Σύντομο ιστορικό Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αγίου Αχιλλίου Λάρισας
Από την οσιακή κοίμηση του Αγίου Αχιλλίου τον 4ο αιώνα, οι Λαρισαίοι πάντοτε είχαν την αναφορά τους στο Ναό του Αγίου τους στο λόφο του Φρουρίου. Εκεί βρισκόταν και ο τάφος με το σκήνωμα του Αγίου Αχιλλίου και ήταν σημείο πνευματικής αναφοράς, κέντρο λατρείας και τόπος αγιάσματος. Ο πρώτος Ναός αφιερωμένος στον Άγιο Ιεράρχη της Λάρισας κτίστηκε περί τον 6ο αιώνα. Πρόκειται για μια τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική που εξυπηρετούσε τις θρησκευτικές ανάγκες των Λαρισαίων καθ’ όλη τη διάρκεια των βυζαντινών χρόνων μέχρι τον 16ο αιώνα και η οποία αποκαλύφθηκε το 1978 από τις ανασκαφικές έρευνες της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Βέβαια, ο ναός αυτός στα 1000 περίπου αυτά χρόνια δεν ξέρουμε αν έμεινε αναλλοίωτος ή υπέστη ανακαινίσεις, μεταβολές και προσθήκες.
Στα μέσα του 16ου αιώνα καταστράφηκε ολοσχερώς ο Ναός του Αγίου Αχιλλίου από τους Τούρκους ακολουθώντας την τύχη όλης της πόλης της Λάρισας και γι’ αυτό οι Μητροπολίτες Λαρίσης μετέφεραν την έδρα της Μητροπόλεώς τους στα Τρίκαλα ως το 1739. Τότε οι Λαρισαίοι ανοικοδόμησαν άλλο Ναό προς τιμή του πολιούχου τους Αγίου Αχιλλίου , πάλι στο λόφο του Φρουρίου, τον οποίο πάλι έκαψαν και γκρέμισαν οι Τούρκοι στα Ορλωφικά.
Οι χριστιανοί κάτοικοι της πόλης, όπως μας πληροφορεί ο Λαρισαίος Δάσκαλος του Γένους Κων/νος Κούμας, για 26 χρόνια αναγκάζονταν να πηγαίνουν για εκκλησιασμό στα γύρω χωριά. Δηλαδή για 26 ολόκληρα χρόνια δεν έγινε ούτε μία Θεία Λειτουργία στη Λάρισα! (από 12-6-1769 έως το 1794). Οι Τούρκοι είχαν αποφασίσει να μην ξαναχτιστεί ο ναός αλλά με ενέργειες του Μητροπολίτου Λαρίσης Διονυσίου Η΄ του Καλλιάρχου προς το Σουλτάνο Σελίμ Γ΄ δόθηκε η άδεια (με σουλτανικό φιρμάνι) ανοικοδόμηση του ναού «εν τη αυτή θέσει του Μεγάλου ή Τρανού Μαχαλά», που ήταν στο λόφο του Φρουρίου βορειότερα από το σημερινό Ναό.
Όμως και το ναό αυτό δεν τον σεβάστηκαν οι Τούρκοι, αφού στις 22 Ιουνίου 1822 τον μετέτρεψαν σε οπλοστάσιο και οι Λαρισαίοι αναγκάστηκαν να εκκλησιάζονται στο εξωκλήσι της Αγίας Μαρίνας για 3 χρόνια και 7 μήνες! Τους αποδόθηκε πάλι ο ναός για τη Θεία Λατρεία επί αρχιερατείας Μητροπολίτου Λαρίσης Μελετίου Ε΄(1825-1836) μέχρι τον Απρίλιο του 1827 που οι Τούρκοι τον μετέτρεψαν πάλι σε οπλοστάσιο για πολύ λίγο αυτή τη φορά (μέχρι τον Ιούνιο του ίδιου έτους) αφού με δωροδοκία κατάφεραν οι χριστιανοί να τον πάρουν πίσω για τις λατρευτικές και θρησκευτικές τους ανάγκες. Αξίζει να σημειώσουμε ότι την εποχή εκείνη στη Λάρισα υπήρχε μόνο αυτός ο ναός, ενώ οι Τούρκοι είχαν 22 τζαμιά! Αυτό επιβεβαιώνει τη διαπίστωση του Κων/νου Κούμα ότι «καμία πόλη της Ρωμυλίας δεν είδε τραγικότερες σκηνές από τη Λάρισα, η οποία είχε καταστεί η φωλιά των αγριότερων Γενιτσάρων, από τους οποίους τα πάνδεινα είχαν υποστεί οι χριστιανοί κάτοικοί της».
Η Θεοσέβεια όμως, των Λαρισαίων και η μεγάλη τους αγάπη και ευλάβεια προς τον προστάτη τους Άγιο Αχίλλιο, τους έκανε να ανεγείρουν το 1896 νέο, λαμπρότερο ναό, σύμφωνα με τις ανάγκες της πόλης και τις καλαισθητικές απαιτήσεις της εποχής στο βόρειο τμήμα του σημερινού ναού(εκεί που υπάρχει μια μαρμάρινη κολώνα, δίπλα στην προτομή του Εθνομάρτυρα Μητροπολίτου Λαρίσης Πολυκάρπου Δαρδαίου). Ο ναός αυτός, που η πρόσόψη του έμοιαζε με τη Μητρόπολη Αθηνών και το Ναό της Παναγίας του Αμπελώνα, καταστράφηκε από τον τρομακτικό σεισμό της 1ης Μαρτίου 1941 και τους βομβαρδισμούς των Γερμανών.
Όπως σημειώνει ο γιατρός Νικόλαος Παπαθεοδώρου «Ο πολιούχος της πόλης οδήγησε τους ενορίτες και το εκκλησιαστικό συμβούλιο, εν αγνοία τους ,να στήσουν μια πρόχειρη ξύλινη παράγκα για να εκτελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, στο σημείο όπου βρέθηκαν το 1978 τα ερείπια του πρώτου βυζαντινού ναού του Αγίου Αχιλλίου του 6ου αιώνα».
Η παράγκα μετά το 1945 αναμορφώθηκε και πήρε μορφή τρίκλιτης Βασιλικής που εξυπηρέτησε προσωρινά τις λατρευτικές ανάγκες των ενοριτών του Αγίου Αχιλλίου , μέχρι την ανέγερση του σημερινού περίλαμπρου Μητροπολιτικού ναού, που είναι καύχημα και στόλισμα της Λάρισας, χαρακτηριστικό της γνώρισμα και έκφραση της ιδιαίτερης τιμής των κατοίκων της προς τον Πολιούχο και Προστάτη τους Άγιο Αχίλλιο.
Ο νέος αυτός ναός (σημερινός) οικοδομήθηκε κοντά στον παλιό (νοτιότερα) και εγκαινιάστηκε στις 5 Ιουνίου 1965 επί Μητροπολίτου Λαρίσης Ιακώβου Σχίζα. Ο χώρος του παλαιού ναού μετατράπηκε σε πλατεία που φέρει το όνομα του Αγίου.
Ο σύγχρονος ναός του Αγίου Αχιλλίου βρίσκεται σε περίοπτη θέση και δεσπόζει στο λόφο του Φρουρίου αγκαλιάζοντας προστατευτικά τη Λάρισα, αλλά και ολόκληρη τη Θεσσαλία.
Εσωτερικά είναι καταστόλιστος με μαρμάρινα και ξυλόγλυπτα προσκυνητάρια, ενώ δεσπόζει το μαρμάρινο σκαλιστό τέμπλο Τηνίων καλλιτεχνών με τις εικόνες του Φώτη Κόντογλου και του Αγήνορα Αστεριάδη, συνοδευόμενο από μαρμαρόγλυπτο Δεσποτικό και Άμβωνα.
