Engelhardt Herman T (Καθηγητὴς τοῦ Rice University καὶ ὁμ.καθηγητὴς τοῦ Baylor College of Medicine, Houston, Texas)
Μιὰ διαπάλη μεταξὺ τῶν ἀσυμβίβαστων ἀπόψεων τῆς ἠθικῆς καὶ τῆς πραγματικότητας

Ἡ ἄμβλωση ἀποτελεῖ σήμερα μία εὐρέως ἀποδεκτὴ ἰατρικὴ πρακτικὴ καὶ ἡ αἰτιολόγηση τῆς ὕπαρξής της μπορεῖ νὰ ἀναζητηθεῖ στὸν χαρακτήρα καὶ τὴν κουλτούρα τῆς κοινωνίας μας, ἡ ὁποία τὴν ἀποδέχεται. Παρόλα αὐτὰ ἡ Ἐκκλησία διαφοροποιεῖ τὴν θέση της ἀπέναντι σὲ αὐτὸ τὸ θέμα ἀναγνωρίζοντας τὴν βιολογικὴ καὶ ἠθικὴ σημασία τῆς νέας ἀνθρώπινης ζωῆς, ἡ ὁποία μορφοποιεῖται μὲ τὴν ἕνωση τοῦ σπέρματος καὶ τοῦ ὠαρίου.

Ἡ ἄμβλωση ἀποτελεῖ ἕνα εἶδος φόνου ποὺ διενεργεῖται σὲ παγκόσμια ἔκταση, συνήθως χωρὶς καμιὰ αἴσθηση ἐνοχῆς. Ἀποτελεῖ μία εὐρέως ἀποδεκτὴ ἰατρικὴ πρακτική, ἡ ὁποία ὑποστηρίζεται ἀπὸ πολυάριθμες κυβερνήσεις καὶ μὴ κυβερνητικοὺς ὀργανισμούς. Ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀγέννητων παιδιῶν ποὺ σκοτώνονται μέσα στὴν μήτρα τῆς μητέρας τους σὲ παγκόσμια κλίμακα εἶναι μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν συνολικὸ πληθυσμὸ τῆς Ἰρλανδίας, τῆς Ἑλλάδας, τῆς Οὐγγαρίας, τοῦ Καναδᾶ, τῆς Ρουμανίας, τῆς Πολωνίας ἡ τῆς Ἱσπανίας. Εἶναι ἴσως ἰσοδύναμο τοῦ νὰ σκοτώνει κανεὶς ὁλόκληρο τὸν πληθυσμὸ τῆς Γαλλίας ἐτησίως. (1)

Ἡ ἄμβλωση εἶναι ἰδιαίτερα διαδεδομένη στὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη, ὅπου τὰ προηγούμενα ἀθεϊστικὰ-κομμουνιστικὰ καθεστῶτα διέσπασαν καὶ διέλυσαν μὲ βαρβαρότητα τὸν ὀρθόδοξο χριστιανικὸ πολιτισμὸ καὶ τὰ ὀρθόδοξα χριστιανικὰ ἱδρύματα. Στὴν ἀνατολικὴ Εὐρώπη στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 90, ὑπῆρχαν περίπου 75 ἀμβλώσεις ἀνὰ 1000 γυναῖκες στὸ ἠλικιακὸ φάσμα τῶν 15 ἕως 44, σὲ σύγκριση μὲ λιγότερες ἀπὸ 20 ἀμβλώσεις ἀνὰ 1000 στὴν ὑπόλοιπη Εὐρώπη. Ἀπὸ ὅλες τὶς ἐγκυμοσύνες, στὴν Ρωσία τὸ 57% αὐτῶν τερματίστηκε μὲ ἔκτρωση, στὴν Οὐκρανία τὸ 53%, στὴν Λευκορωσία τὸ 52%, στὴν Ρουμανία τὸ 47%, ἔναντι 13% στὴν Ἱσπανία. (2) Στὴν Ἑλλάδα 11% περίπου τοῦ συνόλου τῶν κυήσεων καταλήγουν σὲ ἄμβλωση, σὲ σύγκριση μὲ περίπου μία στὶς τέσσερις στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες. (3) Ἡ διαδεδομένη πρακτική τῆς ἄμβλωσης ἀποτελεῖ εἰδικότερα ὄνειδος γιὰ χῶρες τῶν ὁποίων ἡ πολιτιστικὴ κληρονομιὰ εἶναι κατεξοχὴν ὀρθόδοξη.

Αὐτὴ ἡ σφαγὴ εἶναι δαιμονική, ἀλλὰ ὑπάρχει ἕνα στοιχεῖο χειρότερο ἀπὸ τὶς ἴδιες τὶς ἀνθρωποκτονίες. Ὑπάρχει μία συστηματική, πολιτιστικὰ στηριγμένη ἀδυναμία νὰ γίνει ἀντιληπτή, πολὺ περισσότερο νὰ γίνει ἀποδεκτή, ἡ δαιμονικότητα τῆς ἄμβλωσης. Δὲν εἶναι ἐφικτὸ νὰ αἰτιολογήσουμε τὴν διαδεδομένη πρακτική τῆς ἔκτρωσης, παρὰ ἐντός τοῦ χαρακτήρα καὶ τῆς σημασίας τῆς κουλτούρας τοῦ κόσμου μέσα στὴν ὁποία αὐτὴ ἐμφανίζεται. Τὸ νὰ ἐνεργήσει κανεὶς ἀνήθικα, ἁμαρτωλά, εἶναι σαφῶς λανθασμένο. Ἂλλ ὅμως, γιὰ τὴν λανθασμένη πρακτικὴ ὑπάρχει προσιτὴ θεραπεία, ἐφόσον ἀναγνωρισθεῖ τὸ κακό. Ὁ ληστὴς ἐπάνω στὸν σταυρὸ ξεκινᾶ τὸ ταξίδι του πρὸς τὴν μετάνοια καὶ τὴν σωτηρία, ὅταν ἀντιμετωπίζει τὴν ἀλήθεια, «ἡμεῖς μὲν δικαίως, ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν» (Λουκ. 23:40).

Τὸ ἐντυπωσιακὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἀναισχυντία του. Ἡ ἀναγνώριση τοῦ κακοῦ τῆς ἄμβλωσης εἶναι ἀποῦσα ἀπὸ τὸν ἀναδυόμενο, κυρίαρχο, ἐκκοσμικευμένο, παγκόσμιο πολιτισμό. Ὁ πολιτισμὸς αὐτὸς ἀποτελεῖ σήμερα ἕναν δυνατὸ ἀντὶ-πολιτισμὸ στὸν χριστιανικὸ πολιτισμό, προκαλώντας σύγκρουση μεταξὺ δυὸ ἀσύμβατων ἀντιλήψεων τῆς πραγματικότητας καὶ τῆς ἠθικῆς. Αὐτὸς ὁ πολιτισμὸς εἶναι προσηλωμένος στὸν μετασχηματισμὸ τῶν κοινωνικῶν ὀργανισμῶν σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη καὶ τὴν βόρεια Ἀμερική. Θεραπεία γιὰ αὐτὲς τὶς περιστάσεις μπορεῖ νὰ βρεθεῖ μόνο σὲ μία βαθειὰ ἀλλαγὴ τῆς καρδιᾶς καὶ τοῦ μυαλοῦ, σὲ ἕνα ἄνοιγμα γιὰ ἄλλη μία φορὰ στὴν πλήρη σημασία τοῦ ἀνθρωπίνου καλοῦ καὶ τῆς εὐδοκίμησης τοῦ ἀνθρώπου: τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν οὐσία τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἡ θεραπεία γιὰ τὴν κρίση τῆς ἄμβλωσης ἔγκειται στὴν ἀνάκτηση μίας ὀρθῆς θεώρησης τῆς ἀνθρώπινης σεξουαλικότητας, ἀναπαραγωγῆς καὶ εὐδοκίμησης, μίας θεώρησης ἡ ὁποία βρίσκεται σὲ διαμάχη μὲ τὸν πολιτισμὸ τοῦ κόσμου: αὐτῆς τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανισμοῦ.

