Λουκάς ο Ευαγγελιστής και Απόστολος (18.10)

 
Λουκάς ο Ευαγγελιστής και Απόστολος (18.10)
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ: Ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς, συγγραφέας του ομώνυμου Ευαγγελίου και του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων, καταγόταν πιθανότατα από την Αντιόχεια. Για τον τόπο καταγωγής του συμφωνούν οι περισσότεροι Πατέρες και εκκλησιαστικοί συγγραφείς (Ευσέβιος, Ιερώνυμος, κ.ά). Σε χωρία των Πράξεων (ιστ΄10-17, κ΄5-κα’ 8, κζ΄1-2), ο Λουκάς χρησιμοποιεί πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, κι αυτό διότι ο Ευαγγελιστής παρέλαβε τον Απόστολο Παύλο από την Τρωάδα και τον συνόδευσε κατά τη δεύτερη αποστολική του περιοδεία. Ακόμη ήταν παρών στον Ευαγγελισμό των γυναικών της πόλης των Φιλίππων. Από τα συμφραζόμενα των πράξεων καταλαβαίνουμε ότι ο Ευαγγελιστής Λουκάς ομίλησε και ο ίδιος στη συνάντηση, λαμβάνοντας ενέργό ρόλο στην πρώτη εκείνη κατήχηση που έγινε ποτέ στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Ο Ευαγγελιστής φαίνεται παρών και στο επεισόδιο με την παιδίσκη που είχε “πνεύμα πύθωνος”, η οποία κια τελικά ακολούθησε τον Παύλο και το Σίλα, με τελική κατάληξη τη φυλάκιση αυτών. Και στην τρίτη αποστολική πορεία ο Λουκάς συνόδεψε τον Απ. Παύλο από τους Φιλίππους στην Τρωάδα και από εκεί μέσω Λέσβου στη Μίλητο, από όπου μέσω Κω, Ρόδου, κ.ά, οδήγήθηκαν τελικά στα Ιεροσόλυμα. Τέλος ο Ευαγελιστής Λουκάς ακολούθησε τον Παύλο και στη Ρώμη, μεσω Κρήτης και Μελίτης (Μάλτας). Ο Ευαγγελιστής παρέμεινε πιστός και αφοσιωμένος στον Απ. Παύλο μέχρι και το μαρτυρικό τέλος του δευτέρου. Άλλωστε το όνομά του μνημονεύει με ασπασμούς ο κοορυφαίος των Αποστόλων, Παύλος, σε Επιστολές της αιχμαλωσίας (Κολασ. δ΄14 και Φιλημ. 24). Μάλιστα στη δεύτερη Προς Τιμόθεον Εαπιστολή αναφέρεται ως ο μόνος εναπομείνας κοντά στον Απόστολο Παύλο, πράγμα που μαρτυρεί το στενό σύνδεσμο του Ευαγγελιστή και του Αποστόλου. Ακόμη, ο “Λουκάς ο ιατρός ο αγαπητός” (Κολασ. δ΄14) θα ήταν οπωσδήποτε χρήσιμος συνοδός για τον ηλικιωμένο πια Παύλο που βασανιζόταν και από κάποια ασθένεια, [“σκόλοψ τη σαρκί” (Β΄Κορ. ιβ΄7)].
ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ: Μετά το θάνατο του Αποστόλου, ο Λουκάς, σύμφωνα με αρχαίους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, κύρηξε τη νέα πίστη στη Δαλματία, τη Γαλλία, τη Μακεδονία και την Αχαϊα (Επιφάνιος, Κατά Αιρέσεων, PG 41, 907 και Γρηγόριος Ναζιανζ., PG 36, 228). Ο Συμεών ο Μεταφραστής (PG 115), 1136) μας πληροφορεί ότι ο Ευαγγελιστής μετέβη έπειτα και στην Ανατολή, αφού διέσχισε τη Λιβύη και όταν έφτασε στην Αίγυπτο, χειροτονήθηκε επίσκοπος στη Θηβαϊδα, όπου και κοιμήθηκε ειρηνικά. Αντιθέτως, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ομιλεί για μαρτύριο του Ευαγγελιστή.
Ο ΛΟΥΚΑΣ ΑΓΙΟΓΡΑΦΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ: Αρχαιότατη παράδοση θέλει τον Ευαγγελιστή Λουκά, ζωγράφο που φιλοτέχνησε μάλιστα την εικόνα της Θεομήτορος. Σχετική είναι και η υμνολογία του Μικρού Παρακλητικού Κανόνα προς τη Θεοτόκο που ψάλλει: “Άλαλα τα χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων την εικόνα σου τη σεπτήν, την ιστορηθείσαν υπό του Αποστόλου Λουκά ιερωτάτου, την Οδηγήτριαν”. Σύμφωνα με πληροφορίες του Μαξίμου Μαργούνιου, ο Κωνστάντιος, γιος του Μ. Κωνσταντίνου μετέφερε το ιερό λείψανο του Αποστόλου Λουκά στο Ναό των Αγίων Αποστόλων και το έθεσε μαζί με τα ιερά λείψανα των Αποστόλων Ανδρέα και Τιμοθέου κάτω από την Αγία Τράπεζα. Σύμφωνα με τον ίδιο συγγραφέα, ο Ευαγγελιστής ζωγράφισε τρεις εικόνες της Θεοτόκου που έφερε στην αγκαλιά της τον Κύριο Ιησού Χριστό.
ΤΟ ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ: Κατά τον Ωριγένη, ο Λουκάς έγραψε το Ευαγγέλιό του για τους “εξ εθνών” πιστούς, σε αντίθεση με τον Ευαγγελιστή Ματθαίο που απευθύνεται στους “εξ Ιουδάιων πιστούς”. Άλλωστε ο αρχικός αποδέκτης του Ευαγγελίου, ο ‘κράτιστος Θεόφιλος” ήταν εθνικός, γι’ αυτό και ο Άγιος Ευαγγελιστής τον στηρίζει στην κατήχησή του και εκφράζεται τιμητικά για τους εθνικούς, προβάλλοντας τον οικουμενικό χαρακτήρα της νέας πίστης. Μάλιστα του κήρυγμα του Βαπτιστού στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο παρουσιάζεται ως ιδιαίτερα ελεγκτικό προς τους Ισραηλίτες που χαρακτηρίζονται “γεννήματα εχιδνών”. Παρ’ όλα αυτά δεν πρέπει να συμπεράνουμε ότι το “διεθνιστικό” πνεύμα του Λουκά είχε γενικό αντιιουδαϊκό χαρακτήρα. Άλλωστε μόνον ο Λουκάς διασώζει τη σκηνή που ο Κύριος αντικρίζοντας την Ιερουσαλήμ, πνευματική και εθνική μητρόπολη του Ισραήλ, κλαίει. (ιθ΄41). Θα λέγαμε ότι η σκέψη του Ευαγγελιστή είναι ότι ο Κύριος καλεί “Πάντα τα έθνη και τον Ισραήλ επομένως” (Θ.Η.Ε., Λουκάς 372). Το “πνεύμα” αυτό της διδασκαλίας του Ευαγγελίου του Λουκά αντικατοπτρίζεται άριστα στη σύσταση που απηύθηνε ο αναστάς Κύριος στους μαθητές του, σύμφωνα με την οποία έπρεπε: “κηρυχθήναι επί τω ονόματι αυτού μετάνοιαν και άφεσιν αμαρτιών εις πάντα τα έθνη, αρξάμενον από Ιερουσαλήμ” (κδ΄47).