Ο ναός ιστορήθηκε με υπέροχες βυζαντινές αγιογραφίες του Λαρισαίου αγιογράφου Ευαγγέλου Καραβασίλη, ενώ κεντρικότατη θέση στο Ναό και στη ζωή των ενοριτών αλλά και όλων των Λαρισαίων κατέχει η ασημένια σκαλιστή λάρνακα όπου φυλάσσονται τα χαριτόβρυτα και θαυματουργά λείψανα του μεγάλου ιεράρχη που επέστρεψαν στη Λάρισα το 1981, ύστερα από απουσία 1000 ετών, αφού είχαν κλαπεί το 985 από τον Βούλγαρο τσάρο Σαμουήλ.
Ο ναός και η ενορία του Αγίου Αχιλλίου στη σύγχρονη εποχή έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο εκτός του θρησκευτικού και λατρευτικού. Προσπαθεί να επιτελεί κοινωνικό, εκπαιδευτικό και εθνικό έργο στην πόλη και την ευρύτερη περιοχή. Αναπτύσσει ιεραποστολική και φιλανθρωπική δραστηριότητα, αγκαλιάζοντας τα παιδιά και τους νέους, ανακουφίζοντας τον πόνο των ανθρώπων, δίνοντας βοήθεια και ελπίδα Χριστού σε κάθε χτυπημένο και βασανισμένο παιδί του Θεού.
- Η τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική που χτίστηκε περί τον 6ο αιώνα
- Αγ. Αχιλλιος Λάρισας πριν από το 1941
- «Ο πολιούχος της πόλης οδήγησε τους ενορίτες και το εκκλησιαστικό συμβούλιο να στήσουν μια πρόχειρη ξύλινη παράγκα για να εκτελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα..»
- Ο χώρος του παλαιού ναού μετατράπηκε σε πλατεία
- Ο σημερινός ναός του Αγίου Αχιλλίου
- Μαρμαρόγλυπτο Δεσποτικό
- Ωραία Πύλη
- Μαρμαρόγλυπτος Άμβωνας
- Η Πλατυτέρα των Ουρανών
- Ο Παντοκράτωρ
- Η κοίμησις του Αγίου Αχιλλίου
- Κεντρικότατη θέση στο Ναό κατέχει η ασημένια σκαλιστή λάρνακα όπου φυλάσσονται τα χαριτόβρυτα και θαυματουργά λείψανα του μεγάλου ιεράρχη
- Τα χαριτόβρυτα και θαυματουργά λείψανα του μεγάλου ιεράρχη
- Ασημένια σκαλιστή λάρνακα όπου φυλάσσονται τα χαριτόβρυτα και θαυματουργά λείψανα του μεγάλου ιεράρχη
Αξίζει να σημειωθεί ότι στον Ιερό Ναό μας φυλάσσονται εκτός από τα χαριτόβρυτα λείψανα του Αγίου Αχιλλίου και τεμάχια λειψάνων του Αγίου Λουκά του Ιατρού, αρχιεπισκόπου Συμφερουπόλεως, της Αγίας οσιομάρτυρας Αναστασίας της Ρωμαίας, της Αγίας μεγαλομάρτυρας Μαρίνας και του οσίου Νίκωνος του «Μετανοείτε».
- Τεμάχια λειψάνων του Αγίου Λουκά του Ιατρού, αρχιεπισκόπου Συμφερουπόλεως
- Τεμάχια λειψάνων της Αγίας οσιομάρτυρας Αναστασίας της Ρωμαίας
- Τεμάχια λειψάνων της Αγίας μεγαλομάρτυρας Μαρίνας και του οσίου Νίκωνος του «Μετανοείτε»
Η ενορία μας έχει και δύο παρεκκλήσια, του Αγίου Βησσαρίωνος στην Πλατεία Λαού και του Ιερού Χρυσοστόμου στο καμπαναριό του Μητροπολιτικού Ναού.
Ιστορικό ιερού παρεκκλησίου Αγίου Βησσαρίωνος
Βρίσκεται στην Πλατεία Λαού, δίπλα στο Δημοτικό Ωδείο Λάρισας (Δ.Ω.Λ.). Κατά την Τουρκοκρατία ήταν ένα απόμακρο δωμάτιο της οικίας (κονακιού) του Τούρκου Χουσνή Μπέη. Διασκευάστηκε σε ναΐσκο του Αγίου Βησσαρίωνος με εντολή του βασιλιά Γεωργίου Α΄, που αγόρασε το κονάκι μετά την απελευθέρωση της Λάρισας (1881), επειδή στο δωμάτιο αυτό βρέθηκε εικόνα του Αγίου. Ο ναΐσκος αυτός καταστράφηκε από τον σεισμό του 1941. Στη θέση του ανοικοδομήθηκε το 1955 με δαπάνη του τότε Οργανισμού Ύδρευσης και Ηλεκτροφωτισμού Λαρίσης (Ο.Υ.Η.Λ.) το σημερινό περίτεχνο γραφικό εκκλησάκι. Έχει εξωτερικά ωραία μαρμάρινη επένδυση και εσωτερικά είναι διακοσμημένο με αγιογραφίες του Αγήνορα Αστεριάδη και συνεργατών του (1961) που αποκαταστάθηκαν πρόσφατα με δαπάνες της ΔΕΥΑΛ. Εκεί φυλάσσεται και η παλαια θαυματουργή εικόνα του Αγίου Φανουρίου (27 Αυγούστου).
- Παρεκκλήσι Αγίου Βησσαρίωνος
ΝΑΟΣ ΑΓ. ΒΗΣΣΑΡΙΩΝΟΣ :Το παρεκκλήσιο των Ανακτόρων.
Ο ναΐσκος του Αγ. Βησσαρίωνος, παρεκκλήσιο των βασιλικών ανακτόρων της Λάρισας. Χρωμολιθόγραφο επιστολικό δελτάριο του Γεωργίου Βελώνη αρ. 12. Δεκαετία του 1920. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας.
Η σημερινή φωτογραφία θεωρείται ως η παλαιότερη απεικόνιση του ναΐσκου του Αγίου Βησσαρίωνος, το οποίο υπήρξε και το παρεκκλήσιο των Ανακτόρων της Λάρισας μέχρι το 1914, όταν ο πρίγκιπας Νικόλαος άρχισε τις επαφές του με τον δήμαρχο της Λάρισας Μιχαήλ Σάπκα για την αγορά του.
Είναι ένα θαυμάσιο χρωμολιθογραφημένο επιστολικό δελτάριο του Λαρισαίου τυπογράφου Γεωργίου Βελώνη, ο οποίος είχε το τυπογραφείο του στη γωνία των σημερινών οδών Κύπρου και Ασκληπιού, απέναντι από το Φαρμακείο Δημητρίου Κυλικά. Έχουμε γράψει και άλλες φορές για το συγκεκριμένο εκκλησάκι που βρίσκεται στο κέντρο της Λάρισας. Σήμερα όμως θα μας κάνει την περιγραφή του ο Θρασύβουλος Μακρής, ο πρύτανης των δημοσιογράφων του μεσοπολέμου και διευθυντής της εφημερίδας «Μικρά». Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Λαρισαϊκός Τύπος»[1] κατά τη διάρκεια της κατοχής (15 Σεπτεμβρίου 1943) με την ευκαιρία της εορτής του Αγίου.
Από το άρθρο αυτό αποδελτιώνουμε ό,τι έχει σχέση με το εκκλησάκι και τα ανάκτορα, καθώς και διάφορα ιστορικά γεγονότα των τελευταίων χρόνων της τουρκοκρατίας. Για ευκολότερη κατανόηση, το κείμενο έχει υποστεί μικρές γλωσσικές επεμβάσεις. Γράφει ο Μακρής: «Επιτελείται σήμερον η μνήμη του εν Αγίοις πατρός ημών Βησσαρίωνος επισκόπου Λαρίσσης, κοινώς καλουμένου «Βλησσαρίου» ή «Άϊ-Βλησσάρη». Τη βορειοανατολική γωνία του έναντι της Νέας Αγοράς μας Δημοτικού κήπου (Κήπου Ανακτόρων), στόλιζε μέχρι του Φεβρουαρίου προπέρυσι (1941) κομψότατος ναΐσκος, τιμώμενος επ’ ονόματι του εορταζομένου σήμερον Αγίου. Αξίζει να μάθουμε την ιστορία του μικρού αυτού Ναού, ο οποίος ως γνωστόν μετεβλήθη σε ερείπια κατά τον φοβερό σεισμό της 1ης Μαρτίου 1941.
Πολύ προ της εκ βάθρων ανακαινίσεως το 1887-1889 του μητροπολιτικού μας ναού Αγίου Αχιλλίου, σώζονταν, προσκολλημένο σ’ αυτόν, παρεκκλήσιο τιμώμενο επ’ ονόματι του Αγ. Βησσαρίωνος. Κατεδαφισθέντος του παρεκκλησίου τούτου, μεταφέρθηκαν οι εικόνες και τα άλλα ιερά κειμήλιά του στον Κήπο των Ανακτόρων, όπου τη αρωγή της Βασιλίσσης Όλγας, ανεγέρθηκε το 1898 ναΐσκος, πλουτισθείς με αφιερώματα φιλόθρησκων συμπολιτών. Εις το μέρος αυτό, προ της κατά το 1881 απελευθερώσεως της Θεσσαλίας, ήσαν τα «οτζάκια» ήτοι τα μαγειρεία, τα πλυσταριά και τα δωμάτια των χριστιανών υπηρετριών και θαλαμηπόλων της πλουσιωτάτης Νουριέ (;) Χανούμ, στενής συγγενούς του φοβερού Αλή Πασσά των Ιωαννίνων, ιδιοκτήτριας της μεγάλης στη θέση εκείνη οικίας, αληθούς ανακτόρου. Η οικοδέσποινα αυτή, η οποία εξακριβώθηκε ότι ήτο χριστιανικής καταγωγής, επέτρεψε και παρότρυνε τις υπηρέτριές της να χρησιμοποιούν ένα από τα δωμάτιά τους ως εκκλησία, πράγμα που έγινε, πολλών χριστιανών γειτόνων προσερχομένων κατά τις Κυριακές και τις μεγάλες εορτές για την επιτέλεση των θρησκευτικών καθηκόντων τους. Λόγω της ανάρτησης στο δωμάτιο-ναό εκείνο μεγάλης παλαιοτάτης αγιογραφίας του Βησσαρίωνος, δόθηκε στο ναό το όνομα τούτου, λυχνάρι δε αργυρούν έκαιε προ της εικόνας νύκτα και ημέρα. Μία νύκτα του Νοεμβρίου του 1872 τα μαγειρεία και πλυσταριά παρ’ ολίγο να γίνονταν παρανάλωμα του πυρός. Η οικοδέσποινα απέδωσε το κακό σε ολιγωρία των θαλαμηπόλων της, πράγματι δε αυτές τη νύκτα εκείνη δεν είχαν ανάψει την προ της εικόνος του Αγίου κανδήλα.
Θανούσης της Νουριέ, το μέγαρό της περιήλθε στην κυριότητα του ανεψιού της Χαηρή Βέη, ο οποίος το 1881 το δώρισε στον τότε για πρώτη φορά επισκεφθέντα την πόλη μας Βασιλέα Γεώργιο τον Α΄. Ο Βασιλεύς δια του υπασπιστού του απέστειλε στον Χαηρή Βέη εντός μεταξωτού μανδηλίου αρκετά χρυσά εικοσάφραγκα, τα οποία είχαν πρόσφατα κοπεί και έφεραν την προτομή του. Αυτός δεν εδέχθη το βασιλικό φιλοδώρημα, αλλά ασπάσθηκε το μανδήλι σε ένδειξη σεβασμού, το κράτησε για ανάμνηση και παρουσιασθείς στον Βασιλέα τον παρεκάλεσε όπως επιτρέψει εις τους νέους υπηκόους του Οθωμανούς να επισκευάσουν το έναντι κείμενο τζαμί (Ομέρ Βέη καλούμενο)[2], όπου από τετραετίας [1939] στεγάζεται η Δημοτική μας Βιβλιοθήκη. Ο αείμνηστος Γεώργιος όχι μόνον επέτρεψε την επισκευή του τεμένους, αλλά και αρκετά προσέφερε δια την τέλεια τούτου ανακαίνιση. Σημειωτέον ότι το τζαμί τούτο θεωρήθηκε ως εθνικό κειμήλιο και δεν κατεδαφίσθηκε μετά τον πόλεμο του 1912-13, παρέμεινε δε ως ανάμνηση της τουρκικής κυριαρχίας, μόνον αυτό από τα τριάντα δύο συνολικά, τα οποία υψώνονταν στην πόλη.
