ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΡΗΤΟ ΠΟΥ ΛΕΓΕΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΟΤΙ Σ’ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΝ ΤΟ ΘΕΟ ΟΛΑ ΣΥΝΕΡΓΟΥΝ ΣΤΟ ΚΑΛΟ ΤΟΥΣ

Επίσης για την υπομονή και πόσο είναι το κέρδος από τις θλίψεις.

 

1.Σαν να ήρθα σε σας μετά από πολύ χρόνο, έτσι αισθάνο­μαι σήμερα. Γιατί, αν και ήμουν κλεισμένος στο σπίτι εξ αιτίας της σωματικής μου αρρώστιας, αισθανόμουν όμως σαν να βρι­σκόμουν κάπου μακριά από την αγάπη σας. Γιατί όποιος γνωρί­ζει ν’ αγαπάει, σωστά, όταν δεν μπορεί να βρίσκεται μαζί μ’ εκείνον που αγαπάει, και αν ακόμα κατοικεί στην ίδια πόλη, δε θα αισθάνεται καθόλου καλύτερα άπ’ αυτούς που ζουν σε ξένη χώρα. Και αυτό το ξέρουν όσοι γνωρίζουν ν’ αγαπούν. Συγχω­ρήστε με λοιπόν, παρακαλώ γιατί ο χωρισμός μου αυτός δεν έγινε από αδιαφορία, αλλά η σιωπή ήταν αποτέλεσμα αρρώ­στιας τού σώματος.

Και γνωρίζω βέβαια πως όλοι σας χαίρεστε τώρα γιατί ξεπέρασα την αρρώστια, εγώ όμως χαίρομαι όχι μόνο γιατί ξεπέρασα την αρρώστια, αλλά και γιατί μπορώ να βλέπω πάλι τα αγαπητά σας πρόσωπα και ν’ απολαμβάνω μαζί σας την αγάπη τού Θεού. Και όπως οι περισσότεροι από τους ανθρώπους μετά την απαλλαγή τους από την αρρώστια επιζητούν φιάλες και ποτήρια και κρύα νερά, έτσι η δική σας συνα­ναστροφή έγινε σε μένα πιο γλυκιά από κάθε χαρά και αυτό έγινε και προϋπόθεση της υγείας μου και αφορμή της χαράς μου.

Εμπρός λοιπόν, αφού με τη χάρη τού Θεού απολαύσαμε ο ένας τον άλλον, ας σάς αποδώσω το χρέος της αγάπης, αν βέ­βαια είναι δυνατό ν’ αποδοθεί ποτέ αυτό. Γιατί αυτό το χρέος μόνο δε γνωρίζει τέλος, αλλά όσο αποδίδεται, τόσο περισσότε­ρο αυξάνει˙και όπως στα χρήματα επαινούμε αυτούς που δεν οφείλουν τίποτε, έτσι εδώ μακαρίζουμε εκείνους που οφείλουν πολλά. Γι’ αυτό και ο δάσκαλος της οικουμένης Παύλος γράφο­ντας έλεγε, σε κανένα δε χρωστάτε τίποτε παρά το να αγαπάτε ο ένας τον άλλο, γιατί ήθελε αυτό το χρέος εμείς και πάντοτε να το αποδίδουμε και πάντοτε να το οφείλουμε και ποτέ να μην τελειώνουμε αυτή την οφειλή μέχρι που θα τελειώσουμε την παρούσα ζωή.

Όπως λοιπόν το να χρωστάει κανείς χρήματα είναι βαρύ και δυσάρεστο, έτσι το να μη οφείλει κανείς πάντοτε την οφειλή αυτή είναι αξιοκατάκριτο. Και για να μάθεις ότι έτσι συμβαίνει, άκου τη σοφία του θαυμαστού αυτού δασκάλου πως έκαμε αυτή την παραίνεση. Γιατί, αφού πρώτα είπε, σε κανένα δε χρωστάτε τίποτε, ύστερα πρόσθεσε, παρά το να αγαπάτε ο ένας τον άλλο, επιθυμώντας όλη η οφειλή μας εδώ να αποδίδεται και θέλοντας αυτό το χρέος να παραμένει διαρ­κώς σταθερό. Γιατί αυτό είναι κυρίως που συγκροτεί και συ­σφίγγει τη δική μας ζωή.

