Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος, Η έξοδος της ευλογίας και η έξοδος της απωλείας
Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής Α’ Λουκά
(Β’ Κορ. στ’ 16 – ζ΄1)
Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος
Όταν κανείς μελετά την Βιβλική Ιστορία και βλέπει τις περιπέτειες του Ισραήλ, αισθάνεται όχι μόνο τα δεινά που πέρασε το ευλογημένο μας Έθνος, το Ελληνικό, αλλά και τις θλίψεις, και τις ποικίλες στενοχώριες που εν πολλοίς όλοι οι πιστοί αντιμετωπίζουν στο διάβα τής ζωής, έως ότου φθάσουν εις την “γην τής επαγγελίας”.
Φυσικά το Παντοκρατορικό βλέμμα τού Θεού βρίσκεται συνεχώς πάνω από τους “εκλεκτούς του” (που έχει εκλέξει), και η αγάπη του, παρά τις ανυπακοές και την απαράδεκτη συμπεριφορά κατευθύνει προς ένα ορισμένο σκοπό την ιστορική πορεία.
Εκείνο όμως που εντυπωσιάζει και κάνει τον πιστό να μελετά σε βάθος την όλη κατάσταση είναι η θέληση του Θεού για μια έξοδο, όταν ο λαός Του πέφτει στην αιχμαλωσία. Ουδέποτε η θεία εντολή περιέχει την έννοια του συμβιβασμού με την νοοτροπία των ειδωλολατρικών λαών. Σε καμμία των περιπτώσεων η καθαρή και αποκαλυπτική πίστις των Δικαίων και των Πατέρων Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ θα πρέπει να αναμειχθεί μέσα στην Βαβυλωνιακή συγκρητιστική χοάνη. Και αφού δεν γίνεται διαφορετικά, αφού η πίεσις έχει καταστεί αφόρητος και η πίστις είναι το κινδυνευόμενον, γι’ αυτό λοιπόν, “εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε και ακαθάρτου μη άπτεσθε λέγει Κύριος Παντοκράτωρ”.
Φαίνεται πως η ηρωική έξοδος δεν απομένει ως λύση μοναδική όταν κινδυνεύει η εθνική ελευθερία ενός λαού (όπως στο ηρωικό Μεσολόγγι), αλλά αποτελεί και βαλβίδα ασφαλείας όταν κινδυνεύει η αληθινή πίστις και ο ορθός, φυσιολογικός και ευλογημένος τρόπος ζωής τού ανθρώπου.
Χρειάζεται άραγε να τονίσουμε ότι τα λόγια αυτά τού Θεού απευθύνονται προς τους πιστούς τού κάθε τόπου και της κάθε εποχής, και άρα και σε εμάς σήμερα;
Αυτό είναι το μόνο βέβαιον, και ουδείς πιστός μπορεί να φέρει επ’ αυτού αντιρρήσεις. Άλλωστε η πατερική ρήσις και προτροπή “φεύγε και σώζου”αποτελεί κοινόν τόπον και σημείον αναφοράς προς όσους μιμούμενοι τον πάγκαλο Ιωσήφ φεύγουν από “της Αιγυπτίας των ηδονών”.
Ναι. Αυτή είναι η πραγματικότητα για όσους διαθέτουν και την ελάχιστη γεύση τού πνευματικού αγώνος. Γι’ αυτό, το ότι δηλ. η φυγή από τα κέντρα και τις αφορμές τής αμαρτίας αποτελεί το θέλημα του Θεού, γι’ αυτό τονίζουμε και η φωνή τού Κυρίου Ιησού ακούεται βροντερή από τα ύψη τού ουρανού:“Έξελθε εξ’ αυτής (της νοητής Βαβυλώνας) ο λαός μου, ίνα μη συγκοινωνήσητε ταις αμαρτίαις αυτής” (Αποκ. ιη’ 4).
Όμως ας εμβαθύνουμε έτι πλέον στο σημείο αυτό διότι όπως και όλες τις άλλες πτυχές τής Χριστιανικής ζωής ο εχθρός τις διαστρέφει με αρνητικά βεβαίως αποτελέσματα, έτσι και στο σημείο αυτό τής πνευματικής εξόδου, ο διάβολος προσπαθεί να φέρει μεγάλη ταραχή και ουσιαστικώς να απολέσει τον άνθρωπο όταν αυτός ο πιστός δεχθεί τις ακραίες εισηγήσεις του περί εξόδου του δηλ. από το Σώμα της Εκκλησίας.
