Κυριακή Θ΄ Λουκά –«Αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου»

 
Εὐαγγέλιον: Λουκ. ιβ´ 16-21
Ἦχος: βαρύς.— Ἑωθινόν: Β
       Κάποιου πλούσιου ανθρώπου, τα εκτεταμένα χωράφια του, μας λέει η σημερινή παραβολή, απέδωσαν πλούσια παραγωγή. Τα χωράφια του, τα αμπέλια του, οι ελαιώνες του, τα κοπάδια του, τα πάντα γέμισαν από καρπούς και αγαθά και γεννήματα. Παραγωγή πρωτοφανής, εσοδεία αναπάντεχη, αφάνταστα αγαθά και πλούτη. Κι αντί ο πλούσιος αυτός να χαρεί και να ευχαριστήσει τον Θεό για την πλούσια εσοδεία, κυριεύεται από έγνοιες και συλλογισμούς. Κι αντί ν’ ανοίξει και καρδιά και χέρια και να γεμίσει τον κόσμο με αγαθοεργίες και φιλανθρωπίες, σκέφτεται τι να κάμει που δεν έχει που να συνάξει και να ασφαλίσει τους καρπούς του. Χάνει την ειρήνη του, χάνει και τον ύπνο του. Κι ύστερα από πολλές βασανιστικές σκέψεις, βρίσκει τη λύση. Αυτό θα κάμω, λέει: «Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα οικοδομήσω μεγαλύτερες, για να μαζέψω εκεί όλα τα εισοδήματά μου και τα αγαθά μου και θα πω στη ψυχή μου. Ψυχή έχεις πολλά αγαθά που σε φθάνουν για χρόνια πολλά. Γι’ αυτό αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου». Όλα αυτά φανερώνουν την αφροσύνη του πλουσίου. Κι επειδή αυτή η αφροσύνη, λίγο ή πολύ μας έχει κυριεύσει όλους, καλό θα είναι ν’ ασχοληθούμε σήμερα με το θέμα αυτό.
       Τα λόγια αυτά του άφρονος πλουσίου, δηλαδή, το «αναπαύσου, τρώγε, πίνε και ευφραίνου», δείχνουν ότι ο άνθρωπος αυτός στήριζε την ευτυχία του στα πολλά που είχε για να τρώει και να πίνει. Κι’ αυτό ακριβώς είναι το ένα από τα πολλά στοιχεία, που συνιστούν την αφροσύνη του. Σκεφτόταν και αποφάσιζε για την ψυχή του σαν να ήταν υλική και να ήταν δυνατό να χορταίνει και να ικανοποιείται από την ύλη. Νόμιζε ότι η ευτυχία και η ανάπαυση του ανθρώπου, περικλειόταν μέσα στις γεμάτες με αγαθά αποθήκες του. Μάλιστα, μας λέει ο Άγιος Βασίλειος, τόση ήταν η αλογία του και ο παραλογισμός του ώστε εφέρετο σαν τα ζώα. Από την στιγμή που δεν έδινε πνευματικές και ανώτερες διαστάσεις στην ύπαρξή του, ο ίδιος υποβίβαζε τον εαυτό του στο επίπεδο των ζώων. Δεν είχε συναίσθηση της πνευματικής του ανωτερότητος. Ζούσε μακρυά από τον Θεό και σαν τέτοιος δεν αγαπούσε και δεν βοηθούσε τους συνανθρώπους του. Δεν είχαν καμμιά σχέση οι λεπτές και άγιες συγκινήσεις και οι ευαισθησίες, που χαρακτηρίζουν το τέλειο δημιούργημα του Θεού, τον αληθινό και ολοκληρωμένο άνθρωπο.
       Εκεί συνήθως οδηγεί ο πλούτος, που συντροφεύεται από την πλεονεξία. Τυφλώνει τον άνθρωπο και κλείνει τον ορίζοντα μπροστά του και τον περιορίζει στα στενά όρια του εγώ του. Κι ενώ παίζουν και γυαλίζουν τα μάτια των πλουσίων βλέποντας το χρυσό, τα δολάρια και τα ευρώ, μένουν νυσταγμένα και θολά και ασυγκίνητα και παρουσιάζονται ανίκανα να δουν και να διαπιστώσουν τον πόνο του πτωχού και τη θλίψη της ανέχειας και της πτώχειας. Η προσκόλληση αυτή τους κάμνει να μένουν πάντοτε στραμμένοι προς το άτομό τους και να μην ενδιαφέρονται για τους άλλους. Μ’ αυτό δείχνουν ότι μόνο το άτομό τους, τους απασχολεί. Κι’ ας λέει ο Κύριος, που είναι η πηγή της αλήθειας ότι η ευτυχία του ανθρώπου δεν εξαρτάται από τα υπάρχοντά του (Λουκ. ΙΒ΄,15) και από τα περισσά πλούτη του. Να προσέχετε, μας λέει και πάλι ο Κύριος και να φυλάγεσθε από κάθε είδους πλεονεξία, γιατί τα πλούτη, όσο περίσσια κι αν είναι, δεν δίνουν στον άνθρωπο την αληθινή ζωή.