Ἡ ἁμαρτία στὰ ἐρείπια τῆς Χριστιανοσύνης

Ἕνας παραδοσιακὸς χριστιανὸς ρωτᾶ: «Πῶς μπορεῖ νὰ ὑφίσταται μία τόσο διαδεδομένη ἀποδοχὴ τῆς ἄμβλωσης; Γιατί οἱ ἄνθρωποι χρησιμοποιοῦν τὴν ἄμβλωση μὲ τέτοια εὐκολία καὶ μὲ τόσο λίγη ἀποδοχὴ ἐνοχῆς»; Αὐτὸ παραμένει ἕνας γρίφος, γιὰ τὸν λόγο ὅτι ὁ αὐθεντικὸς χριστιανισμὸς παραδέχεται ὅτι:

(1) Ὅλη ἡ πραγματικότητα καὶ ἡ ἱστορία ἔχουν βαθὺ νόημα: ὅλη ἡ κοσμικὴ καὶ ἀνθρώπινη ἱστορία προχωρεῖ ἀπὸ τὴν Δημιουργία μέσω τῆς Ἐνσάρκωσης καὶ τῆς Ἀπολύτρωσης στὴν Τελικὴ Κρίση, ἔτσι ὥστε μέσα σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο καμιὰ προβληματικὴ ἐγκυμοσύνη καὶ κανένας πόνος ποὺ ὑφιστάμεθα νὰ μὴν ἔχει διηνεκῆ σημασία.

(2) Ὅλα τὰ ἀνθρώπινα ἐνδιαφέροντα, οἱ ἀνησυχίες καὶ οἱ θεωρήσεις τῆς ἀνθρώπινης εὐδοκίμησης πρέπει νὰ τεθοῦν ὑπὸ τὴν ἔποψη τῆς ἀναζήτησης τῆς ἁγιότητας, ἔτσι ὥστε ὁποιεσδήποτε θυσίες καὶ βάρη, ποὺ εἶναι κανεὶς ὑποχρεωμένος νὰ ἀντέξει, ἔχουν τελικῶς σημασία μόνο σὲ σχέση πρὸς τὸν Θεό.

(3) Ὅλη ἡ ἀνθρώπινη σεξουαλικότητα τοποθετεῖται μέσα στὴν ἀναζήτηση τῆς σωτηρίας, ἔτσι ὥστε ὅλη ἡ σεξουαλικὴ δραστηριότητα καὶ ἀναπαραγωγὴ πρέπει νὰ τοποθετηθοῦν μέσα στὸν γάμο ἑνὸς ἄνδρα καὶ μίας γυναίκας ποὺ προσφέρουν τὴν σεξουαλικότητα καὶ τὴν τεκνοποίησή τους στὸν Θεό.

Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτῆς τῆς θεώρησης τοῦ βαθύτερου νοήματος τῆς πραγματικότητας, τὸ ἀνθρώπινο ἀγαθὸ καὶ ἡ ἀνθρώπινη εὐδοκίμηση, οἱ ἐπιλογὲς σχετικὰ μὲ τὴν ἀνθρώπινη σεξουαλικὴ δραστηριότητα καὶ ἀναπαραγωγή, συμπεριλαμβανομένης τῆς ἄμβλωσης, ἐκτιμῶνται στὴν πληρότητα τῆς σημασία τους μὲ ἕναν τρόπο ἀδύνατο γιὰ ἕναν ἐκκοσμικευμένο πολιτισμό, ἐπειδὴ ὅλες οἱ ἐπιλογὲς ἀνακύπτουν μέσα στὸ πλαίσιο τῆς παραδοχῆς τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος, ὡς προσωπικὸς Δημιουργός, περικλείει τοὺς λόγους ὅλων τῶν δημιουργημένων ὄντων. Ὅλα τὰ δημιουργήματα, συμπεριλαμβανομένων τῶν καλῶν καὶ ὀρθῶν ἐνεργειῶν, μοιάζουν μὲ ἀστέρια σὲ ἕναν γαλαξία ποὺ περιστρέφεται γύρω ἀπὸ μία ἀπέραντη κεντρικὴ μαύρη τρύπα. Ἂν καὶ ἡ ζωὴ τῆς μαύρης τρύπας εἶναι πολὺ διαφορετικὴ καὶ κυβερνᾶται ἀπὸ νόμους διαφορετικοὺς ἀπὸ ἐκείνους τοῦ ὑπόλοιπου γαλαξία, καμιὰ κίνηση τῶν ἀστεριῶν δὲν μπορεῖ νὰ ἐκτιμηθεῖ χωρὶς ἀναφορὰ στὴν ὀγκώδη παρουσία της. (4) Ἐφόσον ἕνας πολιτισμὸς χάσει τὴν θέα τοῦ Θεοῦ, τὰ πάντα ἀποπροσανατολίζονται ἐκ θεμελίων.

Ἀντίθετα, ὁ ἐκκοσμικευμένος πολιτισμὸς προσπαθεῖ νὰ ἐντοπίσει ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη ζωή, τὰ ἐνδιαφέροντα καὶ τοὺς στόχους μέσα στὸν ὁρίζοντα τοῦ πεπερασμένου καὶ τοῦ ἔμφυτου [φυσικοῦ]. Ἡ ἐκτίμησή του γιὰ τὶς ζημίες, τὰ ὀφέλη καὶ τὶς ὑποχρεώσεις, εἶναι ὡς ἐκ τούτου βραχυπρόθεσμη (τ. ἐ. ἀποτυγχάνει νὰ ἀναγνωρίσει ὅτι οἱ ἄνθρωποι προορίζονται γιὰ τὴν αἰωνιότητα) καὶ συστηματικὰ ἐλλιπής. Ἡ σεξουαλικότητα, ὁ γάμος καὶ ἡ ἀναπαραγωγὴ τίθενται μέσα σὲ ἕνα ἀδιάρρηκτο κολὰζ τῶν ἀτομικὰ προσανατολισμένων μεριμνῶν, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν μία λειτουργία ἑνὸς ἐκκοσμικευμένου, μετὰ-χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος μεταχειρίζεται:

(1)Τὸ σύνολο τῆς πραγματικότητας καὶ τῆς ἱστορίας ὡς νὰ μὴν εἶχε τὴν ὕψιστη σημασία: ὁ κόσμος θεωρεῖται ὡς προερχόμενος ἀπὸ τὸ πουθενά, ὅτι κατευθύνεται πρὸς τὸ πουθενὰ καὶ χωρὶς σκοπό.

(2)Ὅλα τὰ ἀνθρώπινα ἐνδιαφέροντα, οἱ ἀνησυχίες καὶ οἱ ἀπολογισμοὶ τῆς ἀνθρώπινης ἀνάπτυξης γίνονται ἑπομένως ἀποδεκτὰ γιὰ τὸ τί εἶναι ἀνάλογα μὲ τὴν χρήση ποὺ τυχαίνουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ὡς πρόσωπα.

(3)Κατὰ συνέπεια, ὅλη ἡ ἀνθρώπινη σεξουαλικότητα τοποθετεῖται μέσα στὸν ἐκκοσμικευμένο ὑπολογισμὸ τῶν ἔμφυτων [φυσικῶν] πλὴν καὶ σύν.

Αὐτὸ σχετίζεται μὲ μία θέση παρόμοια μὲ ἐκείνη τοῦ σοφιστῆ Πρωταγόρα (460-377 π.Χ.), ὁ ὁποῖος ὑποστήριζε ὅτι ὁλόκληρη ἡ ἠθικὴ ἀλήθεια, κατουσίαν ὁλόκληρη ἡ πραγματικότητα, θὰ πρέπει νὰ ἑρμηνευθεῖ μὲ μέτρο τὸν ἄνθρωπο. Ὅταν κάποιος εἶναι τυφλωμένος ὡς πρὸς τὴν ὕπαρξη τοῦ θείου, τότε οἱ ἄνθρωποι γίνονται τὸ μέτρο κάθε ἠθικῆς.

Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι μία βαθιὰ παραμόρφωση τῆς ἐκτίμησης τῆς σεξουαλικότητας καὶ τοῦ γάμου. Ἕνα σύμπτωμα αὐτῶν τῶν ἀλλαγῶν εἶναι ἡ δραστικὴ μείωση τῶν εὐρωπαϊκῶν πληθυσμῶν, καθὼς καὶ ἡ εὔκολη ἀποδοχὴ τῆς ἔκτρωσης. Οἱ Εὐρωπαῖες ἔχουν τὴν τάση νὰ ἀποφεύγουν νὰ μένουν ἔγκυες, καὶ ὅταν τὸ πράττουν, συχνὰ σκοτώνουν τὸ παιδὶ μέσα στὴν μήτρα, ἔχοντας σὲ ὅλη αὐτὴν τὴν περίοδο τὴν γνώμη ὅτι ἔχουν ἐνεργήσει ὑπεύθυνα. Τὰ παιδιὰ ἀπαιτοῦν αὐτοθυσία ἀπὸ τοὺς γονεῖς τους, καὶ ὅσο περισσότερα εἶναι τὰ παιδιά, τόσο μεγαλύτερη ἡ θυσία. Ἐπιπλέον, ὅσο βαρύτερη εἶναι ἡ ἐγκυμοσύνη, τόσο μεγαλύτερος γίνεται ὁ πειρασμὸς νὰ σκοτώσουμε τὸ ἀγέννητο παιδὶ καὶ νὰ ἀποφύγουμε τὶς εὐθύνες τοῦ γονιοῦ. Εἰδικότερα γίνεται εὐρέως ἀποδεκτὸ ἀπὸ τὸν ἐκκοσμικευμένο πολιτισμὸ ὅτι μία ἐγκυμοσύνη κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἐφηβικῶν χρόνων καὶ λίγο μετὰ τὰ 20 μπορεῖ νὰ διακυβεύσει ἐκπαιδευτικὰ καὶ ἐπαγγελματικὰ σχέδια, καὶ ἀποτελεῖ ὡς ἐκ τούτου ἕνα ἀβάσταχτο φορτίο. Ὁ ἐκκοσμικευμένος μετὰ-παραδοσιακὸς πολιτισμὸς δέχεται τὴν ἄμβλωση:

(1) λόγω τοῦ φορτίου ἑνὸς ἀνεπιθύμητου παιδιοῦ, (2) ἐπειδὴ ἡ μητέρα δὲν συγκατατέθηκε μὲ τὴν ἐγκυμοσύνη, εἴτε (3) ἐπειδὴ τὸ παιδὶ στὴν μήτρα ὑποφέρει ἀπὸ ἕνα σοβαρὸ σωματικὸ ἐλάττωμα. Τὰ ἀγέννητα παιδιὰ ἀπορρίπτονται.

Ἡ ἴδια ἡ διαθεσιμότητα τῆς ἄμβλωσης καθίσταται ἕνα εἶδος ἀσφάλειας ἀπέναντι στὰ φορτία καὶ τὶς διασπάσεις μίας ἀνεπιθύμητης ἐγκυμοσύνης, διαφυλάσσοντας τὴν προτεραιότητα ποὺ παρέχουν οἱ ἐκκοσμικευμένοι τρόποι ζωῆς στὴν ἐργασία, τὴν σταδιοδρομία, τὴν πραγμάτωση καὶ ἱκανοποίηση τοῦ ἐγὼ καὶ τὴν ἐπιτυχία, τὰ ὁποῖα κατανοοῦνται μέσα στὸν ὁρίζοντα τοῦ ἔμφυτου [φυσικοῦ]. Σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο ὁ ἐκκοσμικευμένος πολιτισμὸς καταφάσκει τὴν ἐλευθερία ἐπιλογῆς τῆς ἄμβλωσης ὡς ἀναπόσπαστο στοιχεῖο τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας καὶ ἀξιοπρέπειας (5) στὴν διαδικασία ἀπώλειας τῆς ἱκανότητας διάκρισης τῆς δαιμονικότητας τῆς ἄμβλωσης καὶ αὐτῆς ἀκόμη τῆς παιδοκτονίας. (6)

Ἐκεῖνοι ποὺ βολεύονται ἄνετα μέσα στὸν ἀναδυόμενο, κυρίαρχο, ἐκκοσμικευμένο, παγκόσμιο πολιτισμό, θεωροῦν κατὰ διάστροφο τρόπο κακὸ νὰ ἀποκλείσουν τὴν προσφυγὴ στὴν ἄμβλωση, ἐπειδὴ ἡ ἔλλειψη εὔκολης πρόσβασης στὴν ἄμβλωση θέτει σὲ ἀμφισβήτηση καθιερωμένους τρόπους ζωῆς. Πολλοί, κατὰ συνέπεια, διαμαρτύρονται, ὅταν οἱ γιατροὶ τῶν ἐθνικῶν ὑπηρεσιῶν ὑγείας ἀρνοῦνται νὰ παράσχουν, εἴτε ἀκόμη καὶ νὰ δώσουν παραπεμπτικὸ γιὰ ἔκτρωση (εἴτε νὰ παράσχουν ἤ νὰ δώσουν παραπεμπτικὸ γιὰ προγεννητικὴ διάγνωση ἔχοντας κατὰ νοῦ μία πιθανὴ ἄμβλωση). Σὲ αὐτὸν τὸν ἐκκοσμικευμένο πολιτισμὸ θὰ φαινόταν ἀνάρμοστο ἐὰν οἱ ἰατροὶ στοὺς μαιευτικοὺς καὶ γυναικολογικοὺς χώρους ἀρνοῦνταν νὰ συμμετάσχουν στὴν ἐκμάθηση διαδικασιῶν ἄμβλωσης. Οἱ ὑπερασπιστὲς τοῦ κοσμικοῦ πολιτισμοῦ ἐπιδιώκουν νὰ ἀλλάξουν τὸ ἦθος τῶν ἰατρῶν καὶ τῶν ἐθνικῶν συστημάτων ὑγείας, διαβρώνοντας τὶς συνειδήσεις ἰατρῶν, νοσοκόμων καὶ σπουδαστῶν ὑγείας. Κάθε ἀπειλὴ στὴν διαδεδομένη προσφυγὴ στὴν ἄμβλωση θεωρεῖται κατὰ διεστραμμένο τρόπο ἀνήθικη, ὡς προσπάθεια ἐξαναγκασμοῦ γιὰ τὴν ἐπιβολὴ ἐγκυμοσυνῶν. Ἡ προσφυγὴ στὴν ἄμβλωση γίνεται ἀντιληπτὴ μὲ θετικοὺς ὅρους, ὡς ἕνα στοιχεῖο ὑπεύθυνης ἀναπαραγωγῆς, καθὼς καὶ ὡς ἀναπόσπαστο στοιχεῖο μιᾶς κακῶς νοούμενης ἐλευθερίας, ἰσότητας καὶ ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας, ἑνὸς ἤθους τὸ ὁποῖο δὲν διαθέτει χῶρο γιὰ τὴν βασικὴ ὑποχρέωση ἡ ὁποία δόθηκε ἀπὸ τὸν Χριστό. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν, ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθήτω μοι» (Μάρκ. 8:34). Ὁ ἐκκοσμικευμένος πολιτισμὸς ἔχει θεσμοποιήσει μία ριζικὴ ἀντιστροφὴ τῶν ἀξιῶν.

