Κυριακή Θ΄ Λουκά – Συμπολίτες των αγίων και οικείοι του Θεού
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΔ΄ Κυριακής: Ἐφεσ. β´ 14-22
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Της Κυριακής: Λουκ. ιβ´ 16-21
Ἦχος: βαρύς.— Ἑωθινόν: Β´
Αγεφύρωτο ήταν τό χάσμα πού είχε δημιουργηθεί μεταξύ Θεού καί άνθρώπων μετά τήν πτώση των Πρωτοπλάστων. Ή άμαρτία είχε άπομακρύνει τόν άνθρωπο άπό τόν άληθινό Θεό και τόν είχε παρασύρει στήν ειδωλολατρία. Ακόμα κι οί Ιουδαίοι, πού λάτρευαν τόν άληθινό Θεό, έβλεπαν τήν άδυναμία καί τήν ένοχή τους άπέναντί Του καί περίμεναν τόν Λυτρωτή πού θά τούς χάριζε καί πάλι τήν κοινωνία μέ τόν πανάγαθο Δημιουργό.
Καί πράγματι ήρθε ό Λυτρωτής Χριστός. Κι όπως σημειώνει ό άπόστολος Παΰλος στό σημερινό άποστολικό άνάγνωσμα, ≪δι’ αύτού έχομεν τήν προσαγωγήν οί άμφότεροι έν ένί πνεύματι πρός τόν πατέρα≫・ Αύτός μάς έφερε καί τούς δύο λαούς (τούς είδωλολάτρες καί τούς Ιουδαίους), μέσω του ένός Άγιου Πνεύματος, κοντά στόν Πατέρα.
Όταν ένα μικρό παιδί κάνει κάποια σοβαρή ζημιά, δέν τολμά νά πλησιάσει τόν πατέρα του άπό τόν φόβο τής αύστηρής τιμωρίας. Έρχεται όμως ό μεγάλος άδελφός του καί αναλαμβάνει έκείνος νά μεσολαβήσει στόν πατέρα γιά νά δεχθεί το άτακτο παιδί καί νά τό συγχωρήσει. Ό Κύριος μέ τήν ένανθρώπησή Του έγινε ό μεγάλος άδελφός μας καί ό Μεσίτης μεταξύ Θεού καί άνθρώπων. Μέ τόν σταυρικό θάνατό Του θανάτωσε τήν έχθρα πού ύπήρχε έξαιτίας τής άμαρτίας και οδήγησε τόν άνθρωπο πάλι κοντά στό Δημιουργό Του.
Τί άνεκτίμητη δωρεά! Μπορούμε νά καλοϋμε τόν Θεό Πατέρα! Άρκεί νά πιστεύουμε στό Σωτήρα Χριστό καί νά ζοΰμε ένωμένοι μαζί Του μέσα στήν άγκαλιά της ’Εκκλησίας. Τότε θά είμαστε ≪οικείοι τοϋ Θεού≫, υιοί ≪κατά χάριν≫.
Δέν είναι όμως μόνο τό ότι ό Χριστός μάς οδήγησε κοντά στό Θεό. ’Επιπλέον μάς έφερε καί πιό κοντά μεταξύ μας. Κατήργησε τις διακρίσεις μεταξύ τών λαών, διεκήρυξε τήν ειρήνη καί τήν άγάπη προς όλους άνεξαιρέτως καί κάλεσε όλους τους άνθρώπους νά ένωθοΰν σέ ένα σώμα, τήν ’Εκκλησία, πού άποτελεί πλέον τον έκλεκτό λαό Του.
Στό σπίτι τοϋ Θεού δέν είμαστε ξένοι ούτε καί μόνοι. Είμαστε ≪οικείοι του Θεού≫, καί γί αύτό αισθανόμαστε καί μεταξύ μας οικειότητα καί έγκαρδιότητα. Αύτό είναι το συμπέρασμα πού ύπογραμμίζει ό άγιος Απόστολος: ≪ούκέτι έστέ ξένοι καί πάροικοι, άλλά συμπολΐται τών άγιων και οικείοι τού Θεού≫・ δέν εϊσθε πλέον ξένοι καί προσωρινοί κάτοικοι στή Βασιλεία τού Θεού, άλλά είσθε συμπολίτες τών Αγίων καί μέλη τής οικογένειας τού Θεού.
