Αυτή ή διδασκαλία για την τριαδικότητα του Θεού, για το απρόσιτο της ουσίας του Θεού, για την αδιαίρετον Φύσι Του, για τα υποστατικά ιδιώματα των τριών Προσώπων, απασχολούσαν μέρα -νύχτα έναν διάσημο Ηγούμενο σένα μοναστήρι.

Ένα βράδυ, λοιπόν, με έναστρο πεντακάθαρο ουρανό, ό Ηγού­μενος, κουρασμένος όπως ήταν από τη μελέτη, από τον στοχασμό και από την έρευνα, πού έκανε γύρω από τα πράγματα, πού αφορούσαν τα Πρόσωπα της Άγιας Τριάδος…

βγήκε έξω από το μοναστήρι και περ­πατούσε, απολαμβάνοντας την ησυχία της νύχτας και λέγοντας την ευχούλα, “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με”.

Περπατώντας, όμως, απομακρύνθηκε από το μοναστήρι και υστέρα από μισή ώρα περίπου συνάντησε ένα μαντρί με πρόβατα.

“Τι παράξενο! έχουμε τόσο κοντά στο μοναστήρι μαντρί με πρόβατα και δεν το ξέρω;” είπε μέσα του. Πρόσεξε όμως και τον τσοπάνη του κοπαδιού, ό οποίος έκανε κάτι περίεργο: σήκωνε το χέρι του προς τον ουρανό, δείχνοντας εδώ κι εκεί, και υστέρα έσκυβε και κάτι σκάλιζε κάτω στο χώμα. Αυτό το έβλεπε να το κάνη συνέχεια και για αρκετή ώρα. Πλησίασε ό Ηγούμενος περίεργος και τον ρώτησε:

Άνθρωπε του Θεού, τι κάνεις εδώ, μεσ’ στη νύχτα;

– “Α, λέγει, πάτερ μου, μετράω τ’ άστρα! Και γράφω κάτω στο χώμα πόσα μέτρησα. Ύστερα σηκώνω ξανά το χέρι μου και πάλι μετράω: ένα, δύο, τρία, τέσσερα… Μετράω εκατό – διακόσια και τα ξαναγράφω. Και στο τέλος θα κάνω πρόσθεση!

Ευλογημένε, του λέει, μετριούνται τα άστρα;! Αυτά είναι εκατομ­μύρια εκατομμυρίων… Μπορείς να τα μέτρησης τα άστρα;

Μα και οι αλήθειες του Θεού, πού εσύ μετράς και ψάχνεις, με­τριούνται; Χωράνε στο μυαλό, πάτερ μου;

Και ευθύς αμέσως και ό τσοπάνης και το μαντρί εξαφανίστηκαν από μπροστά του! Με σκυμμένο το κεφάλι και ταπεινωμένος ό Ηγού­μενος γύρισε στο μοναστήρι. “Καλά να πάθω – έλεγε – καλά να πάθω!”*”

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ. ΠΑΤΡΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ.