Νόμοι και αρετή
Ένα βασικό κριτήριο μεταξύ των άλλων και μάλιστα πειστικότατο, που καταδεικνύει την ηθική και πνευματική κατάσταση ενός λαού, είναι οι νόμοι που ψηφίζονται από τα θεσμικά όργανα του κράτους και τα θέματα των οποίων άπτονται και τακτοποιούν. Διότι, εκ προοιμίου, ο λαός με τις αδυναμίες του και τις αρετές του είναι συνυπεύθυνος και «ηθικός αυτουργός» για τη δημιουργία του όλου νομοθετικού πλαισίου του κράτους.
Η νομοθεσία της πολιτείας είναι ή τουλάχιστον πρέπει να είναι ο φύλακας της κοινωνικής ειρήνης, της δικαιοσύνης, των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών, της ελευθερίας και της προσωπικής αξιοπρέπειάς τους. Κυρίως όμως ο διαμορφωτής του ήθους του «καλού καγαθού» πολίτη, όπως θα έλεγαν οι αρχαίοι, δηλαδήυπηρέτης της αρετής. Ο νομοθέτης δεν εργάζεται προσβλέποντας μυωπικά στα στενά όρια του παρόντος. Έχοντας αίσθηση της βαριάς ευθύνης του έργου με το οποίο είναι επιφορτισμένος, διεισδύει διακριτικά στην ιστορία και την παράδοση, αντλεί τα ωφέλιμα και συνεχίζει να χτίζει το παρόν με προοπτική το μέλλον.
Το κράτος και οι νόμοι είναι αναγκαία στη μεταπτωτική κατάσταση του ανθρώπου και έχουν ιερό σκοπό. Είναι αλήθεια πως και η χειρότερη διακυβέρνηση είναι πολύ προτιμότερη από την ακυβερνησία και την έλλειψη νομοθεσίας.
Στην προς Ρωμαίους επιστολή (ιγ΄, 1):«Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω· οὐ γάρ ἐστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ· αἱ δὲ οὖσαι ἐξουσίαι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι εἰσίν», σχολιάζει ο Χρυσόστομος: «Το να υπάρχουν αρχές (εξουσίες) και οι μεν να άρχουν οι δε να άρχονται και να μη γίνονται τα πάντα έτσι απλώς και ακωλύτως και να μη ταλαιπωρείται ο λαός, συρόμενος σαν από κύματα από δω και από κει, νομίζω πως είναι έργο της σοφίας του Θεού».
Ο δε Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης: «Η αναρχία είναι σε κάθε περίπτωση πάρα πολύ ανυπόφορη και αιτία συγχύσεως και ακαταστασίας».
Και ο Θεοδώρητος: «Ο Θεός προνοώντας για την επικράτηση της κοινής τάξης, οικονόμησε να υπάρχουν οι άρχοντες και οι αρχόμενοι, βάζοντας κατά κάποιο τρόπο σαν χαλινάρι στους αδίκους το φόβο των αρχόντων». Εδώ, στην πραγματικότητα, ο φόβος του νόμου αντικατοπτρίζεται στα πρόσωπα των αρχόντων.
Με αυτά που διαβάζουμε στην Αγία Γραφή, αλλά και σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, μπορούμε να πούμε πως οι νόμοι ουσιαστικά από αιώνες είναι φύλακες του ηθικού νόμου στο «καθόλου», δηλαδή σε όλες του τις εκφάνσεις. Έχουν σκοπό με τους φραγμούς και τις απαγορεύσεις τους από τη μια και τις υπενθυμίσεις των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των πολιτών και τις οδηγίες για την εφαρμογή τους από την άλλη, να κρατούν σε κάποιο επίπεδο, σε έναν μέσο όρο τουλάχιστον, το «αξιότιμο», το «αξιοσέβαστο», το «αξιοζήλευτο»,το «ενάρετο» αυτού του πλάσματος, που το ίδιο τους σχεδιάζει και το ίδιο τους επιβάλλει στον εαυτό του.
Τι συμβαίνει όμως σήμερα με την ποιότητα και το περιεχόμενο των νόμων; Με τι καταδέχεται ή «αναγκάζεται» να καταπιάνεται ο νομοθέτης και να νομοθετεί; Τι επιχειρεί να καταστήσει νόμιμο και τι παράνομο; Με ποιο υπόβαθρο και ποια αγωνία πνευματική εργάζεται, για να υπηρετήσει το λαό στο δρόμο της αρετής;
Είναι γεγονός πως έχει αποδεσμευτεί σήμερα η νομοθέτηση από την έννοια του ήθους του διαμορφούμενου από τις μεταφυσικές και πνευματικές ανησυχίες του ανθρώπου και τα «πιστεύω». Δεν ενδιαφέρει στο νομοθέτη, απ΄ όσο τουλάχιστον αντιλαμβανόμαστε, το επέκεινα, το αιώνιο. Ούτε το μυστήριο ούτε η πίστη ούτε ο Θεός. Αντιμετωπίζεται δε ο άνθρωπος με τρόπο μηχανιστικό, με πνεύμα καθαρά υλιστικό. Θεωρείται, αντιμετωπίζεται απλώς ως «ζώο συμπεριφερόμενο», καθώς επιμόνως και ως τοιούτος ορίζεται από την κρατούσα βιοθεωρία και κοσμοθεωρία, αφού παντού διδάσκεται και πιστεύεται ότι είναι απόγονος του πιθήκου. Δεν έχει σημασία λοιπόν από πού προκύπτει η συμπεριφορά του. Δεν έχει σημασία από ποια πίστη, από ποιες ανησυχίες προέρχεται.
Όμως ο νόμος δεν έχει μόνο κατασταλτικό και ελεγκτικό χαρακτήρα αλλά και διαπλαστικό του ήθους του ανθρώπου. Ως συνεργάτης των πνευματικών φορέων του κράτους, αγωνίζεται και για το χτίσιμο της αρετής. Η καταστολή από μόνη της είναι μια διαρκής τυραννία, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Είναι ένας φαύλος κύκλος, που εξυπηρετεί τους «ατάκτους», και τους πονηρούς, διεξάγοντας μαζί τους ένα ατελείωτο «παιχνίδι», πολλές φορές ατελέσφορο, αφήνοντας αδιάφορους τους νομοταγείς και φιλήσυχους πολίτες.
Επίσης ο νομοθέτης δε συνδέει και δε συνδυάζει τη νομοθεσία με την επιθυμία διαμόρφωσης ήθους της πλειοψηφίας των πολιτών ή έστω αναλογικά και με τις φυσιολογικές τάσεις και επιλογές τους. Διότι νόμος σημαίνει κυρίως: «παν ό,τι έχει απονεμηθεί ή δοθεί κατ΄αναλογίαν». (Λεξικό Λίντελ- Σκότ)
Τη νομοθεσία ενός κράτους βέβαια δεν αρκεί να την ενδιαφέρουν μόνο οι αριθμοί, αν θέλει πραγματικά να δημιουργήσει υγιές κοινωνικό υπόστρωμα. Αυτό που δημιουργεί ισχυρό κοινωνικό ιστό είναι η κοινή φιλοσοφία των πολιτών σε βασικά θέματα περί της ζωής, η κοινή πίστη σε ιδανικά, που τρέφουν την καρδιά και κάνουν τους ανθρώπους δυνατούς και τους ενώνουν στην καθημερινότητα αλλά κυρίως στις δύσκολες ώρες και του έθνους και των ίδιων των πολιτών. Αυτά προσδίδουν και το διαχρονικό χαρακτήρα στο νόμο και όχι οι εφήμερες και «ιδιότροπες» αντιλήψεις και θεωρίες .
Σήμερα υπερέχει και επιβάλλεται κατά έναν ακραίο και παράλογο τρόπο στη διαδικασία της νομοθέτησης το προβαλλόμενο «δικαίωμα». Και αφού απαιτείται με θράσος, με αδιαντροπιά, είναι έτοιμο προς νομοθέτηση και νομιμοποίηση, διαχωριζόμενο από το βίο και την πολιτεία των «απαιτούντων». Δεν έχει τόση σημασία το περιεχόμενο αυτής της απαίτησης και του «δικαιώματος». Δεν έχει σημασία το ήθος αυτών που το απαιτούν. Γιατί αυτή η εύκολη παραχώρηση αυτών που νομοθετούν, ενώ γνωρίζουν το βάρος της ευθύνης τους τουλάχιστον απέναντι στο λαό; Με απλά λόγια, πρέπει να είσαι αναιδής και θρασύς, για να γίνει «το δικό σου»;Αλλά, δυστυχώς, τι σημαίνει σήμερα ήθος και αρετή;
Εύκολη λύση, λογικοφανής, αλλά κατάφορα άδικη και πράξη ανήθικη. Πράξη προδοτική και απέναντι σ΄όσους πάλεψαν στο χώρο της νομοθεσίας και όχι μόνο, από αιώνες, για να πορευτεί η ανθρωπότητα στο σωστό δρόμο. Για να κρατηθεί στο δρόμο το δύσκολο της λογικής και της αυτογνωσίας. Χωρίς συστολή ψηφίζονται και δημοσιεύονται συνεχώς νόμοι για τέρατα και όχι για ανθρώπους. Είμαστε μάρτυρες επιβολής τέτοιων νόμων τα τελευταία χρόνια, αντιγράφοντας την κορεσμένη, την κουρασμένη και γηρασμένη από τα αδιέξοδα Δύση. Κρίμα!
Είναι δυνατόν, επί παραδείγματι, να ανάγεται σε θέμα και να καταπιάνεται ο νομοθέτης με την νομιμοποίηση παρά φύση παθών, κάτι που από αιώνες και εκ παραδόσεως για όλους τους λαούς θεωρούνταν αποβλητέο και ούτε καν δεκτό προς συζήτηση; Δεν είναι τρέλα αυτό; Ή να αντιμετωπίζεται ως κατώτερος ο άνθρωπος από το νόμο, σε σχέση με τα ζώα; Δείχνει πως συμβαίνει κάτι πολύ σοβαρό με την οντολογική κατάσταση του ίδιου του ανθρώπου. Με την αρχή του ζειν και πολιτεύεσθαι, ως ευγενούς όντος.
Αυτή η οδός είναι χειρότερη και από την αναρχία. Διότι εδώ φαίνεται καθαρά το αποτέλεσμα της εσωτερικής πνευματικής αναρχίας του ανθρώπου και της απώλειας του ελέγχου του εαυτού του και την υποταγή του στα άλογα πάθη, τα οποία δυστυχώς νομοθετούνται, για να γίνουν βάσανο και σ΄ αυτούς που τα απεχθάνονται και χύνουν αίμα να σταθούν μακριά τους. Και είναι οπωσδήποτε η συντριπτική πλειοψηφία αυτοί.
«Νους αποστάς από του Θεού ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης.». (Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς).Κτηνωδία και δαιμονισμός. Μήπως έχουμε πάρει το δρόμο και μάλιστα «με το νόμο»;
Κιλκίς, 8-8-2015