Στὶς 25 Νοεμβρίου γιορτάζουμε τὴν μνήμη τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος Αἰκατερίνης. Ἡ Ἐκκλησία τὴν ὀνόμασε Πάνσοφο. Καὶ γιὰ τὴν τεράστια κοσμικὴ σοφία της. Καὶ γιὰ τὸ ὅτι ἀποστόμωσε 150 σοφούς τῆς ἐποχῆς της, ποὺ τοὺς ἔφερε ὁ αὐτοκράτορας Μαξέντιος γιὰ νὰ τὴν «στριμώξουν». Περισσότερο ὅμως ὀνομάστηκε Πάνσοφος, γιατί δὲν πῆραν τὰ μυαλὰ της ἀέρα οὔτε ἀπὸ τὴν μεγάλη της μόρφωση, οὔτε ἀπὸ τὴν ἀπαράμιλλη ὀμορφιά της, οὔτε ἀπὸ τὰ ἀμύθητα πλούτη της, οὔτε ἀπὸ τὴν εὐγενικὴ καταγωγή της. Ὅλα τὰ εἶδε σὰν δῶρα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀγωνίστηκε μὲ ὅλα νὰ Τὸν δοξάσει.
Ἔτσι ἀξιώθηκε νὰ τὰ βάλει μὲ μιὰ ὁλόκληρη αὐτοκρατορία καὶ νὰ νικήσει ! Μὲ τὸ μαρτύριό της ἐπισφράγισε τὴν ἀγάπη της γι’ Αὐτόν, ποὺ εἶναι τὸ Φῶς, ἡ Χαρὰ καὶ ἡ Ζωὴ τοῦ Κόσμου. Ἐμαρτύρησε ὅτι «ζῆ Κύριος ὁ Θεός». Καὶ ὅτι ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ Τὸν γνωρίσει κάποιος εἶναι ἡ ταπείνωση τοῦ μυαλοῦ καὶ τῆς σάρκας.
* * *
Περίπου 1700 χρόνια ἀργότερα, ἔζησε στὴν Γαλλία ἕνας ἀξιόλογος φιλόσοφος, ὁ Ζὰκ Ριβιέρ. Λίγο ὅμως ἡ μεγάλη ἰδέα γιὰ τὶς ἱκανότητες τοῦ μυαλοῦ του, λίγο οἱ πειρασμοὶ τῆς νεότητας, τὸν ἔκαναν νὰ «ξεγράψει» τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴν ζωή του. Ὁ ἐγωισμὸς τοῦ μυαλοῦ μαζὶ μὲ τὸν ἐγωισμὸ τῆς σάρκας εἶναι τὸ καλύτερο «κοκτέιλ», ποὺ ὁδηγεῖ μὲ τὴν μεγαλύτερη σιγουριὰ στὴν πνευματικὴ τύφλωση. Τότε ἔγραφε: «Δὲν πιστεύω πιά. Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μιὰ σκιά. Ἄς τὸν ἀφήσουμε νὰ πεθάνει μὲ ἕναν ὡραῖο θάνατο».
Φυσικά, δὲν ἄργησε νὰ γευθῆ τοὺς καρποὺς τοῦ θανάτου… ὄχι τοῦ Χριστιανισμοῦ βέβαια, ἀλλὰ τοῦ δικοῦ του πνευματικοῦ θανάτου. Σὲ ἐπιστολὴ του ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἔγραφε: «Ἕνα τρομερὸ ἄγχος νιώθω ἀδιάκοπα. Μιὰ ταραχή, ποὺ ἔρχεται ὑστέρα ἀπὸ κάθε ἁμαρτωλὴ ἡδονή. Μιὰ ταραχή, ποὺ μὲ ὁδηγεῖ στὴν ἀπελπισία. Ζήτησα διέξοδο στὰ βιβλία καὶ στὴν Τέχνη, Μάταια ὅμως… Θέλω νὰ γιατρευτῶ, ἀλλὰ αἰσθάνομαι ὅτι δὲν ὑπάρχει γιὰ μένα θεραπεία».
Τότε τοῦ ἔστειλε ὁ Θεὸς ἕναν καλὸ πνευματικὸ ὁδηγό: τὸν ἐπίσης μεγάλο φιλόσοφο καὶ συγγραφέα Πὼλ Κλωντέλ. Ὁ Κλωντέλ, λίγο παλιότερα, εἶχε περάσει ἀπὸ τὰ ἴδια «κανάλια» μὲ τὸν Ριβιέρ, καὶ εἶχε βρῆ τὸν δρόμο του πρὸς τὴν ἀληθινὴ πίστη. Ἔτσι ἡ φιλία τους βοήθησε καὶ τὸν Ριβιὲρ νὰ ἀρχίσει νὰ προβληματίζεται.
Σὲ λίγο ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει καὶ ἕνα ἀκόμη… «δῶρο». Ξεσπάει ὁ Α’ παγκόσμιος πόλεμος καὶ ὁ Ριβιὲρ συλλαμβάνεται αἰχμάλωτος ἀπὸ τοὺς Γερμανούς. Ἔμεινε τρία χρόνια αἰχμάλωτος. Καὶ μέσα στὴν φυλακὴ ἔμαθε τὸν μοναδικὸ δρόμο τῆς ἀληθινῆς «φιλοσοφίας»: τὴν προσευχή.
Φωτισμένος πιὰ ὁ Ριβιὲρ ἔγραφε: «Πῶς νὰ Σὲ εὐχαριστήσω, Θεέ μου; Κανεὶς ἄλλος ἐκτὸς ἀπὸ μένα δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβει τὴν φροντίδα καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ μοῦ ἔδειξες. Πόση χαρὰ δίνει ὁ ἐρχομός σου! Πόση εἰρήνη! Μὴ μὲ ἐγκαταλείπης πιά, Θεέ μου!»
Πόσες φορὲς ἐμεῖς βλέπομε τὶς δοκιμασίες ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς
* γιὰ νὰ γνωρίσουμε καλύτερα τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ·
* γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε βαθύτερα τὴν ἀδυναμία μας·
* γιὰ νὰ καταλάβωμε ὅτι …δὲν τὰ ξέρομε ὅλα·
* γιὰ νὰ κατέβουμε ἀπὸ τὸ ψεύτικο καλάμι τοῦ ἐγωισμοῦ μας·
* γιὰ νὰ γίνωμε ἀληθινὰ σοφοὶ κατὰ Θεόν.