Προϊστορική και Αρχαία Θεσσαλία .Τοπογραφία της Θεσσαλίας
Προϊστορική και Αρχαία Θεσσαλία
1.Τοπογραφία της Θεσσαλίας
ΓΕΩΦΥΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Ο Νομός της Λάρισας ανήκει στην ανατολική λεκάνη της θεσσαλικής πεδιάδας και το έδαφός του είναι κυρίως πεδινό και ημιορεινό (75%). Παρ’ όλα αυτά συναντάμε ψηλά βουνά στο βόρειο και βορειοανατολικό τμήμα του νομού. Αυτά είναι: α΄ βόρεια: οΌλυμπος (υψόμ. 2917μ.), ο Κάτω Όλυμπος (που χωρίζεται από τον κυρίως Όλυμπο με τη χαράδρα Ξερόλακος, η οποία διασχίζεται εποχικά από το χείμαρρο Ζηλιάνα που κατευθύνεται και εκβάλει στα πιερικά παράλια), με ψηλότερη κορυφή τη Μεταμόρφωση (1587), ο Τίταρος (1839), ταΚαμβούνια (1617) και τα Αντιχάσια (1416-Οξυά), β΄ βορειοανατολικά : η Όσσα (ή Κίσσαβος-1978) και το Μαυροβούνι (1054). Μικρότερα βουνά συναντάμε στο νότιο τμήμα του νομού: το Ναρθάκι (1011μ.), το Χαλκωδόνιον ή Καραντάου (725) και στα σύνορα με το νομό της Καρδίτσας : το Φυλλήιο (533) και βορειότερα τον Τίτανο(Δοβρούτσι, 693 μ.).
Το μεγαλύτερο, όμως, τμήμα του νομού είναι η πεδιάδα της Λάρισας που είναι το ανατολικό κομμάτι της λεγόμενης θεσσαλικής πεδιάδας. Αυτός ο εύφορος κάμπος αρδεύεται από τον Πηνειό ποταμό και το μεγάλο παραπόταμό του Τιταρήσιο που έρχεται από ΒΔ και συμβάλλει στον Πηνειό στα Στενά της Ροδιάς. Άλλες μικρότερες πεδιάδες, που είναι φυσικές προεκτάσεις αυτής της Λάρισας είναι των Φαρσάλων και της Αγιάς ,το λεγόμενο Δώτιον Πεδίον της Αρχαιότητας. Τέλος η περιοχή των εκβολών του Πηνειού, στην οποία σχηματίζεται μια πολύ γόνιμη προσχωσιγενή πεδιάδα, δεν είχε το σημερινό μέγεθος κατά τους ιστορικούς χρόνους. (Αυτό μάλιστα φαίνεται από την παντελή έλλειψη προϊστορικών ευρημάτων στην περιοχή ανάμεσα στη Μαγνησιακή πόλη Ομόλιον και τη μακεδονική πολίχνη Φίλα, ΒΑ του Πυργετού.)
Ο Πηνειός εισέρχεται στη λαρισινή πεδιάδα από τα στενά του Καλαμακίου (Γούνιτσας), στους πρόποδες του Τίτανου και αφού δεχτεί τα νερά του Τιταρήσιουκαι των βραχιόνων του Σαρανταπόρου και Ελασονίτικου, διασχίζει τα Τέμπη και χύνεται στο Αιγαίο. Πρωτύτερα δύο ακόμα παραπόταμοι στο νομό της Λάρισας, που έρχονται από τα νότια, ο Ενιπέας και ο Απιδανός, οι οποίοι πηγάζουν από τη φαρσαλινή πεδιάδα, κατευθυνονται ΒΔ και συναντούν τον Πηνειό δυτικότερα, εντός των ορίων του Νομού Καρδίτσας (περιοχή Βλοχού του Παλαμά).
Σύμφωνα με τη Μυθολογία ο Πηνειός ήταν γιος του Ωκεανού και της Τιθύος και πατέρας της νύμφης Δάφνης. Ο Πηνειός σχηματίζεται από τη συμβολή τουΜαλακασιώτικου ρέματος (όρος Λάκμος) και του ρέματος Μουργκάνης (Ίων) που έρχεται από τα Χάσια. Το συνολικό του μήκος είναι 210 περίπου χιλιόμετρα και είναι ο τρίτος μεγαλύτερος ποταμός της χώρας. Έχει λεκάνη απορροής (συγκέντρωση υδάτων) 10.700 τ. χλμ. Άλλοι παραπόταμοί του, εκτός αυτών που ξεκινούν από το νομό της Λάρισας, είναι ο Ληθαίος, ο Πορταΐκός, ο Πάμισος, ο Καράμπαλης, ο Ονόχωνος, ο Νεοχωρίτικος και ο Σοφαδίτικος. Ο Πηνειός τροφοδοτείται, επίσης, με νερό από την εκτροπή του Ταυρωπού ποταμού στα δυτικά του νομού Καρδίτσας. Πλημμυρίζει, συνήθως, στην περιοχή Ζάρκου-Πηνειάδας και σπανιότερα σ’ αυτή των Γόννων. Παλιότερα υπερχείλιζε και στην πόλη της Λάρισας.
Αξίζει να αναφερθεί ότι στα σύνορα με το νομό της Μαγνησίας υπήρχε η λίμνηΚάρλα (Βοιβηίς των αρχαίων) στις όχθες της οποίας φιλοξενήθηκαν πολλοί προϊστορικοί οικισμοί, όπως θα δούμε σε άλλα άρθρα. Αποξηράνθηκε το 1961, αλλά προβλέπεται να επανασυσταθεί στο άμεσο μέλλον.
Τα κυριότερα φυσικά περάσματα προς τη Θεσσαλία από το Βορά είναι: τα στενά της Πέτρας, ανάμεσα στον Τίταρο και τον Όλυμπο, τα Στενά του Σαρανταπόρου,τα Τέμπη και τέλος η παράκτια οδός (εκβολές Πηνειού – Ομόλιο – Καρίτσα –Αγιόκαμπος – Δώτιο Πεδίο, μέσω της κοιλάδας του μικρού ποταμού Άμυρου).
Το κλίμα του νομού έχει τα χαρακτηριστικά του ηπειρωτικού κλίματος με μέση ετήσια θερμοκρασία τους 17οc (πεδινή περιοχή). Βέβαια η θερμοκρασία παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις από εποχή σε εποχή. Έχουν παρατηρηθεί δύο φορές, την τελευταία εικοσαετία, θερμοκρασίες το χειμώνα χαμηλότερες των -20 οc και πολλές φορές τα καλοκαίρια άνω των 45 οc. Οι βροχοπτώσεις είναι σχετικά λίγες στην εσωτερική λεκάνη (περίπου 500 mm) ενώ διπλασιάζεται ο σχετικός δείκτης στα παράκτια (περισσότερα από 1000mm το χρόνο).
ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ: Στα προϊστορικά χρόνια, κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της παλαιολιθικής εποχής, όλη η πεδιάδα της Θεσσαλίας ήταν μία κλειστή θάλασσα με βάθος που κλιμακωτά μεγάλωνε από τα Δυτικά προς τα Ανατολικά και από το Βορρά προς το Νότο. Αυτή είναι και η αιτία που έχουν βρεθεί μόνο ελάχιστες εξακριβωμένες θέσεις κατοικίας, κυρίως της νεότερης Παλαιολιθικής, από τους αρχαιολόγους για εκείνη την εποχή. Συγκεκριμένα: Το 1958 ο Γερμανός αρχαιολόγος Vladimir Milojcic ανακάλυψε τα πρώτα οστά ζώων της Μέσης Παλαιολιθικής Εποχής. Από τότε μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον 40-50 θέσεις της Νεότερης Παλαιολιθική Εποχής, στις όχθες του Πηνειού, βόρεια της Λάρισας, μέχρι και την περιοχή των Στενών της Ροδιάς. Στην τελευταία, μάλιστα, περιοχή οι αρχαιολόγοι έχουν εντοπίσει ένα «εργαστήρι», θα λέγαμε, επεξεργασίας λίθου (χειροπέλεκεις, σμίλες, κ.ά.). Εξαίρεση αποτελεί η Θεόπετρα της Καλαμπάκαςσε σπηλιά της οποίας βρέθηκαν αλλεπάλληλα ίχνη κατοίκησης πολλών φάσεων της Παλαιολιθικής Εποχής. Φαίνεται πως η περιοχή εκείνη ήταν ίσως τότε κοντά στις ακτές της εσωτερικής θεσσαλικής θάλασσας και μας θυμίζει, κάπως, τις παραθαλάσσιες σπηλαιοκατοικίες στο Φράχθι της Αργολίδας και του Διρού της Λακωνίας. Γυρίζοντας πολύ πιο πίσω το «ρολόι» της γης, 140 εκατομμύρια χρόνια, θα δούμε πως όταν όλος ο πλανήτης μας είχε τη μορφή μιας παν-θάλασσας, ανυψώθηκε μέσα από τα βάθη της η Πελαγονική οροσειρά. Αυτή ήταν μία στενή ζώνη ξηράς που ξεκινούσε από την περιοχή των Σκοπίων, περνούσε από τον Όλυμπο, την Όσσα και το Πήλιο και κατέληγε στη Βόρεια Εύβοια (όρος Καντήλι). Αξίζει να αναφερθεί, λοιπόν, ότι τα όρη της Αν. Θεσσαλίας είναι από τα αρχαιότερα της γης. (Έτσι, για παράδειγμα, βλέπουμε ότι τα Ιμαλάια ή οι Άλπεις υψώθηκαν 25εκατομ. χρόνια αργότερα από τις οροσειρές μας.) Η περιοχή ανάμεσα στα ανατολικά βουνά της περιοχής μέχρι την αδιαμόρφωτη ακόμα κεντρική Πίνδο ήταν ανοιχτή θάλασσα, η οποία χιλιάδες αιώνες αργότερα έκλεισε και η κεντρική θεσσαλική θάλασσα μετατράπηκε σε λίμνη γύρω στο 100.000 π.Χ.
Με την πάροδο των ετών στην περιοχή επήλθε διάβρωση στην περιοχή των Τεμπών και με την επίδραση κάποιου ισχυρού σεισμού (Ηρόδοτος), δημιουργήθηκε μια φυσική δίοδος για τα νερά της θεσσαλικής λίμνης προς το Αιγαίο. Έτσι η λίμνη άδειασε (περίπου το 8.000-10.000 π.Χ.), εκτός του Παγασητικού που ήταν πιο βαθύς, και όλα τα μικρότερα ορεινά ρεύματα ενώθηκαν και δημιούργησαν τον Πηνειό ποταμό που εκβάλλει σήμερα αρκετά ανατολικότερα από ότι στην Αρχαιότητα στην περιοχή του Στομίου. Κατάλοιπο της θάλασσας έμεινε η λίμνη Βοιβηίς (Κάρλα), πολύ μεγαλύτερη από ό,τι το 1960, που εμπλουτιζόταν από υδάτινα ρεύματα της Όσσας (Άμυρος ποταμός, κ.ά.) καθώς και τον Ογχηστό ποταμό ενώ εποχικά πλημμύριζε, δημιουργώντας έλη με αποτέλεσμα, εποχικά,να ενώνεται με τη βορειότερη μικρήλίμνη (έλος) Νεσσωνίδα (δυτικά του σημερινού Συκουρίου έως την περιοχή μετά το εργοστάσιο ζάχαρης και το Ομορφοχώρι).