Τί ώραίο πράγμα νά αισθανόμαστε αύτόν τόν σύνδεσμο μεταξύ μας! Ανήκουμε στήν ίδια οικογένεια, τήν ’Εκκλησία. Είμαστε συμπολίτες τών Αγίων! Δέν μάς συνδέει απλώς κάποια σαρκική συγγένεια ή κοινή καταγωγή, άλλά ό ’ίδιος Πατέρας, ή ίδια οικογένεια, ή ούράνια Πατρίδα μας, ή αιώνια Βασιλεία τού Θεού. Κι άν κάποιοι θεωρούν καύχημά τους νά έχουν συγγενή ή συμπατριώτη κάποιο σπουδαίο πρόσωπο, έμείς άς θεωρούμε άσύγκριτα μεγαλύτερη τιμή τό γεγονός ότι είμαστε≪συμπολίται≫ μέ όλους τούς Αγίους: την Ύπεραγία Θεοτόκο, τούς Προφήτες και τούς Αποστόλους, τούς Μάρτυρες και τούς Όσίους, τούς Ποιμένες καί Διδασκάλους τής ’Εκκλησίας μας. Οί Άγιοι εΐναι κοντά μας καί παρακολουθούν τόν άγώνα μας. Κι έμείς έχουμε τό θάρρος νά ζητούμε τις πρεσβείες τους καί νά έλπίζουμε στή βοήθειά τους.
Μέ διάφορους τρόπους ό άπόστολος Παύλος έκφράζει τή σπουδαία άλήθεια ότι κάθε χριστιανός δέν μπορεί νά ζεΐ άτομικά τό γεγονός τής σωτηρίας του, άλλά μόνο μέσα στό σύνολο τής’Εκκλησίας. Για τόν λόγο αύτό χρησιμοποιεί τό παράδειγμα τής οικοδομής ή όποια έχει ώς άκρογωνιαΐο λίθο τόν Κύριο Ίησού Χριστό, και πάνω στή βάση αύτή τίθενται ώς θεμέλια οί Απόστολοι καί οί Προφήτες. Μ’ αύτόν τόν τρόπο, γράφει ό άγιος Άπόστολος, ≪πάσα ή οικοδομή συναρμολογουμένη αΰξει εις ναόν άγιον έν Κυρίω- έν ω και ύμείς συνοικοδομεΐσθε εις κατοικητήριον τοϋ Θεοϋ έν Πνεύματι≫・ όλη ή οικοδομή τής ’Εκκλησίας ένώνεται άρμονικά καί στερεά καί αύξάνει, ώστε νά γίνεται ναός άγιος, όπως τόν θέλει ό Κύριος. Κι έσείς, μέ τήν ένωσή σας μέ τόν Κύριο, οίκοδομείσθε μαζί μέ τούς άλλους πιστούς γιά να γίνετε ναός καί κατοικητήριο, στό όποιο θα κατοικεί ό Θεός μέ τό Πνεύμα Του.
Συναρμολόγηση – συνοικοδόμηση. Λέξεις πού έκφράζουν τόν σύνδεσμο των πιστών άλλά καί τήν έξάρτηση τοϋ ένός άπό τόν άλλο. Στό κτίσιμο μέ πέτρα είναι ολόκληρη τέχνη ή άρμολόγηση,δηλαδή ή κατάλληλη τοποθέτηση καί γερή συγκόλληση τών πετρών, ώστε νά είναι στέρεο το οικοδόμημα. Καί στήν πνευματική ζωή δεν κτίζουμε αύτόνομα καί άνεξάρτητα οικοδομήματα.
Δέν έχουμε δικαίωμα νά φροντίζουμε γιά τήν προσωπική μας οικοδομή άδιαφορώντας γιά τήν πρόοδο τοϋ άλλου. ≪Οίκοδομείτε εις τόν ένα≫, παραγγέλλει σέ άλλο σημείο ό Άπόστολος (Α’ Θεσ. ε’ 11). Νά οίκοδομείτε στήν άρετή ό ένας τον άλλο. Ό καθένας μας οφείλει νά οίκοδομείται μέσα στήν ’Εκκλησία μέ τέτοιο τρόπο, ώστε νά ένώνεται άρμονικά μέ τους άλλους πιστούς, καί όλοι μαζί ένωμένοι μέ τόν Κύριο νά συναποτελούμε έναν άγιο ναό, κατοικητήριο τοϋ ζώντος Θεού.
Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”