Αφού λοιπόν γνωρίσαμε πόσο είναι το κέρδος από το χρέος αυτό και ότι καθώς επιστρέφεται αυξάνει περισσότερο, εμπρός και εγώ το χρέος που σάς χρωστώ, όχι από αδιαφορία ούτε από κάποια αχαριστία άλλ’ από την αρρώστια που μού συνέβηκε, σήμερα, όσο είναι δυνατό, ας προσπαθήσω να το ξε­πληρώσω, εκθέτοντας λίγα λόγια στην αγάπη σας, έχοντας σαν υπόθεση της ομιλίας αυτόν τον ίδιο το θαυμαστό δάσκαλο της οικουμένης· και αυτά που σήμερα έλεγε γράφοντας στους Ρωμαίους, αφού τα φέρω στη μέση, ας τα αναπολήσουμε, και ας παραθέσω για μακρό χρόνο στην αγάπη σας το πνευματικό αυτό συμπόσιο. Είναι όμως ανάγκη να πούμε ποια είναι εκείνα που διαβάστηκαν, για να θυμηθείτε όσα λέχθηκαν και να δε­χθείτε με μεγαλύτερη ευκολία αυτά που θα πω. Γνωρίζουμε, λέγει, ότισ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνεργούν στο καλότους. Τι εννοεί αυτό το προοίμιο; Γιατί η μακάρια αυτή ψυχή δε λέγει τίποτε τυχαία ούτε χωρίς λόγο, αλλά πάντοτε προσφέρει τακατάλληλα πνευματικά φάρμακα στα υπάρχοντα πάθη.

Τι λοιπόν σημαίνει αυτό που λέγει; Επειδή πολλοί πειρα­σμοί περικύκλωναν από παντού όσους προσέρχονταν στην πίστη τότε και τα τεχνάσματα από τον εχθρό ήταν αδιάκοπα και οι επιβουλές συνεχείς και οι πολέμιοι τού κηρύγματος δεν ησύχα­ζαν, ρίχνοντας άλλους σε φυλακές, άλλους οδηγώντας σε εξο­ρίες και άλλους σύροντας σε άπειρα άλλα βάραθρα, γι’ αυτό όπως ένας άριστος στρατηγός, βλέποντας τον αντίπαλο πολύ οργισμένο, περιερχόμενος τους δικούς του τους διεγείρει από παντού, τους εμψυχώνει, τους προετοιμάζει, τους δίνει περισ­σότερο θάρρος, τους κάνει πιο πρόθυμους να σηκώσουν τα χέ­ρια εναντίον τού εχθρού και να μη φοβούνται τις επιδρομές του, άλλ’ αντιθέτως να στέκονται με άκαμπτο το φρόνημα και να τού κόβουν, αν είναι δυνατό, και αυτό το κεφάλι, και να μη φοβού­νται για την αντίσταση τους προς αυτόν, με τον ίδιο τρόπο και ο μακάριος αυτός, η ουρανομήκης ψυχή,θέλοντας να διεγείρει το φρόνημα των πιστώνκαι επειγόμενος να ανυψώσει τη σκέ­ψη τους που ήταν κατά κάποιο τρόπο πεσμένη κάτω, άρχισε το λόγο του μ’ αυτό· γνωρίζουμε ότι σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνεργούν στο καλό τους.

Βλέπεις τη σύνεση τού αποστόλου; Δεν είπε, ‘γνωρίζω’, αλλά, γνωρίζουμε, παρασύροντας και αυτούς σε συγκατάθε­ση των λεγομένων, ότι σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνεργούν στο καλό τους. Πρόσεχε την ακρίβεια των λόγων τού αποστόλου. Δεν είπε, ‘εκείνοι που αγαπούν το Θεό αποφεύ­γουν τα δεινά, γλυτώνουν από τους πειρασμούς’, αλλά, γνωρί­ζουμε, λέγει, δηλαδή, είμαστε πεπεισμένοι, είμαστε βέβαιοι, έχουμε πάρει τις αποδείξεις άπ’ αυτή την πείρα των πραγμάτων. Γνωρίζουμε ότι σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνερ­γούν στο καλό τους.

2.Πόση δύναμη νομίζετε πως έχει η σύντομη αυτή φράση;Όλα, λέγει, συνεργούν στο καλό τους. Και μη μού πεις εδώ τα καλά, ούτε να σκεφθείς την άνεση και την ασφάλεια μόνο, αλλά και τα αντίθετα, δηλαδή τις φυλακές, τις θλίψεις, τις επιβουλές, τις καθημερινές επιθέσεις, και τότε θα δεις με ακρίβεια τη δύναμη τού λόγου. Και για να μην οδηγήσω κάπου μακριά την αγάπη σας, αν θέλετε, ας φέρουμε στη μέση κάποια μικρά άπ’ αυτά που συνέβησαν σ’ αυτόν το μακάριο, και θα δεί­τε τη δύναμη τού λόγου.

Ενώ λοιπόν πήγαινε παντού, σπέρνοντας το λόγο της ευ­σέβειας, ξερριζώνοντας τα αγκάθια και αγωνιζόμενος να φυτέ­ψει την αλήθεια μέσα στην ψυχή τού καθενός, έφθασε σε κά­ποια πόλη της Μακεδονίας, όπως μας διηγείται ο μακάριος Λουκάς, αυτός που έγραψε το βιβλίο των Πράξεων κάποια δούλη τότε που είχε πονηρόπνεύμακαι δεν ησύχαζε αλλά πηγαίνοντας παντού ήθελε να τους φανερώνει σε όλους με τη βοήθεια τού διαβόλου, την ελευθέρωσε από τον πονηρό δαίμο­να, απομακρύνοντας αυτόν σαν κάποιον τιποτένιο, με πολλή δύ­ναμη, με λόγο και προσταγή. Ενώ έπρεπε οι κάτοικοι της πό­λης εκείνης να βλέπουν τότε τους αποστόλους σαν ευεργέτες και σωτήρες και χρησιμοποιώντας κάθε τρόπο περιποίησης γι’ αυτούς να τους αμείψουν για την τόσο μεγάλη ευεργεσία, αυτοί όμως τους αμείβουν με τα αντίθετα. Και άκου με ποια τους αμείβουν. Όταν είδαν, λέγει, οι κύριοι της ότι χάθηκε η ελ­πίδα του κέρδους από την εργασία αυτή, έπιασαν τον Παύλο και το Σίλα και τους έσυραν στην αγορά για να τους παρουσιά­σουν στους άρχοντες, και τους οδήγησαν στους στρατηγούς, και αφού τους έδωσαν πολλά κτυπήματα τους έβαλαν στη φυ­λακή και έδωσαν εντολή στο δεσμοφύλακα να τους φυλάγει καλά.

Είδατε την υπερβολική κακία των κατοίκων της πόλης εκείνης; είδατε την υπομονή και την καρτερία των αποστόλων; Περιμένετε λίγο και θα δείτε και τη φιλανθρωπία τού Θεού. Γιατί, επειδή είναι σοφός και επινοητικός, δεν τους ελευθερώ­νει από τα δεινά αμέσως από την αρχή, άλλ’όταν αυξηθούν οι τιμωρίες των εχθρών και φανερωθεί με τα πράγματα η υπομονή των αθλητών του, τότε φανερώνει και τη δική του δύναμη,για να μην μπορεί κανείς να λέγει ότι γι’ αυτό ορμούν στους κινδύ­νους, γιατί πιστεύουν πως δε θα πάθουν τίποτε το δυσάρεστο.Γι’ αυτό ακριβώς και αφήνει μερικούς στα δεινά, επιδεικνύο­ντας κάποια απόρρητη σοφία, και μερικούς τους γλυτώνει, για να μάθεις με όλα την υπερβολική του φιλανθρωπία και ότι απο­ταμιεύοντας γι’ αυτούς μεγαλύτερες αμοιβές επιτρέπει πολλές φορές να παρατείνονται τα δεινά. Έτσι λοιπόν κάνει και στην περίπτωση αυτή.Γιατί, ύστερα από την τόσο μεγάλη θαυματουργία και την ευεργεσία που επέδειξαν απομακρύνοντας τον αναίσχυντο εκείνο δαίμονα, επέτρεψε και να μαστιγωθούν και να ρίχτουν στη φυλακή.Γιατί από εδώ κυρίως φανερωνόταν και η δύναμη τού Θεού. Γι’ αυτό και ο μακάριος Παύλος έλεγε· με περισσότερη ευχαρίστηση λοιπόν θα καυχηθώ για τις αδυ­ναμίες μου, για να κατασκηνώσει σε μένα η δύναμη τού Χριστού. Και πάλι, όταν έχω χάσει κάθε δύναμη, τότε είμαι δυ­νατός, ονομάζοντας αδυναμία τους αδιάκοπους πειρασμούς.

Άλλ’ ίσως θα μπορούσε κάποιος εδώ να διατυπώσει την απορία,για ποιο λόγο απομάκρυναν το δαίμονα που δεν έλεγε τίποτε εναντίον τους, αλλά μάλλον τους έκανε γνωστούς σε όλους, αφού για πολλές ημέρες φώναζε λέγοντας·αυτοί οι άν­θρωποι είναι δούλοι τού ύψιστου Θεού, που μας κηρύττουν το δρόμο της σωτηρίας. Μην παραξενευθείς, αγαπητέ, γιατί και αυτό ήταν έργο της σύνεσης τού αποστόλου και της χάριτος τού Πνεύματος. Γιατί, αν και δεν έλεγε τίποτε εναντίον τους, αλλάγια να μη γίνει άπ’ αυτό αξιόπιστος ο δαίμοναςκαι να μπορεί και στα υπόλοιπα να παρασύρει τους αφελέστερους αν­θρώπους, γι’ αυτό αφού τον αποστόμωσε τον απομάκρυνε, μην επιτρέποντας σ’ αυτόν να μιλάει γι’ αυτά που άξιζαν περισσότε­ρο άπ’ αυτόν. Και το έκανε αυτό ακολουθώντας τον δικό του Κύριο. Γιατί και σ’ αυτόν πλησιάζοντας έλεγαν σε ξέρουμε ποιος είσαι, είσαι ο άγιος του Θεού. Και όμως παρ’ όλο που τα έλεγαν αυτά τους απομάκρυνε. Γινόταν και αυτό για κατά­κριση των αναίσχυντων Ιουδαίων, γιατί εκείνοι, μολονότι έβλεπαν να γίνονται κάθε ημέρα θαύματα και άπειρα παράδο­ξα, δεν πίστευαν, ενώ οι δαίμονες τον γνώριζαν καλά και τον διακήρυτταν σαν Υιό τού Θεού.

3. Αλλά ας επιστρέψουμε στη συνέχεια τού λόγου. Για να μάθετε λοιπόν πως σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνερ­γούν για το καλό τους, είναι ανάγκη να σάς διαβάσω όλη την ιστορία αυτή, για να γνωρίσετε και από εδώ πως ύστερα από τα χτυπήματα, ύστερα από τη φυλακή, όλα τα μετέστρεψε η χάρη τού Θεού για το καλό τους. Άλλ’ ας δούμε πως το παρουσιάζει αυτό ο μακάριος Λουκάς λέγοντας· και ο δεσμοφύλακας, αφού πήρε μια τέτοια εντολή, τους έβαλε στο πιο βαθύ κελλί και για ασφάλεια έδεσε τα πόδια τους στο ξύλο.Πρόσεχε πως αυξάνουν τα δεινά, για να γίνει και η υπομονή των αποστόλων πιο λαμπρή, και η ανέκφραστη δύναμη τού Θεού να καταστεί ολο­φάνερη σε όλους. Άκου όμως και το παρακάτω. Γιατί προσθέ­τει, γύρω στα μεσάνυχτα ο Παύλος και ό Σίλας προσεύχονταν και έψελναν ύμνους στο Θεό.

Βλέπε ψυχή θαρραλέα, βλέπε διάνοια νηφάλια. Ας μην προσπεράσουμε επιπόλαια, αγαπητοί, αυτό που λέχθηκε. Γιατίδε μας επισήμανε και την ώρα τυχαία, λέγοντας, γύρω στα με­σάνυχτα, άλλ’ επειδή ήθελε να μας δείξει ότι, όταν σε όλους τους άλλους έρχεται γλυκός ο ύπνος και κλείνει τα βλέφαρα, και όταν μάλιστα είναι φυσικό την ώρα εκείνη να κυριεύονται από τον ύπνο όσοι βρίσκονται σε πολλές στενοχώριες, τότε λοιπόν, λέγει, όταν από παντού υπερίσχυε η τυραννική εξουσία τού ύπνου, τότε εκείνοι προσεύχονταν και έψελναν ύμνους στο Θεό, δείχνοντας μ’ αυτό την πολύ μεγάλη αγάπη τους γι’ αυτόν.Γιατί, όπως ακριβώς εμείς όταν ενοχλούμαστε από σωματικούς πόνους, επιζητούμε τη συντροφιά των πλησιέστε­ρων συγγενών μας, για να μειώσουμε με τη συζήτηση μ’ εκεί­νους την ένταση τού πόνου, έτσι και οι άγιοι αυτοί φλεγόμενοι από τον πόθο τους προς τον Κύριο και ψέλνοντας τους ιερούς ύμνουςδεν καταλάβαιναν καθόλου τους πόνους εκείνους, άλλ’ εξ ολοκλήρου ήταν αφοσιωμένοι στην ικεσία εκείνη και έψελ­ναν τη θαυμάσια εκείνη ψαλμωδία, καιέτσι η φυλακή γινόταν εκκλησίακαι ο τόπος αγιαζόταν όλος από την ψαλμωδία εκεί­νων των άγιων.

Και ήταν δυνατό να δει κανείς πράγματα θαυμαστά και παράδοξα, ανθρώπους δηλαδή δεμένους στο ξύλο και να μην εμποδίζονται καθόλου για ψαλμωδία. Γιατί αυτόν που είναι νηφάλιος και ξάγρυπνος και έχει φλογερό πόθο για το Θεό τί­ποτε δε θα μπορέσει ποτέ να τον εμποδίσει από τη συνομιλία με τον Κύριο.Εγώ είμαι ο Θεός, λέγει, που πλησιάζω τους ανθρώπους και δεν είμαι ο Θεός που βρίσκονται μακριά τους.Και αλλού πάλι λέγει·τη στιγμή που εσύ ακόμη θα μιλάς θα σού απαιτήσω να, εγώ είμαι παρών.

Όπου λοιπόν υπάρχει νηφάλια διάνοια, ενθαρρύνεται η σκέψη και ελευθερώνεται κατά κάποιο τρόπο από το δεσμό του σώματος και πετάει προς αυτόν που ποθεί και περιφρονεί τη γη και αφού φθάσει πιο πάνω από τα ορατά πράγματα σπεύδει προς αυτόν. Αυτό ακρι­βώς έγινε και μ’ αυτούς τους αγίους.

Πρόσεχε λοιπόν την άμεση ενέργεια των ύμνων και πως, αν και βρέθηκαν στη φυλακή και ήταν δεμένοι στο ξύλο και ήταν μαζί με απατεώνες και φυλακισμένους, όχι μόνο δε ζημιώ­θηκαν καθόλου, αλλά και έτσι περισσότερο έλαμψαν και με το φως της αρετής τους θάμπωσαν όλους εκείνους που βρίσκονταν στη φυλακή. Γιατί η φωνή των ιερών εκείνων ύμνων μπαίνο­ντας στην ψυχή τού κάθε φυλακισμένου την ξανάπλαθε, για να το πούμε έτσι, και τη μετασχημάτιζε. Ξαφνικά, λέγει, έγινε σεισμός μεγάλος, τέτοιος που σαλεύθηκαν τα θεμέλια της φυ­λακής, καιαμέσως άνοιξαν όλες οι πόρτες και τα δεσμά όλων των φυλακισμένων λύθηκαν. Είδες τη δύναμη των ύμνων που γίνονταν προς το Θεό;Δεν απόλαυσαν την παρηγοριά μόνο αυ­τοί που έψελναν τους ύμνους, άλλ’ έκαμαν να λυθούν και τα δε­σμά όλων των φυλακισμένων, για να φανεί με τα ίδια τα πράγ­ματα πως σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνεργούν στο καλό τους.Γιατί να και κτυπήματα και φυλακή και ξύλο και συναναστροφή μαζί με τους δημίους, και όμως αυτά έγιναν προϋποθέσεις αγαθών και αφορμή επιτυχίας όχι μόνο για όσους ήταν δεμένοι στη φυλακή αλλά για τον ίδιο το δεσμοφύλακα. Ο δεσμοφύλακας, λέγει, ξύπνησεκαι όταν είδε τις πόρτες της φυλακής ανοιχτές, έβγαλε το μαχαίρι του και ήθελε να σκοτωθεί, επειδή νόμισε ότι οι φυλακισμένοι είχαν δραπετεύ­σει.

Πρόσεχε εδώ, παρακαλώ,τη φιλανθρωπία τού Θεού που ξεπερνάει κάθε νου. Για ποιο λόγο λοιπόν γίνονται όλα αυτά γύρω στα μεσάνυχτα; Για κανέναν άλλον, αλλά για να γίνει το πράγμα αθόρυβα και ήσυχα και να πραγματοποιήσουν τη σωτηρία τού δεσμοφύλακα. Γιατί, όταν έγινε σεισμός και ανοί­χθηκαν οι πόρτες, τα δεσμά όλων των φυλακισμένων λύθηκαν και δεν επιτράπηκε σε κανένα να δραπετεύσει. Πρόσεχε, παρα­καλώ, και άλλη σοφία τού Θεού εδώ. Γιατί όλα τα άλλα έγιναν, δηλαδή ο σεισμός και το άνοιγμα των θυρών, για να μάθουν με τα έργα όλοι ποιοί ήταν αυτοί που τότε βρίσκονταν στη φυλακή και ότι δεν ήταν τυχαίοι άνθρωποι, σε κανέναν όμως δεν επι­τράπηκε να φύγει έξω, για να μη γίνει τούτο αφορμή κινδύνων για το δεσμοφύλακα.

