ΙΔΟΥ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ ΜΟΥ ΗΤΟΙΜΑΣΑ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ)
Η τροφή αποτελεί την κύρια ανθρώπινη ανάγκη. Μέσω αυτής επιβιώνουμε. Την ίδια στιγμή αποκτούμε δυνάμεις για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε, να αγαπήσουμε, να συναντηθούμε, να αναζητήσουμε τον σκοπό και την ευτυχία μας. Από την άλλη, η τροφή αποτελεί έναν από τους κύριους πειρασμούς, που μας κλείνουν στο εγώ μας. Στον εαυτό μας. Σε έναν ατομοκεντρισμό, που δεν μας επιτρέπει να σκεφτούμε τον άλλο, αλλά μας κάνει να προσκολλόμαστε στις δικές μας ανάγκες και επιθυμίες. Η τροφή τότε από μέσο γίνεται αυτοσκοπός. Και αυτό αποτυπώνεται και στην καθημερινή μας ζωή. Πολλοί άνθρωποι ξυπνούν και η πρώτη μέριμνά τους είναι το τι θα φάνε. Και γίνονται φιλονικίες στα σπίτια, η συνύπαρξη τίθεται εν κρίσει και εν αμφιβόλω εξ αφορμής της τροφής. Άλλοτε πάλι η τροφή γίνεται κοινωνικό σύνθημα, γίνεται αφορμή για ιδεολογικούς αγώνες, πλαστούς ή αληθινούς. Πάντως ο άνθρωπος διαμορφώνει την ταυτότητά του, εκτός των άλλων, δίνοντας απάντηση και στο ερώτημα «τι είναι για μένα η τροφή;».
Ο Θεός, όταν δημιούργησε τον άνθρωπο, μερίμνησε για την τροφή του. του έδωσε την ευλογία και την ευκαιρία να εργάζεται για να την κερδίζει και να την απολαμβάνει. Την συνέδεσε όμως με την ελευθερία του. Η τροφή από την μία είναι δωρεά του Θεού σε έναν κόσμο στον οποίο μπορούμε να βρούμε και να δοκιμάσουμε τα πάντα, κι από την άλλη προϋποθέτει τον κόπο της εργασίας. Όμως ο Θεός ζητά από τον άνθρωπο να απαντήσει και στο εξής ερώτημα: «τροφή με τον Θεό και από τον Θεό ή τροφή μόνο από τον εαυτό μας και χωρίς τον Θεό;». Η τροφή συνδέθηκε δηλαδή με την ευχαριστία. Με την ευγνωμοσύνη του ανθρώπου έναντι του Θεού, με την εκζήτηση της ευλογίας του Θεού, με την τοποθέτησή της ως μέσου για τη ζωή του ανθρώπου και όχι ως ευκαιρία παράδοσης του ανθρώπου στο θέλημα της αυτεξουσιότητας και την ίδια στιγμή στο θέλημα του εξουσιασμού των άλλων ανθρώπων δια της τροφής. Αυτό ήταν και το νόημα της επιλογής που έδωσε ο Θεός στον πρώτο άνθρωπο και που συνεχίζει να δίνει στον καθένα μας. Είναι οι υλικές μας ανάγκες αφορμή δοξολογίας και ευχαριστίας προς τον Θεό και την ίδια στιγμή αγάπης και μοιράσματος με τους άλλους ή αποτελούν την οδό της αυτοθεοποίησης και της εξουσίας εις βάρος των άλλων; Η πορεία του κόσμου έδειξε και δείχνει ότι ο δεύτερος δρόμος θριαμβεύει. Η τροφή γίνεται η ευκαιρία ο άνθρωπος να εξουσιάσει τον πλησίον του και την ίδια στιγμή να αισθάνεται ο ίδιος ισχυρός, ότι δεν χρειάζεται τον Θεό, αλλά μπορεί και μόνος του. Η οικονομική κρίση της εποχής μας μαρτυρεί του λόγου το αληθές.
Ο Χριστός, με την ενανθρώπησή του, έδειξε και εξακολουθεί στη ζωή της Εκκλησίας να δείχνει ότι ουδέποτε η τροφή περιφρονείται από τον Θεό. Ο Ίδιος μάλιστα γίνεται η τροφή του κόσμου, προσφέροντας τον εαυτό του, το Σώμα και το Αίμα Του «εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον». Και μάς καλεί συνεχώς σε μία συνάντηση ζωής μέσα στην Εκκλησία, σε ένα συνεχές γεύμα, το οποίο προετοιμάζει ο Θεός Πατέρας και ο Ίδιος ο Υιός είναι η τροφή του συμποσίου. «Ιδού το άριστόν μου ητοίμασα» (Ματθ. 22,4) μας λέει εκ μέρους του Πατρός Του σε μία από τις πιο χαρακτηριστικές παραβολές Του. Και μας καλεί να γίνουμε συνδαιτυμόνες, συνδέοντας το τραπέζι με τους γάμους του Υιού με την ανθρώπινη φύση, με την δυνατότητα για κοινωνία Θεού και ανθρώπου η οποία κατοχυρώθηκε σε μία νέα πορεία με την ενανθρώπηση. Μπορούμε και πάλι να συναντηθούμε με τον Θεό, να ξαναβρούμε το νόημα της ελευθερίας μας, να μην υποταχτούμε στην αυτάρκεια και την εξουσία της τροφής, αλλά να την συνδέσουμε με τον Θεό και την αγάπη. Να μη γίνεται δηλαδή ο παρών κόσμος θεός για μας, αλλά να βρίσκουμε τον Θεό ευχαριστιακά μέσα σ’ αυτόν. Η τροφή δεν είναι ο σκοπός, αλλά ο τρόπος με τον οποίο γιορτάζουμε την συνάντησή μας με τον Θεό. Είναι το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, που μας αγιάζει και μας δίνει χαρά, κάνοντάς μας να συναντηθούμε εκτός από τον Θεό και με τον πλησίον μας.
Δύο είναι οι προϋποθέσεις για να γίνει η τροφή γιορτή. Να αποδεχθούμε την πρόσκληση του Θεού, να αφήσουμε δηλαδή κατά μέρος τις μέριμνες που μας εξουσιάζουν και τους άλλους που θέλουμε να εξουσιάσουμε και να φανούμε ταπεινοί και ευγνώμονες έναντι του Θεού λέγοντας ΝΑΙ στην συνάντηση της Ευχαριστίας. Το ΝΑΙ αυτό δείχνει ότι για μας η πρόσκληση στους γάμους της βασιλείας είναι η προτεραιότητά μας. Και να έχουμε ένδυμα, δηλαδή να αρνηθούμε τον δικό μας τρόπο, την παράδοσή μας στον ρύπο της καθημερινής αυτεξουσιότητάς μας, στον ρύπο του θελήματός μας, στην αδιαφορία για τον Θεό και τον τρόπο Του, επιλέγοντας την μετάνοια και την αγάπη. Για να ανήκουμε με την θέλησή μας όχι μόνο στους κλητούς, αλλά και στους εκλεκτούς.
Ο πολιτισμός μας έχει καταστήσει την τροφή αυτοσκοπό και ηδονή. Τη έχει θέσει ως βάση για τον ατομοκεντρικό τρόπο ζωής. Ένα ακόμη στοιχείο εξουσίας. Η Εκκλησία, χωρίς να απορρίπτει την χαρά της τροφής, τον κόπο της, την ευλογία του να την έχει ο άνθρωπος, προτείνει και προκρίνει την τροφή ως ευχαριστία και την ίδια στιγμή ως γιορτή αγάπης και κοινωνίας με τον Θεό. Και τότε ο άνθρωπος ξέρει ότι η τροφή του δόθηκε για να συναντιέται με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Όχι για να την απολαμβάνει εγωκεντρικά, αλλά στο κοινό τραπέζι τόσο της Θείας Ευχαριστίας, όσο και σε κάθε τραπέζι που μαρτυρεί την κοινότητα και την αγάπη, να συναντά τον πλησίον του, να χαίρεται την συντροφικότητα και να δοξάζει τον Θεό και με το υλικό στοιχείο, αλλά κυρίως με όλη του την ύπαρξη.
Κέρκυρα, 6 Σεπτεμβρίου 2015
Αναρτήθηκε από π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός