Κυριακή Ζ΄ Λουκά – Η δύναμη της πίστεως
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Των Ταξιαρχών : Εβρ. β΄2-10
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Της Κυριακής : Λουκ. η΄ 41-56
Καθὼς προχωροῦσε ὁ Κύριος, ἦλθε κι ἔπεσε γονατιστὸς μπροστά Του ἕνας ἐπίσημος Ἰουδαῖος ἄρχοντας. Πρόκειται γιὰ τὸν Ἰάειρο, προϊστάμενο τῆς ἑβραϊκῆς Συναγωγῆς τῆς Καπερναούμ, ὁ ὁποῖος ἀντιμετώπιζε μία σκληρὴ δοκιμασία: Ἡ δωδεκάχρονη μονάκριβη κόρη του εἶχε προσβληθεῖ ἀπὸ θανατηφόρα ἀσθένεια καὶ ἦταν ἤδη ἑτοιμοθάνατη. Γι’ αὐτὸ καὶ γονατιστὸς θερμοπαρακαλεῖ τὸν Κύριο νὰ ἔρθει στὸ σπίτι του γιὰ νὰ τὴν θεραπεύσει.
Ὁ Κύριος ἀνταποκρίνεται στὴ θερμὴ ἱκεσία τοῦ Ἰαείρου καὶ ξεκινᾶ γιὰ τὸ σπίτι. Μαζί Του κι ὅλος ὁ λαὸς ὁ ὁποῖος συνωστίζεται τριγύρω Του.
Ἀνάμεσα στὸ πλῆθος εἶναι καὶ κάποια γυναίκα ποὺ ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν πάσχει ἀπὸ ἀκατάσχετη αἱμορραγία. Δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια βασανίζεται ἀπὸ τὴν ἀσθένεια αὐτὴ κι ἐνῶ ξόδεψε ὅλη της τὴν περιουσία στοὺς γιατρούς, κανεὶς δὲν μπόρεσε νὰ τὴν θεραπεύσει. Τώρα ὅμως ἐμφανίζεται καὶ γι’ αὐτὴν ἐλπίδα σωτηρίας: ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἀλλὰ πῶς νὰ Τὸν πλησιάσει; Τὸ πλῆθος εἶναι ἀδιαπέραστο. Ὡστόσο ἡ ἴδια ἔχει μέσα της σταθερὴ τὴν πεποίθηση ὅτι, ἂν ἀγγίξει ἔστω τὴν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός Του, ὁπωσδήποτε θὰ θεραπευθεῖ. Γι’ αὐτὸ καὶ κάνει τὰ ἀδύνατα δυνατὰ γιὰ νὰ κατορθώσει ἔστω ἕνα ἄγγιγμα. Μὲ δυσκολία ἀλλὰ καὶ ἐπιμονὴ προχωρεῖ ἀνάμεσα στὸν κόσμο, ἁπλώνει μὲ πίστη τὸ χέρι της στὸ ἔνδυμά Του καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ θεραπεύεται.
Τότε ὁ Κύριος, προκειμένου νὰ φανερώσει τὴν πίστη τῆς γυναίκας, ρώτησε:
–Ποιὸς μὲ ἄγγιξε;
Ἀπόρησαν τὰ πλήθη, καὶ ὁ Πέτρος ἐξέφρασε τὴν ἀπορία τους:
–Διδάσκαλε, οἱ ὄχλοι σὲ ἔχουν περικυκλώσει καὶ σὲ συνθλίβουν ἀπὸ παντοῦ, καὶ σὺ ρωτᾶς ποιὸς Σὲ ἄγγιξε;
Ὁ Κύριος ὅμως ἐπιμένει:
–Κάποιος μὲ ἄγγιξε, διότι κατάλαβα ὅτι βγῆκε ἀπὸ μένα θαυματουργικὴ δύναμη.
Τότε ἡ γυναίκα ποὺ εἶδε ὅτι δὲν ξέφυγε ἀπὸ τὴν προσοχὴ τοῦ Κυρίου, παρουσιάστηκε μπροστά Του, Τὸν προσκύνησε καὶ ἄρχισε νὰ διηγεῖται ἐνώπιον ὅλων πῶς συνέβη τὸ θαῦμα. Κι ὁ Κύριος, ἐπαινώντας τὴν πίστη της, εἶπε: «Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην».
Ἔχε θάρρος, κόρη μου, ἡ πίστη σου σ’ ἔχει θεραπεύσει. Πήγαινε στὸ καλό, εἰρηνικὴ καὶ ἥσυχη.
«Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε»… Πράγματι τὴν ἔσωσε ἡ μεγάλη, ἡ θερμή, ἡ ζωντανὴ καὶ αὐθόρμητη πίστη τῆς ψυχῆς της. Διότι δὲν ἀπελπίστηκε ἀπὸ τὴν ἀνίατη ἀσθένειά της. Οὔτε παραιτήθηκε μπροστὰ στὰ ἐμπόδια ποὺ συνάντησε. Ἀντίθετα στήριξε τὴν ἐλπίδα της στὸν Κύριο, Τὸν πλησίασε μὲ πίστη καὶ βρῆκε τὴ λύση στὸ προσωπικό της πρόβλημα.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωντανὴ πίστη ποὺ ὅλοι καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε. Πίστη ὄχι ἐξωτερικὴ καὶ τυπικὴ ἀλλὰ βαθιὰ καὶ οὐσιαστική. Νὰ πλησιάζουμε τὸν Κύριο μέσα ἀπὸ τὴν προσευχή, τὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου, τὴ λατρευτικὴ καὶ μυστηριακὴ ζωή, μὲ τὴν ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι μόνο Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ δώσει λύση ἀκόμη καὶ στὰ προβλήματα ποὺ μᾶς φαίνονται ἄλυτα.
Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ ἀνατρέψει ἀκόμη καὶ τὴ βαρύτερη θλίψη καὶ νὰ μᾶς χαρίσει ἀνάπαυση καὶ παρηγορία· ὅπως συνέβη στὴ συνέχεια στὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου.
Τὴν ὥρα ποὺ ὅλοι θαύμαζαν τὸ γεγονὸς τῆς θεραπείας τῆς αἱμορροούσης, ἦρθε κάποιος καὶ ἀνήγγειλε στὸν ἀρχισυνάγωγο Ἰάειρο τὰ δυσάρεστα νέα:
–Ἡ κόρη σου πέθανε, τοῦ εἶπε. Δὲν χρειάζεται νὰ ἐνοχλεῖς πλέον τὸν Διδάσκαλο.
Τότε παρενέβη ὁ Κύριος γιὰ νὰ τοῦ δώσει θάρρος: Μὴ φοβᾶσαι, τοῦ εἶπε. «Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε»· ἐσὺ νὰ ἔχεις σταθερὴ πίστη, καὶ ἡ κόρη σου θὰ σωθεῖ.
Ὅταν ἔφθασαν στὸ σπίτι, βρῆκαν συγκεντρωμένο πλῆθος ἀνθρώπων ποὺ ἔκλαιγαν καὶ θρηνοῦσαν γιὰ τὸν θάνατο τῆς μικρῆς κόρης.
–Μὴν κλαῖτε, τὸ κορίτσι δὲν πέθανε ἀλλὰ κοιμᾶται, εἶπε ὁ Κύριος.
Κανεὶς ὅμως δὲν πίστευε στὰ λόγια Του. Μάλιστα ὁρισμένοι ἄρχισαν καὶ νὰ Τὸν εἰρωνεύονται: «καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν». Ὅλοι εἶχαν ἀντικρίσει τὸ ἄψυχο σῶμα καὶ γνώριζαν καλὰ ὅτι τὸ κορίτσι ἦταν νεκρό.
Τότε ὁ Κύριος πῆρε κοντά Του μόνο τρεῖς Μαθητές Του, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, καθὼς καὶ τοὺς γονεῖς τοῦ παιδιοῦ καὶ εἰσῆλθαν στὸ δωμάτιο. Πλησίασε τὴ νεκρὴ κόρη κι ἔπιασε τὸ χέρι της:
–Κόρη, σήκω, τῆς εἶπε.
Καὶ μὲ τὸν παντοδύναμο λόγο Του αὐτὴ ἀναστήθηκε! Καὶ γιὰ νὰ βεβαιωθοῦν οἱ γονεῖς της ὅτι ἔχαιρε πλήρους ὑγείας, τοὺς παρήγγειλε νὰ τῆς δώσουν νὰ φάει. Τοὺς ζήτησε ἀκόμη νὰ μὴ διαδώσουν τὸ γεγονός.
Τέτοιο θαῦμα ὅμως πῶς νὰ μείνει κρυφό; Ὅλοι τὸ πληροφορήθηκαν καθὼς εἶδαν καὶ πάλι ζωντανὴ τὴ μικρὴ κόρη. Κι αὐτοὶ ποὺ εἰρωνεύονταν τοὺς λόγους τοῦ θεανθρώπου Κυρίου, καταντροπιάστηκαν.
Πάντα ἔτσι γίνεται. Τὰ λογικοφανὴ ἐπιχειρήματα τῶν ἀπίστων καταρρέουν μπροστὰ στὸ θαῦμα, ἐνῶ οἱ χλευασμοὶ καὶ οἱ εἰρωνεῖες τους ἐπιστρέφουν στοὺς ἴδιους, γιὰ νὰ τοὺς ντροπιάσουν καὶ τοὺς ἐξευτελίσουν. Ἐκεῖ καταλήγουν ὅσοι ἀμφισβητοῦν ἢ ἀπορρίπτουν τὸν Θεὸ καὶ τὴ δύναμή Του.
Ἂς μὴν πτοούμαστε λοιπόν, ὅταν προβάλλεται ἡ ἀθεΐα. Καὶ βέβαια ἂς μὴν ἐμπιστευόμαστε ἀπόλυτα τὴν ἀνθρώπινη λογική, ποὺ εἶναι περιορισμένη. Ἡ λογικὴ τοῦ Θεοῦ λειτουργεῖ ἐντελῶς διαφορετικά. Ἂς εἴμαστε ταπεινοὶ γιὰ νὰ δεχόμαστε μὲ πίστη τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου ὡς βάλσαμο παρηγοριᾶς στὶς θλίψεις καὶ ὡς τὴ μόνη λύση στὰ προβλήματά μας.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”