Ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ όσο πλησιάζουμε προς την Σαρακοστή απέστειλε Εγκυκλίους προς τον ευαγή κλήρο και τον φιλόχριστο λαό της Ι. Μητροπόλεως για να αναγνωσθούν την Κυριακή της Τυρινής και την Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Ολόκληρη η πρώτη εγκύκλιος έχει ως εξής:
Αγαπητοί μου αδελφοί και τέκνα εν Κυρίω,
Εισερχόμενοι στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή οι ύμνοι του Τριωδίου, ιδιαίτερα κατά την πρώτη εβδομάδα της εκκλησιαστικής αυτής περιόδου, προβάλλουν τη νηστεία ως τον πλέον κατάλληλο τρόπο για να ενστερνιστεί και να βιώσει ο πιστός την ποθητή μετάνοια.
Ζώντας όμως σε μία εποχή όπου η άνεση και η ευκολία έχουν καταστεί μέτρα απόλυτά του βίου μας, το αίτημα της νηστείας συχνά προκαλεί αμηχανία ακόμα και στους ίδιους τους χριστιανούς. Ακούει κανείς ακόμα και από ανθρώπους που καταφάσκουν στη πίστη, πως «εγώ δεν τα καταφέρνω με την νηστεία», πως «αποφάσισα να νηστεύσω μόνο από αυτό το είδος η μόνο από το άλλο», πως «δεν νηστεύω ακριβώς, αλλά κάνω μία αυστηρή δίαιτα και είναι το ίδιο» η τελικά πως «αποφάσισα σε τούτη την Σαρακοστή να μη νηστεύσω». Όλη τούτη η σύγχυση φανερώνει πως καθόλου δεν έχουμε κατανοήσει το τι είναι η νηστεία και σε τι αποσκοπεί.
Η νηστεία για την Εκκλησία μας δεν είναι απλά ένα ηθικό πρόσταγμα, αλλά αποτελεί μία οντολογική λειτουργία. Τούτο σημαίνει πως το να νηστεύσω δεν είναι κάτι που αφορά μόνο εμένα, δεν είναι μία ατομική επιλογή, αλλά είναι ένας τρόπος να υπάρχω ως μέλος της Εκκλησίας. Ας το εξηγήσουμε λίγο αυτό:
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή δεν πρέπει να ξεχνούμε πως είναι η προετοιμασία μας για να φθάσουμε στο Πάθος του Κυρίου, το οποίο θα διαδεχθεί η λαμπροφόρος Ανάστασή του. Η δική μας αποχή από τροφές αποτελεί την μετοχή μας στο Πάθος αυτό, αλλά και στην Ανάσταση του Χριστού. Ως μέλη αληθινά του Σώματος του Χριστού, οι χριστιανοί διά της νηστείας βιώνουμε τους κολαφισμούς, τους εμπτυσμούς, το σταυρό· μετέχουμε στον πόνο, στην πείνα και στην δίψα του Θεανθρώπου κατά το Πάθος. Μα συνάμα βιώνουμε και την λύτρωση από τα δεσμά του Άδου, και την εν ετέρα μορφή σωματική παρουσία, και την απαλλαγή από την ανάγκη της τροφής και από κάθε άλλο εξαναγκασμό, και την χαρά της νίκης επί του Θανάτου, όπως βιώθηκε από τον Θεάνθρωπο κατά την Ανάσταση. Νηστεύουμε λοιπόν γιατί ο Χριστός, έπαθε και αναστήθηκε. Καί εμείς θέλουμε και λαχταρούμε να γίνουμε μέλη του δικού Του Σώματος διά της νηστείας.
Όπως λοιπόν σε ένα ανθρώπινο σώμα τα μέλη δεν αυτονομούνται, αλλά όλα με τον τρόπο τους μετέχουν σε κάθε λειτουργία του, έτσι και στην Εκκλησία κανείς μας δεν αυτονομείται, αλλά όλοι μετέχουμε σε κάθε λειτουργία τούτου του Θεανθρώπινου σώματος. Γι’ αυτό λοιπόν όλα τα μέλη του Σώματος του Χριστού νηστεύουμε όποτε και όπως η Εκκλησία έχει ορίσει. Ποιά όμως είναι η ακριβής νηστεία που έχουν καθορίσει οι Πατέρες για την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής;
Η Εκκλησία λοιπόν, μας προσκαλεί κατά τις έξι εβδομάδες της Σαρακοστής, καθώς και την Μεγάλη Εβδομάδα που ακολουθεί, σε αποχή από το κρέας, από τα αυγά, από το γάλα και τα προιόντα που παράγονται από αυτό καθώς και από τα ψάρια. Από την Δευτέρα έως και την Παρασκευή της κάθε εβδομάδος η τράπεζά μας πρέπει να στερείται ακόμα και του οίνου και του ελαίου, ενώ το Σάββατο και την Κυριακή, τα δύο αυτά είδη επιστρέφουν προς ενίσχυση και παρηγορία. Την ημέρα του Ευαγγελισμού η τράπεζα απαιτεί ψάρι, για να ευφρανθούμε όχι μόνο πνευματικά μα και σωματικά με το προοίμιο της σωτηρίας μας, ενώ υπάρχουν και κάποιες άλλες μεγάλες ημέρες κατά τις οποίες έχουμε κατάλυση οίνου και ελαίου, όπως η εορτή των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων.
Αξίζει να σημειωθεί πως τις Τετάρτες και Παρασκευές θα βρούμε στην μοναστική παράδοση και μία ακόμα αυστηρότερη μορφή νηστείας (ας μην ξεχνούμε ότι οι δύο αυτές μέρες συνδέονται με τη νηστεία και την άσκηση καθ’ όλο το έτος). Η νηστεία αυτή καλείται ενάτη. Τούτη δεν απαιτείται από τους πολλούς. Σύμφωνα με αυτό το τυπικό οι χριστιανοί παραμένουν από τη δωδεκάτη της νυκτός μέχρι και την τρίτη μεσημβρινή ώρα (ενάτη κατά τον βυζαντινό τρόπο μετρήσεως του νυχθημέρου) σε πλήρη αποχή από τροφή και νερό. Η Εσπερινή Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων συνδέεται με τούτη την μορφή νηστείας.
Τούτη με δυό λόγια είναι η καθορισμένη νηστεία της Εκκλησίας μας για την Σαρακοστή. Ας μη βιαστούμε να την απορρίψουμε ως ακατόρθωτη. Ας μην απογοητευτούμε επειδή γνωρίζουμε τις αδυναμίες μας. Ας μη πούμε το «δεν νηστεύω» ή το «θα νηστεύσω όπως καταλαβαίνω». Αν πράξουμε κατά αυτόν τον τρόπο έχουμε απολέσει το πρώτο δώρο της νηστείας, το οποίο μας το χορηγεί χωρίς να κοπιάσουμε καθόλου. Τούτο είναι το δώρημα της ταπείνωσης. Γιατί όταν συνειδητοποιεί κάποιος με ειλικρίνεια και χωρίς προφάσεις, πως οι δυνάμεις του δεν είναι πολλές και πως δεν δύναται να στερηθεί για λίγο κάποια πράγματα απλά, τότε ταπεινώνεται.
Τούτο το πρώτο σκίρτημα ταπείνωσης μπορεί να μας οδηγήσει στο μυστήριο της εξομολογήσεως για να καταθέσουμε τις αμαρτίες μας και να λάβουμε συγχώρεση, για να ομολογήσουμε τις αδυναμίες μας και να λάβουμε παρηγοριά και ελπίδα. Εκεί ο πνευματικός θα μας βοηθήσει να μάθουμε πως να νηστεύσουμε, πως να προσευχηθούμε, πως να ασκήσουμε την φιλανθρωπία, πως να παραστούμε στις ακολουθίες. Θα μας καλέσει να αγωνιστούμε σ’ αυτά που πρέπει, μα και σ’ αυτά που μπορούμε. Δεν πρόκειται να μας εξουθενώσει, δεν πρόκειται να μας απορρίψει. Αν η αδυναμία μας απαιτεί λάδι, τούτο δεν θα λείψει από τη διατροφή μας· αν η υγεία μας απαιτεί γαλακτοκομικά κι αυτά θα υπάρξουν στο τραπέζι μας όταν χρειαστούν· αν το κρέας είναι απαραίτητο κι αυτό δεν θα το στερηθούμε όταν πρέπει. Γιατί είναι άλλο να βάλει κανείς στο πιάτο του μία αρτήσιμη τροφή ως φάρμακο, με την ευλογία του πνευματικού του, και άλλο να καταλύει τη νηστεία.
Η πρακτική της Εκκλησίας να εξατομικεύει το λόγο του Θεού, να τον καταθέτει προσωπικά σε κάθε πιστό αποσκοπώντας στη σωτηρία του, ονομάζεται Οικονομία. Υπάρχουν φυσικά οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας και αυτοί είναι πλήρεις και αληθείς. Αφορούν κάθε άνθρωπο σε κάθε εποχή και σε κάθε συγκυρία. Είναι λόγοι θεραπευτικοί και παραμυθητικοί για όλους μας. Αποτελούν τη βίωση της αλήθειας στη καθημερινή μας ζωή. Γι’ αυτό η Εκκλησία διαφυλάττει με προσοχή μεγάλη τους Ιερούς Κανόνες, και τούτο καλείται στην θεολογική γλώσσα Ακρίβεια. Η Οικονομία θεραπαινίδα τούτης ακριβώς της Ακρίβειας είναι και γι’ αυτό δεν συγκρούεται με τους Ιερούς Κανόνες, αλλά στο πνεύμα αυτών κινείται και την αλήθεια τους υπηρετεί.
Υπάρχει λοιπόν ο κανόνας της νηστείας ως ρούχο κοινό για όλα τα μέλη της Εκκλησίας.Όμως το ρούχο αυτό, έρχεται ο πνευματικός με τη βελόνα και τη κλωστή της γνώσεως των Κανόνων και της αρετής της διακρίσεως, να το φέρει στα μέτρα του καθενός για να τον ζεστάνει και να τον καλλωπίσει. Γι’ αυτό δεν βιαζόμαστε να απορρίψουμε το ρούχο της νηστείας, μόλις το αντικρύσουμε γιατί τάχα δεν είναι στο νούμερό μας· μα ούτε το φορούμε άτσαλα και άκομψα από συνήθεια η από αδιαφορία, μίας και τούτο είναι πολύτιμο και σπουδαίο. Το δεχόμαστε όπως η μάνα μας η Εκκλησία, μας το έχει ετοιμάσει και μας το έχει δωρίσει και τότε αυτό ευπρεπίζει και θερμαίνει τον ταλαίπωρο εαυτό μας.
Όμως ίσως κάποιοι αναρωτηθούν: είναι αρκετή η αποχή από τις τροφές για να πεί κανείς πως νηστεύει; Η παρατήρηση αυτή είναι σημαντική. Στην υμνολογία του Τριωδίου θα συναντήσουμε το παρακάτω ιδιόμελο το οποίο απαντά στο ερώτημα:
Νηστεύσωμεν νηστείαν δεκτήν, ευάρεστον τω Κυρίω, αληθής νηστεία, η των κακών αλλοτρίωσις, εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, επιθυμιών χωρισμός, καταλαλιάς, ψεύδους, και επιορκίας· η τούτων ένδεια, νηστεία εστίν, αληθής και ευπρόσδεκτος.
Η αληθινή νηστεία, μας διδάσκει ο ύμνος, πως δεν περιορίζεται στην αποχή από τις τροφές. Νηστεία είναι και «η των κακών αλλοτρίωσις», η αποξένωσή μας από τα πάθη που μας καταδυναστεύουν, από τα νοερά δεσμά που μας καταστούν ανελεύθερους και πνευματικά ακινήτους.
Νηστεία είναι και η «εγκράτεια γλώσσης», η προσπάθεια ο λόγος μας να μην είναι κενός νοήματος, οι λέξεις να μην είναι περιττές, οι κουβέντες μας να μην πληγώνουν αλλά να διακονούν την αλήθεια.
Νηστεία είναι και η «θυμού αποχή», η απομάκρυνση από τον ταραχώδη βίο, η αποδοχή της άνωθεν ειρήνης, η ησυχία και η ευπρέπεια της ύπαρξης.
Νηστεία είναι και ο «επιθυμιών χωρισμός», η απελευθέρωσή μας από την ανάγκη, η υπέρβαση του γνωμικού θελήματος, η ανόρθωση της αγαθής προαιρέσεως.
Νηστεία είναι και ο «καταλαλιάς χωρισμός», η αποφυγή των πικρών λόγων, η άρνηση των εύκολων κρίσεων, η νέκρωση της σκληρής κατακρίσεως.
Νηστεία είναι και ο «ψεύδους και επιορκίας χωρισμός», η έχθρα προς την αναλήθεια, η αποστροφή της διαβολής, ο πόλεμος προς το κίβδηλο, η άρνηση να θεμελιωθούν οι σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και με το Θεό στο ψέμα.
Ο συνόλος αυτός αγώνας του ανθρώπινου πνεύματος και του ανθρώπινου σώματος, η καθολική αυτή δοκιμασία της ύπαρξης με κριτήριο την αλήθεια ονομάζεται από την Εκκλησία μας νηστεία. Σε αυτή μας καλεί και σε τούτη την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, για να αθληθούμε και να στεφανωθούμε, για να απαλλαγούμε από τα πάθη που μας καταδυναστεύουν και να φθάσουμε στην αρετή και την αγιότητα, για να βρούμε τον εαυτό μας και να συναντήσουμε τον δι’ ημάς πάσχοντα Χριστό, τον Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου.
Ευχόμαστε ο Πανάγιος Τριαδικός Θεός διά των ενεργειών του να στηρίζει, να περικραττεί και να ενισχύει όλους όσους εισέρχονται σήμερα στον στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ώστε ομοθυμαδόν να ομολογούμε: «Έλαμψεν η χάρις σου Κύριε, έλαμψεν ο φωτισμός των ψυχών ημών· ιδού καιρός ευπρόσδεκτος· ιδού καιρός μετανοίας…».
Καλή δύναμη, καλό αγώνα, καλή Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή!
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