Ἡ καταδίκη της ἄμβλωσης κατὰ τὴν ἀποστολικὴ ἐποχὴ καὶ τοὺς Πατέρες

Ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ ἐποχὴ ὁ χριστιανισμὸς ἀναγνώρισε ὅτι ἡ ἔκτρωση εἶναι ἀσυμβίβαστη μὲ τὴν στροφὴ πρὸς τὸν Θεό. Τὰ ἀρχαιότερα κείμενα ποὺ περιγράφουν τὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ ἀντιμετωπίζουν τὸ ζήτημα τῆς ἄμβλωσης. Παραδείγματος χάριν, στὴν Διδαχὴ τῶν Ἀποστόλων, ἕνα ἔργο ποὺ συντάχθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 50 καὶ 70 μ.Χ. (τὸ ὁποῖο μεταξὺ ἄλλων καταδεικνύει ὅτι οἱ χριστιανοὶ νήστευαν τὶς Τετάρτες καὶ τὶς Παρασκευὲς ἤδη ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ ἐποχή), βρίσκει κανεὶς τὴν ἄμβλωση νὰ συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν σοβαρῶν ἁμαρτιῶν. «Δὲν θὰ φονεύσεις, δὲν θὰ μοιχεύσεις, δὲν θὰ ἀρσενοκοιτεύσεις, δὲν θὰ πορνεύσεις, δὲν θὰ κλέψεις, δὲν θὰ χρησιμοποιήσεις μαγεία, δὲν θὰ χρησιμοποιήσεις [μαγικὰ]φίλτρα, (7) δὲν θὰ παράσχεις ἀμβλωθρίδια οὔτε θὰ διαπράξεις παιδοκτονία». (8) Μία παρόμοια ὁμάδα ἀπαγορεύσεων, συμπεριλαμβανομένης τῆς ἀπαγόρευσης γιὰ ἔκτρωση, ἀνευρίσκεται ἐπίσης στὴν Ἐπιστολὴ τοῦ Βαρνάβα τοῦ 1ου ἡ 2ου αἰώνα. «Δὲν θὰ πορνεύσεις, δὲν θὰ μοιχεύσεις, δὲν θὰ ἀρσενοκοιτεύσεις… Δὲν θὰ παράσχεις ἀμβλωθρίδια, δὲν θὰ διαπράξεις παιδοκτονία». (9) Ἡ ἄμβλωση εἶχε ἀνέκαθεν καταδικαστεῖ ἀπὸ τὸν χριστιανισμό.

Αὐτὴ ἡ καταδίκη της ἄμβλωσης ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς συνεχίζεται ἀδιάπτωτη. Ὁ β καὶ ὁ γ αἰώνας βρίθουν ἀπὸ χριστιανικὲς δηλώσεις κατὰ τῆς ἄμβλωσης. Ὁ Σέπτιμος Τερτυλλιανὸς (160-240 μ.Χ.) γιὰ παράδειγμα, τόνισε ὅτι «σέ μᾶς, ἡ δολοφονία εἶναι ἀπαγορευμένη μιὰ γιὰ πάντα. Δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ καταστρέψουμε οὔτε τὸ ἔμβρυο στὴν μήτρα, ἐφ ὅσον τοῦ παρέχεται αἷμα γιὰ τὸν σχηματισμὸ ἀνθρωπίνου ὄντος. Τὸ νὰ ἐμποδιστεῖ ἡ γέννηση ἑνὸς παιδιοῦ εἶναι ἕνας συντομότερος δρόμος νὰ θανατωθεῖ. Δὲν ὑπάρχει διαφορὰ στὸ κατὰ πόσον κάποιος καταστρέφει μία ἤδη γεννημένη ψυχὴ ἤ ἐπεμβαίνει στὴν γέννησή της. Πρόκειται περὶ ἑνὸς ἀνθρωπίνου ὄντος καὶ περὶ ἑνὸς ἀτόμου ἐν τῷ γίνεσθαι, ἐπειδὴ ὅλος ὁ καρπὸς εἶναι παρὼν στὸν σπόρο». (1)0

Μία παρόμοια θέση βρίσκουμε στὸν Μηνούκιο Φήλικα (170-215μ.Χ.) στὸν Ὀκτάβιο. Τὸ ἦθος τοῦ χριστιανισμοῦ ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ ἐποχὴ ἀναγνώριζε ὡς ἀνηθικότητα τὴν ἀφαίρεση ἀνθρώπινης ζωῆς.

Καθὼς ὅμως ὁ χριστιανισμὸς ἀνέκαμψε ἀπὸ τοὺς διωγμούς, ἐμφανίστηκαν συνοδικοὶ κανόνες κατὰ τῆς ἄμβλωσης, οἱ ὁποῖοι κατέφασκαν τὴν ὑπόσταση τοῦ ἐμβρύου ὡς προσώπου. Ὁ πρῶτος σημαντικὸς τοπικὸς συνοδικὸς κανόνας χρονολογεῖται ἀπὸ τὸ 314 μ.Χ., ὅπου ὁ 21ος κανόνας τῆς Ἀγκύρας μειώνει τὸ ἐπιτίμιο γιὰ τὴν ἄμβλωση στὰ δέκα ἔτη (ὑπογραμμίζοντας ὅτι ἡ πράξη ἀφοροῦσε διὰ βίου ἀκοινωνησία). Στὰ 315 μ.Χ., ὁ 6ος κανόνας τῆς Συνόδου τῆς Νεοκαισαρείας, μιλώντας γιὰ τὸ βάπτισμα τῆς ἐγκύου γυναίκας ἀναγνωρίζει τὸ παιδὶ ἐντός τῆς μήτρας ὡς ξεχωριστὸ πρόσωπο. «Ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἔγκυο γυναίκα, θεσπίζομε ὅτι μπορεῖ νὰ φωτιστεῖ ὅποτε τὸ ἐπιθυμεῖ. Καθότι σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση δὲν ὑφίσταται κοινωνία τῆς γυναίκας μὲ τὸ παιδί, ἐξαιτίας τοῦ γεγονότος ὅτι κάθε πρόσωπο κατέχει δική του θέληση, ἡ ὁποία ἀποδεικνύεται μὲ τὴν προσωπικὴ ὁμολογία πίστεως». (11) Τὸ δεύτερο μέρος τοῦ κανόνα ἐκτιμᾶ τὸ παιδὶ στὴν μήτρα ὡς πρόσωπο ποὺ καθιστᾶ ἀναγκαῖο τὸ προσωπικό του βάπτισμα. Τὸ βάπτισμα τῆς γυναίκας δὲν ἐπηρεάζει τὸ βάπτισμα τοῦ παιδιοῦ. Τὸ παιδὶ πρέπει νὰ γίνει ξεχωριστὰ δεκτὸ στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ βαπτισθεῖ, κάτι τὸ ὁποῖο εἶναι ἐφικτὸ μόνο μετὰ τὴν γέννηση.

Ἡ κανονικὴ καταδίκη τῆς ἄμβλωσης ἐπαναλαμβάνεται καθόλη τὴν διάρκεια τῶν πρώτων δύο τρίτων της πρώτης χιλιετίας, παρουσιάζοντας σταθερὰ τὴν ἄνευ ἐξαιρέσεων καταδίκη τῆς ἄμβλωσης. Ἐπὶ παραδείγματι, ὁ Μέγας Βασίλειος στὸν δεύτερό του κανόνα ἀπαγορεύει τὴν ἄμβλωση, ὅπως κάνει καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτής, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως στὸν 21ο κανόνα του. Εἰδικότερα, ἡ ἄμβλωση καταδικάζεται ἀπὸ τὸν 91ο κανόνα τῆς Πενθέκτης Συνόδου, ἡ ὁποία ἐκφράζει κανόνες δύο οἰκουμενικῶν συνόδων. Αὐτὴ ἡ συνεπὴς θέση τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανισμοῦ γίνεται ἀποδεκτή, χωρὶς νὰ τεθεῖ ποτὲ τὸ ἐρώτημα τοῦ κατὰ πόσον τὸ ἔμβρυο εἶναι ἐμψυχωμένο, πολὺ περισσότερο [χωρὶς] νὰ τεθεῖ διαχωριστικὴ γραμμὴ ἀνάμεσα σὲ πρώιμες καὶ ὕστερες ἀμβλώσεις. Ἔτσι ἔχουν τὰ πράγματα, ἂν καὶ εἶναι πασίγνωστο ὅτι ἡ ἀπόδοση τῆς Ἐξόδου ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήκοντα [Ο] διακρίνει μεταξὺ ἐξεικονισμένου καὶ μὴ ἐξεικονισμένου ἐμβρύου, μεταξὺ πρώιμης καὶ ὄψιμης ἀποβολῆς ἐξαιτίας ζημίας ποὺ προκλήθηκε ἀπὸ τρίτο ἄτομο.

Τὸ θέμα τῶν Ο χρήζει ἰδιαίτερης προσοχῆς, δεδομένης τῆς ἰδιόρρυθμης ἐπίδρασης τῶν δυτικῶν χριστιανικῶν κύκλων τῆς δεύτερης χιλιετίας. Τὸ κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς: «Ἐὰν δὲ μάχωνται δυὸ ἄνδρες καὶ πατάξωσιν γυναίκα ἐν γαστρὶ ἔχουσαν, καὶ ἐξέλθη τὸ παιδίον αὐτῆς μὴ ἐξεικονισμένον, ἐπιζήμιον ζημιωθήσεται -καθότι ἂν ἐπιβάλη ὁ ἀνὴρ τῆς γυναικός, δώσει μετὰ ἀξιώματος- ἐὰν δὲ ἐξεικονισμένον ἦν, δώσει ψυχὴν ἀντὶ ψυχῆς, ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος, χείρα ἀντὶ χειρός, πόδα ἀντὶ ποδός, κατάκαυμα ἀντὶ κατακαύματος, τραῦμα ἀντὶ τραύματος, μώλωπα ἀντὶ μώλωπος» (Ἐξ. 21:22-25).12 Τὸ ἐν χρήσει κείμενο [textus receptus] τῶν Ἑβραίων ἔχει ὡς ἑξῆς: «Ἂν δυὸ συμπλακοῦν καὶ πέσουν πάνω σὲ μία γυναίκα ἔγκυο καὶ τῆς προκαλέσουν ἀποβολή, χωρὶς ἄλλες συνέπειες, τότε ὁ ὑπαίτιος θὰ τιμωρηθεῖ μὲ ὑποχρεωτικὴ καταβολὴ τῆς ἀποζημιώσεως ποὺ θὰ τοῦ ζητήσει ὁ σύζυγος τῆς ἐγκύου, σύμφωνα μὲ δικαστικὴ ἀπόφαση. Ἂν ὅμως προκληθεῖ σωματικὴ βλάβη στὴν γυναίκα, τότε θὰ ἐφαρμόσετε τὴν ἀρχὴ ζωὴ ἀντὶ ζωῆς, ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος, χέρι ἀντὶ χεριοῦ, πόδι ἀντὶ ποδιοῦ, ἔγκαυμα ἀντὶ ἐγκαύματος, πληγὴ ἀντὶ πληγῆς, χτύπημα ἀντὶ χτυπήματος». (13) Ὁ στίχος 22 τοῦ τρέχοντος ἑβραϊκοῦ κειμένου δὲν κάνει καμιὰ διάκριση μεταξὺ ἀσχημάτιστων καὶ διαμορφωμένων ἐμβρύων, ἐνῶ ὁ στίχος 23 ἑστιάζει μόνο σὲ τραυματισμοὺς ἐνηλίκων ποὺ βλάπτονται σὲ μία διένεξη.

Δυὸ σημεῖα πρέπει νὰ σημειωθοῦν. Κατ’ ἀρχάς, τὸ κείμενο δὲν ἀντιμετωπίζει τὸ ζήτημα τῆς ἄμβλωσης, ἀλλὰ ἀντ’ αὐτοῦ ἀφορᾶ σὲ μία περίπτωση ἀκούσιας ἀνθρωποκτονίας. Δεύτερον, ἡ ἀπόδοση τῶν Ο δὲν εἶναι πιὸ ἐλαστική, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα περισσότερο ἐξειδικευτικὴ ἀναφορικὰ μὲ τὴν τιμωρία γιὰ ἀκούσια ἀνθρωποκτονία ἀπ’ ὅτι ἡ σύγχρονη ἑβραϊκὴ ἐκδοχή. Ἡ ἔκδοση τῶν Ο δύναται κατὰ συνέπεια νὰ γίνει κατανοητὴ ὡς ἕνα ἐνδιάμεσο βῆμα μεταξύ τῆς περισσότερο χαλαρῆς προσέγγισης ποὺ ἐπιτρέπεται ἀπὸ τὸν Μωϋσῆ καὶ τῆς περισσότερο ἀπαιτητικῆς καὶ πλήρους κατανόησης, ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται στὸν χριστιανισμό. Ὅπως μᾶς ὑπενθυμίζει ὁ Χριστὸς ἀναφορικὰ μὲ τὴν περίπτωση τοῦ διαζυγίου, «ὁ Μωυσῆς ἐπέτρεψε νὰ χωρίζετε τὶς γυναῖκες σας, γιατί εἶστε σκληρόκαρδοι» [Ματθ. 19:8 ], ὁ μωσαϊκὸς νόμος ἔλαβε ὑπόψη του τὴν σκληροκαρδία καί, σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις τουλάχιστον, ἀπαιτοῦσε λιγότερα ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους ἀπὸ ὅσα ἀπαιτοῦνται ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς.

Αὐτὸ ποὺ εἶναι σημαντικὸ γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς εἶναι ὅτι μία διάκριση μεταξὺ διαμορφωμένων καὶ ἀσχημάτιστων ἐμβρύων, ἐμψυχωμένων καὶ μὴ ἐμψυχωμένων ἐμβρύων, ἀπορρίπτεται διαρρήδην ὡς μὴ ἔχουσα θεολογικὴ σημασία γιὰ τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανούς. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἐκφράζεται ξεκάθαρα κατὰ τῆς ἀποδοχῆς μίας τέτοιας διάκρισης ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἠθικὴ ὑπόσταση τῆς ἔκτρωσης στὴν ἐπιστολή του πρὸς Ἀμφιλόχιον (Ἐπιστολὴ 188). «Ἐκείνη ποὺ κατέστρεψε σκόπιμα ἕνα ἔμβρυο ὑπέχει τὴν ποινὴ τοῦ φόνου. Καὶ δὲν ὑπάρχει σὲ μᾶς ἀκριβὴς ἔλεγχος τοῦ κατὰ πόσον τὸ ἔμβρυο ἦταν διαμορφωμένο ἤ ἀσχημάτιστο». (14)

Αὐτὴ ἡ θέση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου πρέπει νὰ ἀντιπαρατεθεῖ σὲ δυὸ μείζονα ζητήματα, τὸ πρῶτο ἠθικὸ καὶ τὸ δεύτερο βιβλικό. Τὸ ἠθικὸ ζήτημα ἀφορᾶ στὴν ὑποχρέωση τῶν χριστιανῶν νὰ μὴν χύνουν ἀθῶο ἀνθρώπινο αἷμα, μία ὑποχρέωση ποὺ ἀντικατοπτρίζει μία θεμελιώδη βιβλικὴ ἀπαγόρευση (Γέν. 9:6), ἡ ὁποία εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπὸ κάθε ζήτημα περὶ ἐμψυχώσεως καὶ ἡ ὁποία ἐκφράζεται στὴν ἄνευ ἐξαιρέσεων χριστιανικὴ καταδίκη της ἄμβλωσης ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ ἐποχή.

Τὸ δεύτερο θέμα εἶναι βιβλικὸ καὶ διττό. Κὰτ ἀρχάς, ὅπως σημειώνεται ἤδη, ἡ ἐκδοχὴ τῆς Ἐξόδου τῶν Ο δὲν μειώνει, ἀλλὰ καθιστᾶ αὐστηρότερη τὴν δικαστικὴ τιμωρία ποὺ ἀπαιτεῖται ἀπὸ τὴν Ἔξοδο γιὰ τὴν περιγραφόμενη ἀκούσια ἀνθρωποκτονία. Δεύτερον, ὅ,τι ἀπαιτεῖτο γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ὑπὸ τὶς 613 διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου γενικῶς καὶ σὲ ἀναφορὰ μὲ τὴν ἄμβλωση εἰδικότερα, δὲν μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ χωρὶς περαιτέρω προσεκτικὴ ἐξέταση γιὰ νὰ καθορίσει τὸ τί ἀπαιτεῖται ἀπὸ τοὺς χριστιανούς. Τὸ Ταλμούδ, γιὰ παράδειγμα, ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ νόμος ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἄμβλωση εἶναι αὐστηρότερος γιὰ τοὺς ben Noah (Ἐθνικοὺς) ἀπ’ ὅτι γιὰ τοὺς Ἰουδαίους (Sanhedrin 57b), ἔτσι ὥστε σύμφωνα, τουλάχιστον, μὲ ὁρισμένους ὀρθόδοξους ἑβραίους ἀκαδημαϊκούς, ἐνῶ ἡ ἄμβλωση θὰ ἦταν ἐπιτρεπτὴ σὲ πολλὲς περιστάσεις γιὰ τοὺς Ἑβραίους, δὲν θὰ ἦταν ἐπιτρεπτὴ γιὰ τοὺς ben Noah (Ἐθνικούς).

Ἡ ἄμβλωση γιὰ ἕναν ἐθνικὸ ἀφορᾶ στὴν παραβίαση μίας ἀπὸ τὶς ἑπτὰ ἀπαγορεύσεις τῆς Διαθήκης τοῦ Νῶε καὶ ἀποτελεῖ ἔγκλημα κεφαλικῆς ποινῆς. (15)

Ἐν ὀλίγοις, αὐτὲς οἱ ὀρθόδοξες ἑβραϊκὲς αὐθεντίες συμφωνοῦν μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο: δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιχειρηματολογήσει κανείς, ὅπως ἔκανε ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία τὸν Μεσαίωνα, (16) κρίνοντας ἀπὸ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἀκούσια ἀνθρωποκτονία σὲ σχέση μὲ τὸ τί ἀπαιτεῖται ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἄμβλωση. Ὁ ὀρθόδοξος χριστιανισμός, ἀντίθετα μὲ τὴν Δύση, ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ μωσαϊκὸς νόμος δὲν μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ ἀπ εὐθείας ὡς ὁδηγὸς γιὰ μία κατάλληλη κατανόηση τῆς ἠθικῆς τῆς ἄμβλωσης. Ἡ θέση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἐπικυρώθηκαν ἀπὸ τὸν Μέγα Φώτιο (810-895) στὸ Σύνταγμα Κανόνων καὶ στὸν Νομοκάνονα (ὅπως ἀναθεωρήθηκε μὲ ἐντολὴ τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου ΣΤ ), περιχαρακώνουν τὸν ὀρθόδοξο χριστιανισμὸ ἀπὸ τὶς διάφορες καινοτομίες ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἄμβλωση, ποὺ προέκυψαν στὶς ἀρχὲς τοῦ 12ου αἰώνα στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία.

Τοποθέτηση τῶν βιολογικῶν δεδομένων σὲ μία ὀρθὰ ταξινομημένη θεολογικὴ προοπτικὴ

Βλέπει κανεὶς μόνο ἐκεῖνο, γιὰ τὸ ὁποῖο γνωρίζει πὼς νὰ τὸ ἀναζητήσει. Ἐὰν δὲν γνωρίζει κανεὶς τὴν ὕπαρξη τῶν μικροβίων, δὲν γνωρίζει πῶς νὰ τὰ ἀναζητήσει, πολὺ περισσότερο πῶς νὰ τὰ δεῖ. Κατὰ συνέπεια, παρόμοια, ἐὰν κάποιος ἔχει κλειστὴ τὴν καρδιά του στὸν Θεό, ἀποτυγχάνει νὰ Τὸν δεῖ, ἀλλὰ ἐπίσης ἀγνοεῖ καὶ τὸν τρόπο νὰ Τὸν προσεγγίσει. Οἱ συνέπειες τῆς ἐσφαλμένης λατρείας περιλαμβάνουν, ὅπως τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν Ρωμ. 1, 23-28, τὴν διαστροφὴ τῶν παθῶν κάποιου καὶ τὴν διαστρέβλωση τῆς συνείδησής του. Ἐὰν κάποιος ἐναγκαλιστεῖ τὸν ἐκκοσμικευμένο πολιτισμό, δὲν ἀντιλαμβάνεται σωστὰ τί διακυβεύεται στὴν σεξουαλικότητα, τὴν ἀναπαραγωγὴ καὶ τὴν ἄμβλωση. Ἐὰν κάποιος προσανατολίζει ὀρθὰ τὸν ἑαυτό του πρὸς τὸν Θεό, εὔκολα ἀναγνωρίζει τὴν βασικὴ βιολογικὴ καὶ ἠθικὴ σημασία τοῦ ζυγώτη, τῆς νέας ἀνθρώπινης ζωῆς, ἡ ὁποία μορφοποιεῖται μὲ τὴν ἕνωση τοῦ ἀνδρικοῦ σπέρματος καὶ τοῦ ὠαρίου.

Ἂν καὶ ὑφίσταται μία πιθανότητα διδυμοποίησης μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ σημεῖο, τόσο στὴν φύση ὅσο καὶ μέσω παράνομων ἐργαστηριακῶν vitro τεχνικῶν, καὶ μολονότι ὑφίσταται μία μεγάλη καὶ ἀπρόκλητη ἀπώλεια πρόωρων ἐμβρύων, μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποδεχτεῖ μαζὶ μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο ὅτι οἱαδήποτε πράξη δολοφονίας αὐτῆς τῆς νέας ἀνθρώπινης ζωῆς ἔχει ἠθικὲς συνέπειες ἰσοδύναμες μὲ τὴν ἀνθρωποκτονία, ὅπως τὸ ἔχουν καθαρὰ ἀποδεχτεῖ οἱ χριστιανοὶ ἐδῶ καὶ δυὸ χιλιάδες χρόνια.

Οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ μποροῦν ἐπίσης νὰ ἀντιτίθενται σὲ ὁποιαδήποτε πράξη κατὰ τοῦ ζυγωτικοῦ κυττάρου, καὶ δὲν ἀντιμετωπίζουν, ὅπως στὴν Δύση, ἕνα ὑποτιθέμενο δίλημμα ἀνάμεσα στὴν μὴ ἀναγνώριση τοῦ ἐμβρύου ὡς προσώπου, εἴτε τὴν ἀναγνώριση τῆς ὑποχρέωσης νὰ ἐγείρουν ἰατρικὲς παρεμβάσεις, ὥστε νὰ ἀποτρέψουν τὴν πρώιμη φυσικῷ τῷ τρόπῳ συμβαίνουσα ἀπώλεια ἐμβρύου. Ἀντ’ αὐτοῦ, θὰ ἀντιληφθεῖ κάποιος ὅτι δὲν ἔχει θέση μία ἠθικὴ διάκριση μεταξὺ διαμορφωμένου καὶ ἀσχημάτιστου ἐμβρύου. Ἐπιπλέον, μπορεῖ κανεὶς νὰ δεῖ τὸ πρώιμο στάδιο τῆς ζωῆς ἑνὸς νέου παιδιοῦ ποὺ ἀναπτύσσεται καὶ ἀναμένει νὰ γεννηθεῖ. Οἱ δυνατότητες τῆς σύγχρονης ἰατρικῆς ποὺ δείχνουν πράγματι τὸ ζωντανό, ἀναπτυσσόμενο παιδὶ στὴν μήτρα τῆς μητέρας του, βοηθοῦν ἐντυπωσιακὰ τὴν παρουσίαση τῆς πραγματικότητας καὶ τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ ποὺ σύντομα θὰ γεννηθεῖ.

Οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ βιώνουν μία ἀδιάσπαστη ἐκτίμηση τοῦ πῶς νὰ ἐκτιμοῦν τὴν ἀνθρώπινη ζωὴ ἀπὸ τὴν σύλληψή της, καὶ νὰ ἀναγνωρίζουν ὅτι ἡ ἀφαίρεση αὐτῆς τῆς ζωῆς ἀπαγορεύεται. Ζοῦν σὲ μία ζωηρὴ ἐκτίμηση τοῦ γιατί ἡ σεξουαλικότητα καὶ ἡ ἀναπαραγωγὴ πρέπει νὰ τοποθετοῦνται μέσα στὴν ζωὴ μίας χριστιανικῆς οἰκογένειας, ἡ ὁποία ἀναζητᾶ χωρὶς ἐγωϊσμοὺς νὰ ἀναπαραχθεῖ καὶ νὰ ἀναθρέψει παιδιὰ μὲ ἀγάπη γιὰ τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

* Ο Herman T. Engelhardt εἶναι Καθηγητὴς τοῦ Τμήματος Φιλοσοφίας τοῦ Rice University καὶ ὁμότιμος καθηγητὴς τοῦ Baylor College of Medicine, Houston, Texas.

Μετάφραση ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ π. Γεώργιος Κανάκης, Μ.Α. (μτφρ.)

——————————————————————————–

Σημειώσεις

1. Μία ἀνάλυση τῶν παγκόσμιων στοιχείων δείχνει ὅτι κάπου μεταξὺ 36 καὶ 53 ἑκατομμυρίων ἀγέννητων παιδιῶν σκοτώνεται κάθε ἔτος μὲ ἀμβλώσεις. X. K. Henshaw, Unintended Pregnancy 30 (1998), 24-29, 46. Βλέπε ἐπίσης, Wendy R. Ewart καὶ Beverly Winikoff, Toward Safe and Effective Medical Abortion, Science 281 (July 24, 1998), 520-1.
2. http://www.johnstonsarchive.net/policy/abortion/wrjp333pd2.html, ἐνημερωμένα στὶς 23 Μαρτίου 2004.
3. http://www.johnstonsarchive.net/policy/abortion/ab-greece.html (ἐνημερωμένη ἰστοσελίδα στὶς 23 Μαρτίου 2004).
4. Στὸ ἔργο τοῦ Πλάτωνα Εὐθύφρων δὲν ὑποστηρίζεται ἁπλῶς ὅτι ὁ Θεὸς ἐγκρίνει τὸ ἀγαθό, τὸ ὀρθὸ καὶ τὸ ἅγιο ἐπειδὴ εἶναι ἀγαθό, ὀρθὸ καὶ ἅγιο, οὔτε αὐτὸ σημαίνει ἁπλῶς ὅτι ἐκεῖνο ποὺ εἶναι ἀγαθό, ὀρθὸ καὶ ἅγιο εἶναι τέτοιο ἐπειδὴ ὁ Θεὸς τὸ ἐγκρίνει. Μᾶλλον, συμβαίνει τὸ πλάσμα, συμπεριλαμβανομένης τῆς ἀγαθότητας, τῆς ὀρθότητας καὶ τῆς στροφῆς ἑνὸς πλάσματος πρὸς τὴν ἁγιότητα, νὰ δύνανται νὰ κατανοηθοῦν σὲ σχέση μὲ τὸν Θεό, τὸ Ἀδημιούργητο Ὄν.
5. Ὁ Πρωταγόρας ἀπέκρουε τὴν ὕπαρξη τοῦ θείου καὶ διατεινόταν ὅτι «Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ μέτρο γιὰ ὅλα τὰ πράγματα, γιὰ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι καὶ γιὰ ἐκεῖνα ποὺ δὲν εἶναι ὅ,τι δὲν εἶναι». Διογένης Λαέρτιος, Περὶ βίων καὶ γνωμῶν τῶν ἐν φιλοσοφία εὐδοκιμησάντων ΙΧ. 51, μτφρ. R. D. Hicks (Cambridge, ΜΑ: Harvard University Press, 2000), τ. 2, σσ. 463, 465. Βλέπε ἐπίσης, Σέξτος Ἐμπειρικός, Πυρώνειοι ὑποθέσεις, Ι. 216, μτφρ. R. G. Bury (Cambridge, ΜΑ: Harvard University Press, 1976), τ. 1, σ. 131. Ὅταν ἡ ἑστίαση στρέφεται ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν ἄνθρωπο, ἡ ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια δὲν ἀνατίθεται πλέον στὸν Θεό, ἀλλὰ πραγματώνεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἐλεύθερή τους βούληση καὶ τὴν ἰσότιμη ἀξιοπρέπειά τους.

6. Ἡ βρεφοκτονία ἦταν εὐρέως ἀποδεκτὴ στὸν ἐθνικὸ ἑλληνο-ρωμαϊκὸ πολιτισμό. Βλέπε, γιὰ παράδειγμα, Πλάτων, Πολιτεία τ. 459 κ.ἐξ., καθὼς καὶ τὰ σχόλια τοῦ Κικέρωνα ἀναφορικὰ μὲ τὴν δ δέλτο τοῦ ρωμαϊκοῦ νόμου τῆς δωδεκαδέλτου. «Καταστροφὴ παραμορφωμένων βρεφῶν»: Κικέρων: Ταχεῖα φόνευση, καθὼς ἐπιτάσσει ἡ Δωδεκάδελτος σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἕνα ἀποκρουστικὰ παραμορφωμένο παιδὶ ὀφείλει νὰ φονευθεῖ». Ε.Η. Warmington (ἔκδ. καὶ μτφρ.), Remains of Old Latin, τ. 3, The Twelve Tables (Cambridge, ΜΑ: Harvard University Press, 1979), σ. 441. Στὴν πράξη, ἡ βρεφοκτονία χρησιμοποιήθηκε εὐρέως γιὰ νὰ ἀπορριφθεῖ ἕνας προβληματικὸς γόνος. Ὁ σύγχρονος φιλόσοφος καὶ θεωρητικός της ἠθικῆς του Princeton University, Peter Singer ἀναγνωρίζει καὶ χαίρει ποὺ ὁ σύγχρονος πολιτισμὸς ἔχει μοιάσει στὸν ἀρχαῖο ἐθνικὸ πολιτισμὸ στὸ ζήτημα τῆς ἀπώλειας τῆς ἱκανότητας διάκρισης τοῦ κακοῦ τοῦ φόνου ἑνὸς ἐμβρύου κι ἑνὸς ἀνθρώπινου νηπίου. Ὅπως ὑποστηρίζει ὁ Singer, ὁ φόνος ἑνὸς ἐμβρύου εἴτε ἑνὸς ἀνθρώπινου βρέφους θὰ πρέπει νὰ θεωρηθεῖ ἠθικὰ ἀντίστοιχος μὲ τὸν φόνο ἑνὸς μὴ ἀνθρώπινου ζώου ψυχολογικῆς ἀνάπτυξης παρομοίου ἐπιπέδου. Βλέπε, γιὰ παράδειγμα, Singer, Animal Liberation (New York: Avon Books, 1990), σσ. 81-82, 240.

Ἐδῶ, ὁ Singer ἔχει μία σημαντικὰ βαθιὰ ἀντίληψη τῆς ἐθνικῆς ἠθικῆς, ἡ ὁποία δέχεται τὴν ἄμβλωση ὡς μέσο τερματισμοῦ τῆς ἐγκυμοσύνης. Στηλιτευόμενο αὐστηρὰ ἀπὸ τὶς χριστιανικὲς ἠθικὲς ἀντιλήψεις, παραμένει δύσκολο, ἂν ὄχι ἀδύνατο, γιὰ τὸν πολιτισμὸ αὐτὸ νὰ δικαιολογήσει κάποιες ξεκάθαρες ἠθικὲς διαχωριστικὲς γραμμὲς μεταξύ τοῦ φόνου ἑνὸς ἐμβρύου καὶ τοῦ φόνου ἑνὸς νεαροῦ νηπίου, μεταξὺ ἐμβρυοκτονίας καὶ βρεφοκτονίας. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ ἐθνικὸς κόσμος δέχτηκε τὴν βρεφοκτονία τὸ ἴδιο εὔκολα μὲ τὴν ἄμβλωση. Ὅπως τὸ τοποθετεῖ ὁ Singer, «τὸ νὰ φονεύεις ἀνεπιθύμητα βρέφη εἴτε νὰ τοὺς ἐπιτρέπεις νὰ πεθάνουν εἶναι συνήθης πρακτικὴ στὶς περισσότερες κοινωνίες σὲ ὅλη τὴν ἀνθρώπινη ἱστορία καὶ προϊστορία. Τὴν βρίσκουμε, γιὰ παράδειγμα, στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα… Ἡ εὐρεία ὑποστήριξη γιὰ ἰατρικὴ βρεφοκτονία σημαίνει ὅτι, ἀντὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ βροῦμε ποῦ θὰ χαράξουμε τὶς διαχωριστικὲς γραμμές, θὰ πρέπει νὰ δεχθοῦμε ὅτι ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρώπινου ὄντος, ἀπὸ τὸν ζυγώτη στὸ ἔμβρυο, ἀπὸ τὸ ἔμβρυο στὸ νεογνό, καὶ ἀπὸ τὸ νεογνὸ στὸ μεγαλύτερο παιδί, εἶναι μία διαρκὴς διαδικασία, ἡ ὁποία δὲν μᾶς προσφέρει καθαρὲς γραμμὲς ὁριοθέτησης μεταξὺ τῶν σταδίων». Singer, Rethinking Life and Death: The Collapse of our Traditional Ethics (New York: St. Martin’s Griffin, 1994), σσ. 129,130.

7. Ὁ ὅρος φαρμάκευσις δυνατὸν νὰ χαρακτηρίζει τὴν πρακτική τῆς μαγείας εἴτε ἴσως ἀκόμη καὶ τὴν παραγωγὴ ἐρωτικῶν φίλτρων κατὰ τῶν ὁποίων φέρεται ὁ Μ. Βασίλειος στὸν 8ο κανόνα του.

8. Διδαχὴ τῶν Ἀποστόλων ΙΙ.2, μτφρ. Krisopp Lake (Cambridge, ΜΑ: Harvard University Press, 1965), τ. 1, σσ. 311,313.

9. “Ἐπιστολὴ Βαρνάβα» ἐν Apostolic Fathers, μτφρ. Krisopp Lake (Cambridge, ΜΑ: Harvard University Press, 1965), ΧΙΧ 4-5, τ. 1, σ. 403.

10. Τερτυλιανός, «Ἀπολογία» 9.8, ἐν Apologetical, μτφρ. Rudolf Arbesmann, Sr. Emily Joseph Daly, Edwin A. Quain (Washington, DC: Catholic University of America Press, 1950), σσ. 31-32.

11. «Οἱ ιε΄ Κανόνες τῆς ἐν Νεοκαισαρείᾳ τοπικῆς Συνόδου ἑρμηνευόμενοι», Ἕν Πηδάλιον τῆς νοητῆς νηὸς τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας ἤτοι ἅπαντες οἱ ἱεροὶ καὶ θεῖοι Κανόνες, ἔκδ. Ἀγάπιος ἱερομόναχος καὶ Νικόδημος μοναχός, (Ἀθῆναι: ἐκδοτικὸς οἶκος Ἀστὴρ-Παπαδημητρίου, 1982) σ. 389.

12. Ἡ Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ Διαθήκη, (Ἀθῆναι, ἔκδ. Γιοβάνη), τ. Α΄, σ. 200.

13. Ἡ Ἁγία Γραφὴ (Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη), μετάφραση ἀπὸ τὰ πρωτότυπα κείμενα (Ἀθήνα, Ἑλληνικὴ Βιβλικὴ Ἐταιρία, 1997), σ. 96.

14. Βασίλειος ὁ Μέγας, Ἐπιστολές, μτφρ. Sr. Agnes Way (Washington, DC: Catholic University of America Press, 1955), τ. 2, σ. 12.

15. Baruch A. Brody, The Use of Halachic Material Discussions of Medical Ethics, Journal of Medicine and Philosophy 8 (1983), 317-328.

16. Corpus Juris Canonici Emendatum et Notis Illustratum cum Glessae: decretalium d. Gregorii Papae Noni Compilatio (Rome, 1585), Glossa ordinaria τ. 5, τίτλος 12, κέφ. 20, σ. 1713. Μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1234 καὶ 1869, ἐκτός της περιόδου 1588-1591, ἡ Ρωμαϊκὴ Ἐκκλησία δὲν θεωροῦσε τὴν πρώιμη ἔκτρωση φόνο.

17. Ὁ Θωμᾶς Ἀκινάτης, ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὴν ἀριστοτελικὴ βιολογία καὶ φιλοσοφία (βλέπε, γιὰ παράδειγμα, Ἀριστοτέλης, Περὶ ζώων γενέσεως, 2.3.736 a-b καὶ Περὶ τῶν ζώων ἱστορίαι, 7.3.583b) ἀδυνατοῦσε νὰ δεχθεῖ τὸ κακὸ τῆς πρώιμης ἄμβλωσης, κάτι τὸ ὁποῖο ὁδήγησε αὐτὸν καὶ τοὺς συνεχιστές του νὰ διακρίνουν μεταξύ τῆς ἀνθρώπινης βιολογικῆς καὶ ἀνθρώπινης προσωπικῆς ζωῆς, καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖο λανθασμένα ἀρύσθηκαν τόσο ἠθικὴ ὅσο καὶ κανονικὴ σημασία (στὸ νὰ μὴν ἀντιλαμβάνονται τὴν πρώιμη ἄμβλωση ὡς ἰσότιμή της ἀνθρωποκτονίας). Βλέπε Θωμᾶς Ἀκινάτης, Aristoteles Stagiritae: Politicorum seu de Rebus Civilibus, βιβλίο VΙΙ, ?νάγνωσμα ΧΙΙ, ἐν Opera Omnia (Paris: Vives, 1875), τ. 26, σ. 484. Βλέπε, ἐπίσης, Θωμᾶς Ἀκινάτης, Shuma Thelogica, Ι, Q 118, ἄρθ. 2, ἀπάντηση στὴν ἀντίρρηση 2