Το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα (παλάτι), υπό την επίβλεψη του μακαρίτη επιμελητή των Ανακτόρων Ν. Θών επιδιορθώθηκε και ευπρεπίσθηκε κατόπιν βασιλικής αρωγής. Σ’ αυτό δε διέμεινε άνετα επί δέκα ημέρες ολόκληρη η Βασιλική Οικογένεια, όταν αυτή κατά το 1889 περιήλθε την Θεσσαλία, επισκεφθείσα και τα ονομαστά «Μετέωρα». Για την ιστορία σημειώνουμε ότι οι μοναχοί των Μετεώρων τότε και δια μόνην φοράν επέτρεψαν σε γυναίκα να ανέλθη εις την Μονήν Βαρλαάμ. Το απαίτησε η αείμνηστος Βασίλισσα Όλγα, η οποία βρήκε την εν λόγω Μονή όμοια με αυτές της πατρίδος της Ρωσσίας.
Αυτή εν συντομία είναι η ιστορία του ναΐσκου του Αγίου Βησσαρίωνος. Κλείνοντας, προσθέτουμε ότι σε ένα των δωματίων των ανακτόρων σωζόταν μέχρι την Θεσσαλική Επανάσταση του 1878 η χρυσοποίκιλτη σπάθη του κατακτητού της Θεσσαλίας στρατάρχου Τουρχάν. Η σπάθη αύτη θεωρείτο θαυματουργή. Τοποθετημένη επί της κοιλίας των επιτόκων, επέφερε ταχύ και αίσιο τον τοκετό τους.»
[1]. Ο «Λαρισαϊκός Τύπος» ήταν κοινή έκδοση των δύο προπολεμικών εφημερίδων της Λάρισας «Ελευθερία» και «Κήρυξ» κατά τη διάρκεια της κατοχικής περιόδου, υποκείμενος σε αυστηρή λογοκρισία από τις δυνάμεις κατοχής.
[2]. Το τζαμί του Ομέρ Βέη βρισκόταν βορειότερα, στο ύψος της οδού Γαριβάλδη. Σύμφωνα με τον Θεόδωρο Παλιούγκα επί της οδού Όγλ βρισκόταν ένα μικρό τζαμί με το όνομα Γενί τζαμί. Πιστεύεται ότι αυτό ανακαινίσθηκε μερίμνη της βασιλικής οικογένειας.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου-nikapap@hotmail.com
Ιστορικό ιερού παρεκκλησίου Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου
Στο Ναό μας, επίσης, υπάρχει και το τρισυπόστατο παρεκκλήσιο στο υπόγειο του κωδωνοστασίου (καμπαναριού) που είναι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο (13 Νοεμβρίου και 27 Ιανουαρίου), στον Άγιο Νεκτάριο (9 Νοεμβρίου) και στον Άγιο Νήφωνα επίσκοπο Κωνσταντιανής (23 Δεκεμβρίου). Σ’ αυτό τελείται κάθε χρόνο το Ιερό Σαρανταλείτουργο των Χριστουγέννων (από 15 Νοεμβρίου ως 24 Δεκεμβρίου) καθώς και συνάξεις των νέων (κάθε Τρίτη βράδυ 8:30-10:00) και το εσπερινό κήρυγμα (κάθε Πέμπτη 5:30-7:00 μ. μ.)