Και ότι αυτό είναι αληθινό, άκουσε πως, όταν υποπτεύθη­κε μόνο ότι έχει συμβεί αυτό ο δεσμοφύλακας και νόμισε ότι δραπέτευσαν κάποιοι, περιφρόνησε και την ίδια τη ζωή του. Γιατί, λέγει, έβγαλε το μαχαίρι και ήθελε να σκοτωθεί. Αλλά ο μακάριος Παύλος, ο οποίος παντού ήταν νηφάλιος και ξάγρυπνος, με τη φωνή του γλύτωσε το αρνί από το στόμα τού θηρίου. Γιατί φώναξε δυνατά λέγοντας·‘μην κάνεις κανένα κακό στον εαυτό σου, γιατί όλοι είμαστε εδώ.Πω πω υπερ­βολική ταπεινοφροσύνη!Δεν υπερηφανεύθηκε γι’ αυτά που έγι­ναν, δεν ξεσηκώθηκε εναντίον τού δεσμοφύλακα, δεν καταδέχθηκε να πει τίποτε το υπερβολικό, αλλά λογάριασε τον εαυτό του μαζί με τους φυλακισμένους, με τους δημίους, με τους κα­κούργους, λέγοντας όλοι είμαστε εδώ. Είδες ότι συμπεριφέρ­θηκε με μεγάλη ταπεινοφροσύνη και δε θεώρησε τον εαυτό του καθόλου ανώτερο από τους κακούργους που ήταν στη φυλακή; Πρόσεχε και το δεσμοφύλακα στη συνέχεια να τον πλησιάζει όχι σαν έναν από τους άλλους. Γιατί, αφού πήρε θάρρος και ζήτησε να τού φέρουν φώτα, πήδηξε μέσα στο κελλί και τρο­μαγμένος έπεσε στα πόδια τού Παύλου και τού Σίλα και αφού τους έβγαλε έξω είπε-κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;.

Είδατε πως σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνερ­γούν για το καλό τους;Είδατε πως διαλύθηκε η μηχανή τού διαβόλου; πως έγιναν άχρηστα τα τεχνάσματα του;Γιατί, επει­δή έδιωξαν το δαίμονα, έκαμε να φυλακισθούν, νομίζοντας πως μ’ αυτό εμποδίζει το δρόμο τού κηρύγματος. Αλλά να και η φυ­λακή έχει γίνει σ’ αυτούς αφορμή για πνευματικό κέρδος.

4. Επομένως και μείς, αν είμαστε νηφάλιοι, όχι μόνο όταν ζούμε με άνεση, αλλά και όταν βρισκόμαστε σε θλίψεις, μπορούμε να κερδίζουμε, και μάλιστα τότε περισσότερο παρά στην άνεση. Γιατί η άνεση κατά το πλείστο μας κάνει πιο αδιάφο­ρους, ενώη θλίψη μας καθιστά νηφάλιουςκαι μας κάνει ν’ αξιωνόμαστε και τη βοήθεια τού Θεού, και κυρίως όταν εξ αι­τίας της ελπίδας μας στο Θεό δείχνουμε υπομονή και καρτερία σε όλες τις θλίψεις που μας έρχονται.Ας μη λυπόμαστε λοι­πόν όταν δοκιμάζουμε θλίψεις,αλλά μάλλον ας χαιρόμαστεγιατί αυτό γίνεται προϋπόθεση της προκοπής μας. Γι’ αυτό και ο Παύλος έλεγε, γνωρίζουμε ότι σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνεργούν στο καλό τους.

 Άλλ’ ας δούμε τη φλογερή ψυχή αυτών των αγίων. Όταν λοιπόν άκουσαν το δεσμοφύλακα να λέγει, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ; μήπως το ανέβαλαν; μήπως καθυστέρησαν; μήπως αμέλησαν για την κατήχηση; Καθόλου. Τι όμως τού εί­παν;Πίστεψε στον Κύριο Ιησού Χριστό, και θα σωθείς και συ και το σπίτι σου. Πρόσεχε αποστολική φροντίδα. Δεν αρ­κούνται στη δική του σωτηρία, αλλά μ’ εκείνον θέλουν να προσελκύσουν στο λόγο της ευσέβειας και όλους τους συγγε­νείς του, δίνοντας στο διάβολο το θανάσιμο χτύπημα.Και βα­πτίσθηκε αμέσως ο ίδιος και όλη η οικογένειά του, και ήταν ευτυχισμένος με όλη την οικογένεια του γιατί είχε πιστέψει στο Θεό.

Από εδώ διδασκόμαστε να μην αναβάλλουμε ποτέ στα πνευματικά ούτε κατά το ελάχιστο, αλλά πάντοτε να θεωρούμε κατάλληλη την ευκαιρία που μας έρχεται. Γιατί, αν ο άγιοι αυτοί δε δέχθηκαν να αναβάλουν μολονότι ήταν νύχτα, ποια δικαιο­λογία θα έχουμε εμείς που σε άλλο χρόνο παραβλέπουμε το πνευματικό κέρδος;Είδες ότι η φυλακή έγινε εκκλησία;είδες ότι το καταγώγιο των δημίων αποδείχθηκε ξαφνικά τόπος προσευχής και ότι η μυσταγωγία τελούνταν εκεί; Τόσο μεγάλο είναι το να είμαστε νηφάλιοι και να μην παραβλέπουμε ποτέ τα πνευματικά κέρδη, αλλά κάθε ευκαιρία να την κάμνουμε κατάλ­ληλη για την εμπορία αυτή. Συνεπώς καλά έλεγε ο μακάριος Παύλος γράφοντας, ότι σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό όλα συνεργούν στο καλό τους.

Αυτή τη φράση, παρακαλώ, έχοντας και μείς χαραγμένη στο νου μας, ποτέ ας μη στενοχωριόμαστε, όταν περιπέσουμε στη ζωή αυτή σε κάποιες θλίψεις ή σε περιστάσεις ή σε σωμα­τικές αρρώστιες ή σε κάποια άλλα λυπηρά πράγματα, αλλά φι­λοσοφώντας πολύ τα πράγματα ας αντιστεκόμαστε σε κάθε πει­ρασμό, γνωρίζοντας ότι, αν είμαστε νηφάλιοι, από παντού μπο­ρούμε να κερδίζουμε και μάλιστα περισσότερο από τους πειρα­σμούς παρά από τις ανέσεις και ποτέ ας μην αδημονούμε, αφού ξέρουμε πόσο είναι το κέρδος από την υπομονή, αλλά και ας μη μισούμε αυτούς που μας προκαλούν τους πειρασμούς.

Γιατί και αν ακόμη αυτοί το κάμνουν τούτο εκπληρώνοντας το σκοπό τους, όμως ο κοινός Κύριος το επιτρέπει, γιατί θέλει και μ’ αυ­τούς να κερδίσουμε τοπνευματικό κέρδοςκαι να λάβουμε τομισθό της υπομονής.

Αν λοιπόν μπορέσουμε να υποφέρουμε μ’ ευχαρίστηση τις θλίψεις, θα διαλύσουμε ένα μεγάλο μέρος από τα αμαρτήματά μας.Γιατί, αν το θησαυρό αυτόν και δάσκαλο της οικουμένης ανεχόταν ο Κύριος να τον βλέπει να πέφτει κάθε ημέρα σε κινδύνους, όχι περιφρονώντας τον δικό του αθλητή, αλλά κά­μνοντας του πιο μεγάλους τους αγώνες, ώστε να τού ετοιμάσει πιο λαμπρά τα στεφάνια, τι θα μπορούσαμε να πούμε εμείς που είμαστε γεμάτοι από άπειρα αμαρτήματα, και που εξ αίτιας τους πολλές φορές πέφτουμε στους πειρασμούς, ώστε, αφού τιμωρηθούμε γι’ αυτά εδώ, να κριθούμε άξιοι έστω και για μικρή φι­λανθρωπία, ν’ απολαύσουμε κατά τη φοβερή εκείνη ήμερα τα απόρρητα εκείνα αγαθά;

Αυτό λοιπόν σκεπτόμενοι, ας αντιστεκόμαστε με γενναιό­τητα σε όλα, για να δεχθούμε από το φιλάνθρωπο Θεό και το μισθό της υπομονής, και να μπορέσουμε να περιορίσουμε το πλήθος των αμαρτημάτων μας και να επιτύχουμε τα αιώνια αγα­θά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.

Αμήν.

Read more:http://egolpion.com/ola_synergoun.el.aspx#ixzz3JPaSXyAm