     Θα έπρεπε, επομένως, να μας προβληματίζει η καθημερινή μας ζωή, με τις πυκνές αρρώστειες, που οφείλονται στα πολλά και πολλές φορές βλαβερά για την υγεία μας φαγητά, όπως και στην πνευματική δυσοσμία , που αποπνέει η ζωή των υλικών απολαύσεων. Οι περισσότεροι από εμάς δεν σκεπτόμαστε τίποτε άλλο, παρά μόνο το φθαρτό σώμα μας. Κι εδώ ακριβώς έγκειται ο παραλογισμός και η αφροσύνη μας. Φροντίζουμε και κοπιάζουμε για το φθαρτό σώμα μας και αδιαφορούμε για την αθάνατη ψυχή μας. Και δυστυχώς αυτή η δυσαρμονία γίνεται η πηγή της κακοδαιμονίας που μας μαστίζει. Αυτή είναι η αιτία, που διώχνει από μέσα μας τη γαλήνη και την ηρεμία και μας εμποδίζει να νοιώθουμε ικανοποιημένοι και ευτυχισμένοι. Ο υλισμός στη θεωρία και την πράξη μεσουρανεί. Οι συζητήσεις των περισσοτέρων από εμάς, οι υποσχέσεις των πολιτικών μας, τα αναπτυξιακά προγράμματα των ιθυνόντων, οι αγώνες και οι στόχοι των εργαζομένων, στρέφονται κυρίως και προ πάντων, στο πως θα έχουμε περισσότερες απολαβές και αφθονώτερα αγαθά και πως θα απολαμβάνουμε χωρίς κόπους τα αγαθά της γης. Αυτά νομίζουμε ότι θα μας κάμουν ευτυχισμένους. Βέβαια χρειάζονται κι αυτά, αλλά όλα με μέτρο.
      Αν μεταφέρουμε τα πιο πάνω στην εποχή μας θα δούμε, με πολλή θλίψη, ότι πολλοί και σήμερα μιμούμαστε τον άφρονα πλούσιο. Μολονότι θέλουμε να φαινόμαστε και να λεγόμαστε έξυπνοι και πολιτισμένοι, αντιγράφουμε την άφρονα τακτική του πλουσίου. Όλα σχεδόν τα ενδιαφέροντά μας κατά την τελευταία εικοσαετία στρέφονται στο τι θα φάμε και πως θα τέρψουμε τη σάρκα μας. Η εποχή μας, δυστυχώς, έχει γίνει εποχή της χρυσής κουζίνας, των ποτών και των γλυκισμάτων. Τα πάντα, δηλαδή, για την κοιλιά. Η κοιλιά έγινε Θεός για πολλούς από εμάς. «Μιμηθείτε όλοι εμένα, αδελφοί μου», μας λέει ο Θείος Απόστολος Παύλος «και παραδειγματισθείτε από αυτούς που συμπεριφέρονται σύμφωνα με το δικό μας πρότυπο. Σας το είπα πολλές φορές και τώρα το επαναλαμβάνω κλαίοντας, ότι πολλοί ζουν ως εχθροί του σταυρού του Χριστού. Το τέλος τους θα είναι η καταστροφή, Θεός τους είναι η κοιλιά τους και καυχώνται για πράγματα, για τα οποία θα έπρεπε να ντρέπονται» (Φιλιπ. Γ΄17-19). Γι’ αυτό το πάθημα του άφρονος πλουσίου ας μας γίνει μάθημα. Προσοχή να μην μας τυφλώσει ο πλούτος. Ας φροντίζουμε να γεμίζουμε την ζωή μας με πράξεις αγάπης και αρετής, για να έχουμε μετά το θάνατο μαζί μας θησαυρό αιώνιο. Ο άφρων πλούσιος παραμέρισε, ολοτελώς από την ζωή του, την ψυχή του. Γιατί η ψυχή ούτε τρώγει ούτε πίνει. Η ψυχή ευφραίνεται με την αρετή, ανακουφίζεται με την εφαρμογή του Θείου Θελήματος και ζει ευτυχισμένη μέσα στην ατμόσφαιρα της έμπρακτης αγάπης.
     Αδελφοί μου! Η αλήθεια που δεν πρόσεξε ο πλούσιος αλλά και πολλοί από εμάς είναι ότι τα υλικά αγαθά δεν μας συνοδεύουν στην άλλη ζωή. Μετά τον θάνατο, όπως μας λέει και ο υμνωδός της Εκκλησίας μας «δεν παραμένει ο πλούτος και δεν συνοδεύει κανένα η δόξα· ερχόμενος ο θάνατος όλα αυτά εξαφανίζονται». Και αυτή η αλήθεια θα πρέπει να είναι πάντοτε μπροστά μας. Γι’ αυτό αντί να γοητευόμαστε από το δέλεαρ των απολαύσεων της ζωής, ας επιδοθούμε στον πλουτισμό της ψυχής με έργα αγάπης και αρετής, που μας αναδεικνύουν αληθινούς ανθρώπους. Τότε δεν θα έχουμε την κατάληξη του άφρονος πλουσίου, αλλά θα βρούμε χάρη και έλεος, από τον πλουσιόδωρο Θεό στον οποίο ανήκει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση στους αιώνες. Αμήν.
Ηγούμενος Χρυσορροϊατίσσης Διονύσιος – Μητροπόλεως Πάφου