζεται πάντοτε και με σχήμα και με χρώμα και πάντοτε είναι έξω από τον άνθρωπο. Είναι φως παρυφιστάμενο, λένε οι Πατέρες. Παρυφίσταται, δηλαδή, το φως του διαβόλου. Ενώ όταν είναι το άκτιστο Φως, είναι ασχημάτιστο, ανείδεο, χωρίς χρώμα, χωρίς μορφή κλπ. Και θεάται δια της κράσεως.

Οπότε, ο θεούμενος βρίσκεται μέσα στο Φως και όλο το περιβάλλον του είναι μέσα στο Φως. Και το Φως φέγγει από παντού και είναι διαβρωτικό το Φως. Ενώ το φως του διαβόλου είναι περιορισμένο σε τόπο και έχει και χρώμα».

Όποιος έχει το χάρισμα της διακρίσεως, μπορεί αμέσως να αντιληφθεί την πλάνη και να μη πλανηθεί. Γι” αυτό στην πατερική γλώσσα οι Θεούμενοι χαρακτηρίζονται απλανείς, που σημαίνει δεν παραπλανώνται.

Στην πνευματική αυτή πορεία σημαντικό ρόλο παίζει ο διακριτικός Πνευματικός Πατέρας. Άλλωστε, ο Πνευματικός Πατέρας πρέπει να είναι θεολόγος, με την χαρισματική έννοια του όρου, αφού θεολογία είναι η γνώση του Θεού και, οποίος αποκτά αυτήν την γνώση, μπορεί να διακρίνει «τα πνεύματα ει εκ του Θεού εστίν» (Α” Ιω. δ”, 1).

«Ο Πνευματικός Πατέρας, για να έχει νοερά προσευχή σημαίνει ότι έχει το χάρισμα της διακρίσεως των πνευμάτων και ξέρει ακριβώς τις μεθοδείες του διαβόλου χωρίς καμία αμφιβολία, τις ενέργειες του διαβόλου με καταπληκτική ακρίβεια. Αυτός είναι ο Πνευματικός Πατέρας. Άλλα αυτή είναι η Ορθόδοξη θεολογία. Επομένως, αυτό σημαίνει ότι ο Πνευματικός Πατέρας αναποφεύκτως είναι Ορθόδοξος, δεν μπορεί παρά να είναι Ορθόδοξος.

Βέβαια, πρέπει να είναι ο Πνευματικός οδηγός, όχι στοχαστής γύρω από αυτά τα θέματα, αλλά να ξέρει με ακρίβεια τα θέματα αυτά, με ακρίβεια να οδηγεί τα πνευματικά τέκνα. Εάν στοχάζεται, τότε και ο ίδιος είναι χαμένος, θα χαθούν και οι οπαδοί του. Αυτό είναι αναπόφευκτο. Εξ επόψεως πατερικής αυτή είναι η αρετή, γι” αυτό και η αίρεση οδηγεί τον άνθρωπο στην Κόλαση».

Πηγή: «Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη» Τόμος Β΄.  Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου.