Εκκλησία, η πηγή της  Αλήθειας και η διαφαινόμενη – μάλλον καταφανής – αμφισβήτησή της

Θεολογεί κυριολεκτικά η Εκκλησία  διά της υμνολογίας της. Είναι πραγματικά εκπληκτικός ο τρόπος διατύπωσης των αληθειών δια των ύμνων, ώστε δεν αφήνει καμιά αμφιβολία πως η υμνογραφία είναι δοσμένη   άνωθεν εκ της Χάριτος.

 

Τα όμορφα αυτά λουλούδια της Εκκλησίας μας, οι ύμνοι, που στολίζουν  τον κήπο της υμνολογίας, τα φύτεψαν  οι Άγιοι και οι φωτισμένοι άνθρωποι προσευχόμενοι και αγωνιζόμενοι κατά των αιρέσεων και μας τον παρέδωσαν, να τον φροντίζουμε,  να τον περιποιούμαστε και να τον κρατάμε καθαρό, απολαμβάνοντας τις υπερκόσμιες ευωδίες του. Μέσα σ` αυτόν  ασφαλιζόμαστε πνευματικά, συμβουλευόμενοι τη γνησιότητα των αληθειών που φέρουν, καθώς προέρχονται ανόθευτες  από την Αποστολική και Πατερική παράδοση, από τα στόματα των Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων.
 Το κοντάκιο της Κυριακής των Αγίων Πατέρων, των συνελθόντων στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325), είναι ένα από αυτά τα άνθη και το διαλέξαμε, να  απολαύσουμε τη χάρη του, την τελειότητά του από πάσης απόψεως, αλλά και να διδαχθούμε ασφαλώς, λόγω των πονηρών ημερών που διανύουμε:
«Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τῇ Ἐκκλησίᾳ μίαν τὴν πίστιν ἐσφράγισαν· ἣ καὶ χιτῶνα φοροῦσα τῆς ἀληθείας, τὸν ὑφαντὸν ἐκ τῆς ἄνω θεολογίας, ὀρθοτομεῖ καὶ δοξάζει, τῆς εὐσεβείας τὸ μέγα μυστήριον».
«Το κήρυγμα των Αποστόλων και τα δόγματα τα οποία διατύπωσαν οι Πατέρες στις Συνόδους, ασφάλισαν στην αγκαλιά της Εκκλησίας μία και μοναδική την πίστη. Τώρα πλέον, η Εκκλησία, ως μια σεμνή κόρη, που φοράει  χιτώνα  υφαντό την αλήθεια, την προερχόμενη από  την άνωθεν θεία σοφία, διατυπώνει ορθά  και αποκαλύπτει το μέγα μυστήριο της ευσέβειας, της αληθινής λατρείας στο Θεό».
Μέσα σε δυο αράδες, που θα `λεγε ο απλός λαός, μας αποκαλύπτει τι είναι η πίστη  μας και ποιος ο φορέας της. Μία και μοναδική η αληθινή πίστη, η αποκεκαλυμμένη στους αγίους. Μία και μοναδική η αληθινή Εκκλησία, η οποία ως κόρη σεμνή, φοράει την αλήθεια σαν χιτώνα και περιβάλλεται από αυτήν. Μια η αλήθεια, σε μια Εκκλησία«εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα» (Εφ. 4,5). Άρα η Εκκλησία οριοθετείται από την αλήθεια που φέρει, από την πίστη που διδάσκει. Αυτήν που οι Προφήτες είδαν, οι Απόστολοι δίδαξαν  και οι Πατέρες δογμάτισαν.  Βλέπουμε πως η πίστη και η αλήθεια μέσα στην Εκκλησία ταυτίζονται. Φέρουν το ίδιο πνευματικό φορτίο.
Στο Συνοδικό της Κυριακής της Ορθοδοξίας κηρύσσεται: «Οι Προφήται ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η Οικουμένη ως συμπεφρόνηκεν (συμφώνησε), η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεικται, το ψεύδος ως απελήλαται (διώχτηκε), η σοφία ως επαρρησιάσατο (μίλησε με θάρρος), ο Χριστός ως εβράβευσεν΄ ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν, ούτω κηρύσσομεν Χριστόν τον αληθινόν Θεόν ημών…».
Και παρακάτω: «Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων, αύτη η πίστις την Οικουμένην  εστήριξεν».
Συμπερασματικά, χωρίς πάσης αμφιβολίας, αν πιστεύουμε στην  Ορθόδοξη Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, δεν μπορούμε να διανοηθούμε πως υπάρχει πουθενά αλλού  η αλήθεια του Χριστού. Η αλήθεια στην πληρότητά της. Όχι περίπου, αλλά όλη. Διότι, αν υπάρχει αλλού, έστω και λίγο διαφορετική, τότε δεν είναι η Αλήθεια. Για παράδειγμα. Αν έχουμε ένα ποτήρι γάλα και ρίξουμε μέσα μια σταγόνα δηλητήριο, τότε αυτό σίγουρα θα πάψει να είναι γάλα και θα μετατραπεί όλο σε  δηλητήριο. Το ίδιο συμβαίνει και με την Αλήθεια.
Ο μακαριστός δάσκαλός μας, Στέργιος Σάκκος, μας έλεγε, απ` όσο θυμάμαι, την εμπειρία που αποκόμισε ως προς τη σχέση της Ορθοδοξίας με τις άλλες «χριστιανικές κοινότητες», αφού πήγε και σπούδασε στο εξωτερικό: «Αδελφοί μου, έλεγε, αφού έμεινα αρκετό καιρό στη Γερμανία, κάθισα  και σκέφτηκα. Τι είναι ο Παπισμός, τι ο Προτεσταντισμός και τι η Ορθοδοξία. Και τις παρομοίασα με τρεις γυναίκες. Ο Παπισμός είναι μια γυναίκα, που της έχουν φορέσει στενά ρούχα  με  έναν στενό κορσέ και πασχίζει να τα βγάλει από πάνω της, διότι κοντεύει να σκάσει από την πίεση και το σφίξιμο. Ο Προτεσταντισμός είναι  στην αντίθετη πλευρά. Μοιάζει με γυναίκα πόρνη, γυναίκα που ξεπούλησε τον εαυτό της και δε συστέλλεται και δεν ντρέπεται από τίποτε. Έχει παραδώσει ό,τι ιερό, τα έχει ξεπουλήσει όλα. Και η Ορθοδοξία μοιάζει με κόρη  σεμνή, αγνή και παρθένο, που ζει τη χάρη και την αληθινή ελευθερία και κρατά  για το Νυμφίο της όλα τα κάλλη της».
Υπάρχουν σήμερα κινήσεις και κινήματα, ακόμα και μεμονωμένα πρόσωπα μέσα στην Εκκλησία, αφορμώμενα από διάφορους λόγους και αιτίες, τα οποία εμμέσως ή και ευθέως αρνούνται τα παραπάνω διατυπωμένα από την Αγία μας Παράδοση. Είναι πολύ παράξενο. Και  πολύ κρίμα. Επινοούν ποικίλες θεωρίες και τρέχουν με αγωνία και με βιάση να συμμετάσχουν σε «Καϊαφαϊκά Συνέδρια», να συζητήσουν, να βρουν να συνταιριάξουν τα αταίριαστα, να δικαιολογήσουν τα πάθη τα δικά τους και των ακολούθων τους. Αναζητούν φιλόδοξα και μάταια φιλίες και «συνομωσίες» και αλλοιώνουν την πίστη, που οδηγεί με ασφάλεια  στο Χριστό.
Παραβαίνουν τους κανόνες και συγχρωτίζονται με ετερόδοξους και αλλόθρησκους κατά τρόπο, που δείχνει πως αναγνωρίζουν και εκεί αλήθεια. Όμως δε γίνεται, αφού μία είναι η Εκκλησία και μία η Αλήθεια. Αυτοί επιμένουν. Συμπροσεύχονται-δεν γνωρίζουμε πού και σε ποιον Θεό- ασπάζονται ο ένας τον άλλο, επαινούν ο ένας τον άλλο με  κενές αγαπολογίες   και με χαρακτηρισμούς υπερθετικούς ως προς την  αγιότητα. Μοιράζουν αλλεπάλληλα φιλήματα του Ιούδα. Μπαινοβγαίνουν  σε ναούς αιρετικών ή ιερείς και επίσκοποι  εισάγουν αιρετικούς στα Άγια και γενικά με όσα κάνουν, υβρίζουν  την πίστη και μαγαρίζουν  τα άγια.
Το ερώτημα είναι: Όλες αυτές τις κινήσεις τις κάνουν,  για να προσφέρουν ακλόνητοι και στέρεοι την ορθόδοξη πίστη στο συνάνθρωπο  ή  πασχίζουν να συμφύρουν αταίριαστα πράγματα; Αν δεν συμβαίνει το πρώτο, που όπως φαίνεται  δε συμβαίνει, τότε ή είναι πολύ αφελείς ή κρύβουν κάτι πολύ πονηρό, που δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε. 
Δεν μπορεί! Η Αλήθεια είναι «το καθόλου» της αναζήτησης της ψυχής του ανθρώπου. Η Αλήθεια δεν συντίθεται από  γνώμες. Δεν είναι αποτελεί αποκλειστικότητα κανενός. Ούτε των παπάδων ούτε των δεσποτάδων ούτε των καθηγητάδων ούτε των αρχόντων ούτε των πλουσίων ούτε των μορφωμένων. Δεν αντέχει την «επηρμένην οφρύν». Δεν είναι κτήμα κάποιων ολίγων, όποιοι και αν είναι αυτοί.
Είναι αποκάλυψη και αποκαλύπτεται στις άγιες ψυχές  διά της μεθέξεως στο φως της ακτίστου Χάριτος. Μαρτυρείται δε και ομολογείται διά των  αγιοπνευματικών εμπειριών. Τα δάκρυα, ο ιδρώτας και το αίμα των αγίων κινούν την αγάπη του Θεού  και μας την προσφέρει. Συναρμόζει  στη ζωή, την πίστη με τα έργα, τη θεωρία με την πράξη, το δόγμα με το ήθος, την ορθοδοξία με την ορθοπραξία. Είναι τρομερή. Προσεγγίζεται με φόβο και τρόμο.«…μετὰ φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε» (Φιλ.2,12). Όχι με θράσος και ανθρώπινες υπερήφανες και ιδιοτελείς εφευρέσεις και επινοήσεις. Όχι με τον αέρα του «εξουσίαν έχοντος» ή του «γνώσιν έχοντος την ψιλήν». Αυτές, αντί να οδηγήσουν στο Χριστό, οδηγούν στην απώλεια.
 Η Αλήθεια είναι ο Χριστός παρατεινόμενος στους αιώνες. Η Αλήθεια είναι δώρο ουράνιο και φωλιάζει στην αγκαλιά της Αγίας Ορθοδοξίας, η οποία  την κρατά ανόθευτη δια της Αποστολικής Παραδόσεως μέχρι σήμερα και στους αιώνες. Αν δεν ισχύει αυτό,  καταρρέει όλο το οικοδόμημα, που λέγεται Εκκλησία.  Στώμεν καλώς: «Ουκ  εγχωρεί  συγκατάβασις  εις τα περί της πίστεως», τουτέστιν εις τα περί της Αληθείας(Μάρκος Ευγενικός)