Είναι και πάλι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο Θεός δεν προτρέπει τους πιστούς Ισραηλίτες προς έξοδον από την κοινότητά τους, και στην έρημο όπου ευρίσκονταν από το στρατόπεδό στο οποίο υπήρχε και η σκηνή τού μαρτυρίου, αν και όπως μελετούμε δεν ήταν ό,τι καλύτερο η συμπεριφορά των πολλών. Και όταν σε περιπτώσεις διαφαινόταν διάσπασις ή διαφοροποίησις των ιδίων των Ισραηλιτών από την κοινότητα, παρά τα λάθη και τα σκάνδαλα, αυτό επέφερε αρνητικά τα αποτελέσματα. Επομένως, φυγή από την αλλοεθνή και ειδωλολατρική Βαβυλώνα, αλλά εμμονή στους κόλπους τής πνευματικής παρεμβολής, παρά τα λάθη τα ανθρώπινα τα οποία ουδέποτε θα παύσουν να υφίστανται. Αλλά όχι μόνο στην Βιβλική ιστορία διαπιστώνουμε αυτή την πραγματικότητα. Αυτός ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, παρά το ότι εξαπέλυσε τα φοβερά ουαί εναντίον των Γραμματέων και Φαρισαίων, παρά το ότι ο Ιουδαϊσμός στην εποχή τού Χριστού είχε φθάσει στο χειρότερο κατάντημα και στην εμπλοκή με την Ρωμαϊκή εξουσία, όχι μόνο κάθε Σάββατο ευρίσκετο εντός της Συναγωγής, όχι μόνο τηρούσε όλες τις διατάξεις σε σχέση με τον συμπνευματισμό και την προσευχητική κοινωνία με το ξεπεσμένο ιερατείον, αλλά είπε, εκήρυσσε και ετόνιζε προς όλους “πάντα ουν όσα εάν είπωσιν υμίν τηρείν, τηρείτε και ποιείτε, κατά δε τα έργα αυτών μη ποιείτε· λέγουσι γαρ, και ου ποιούσι” (Ματθ. κγ´ 3).
Επομένως, η ορθή μελέτη και συνετή αντιμετώπισις των καταστάσεων μας οδηγεί στην κορυφή των αρετών, δηλ. στην διάκριση. Να γνωρίζουμε δηλαδή το πού, το πώς το πότε και γιατί. Και πάλι εδώ προβάλλει το θέμα των άκρων και της αδιακρισίας. Από την μία ευρίσκονται αυτοί που παραμένουν συνειδητά μέσα στην Βαβυλώνα τής κάθε εποχής με αποτέλεσμα να απορροφηθούν και να χάσουν την ορθόδοξη πνευματική – ανθρωπιστική τους υπόσταση και ιδιότητα, από δε την αντίπερα όχθη συγκεντρώνονται εκείνοι που λειτουργούν διασπαστικά και ισοπεδωτικά στον χώρο τού λειτουργικού Σώματος, παρερμηνεύοντας ή και καλύπτοντας ανοικονόμητες καταστάσεις με το προπέτασμα καπνού τής “εξόδου”. Αλλ΄ ενώ η σωστή έξοδος οδηγεί στην απελευθέρωση των τέκνων τού Θεού, αντιθέτως η αδιάκριτος εκκλησιολογική έξοδος φέρει το αδιέξοδο τού εγκλωβισμού και αλλοίμονο τον κατακερματισμό τού λειτουργικού Σώματος. Επιφέρει το σχίσμα, πράγμα που δεν θεραπεύει “ουδέ το αίμα τού μαρτυρίου” (κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο).
Αδελφοί μου. Όσο ύποπτο είναι για έναν πιστό το να επιμένει στην αισχρή Βαβυλώνα τής αθεΐας και των παθών, άλλο τόσο εάν μη και περισσότερο είναι το να εξέρχεται κανείς από το Σώμα τού Χριστού και για “λόγους συνειδήσεως” να σχίζει την Εκκλησία.
Προφανώς η θεραπεία και των δύο περιπτώσεων βρίσκεται στην γνήσια ταπείνωση και στον συνειδητό αγώνα εναντίον των εξ’ αριστερών και εκ δεξιών πειρασμών.
Είθε η Χάρις τού Θεού να κατευθύνει τα διαβήματά μας εις παν έργον αγαθόν, ούτως ώστε η έξοδός μας από τον κόσμο αυτόν να μας οδηγήσει προς την ουράνια πατρίδα, τους ουρανούς. Αμήν.
Αναρτήθηκε από ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ στις 26.9.15